Ο πληθωρισμός θα διαρκέσει
Επιβάλλεται η προστασία των χαμηλών εισοδημάτων
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2008-04-09
Ο πληθωρισμός 4,4% που έχουμε τους τελευταίους δύο μήνες είναι ανησυχητικός. Αφότου μπήκαμε στη ζώνη του ευρώ, μία μόνο φορά, τον Ιανουάριο του 2002, ξαναβρέθηκε τόσο υψηλά ο ετήσιος ρυθμός του πληθωρισμού, όπως τον μετρά η Στατιστική Υπηρεσία με το δείκτη τιμών καταναλωτή. Για όσους έχουν χαμηλό εισόδημα μάλιστα η ανησυχία τώρα είναι πολύ πιο δικαιολογημένη, εφόσον για τις δύο πιο βασικές ανάγκες, τη διατροφή και τη στέγη, οι επιμέρους στατιστικοί δείκτες τρέχουν ακόμα πιο γρήγορα: 6,1% τα τρόφιμα, με το ψωμί, το αλεύρι, τα ζυμαρικά να ξεπερνούν το 16%, 10,7% η στέγη, όπου το πετρέλαιο θέρμανσης φτάνει το 43%.
Σε αυτούς, τους φτωχότερους, και ιδίως στους χαμηλόμισθους, ακατανόητη πρέπει να ακούσθηκε η πρόσφατη δυσφορία του υπουργού Οικονομίας με τη νέα εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας που επεδίωξε να καλύψει την άνοδο του κόστους ζωής για τις κατώτατες αμοιβές. Γιατί να πεισθούν από την οικονομική άποψη του κ. Αλογοσκούφη, ότι την άνοδο των τιμών τροφοδοτούν οι αυξήσεις των δικών τους μισθών, όταν αυτό που ζουν χρόνια τώρα, με υψηλότερους και με χαμηλότερους ρυθμούς πληθωρισμού, είναι ότι η αγοραστική τους δύναμη μένει πίσω από πολλά άλλα εισοδήματα; Όσον αφορά τους μισθούς διαφόρων κατηγοριών εργαζομένων το τεκμηριώνουν άλλωστε και οι πίνακες που μπορεί κανείς να διαβάσει στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος: κατά 5,4% αυξήθηκαν πέρυσι οι κατώτατες αποδοχές, κατά 6,1% οι μέσες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα, κατά 7,1% στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, κατά 12% στις τράπεζες. Και μάλλον δυσμενέστερη θα ήταν η σύγκριση με άλλα εισοδήματα, αμοιβές αυταπασχολουμένων, εισοδήματα από κέρδη ή από περιουσία, εκεί όμως στατιστικές απλώς δεν υπάρχουν.
Αλλά ακόμα και αν δεχθούμε την επικρατούσα οικονομική θεωρία που συνδέει τις αυξήσεις των μισθών με την άνοδο των τιμών, όπως παγίως υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από την περασμένη εβδομάδα με έμφαση και οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, οι οποίοι μπροστά στον κίνδυνο του πληθωρισμού συνέστησαν γενική συγκράτηση των μισθών, επιβάλλεται να κάνουμε δύο παρατηρήσεις: Η πρώτη είναι κάπως τεχνική, αλλά σημαντική. Στην Ελλάδα το σύνολο των μισθών αντιπροσωπεύει μόλις το 36,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τους τελευταίους εθνικούς λογαριασμούς. Άρα οι μισθοί κατά το ένα τρίτο χονδρικά μπορούν να επηρεάσουν σε μας τον πληθωρισμό. Ακόμα και αν πάγωναν εντελώς, οι τιμές δεν θα έπαυαν να ανεβαίνουν, οδηγώντας σε ανακατανομές εισοδήματος, όχι μόνον από την Ελλάδα προς τις χώρες από όπου εισάγουμε ακριβότερο πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες, αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, από τους μισθωτούς εργαζόμενους προς τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που δεν θα έχαναν την ευχέρεια να ανατιμούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Η δεύτερη και πιο ουσιαστική παρατήρηση είναι ότι σε συνθήκες πληθωρισμού υποχρέωση της πολιτείας και της κοινωνίας γενικότερα, εξίσου σημαντική με την προσπάθεια αναχαίτισης του πληθωρισμού, είναι η προστασία των πιο χαμηλών εισοδημάτων από την αναδιανομή που συντελείται εις βάρος τους μέσα από την άνοδο των τιμών. Οι πιο χαμηλοί μισθοί και συντάξεις, βασικά κοινωνικά επιδόματα όπως το επίδομα ανεργίας, πρέπει να αναπροσαρμόζονται τόσο ώστε να μην συμπιέζεται περισσότερο η αγοραστική τους δύναμη.
Αυτό γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό αν λάβουμε υπόψη ότι, πέρα από τα όποια εγχώρια αίτια, η άνοδος του πληθωρισμού σήμερα είναι διεθνής και θα έχει πιθανώς μεγάλη διάρκεια. Ο χαμηλός πληθωρισμός των τελευταίων ετών όφειλε πολλά στη μαζική διάθεση προϊόντων από τις χώρες χαμηλού κόστους. Αλλά η παγκοσμιοποίηση έπαψε να είναι αυθόρμητα αντιπληθωριστική, παρατηρούσε σε πρόσφατο συνέδριο της Τράπεζας της Γαλλίας ο διοικητής της Κριστιάν Νουαγιέ. Διότι η ανάπτυξη των αναδυομένων χωρών και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των πληθυσμών τους φέρνουν μιαν έκρηξη της ζήτησης για φυσικούς πόρους, τρόφιμα και ενέργεια, με λογική συνέπεια μιαν έντονη και συνεχή άνοδο των τιμών.
Κύρια πηγή του διεθνούς πληθωρισμού σήμερα είναι οι ανατιμήσεις του πετρελαίου, των τροφίμων και των πρώτων υλών. Αρχίζει όμως να εισάγεται και μια άλλη διάσταση. Μπορεί οι μισθοί στην Κίνα να διατηρούνται ακόμα χαμηλοί σε σύγκριση με τους ευρωπαϊκούς ή τους αμερικανικούς, πέρυσι όμως αυξήθηκαν κατά 18,7%, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα στο Πεκίνο η εκεί Στατιστική Υπηρεσία. Οι μισθολογικές διεκδικήσεις στις ασιατικές χώρες πολλαπλασιάζονται, και αυτό είναι καλό γιατί θα οδηγήσει στην άμβλυνση των τεράστιων εισοδηματικών ανισοτήτων ανά τον πλανήτη. Σημαίνει όμως επίσης ότι όταν αυτές τις μέρες π.χ. απεργούν για αυξήσεις 15% οι Βιετναμέζοι εργάτες στα εργοστάσια της Nike, τελικά θα επηρεάσουν τις τιμές των αθλητικών παπουτσιών που αγοράζουμε.
Σε αυτούς, τους φτωχότερους, και ιδίως στους χαμηλόμισθους, ακατανόητη πρέπει να ακούσθηκε η πρόσφατη δυσφορία του υπουργού Οικονομίας με τη νέα εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας που επεδίωξε να καλύψει την άνοδο του κόστους ζωής για τις κατώτατες αμοιβές. Γιατί να πεισθούν από την οικονομική άποψη του κ. Αλογοσκούφη, ότι την άνοδο των τιμών τροφοδοτούν οι αυξήσεις των δικών τους μισθών, όταν αυτό που ζουν χρόνια τώρα, με υψηλότερους και με χαμηλότερους ρυθμούς πληθωρισμού, είναι ότι η αγοραστική τους δύναμη μένει πίσω από πολλά άλλα εισοδήματα; Όσον αφορά τους μισθούς διαφόρων κατηγοριών εργαζομένων το τεκμηριώνουν άλλωστε και οι πίνακες που μπορεί κανείς να διαβάσει στις εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος: κατά 5,4% αυξήθηκαν πέρυσι οι κατώτατες αποδοχές, κατά 6,1% οι μέσες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα, κατά 7,1% στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, κατά 12% στις τράπεζες. Και μάλλον δυσμενέστερη θα ήταν η σύγκριση με άλλα εισοδήματα, αμοιβές αυταπασχολουμένων, εισοδήματα από κέρδη ή από περιουσία, εκεί όμως στατιστικές απλώς δεν υπάρχουν.
Αλλά ακόμα και αν δεχθούμε την επικρατούσα οικονομική θεωρία που συνδέει τις αυξήσεις των μισθών με την άνοδο των τιμών, όπως παγίως υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, από την περασμένη εβδομάδα με έμφαση και οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, οι οποίοι μπροστά στον κίνδυνο του πληθωρισμού συνέστησαν γενική συγκράτηση των μισθών, επιβάλλεται να κάνουμε δύο παρατηρήσεις: Η πρώτη είναι κάπως τεχνική, αλλά σημαντική. Στην Ελλάδα το σύνολο των μισθών αντιπροσωπεύει μόλις το 36,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τους τελευταίους εθνικούς λογαριασμούς. Άρα οι μισθοί κατά το ένα τρίτο χονδρικά μπορούν να επηρεάσουν σε μας τον πληθωρισμό. Ακόμα και αν πάγωναν εντελώς, οι τιμές δεν θα έπαυαν να ανεβαίνουν, οδηγώντας σε ανακατανομές εισοδήματος, όχι μόνον από την Ελλάδα προς τις χώρες από όπου εισάγουμε ακριβότερο πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες, αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, από τους μισθωτούς εργαζόμενους προς τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που δεν θα έχαναν την ευχέρεια να ανατιμούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Η δεύτερη και πιο ουσιαστική παρατήρηση είναι ότι σε συνθήκες πληθωρισμού υποχρέωση της πολιτείας και της κοινωνίας γενικότερα, εξίσου σημαντική με την προσπάθεια αναχαίτισης του πληθωρισμού, είναι η προστασία των πιο χαμηλών εισοδημάτων από την αναδιανομή που συντελείται εις βάρος τους μέσα από την άνοδο των τιμών. Οι πιο χαμηλοί μισθοί και συντάξεις, βασικά κοινωνικά επιδόματα όπως το επίδομα ανεργίας, πρέπει να αναπροσαρμόζονται τόσο ώστε να μην συμπιέζεται περισσότερο η αγοραστική τους δύναμη.
Αυτό γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό αν λάβουμε υπόψη ότι, πέρα από τα όποια εγχώρια αίτια, η άνοδος του πληθωρισμού σήμερα είναι διεθνής και θα έχει πιθανώς μεγάλη διάρκεια. Ο χαμηλός πληθωρισμός των τελευταίων ετών όφειλε πολλά στη μαζική διάθεση προϊόντων από τις χώρες χαμηλού κόστους. Αλλά η παγκοσμιοποίηση έπαψε να είναι αυθόρμητα αντιπληθωριστική, παρατηρούσε σε πρόσφατο συνέδριο της Τράπεζας της Γαλλίας ο διοικητής της Κριστιάν Νουαγιέ. Διότι η ανάπτυξη των αναδυομένων χωρών και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των πληθυσμών τους φέρνουν μιαν έκρηξη της ζήτησης για φυσικούς πόρους, τρόφιμα και ενέργεια, με λογική συνέπεια μιαν έντονη και συνεχή άνοδο των τιμών.
Κύρια πηγή του διεθνούς πληθωρισμού σήμερα είναι οι ανατιμήσεις του πετρελαίου, των τροφίμων και των πρώτων υλών. Αρχίζει όμως να εισάγεται και μια άλλη διάσταση. Μπορεί οι μισθοί στην Κίνα να διατηρούνται ακόμα χαμηλοί σε σύγκριση με τους ευρωπαϊκούς ή τους αμερικανικούς, πέρυσι όμως αυξήθηκαν κατά 18,7%, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα στο Πεκίνο η εκεί Στατιστική Υπηρεσία. Οι μισθολογικές διεκδικήσεις στις ασιατικές χώρες πολλαπλασιάζονται, και αυτό είναι καλό γιατί θα οδηγήσει στην άμβλυνση των τεράστιων εισοδηματικών ανισοτήτων ανά τον πλανήτη. Σημαίνει όμως επίσης ότι όταν αυτές τις μέρες π.χ. απεργούν για αυξήσεις 15% οι Βιετναμέζοι εργάτες στα εργοστάσια της Nike, τελικά θα επηρεάσουν τις τιμές των αθλητικών παπουτσιών που αγοράζουμε.