Μπορεί να επιβιώσει η Αριστερά;
Αντώνης Λιάκος, Δημοσιευμένο: 2024-11-24
Δεδομένων του κατακερματισμού, της απώλειας επιρροής και της απαξίωσης των συριζογενών κομμάτων, η Αριστερά δεν θα είναι κόμμα εξουσίας για απροσδιόριστο διάστημα. Τι θα μπορούσαν, όμως, να κάνουν για να επιβιώσει ο αριστερός πολιτικός χώρος;
Προϋπόθεση είναι να ξαναχτιστεί η εμπιστοσύνη. Να αφήσουν πίσω τους τη μνησικακία όλες οι πλευρές. Γιατί, τελικά, όλοι ανεξαιρέτως μοιράζονται κοινές ευθύνες, αλλά και κάποιους κοινούς στόχους. Σε αυτούς πρέπει να επικεντρωθούν, δημιουργώντας πρωτοβουλίες στον ελάχιστο κοινό παρανομαστή. Από αυτή την άποψη έχουν ιδιαίτερη σημασία όχι τα σχέδια μεγάλων συμμαχιών, αλλά η προσγείωση στα τοπικά και θεματικά πεδία, τα οποία, εν πολλοίς, τα είχαν εγκαταλείψει. Η προσγείωση στο συγκεκριμένο δεν σημαίνει εγκατάλειψη της πανοραμικής σκέψης. Γιατί σε κάθε μικρό ζήτημα συναντάς τα μείζονα προβλήματα. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη θα κερδηθεί έμπρακτα, στη βάση αξιών, και όχι κομματικών γραμμών.
Η στροφή στη βάση δεν αφορά μόνο τις ενδοαριστερές συνεργασίες. Σήμερα, υπάρχει πάρα πολύς κόσμος απογοητευμένος από την πολιτική των αριστερών κομμάτων, αλλά που θεωρεί ότι μια κριτική στα πεπραγμένα της σημερινής κυβέρνησης αλλά και του τρόπου που εξελίσσονται τα πράγματα είναι αναγκαία και επιβεβλημένη. Σε όσους επιμένουν στις κομματικές ταυτότητες, η κομματική ευθυγράμμιση είναι πολύ μικρότερη από ό,τι στο παρελθόν. Επομένως, υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες συμφωνιών στα συγκεκριμένα. Και τα συγκεκριμένα ανήκουν σε μια μεγάλη βεντάλια θεμάτων.
Πρώτο μεγάλο θέμα είναι οι ανισότητες και η κοινωνική δικαιοσύνη. Επομένως, η προοδευτική φορολογική πολιτική, η άμυνα, αλλά ταυτόχρονα και η αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους, η μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας και τα ζητήματα ακρίβειας και βελτίωσης του εισοδήματος –κυρίως των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων– είναι κλασικά θέματα, σχεδόν ταυτοτικά για την Αριστερά, αλλά και στην Κεντροαριστερά.
Δεύτερο μεγάλο ζήτημα, και δύσκολο, είναι το δημογραφικό. Η απομείωση του πληθυσμού, και κυρίως η γήρανση, αποτελούν δυνάμεις αντίρροπες στην αύξηση επιρροής της Αριστεράς. Εδώ χρειάζεται μια ατζέντα η οποία θα υποστηρίξει μια πολιτική ευρείας υποστήριξης των οικογενειών αλλά και μια πολιτική αύξησης του πληθυσμού και βελτίωσης του μέσου όρου ηλικίας από τα μεταναστευτικά – προσφυγικά ρεύματα. Δύσκολο βέβαια, γιατί στον πανικό από τους πρόσφυγες δημαγωγεί η άκρα Δεξιά. Αλλά αυτό είναι το μέλλον της χώρας. Το δίλημμα είναι: Ανοίγεται με μια πολιτική οικονομικής, πολιτισμικής, γλωσσικής και εκπαιδευτικής ένταξης των μεταναστών, ή πόλεις και χωριά ερημώνουν και μετατρέπονται σε απέραντα γηροκομεία. Χρειάζεται να προβληθεί όχι μόνο το δίκαιο αυτών των αιτημάτων και η ηθική τους διάσταση, αλλά και το αναγκαίο και επωφελές.
Το τρίτο ζήτημα είναι η υποστήριξη της πράσινης μετάβασης με δικαιοσύνη. Η πράσινη μετάβαση είναι αναγκαία, για να σώσει οτιδήποτε μπορεί ακόμη να διασωθεί, αλλά η ενέργεια έχει παραδοθεί σε ελάχιστους ομίλους-κολοσσούς που επενδύουν με λογική αποικιοποίησης και όχι βιωσιμότητας. Ο τουρισμός, η δόμηση και ιδίως η επιδεικτική κατανάλωση αποτελούν καταστρεπτικές δράσεις ευρείας έκτασης. Η κλιματική κρίση απαιτεί κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και μια αντίληψη συντεταγμένης πολιτείας και ενίσχυσης του δημόσιου χώρου και των δημόσιων πολιτικών. Και αν αυτά δεν τα υποστηρίξει και δεν τα εξειδικεύσει η Αριστερά, ποιος θα το κάνει;
Το τέταρτο ζήτημα αφορά τις ευρύτερες ευρωπαϊκές συνεργασίες τόσο εντός όσο και εκτός Ευρωκοινοβουλίου και ευρωπαϊκών θεσμών. Ολα σχεδόν τα ζητήματα τίθενται τώρα σε ευρωπαϊκές διαστάσεις. Η Ευρώπη είναι ένα βασικό και κρίσιμο πεδίο άσκησης πολιτικής πέραν των εθνικών συνόρων. Η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή επαρχία, αλλά όχι γαλατικό χωριό.
Το πέμπτο ζήτημα, που ενδιαφέρει και τις συνεννοήσεις ανάμεσα στα κόμματα, αφορά την εκλογική μεταρρύθμιση, τη διευκόλυνση των συμμαχικών κυβερνήσεων και την εισαγωγή των δυνατοτήτων στρατηγικής ψήφου. Εδώ, βέβαια, δεν μπορεί να κάνει κανείς πολλά πράγματα. Χρειάζεται όμως να δημιουργηθεί ένα ρεύμα ιδεών συνταγματικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα, πέραν των κομματικών σκοπιμοτήτων.
Το πρόσφατο συνέδριο του Ινστιτούτου Εναλλακτικής Πολιτικής (ΕΝΑ), οι εκδηλώσεις άλλων εστιών σκέψης τόσο της Αριστεράς (Ινστιτούτο Τσίπρα) όσο και του ΠΑΣΟΚ (in Social) αλλά και άλλες πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις για βιβλία και ιδέες, δείχνουν επίσης ότι λειτουργεί ένα κοινό πεδίο προβληματισμού για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας. Οι συνεργασίες πρέπει να συνεχιστούν, ώστε να αποκτήσουν και μεγαλύτερη ορατότητα στην ελληνική κοινωνία. Η αριστερή κριτική πρέπει να επιδιώξει τη δύσκολη ανάκτηση του κύρους της.