Τι θα γινόταν στην Τουρκία αν ο Ερντογάν ήταν πολύ άρρωστος;
Βαγγέλης Αρεταίος, KReport, Δημοσιευμένο: 2021-11-06
Σε εν δυνάμει αποσταθεροποιητικό παράγοντα για την Τουρκία και την τουρκική οικονομία έχει εξελιχθεί η κατάσταση της υγείας του Ταγίπ Ερντογάν καθώς κάθε φορά που φήμες κάνουν λόγο για ασθένεια και ενδεχόμενη αδυναμία του Τούρκου Προέδρου να ασκήσει τα καθήκοντα του, εντείνεται η πόλωση και ακόμα πιο γρήγορα εξασθενεί η λίρα έναντι του ευρώ και του δολαρίου. Είναι η δεύτερη φορά μέσα σε ένα σχεδόν μήνα που φήμες θέλουν τον Τούρκο Πρόεδρο άρρωστο και όπως όλα δείχνουν, μέσα στην επόμενη
περίοδο, τουλάχιστον μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο για το αν θα γίνουν πρόωρες εκλογές ή όχι και ποιος θα είναι ο/οι υποψήφιος/οι της αντιπολίτευσης, οι φήμες αυτές θα γίνουν
αναπόσπαστο μέρος της τουρκικής πολιτικής δυναμικής.
Το ενδεχόμενο σοβαρής ασθένειας του Τούρκου Προέδρου με αποτέλεσμα μια ξαφνική απουσία του από την πολιτική σκηνή είναι ένα αρνητικό σενάριο καθώς θα προκαλούσε πολιτική αστάθεια, θα όξυνε ακόμα περισσότερο την πόλωση στο εσωτερικό της χώρας και συνεπώς θα δυσχέραινε την προοπτική μιας ομαλής πορείας μετάβασης σε μια επόμενη κατάσταση.
Οι υποστηρικτές του Ταγίπ Ερντογάν και οι άνθρωποι του καθεστώτος διαψεύδουν με εντυπωσιακό σθένος όλες τις φήμες που διακινούνται και κατηγορούν κυρίως το δίκτυο
του Φετουλάχ Γκιουλέν, αλλά όχι μόνο, ότι τις διακινεί για να αποσταθεροποιήσει την χώρα και την κυβέρνηση. Στους κόλπους του ΑΚΡ θεωρούν ότι αυτές οι φήμες είναι η νέα
στρατηγική εκείνων που ήθελαν να διώξουν τον Ταγίπ Ερντογάν με την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.
Η αντιπολίτευση, ιδιαίτερα προσεκτική στις δημόσιες τοποθετήσεις της, ανησυχεί για την κατάσταση της υγείας του Τούρκου Προέδρου και δυσφορεί έντονα για την έλλειψη
διαφάνειας και σοβαρής πληροφόρησης για αυτό το θέμα.
Τι θα γινόταν, όμως, αν πράγματι ο Ταγίπ Ερντογάν ήταν τόσο άρρωστος όπως τον θέλουν οι φήμες και αναγκαζόταν να σταματήσει να ασκεί τα καθήκοντα του; Θεσμικά, σύμφωνα με το Σύνταγμα, σε περίπτωση που ο Πρόεδρος δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα του, αρχηγός του κράτους αναλαμβάνει ο αντιπρόεδρος, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο σκληροπυρηνικός αλλά χωρίς κανένα ουσιαστικό έρεισμα, Φουατ Οκτάι και μέσα σε 45 ημέρες πρέπει να γίνουν εκλογές. Καθώς το σημερινό Σύνταγμα προβλέπει ότι οι προεδρικές και οι κοινοβουλευτικές εκλογές γίνονται ταυτόχρονα, αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία θα πήγαινε μέσα σε 45 ημέρες σε διπλές εκλογές.
Πρακτικά, το πρώτο ερώτημα σε μια τέτοια περίπτωση θα ήταν ποιος θα μπορούσε να αναλάβει τα ηνία του ΑΚΡ αλλά και να είναι ο υποψήφιος του κόμματος για την Προεδρία.
Σήμερα, όλα συγκλίνουν στον νυν υπουργό Άμυνας και πρώην γενικό επιτελάρχη Χουλουσί Ακάρ. Ο Χουλουσί Ακάρ έχει αναμφισβήτητα ενισχύσει την θέση του την τελευταία
περίοδο και σε αυτό έχουν συμβάλλει δυο βαθιές δυναμικές στους κόλπους του τουρκικού πολιτεύματος: Πρώτον, το γεγονός ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική έχει στρατιωτικοποιηθεί τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016, έχει δώσει έναν εντελώς καινούργιο ρόλο στον υπουργό
Άμυνας, ο οποίος είναι πλέον αναπόσπαστο μέρος της χάραξης και της υλοποίησης εξωτερικής πολιτικής. Αυτό επιτρέπει στον Χουλουσί Ακάρ να έχει ένα πρωτόγνωρο για τα παραδοσιακά δεδομένα βάρος στην κυβέρνηση αλλά και απήχηση στην τουρκική κοινή γνώμη.
Η δεύτερη δυναμική που επέτρεψε στον Χουλουσί Ακάρ να ανέλθει στους κόλπους της κυβέρνησης αλλά και στα μάτια των Τούρκων πολιτών είναι οι ριζικές αλλαγές στο πολίτευμα της χώρας που έφερε το προεδρικό σύστημα αλλά και η σταδιακή αλλαγή των ισορροπιών ανάμεσα στο στράτευμα και στον Ταγίπ Ερντογάν, προς όφελος του Τούρκου Προέδρου. Και αυτό σε πλήρη αντίθεση με την μακρά προηγούμενη περίοδο, κυρίως μέχρι τις αρχές του 2010, όταν ο εκάστοτε υπουργός Άμυνας είχε πολύ μικρή βαρύτητα στην χάραξη πολιτικής, σε αντίθεση με το γενικό επιτελείο των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που είχε «το πάνω χέρι».
Οι συγκυρίες ήταν επίσης ευνοϊκές για τον Χουλουσί Ακάρ: Mετά την αναπάντεχη παραίτηση του γαμπρού του Τούρκου Προέδρου, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, για τον οποίο πολλοί μέχρι τότε προέβλεπαν ότι θα είναι ο «διάδοχος» του Ταγίπ Ερντογάν, οι δυο δυνατοί άντρες της κυβέρνησης ήταν υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού και ο Χουλουσί Ακάρ.
Δημοσκόπηση της γνωστής στην Τουρκία εταιρείας ORC Arastirma για την δημοτικότητα των υπουργών το 2020, κατέγραψε ότι ο Σουλεϊμάν Σοϊλού ήταν ο δημοφιλέστερος υπουργός με 60,8% και ακολουθούσε πολύ κοντά ο Χουλουσί Ακάρ με 58,5%. Και οι δυο υπουργοί έχουν ένα προφίλ «σκληρού» που εμπνέει εμπιστοσύνη, καθιστώντας τους ιδιαίτερα δημοφιλείς σε ένα μεγάλο μέρος των πολιτών. Ωστόσο, η δημοτικότητα του Σουλεϊμάν Σοϊλού δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα από τις πρόσφατες δημόσιες τοποθετήσεις του υπόδικου Σεντάτ Πεκέρ για σχέσεις ανάμεσα στο κράτος και το οργανωμένο έγκλημα.
Γεννημένος το 1952 στην Καισάρεια, ο πρώην γενικός επιτελάρχης είχε στενές φιλικές σχέσεις με τον πρώην Πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ και άλλους συντηρητικούς
«ισλαμιστές» ενώ στην Άγκυρα εκτιμάται ότι διατηρεί πολύ καλές σχέσεις και με τον αρχηγό του Κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Η κατάσταση είναι ωστόσο τόσο ρευστή ώστε ο Ακάρ ίσως να μην μπορέσει να αναλάβει τα ηνία του κόμματος, καθώς η συνοχή του ΑΚΡ σε περίπτωση που ο Ταγίπ Ερντογάν αδυνατεί να ασκήσει τα
καθήκοντα του αποτελεί ένα μεγάλο ερωτηματικό. Ασαφές επίσης παραμένει το κατά πόσο ο Ακάρ θα μπορούσε να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές καθώς έχει μεν μια μεγάλη
δημοτικότητα ως υπουργός Άμυνας αλλά δεν είναι σίγουρο ότι η δημοτικότητά του ως υποψηφίου Προέδρου θα ήταν τόσο μεγάλη.
Το δεύτερο ερώτημα είναι το κατά πόσο η αντιπολίτευση θα είχε την ικανότητα να παραμείνει τόσο ενωμένη όσο έχει καταφέρει να παραμείνει μέχρι σήμερα ή αν η απουσία του Ταγίπ Ερντογάν από την πολιτική σκηνή, σε συνδυασμό με την έντονη συναισθηματική φόρτιση που θα προκαλούσε κάτι τέτοιο, θα αποτελούσε αποσταθεροποιητικό στοιχείο για
την εν εξελίξει συνοχή της.
Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, τα ποσοστά του ΑΚΡ και του ΜΗΡ φθίνουν, με το ΜΗΡ να έχει υποστεί την μεγαλύτερη απώλεια καθώς καταγράφεται πλέον σταθερά κάτω από το όριο του 10% που απαιτείται ώστε ένα κόμμα να εκπροσωπείται στην Εθνοσυνέλευση. Τα ποσοστά της αντιπολίτευσης καταγράφουν αύξηση, κυρίως το Καλό Κόμμα (ΙΥΙ) της Μεραλ Ακσενερ, και σύμφωνα με την τελευταία μέτρηση όλων των δημοσκοπήσεων (poll of polls) για τον Σεπτέμβριο, η συμμαχία του CHP με το ΙΥΙ προηγείται
με 40,1% ενώ η συμμαχία ΑΚΡ-ΜΗΡ βρίσκεται στο 39,3% και το HDP στο 10,8%.
Ωστόσο, για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Τουρκίας καταγράφεται ένας πολύ υψηλός αριθμός αναποφάσιστων, που σε ορισμένες δημοσκοπήσεις φτάνει το 17%, καθιστώντας έτσι πολύ δύσκολες τις οποίες προβλέψεις και ειδικά στην περίπτωση ασθένειας του Ταγίπ Ερντογάν.