Τα συν και τα πλην των φόρων
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2008-09-03
Στους πολλούς λόγους που τεκμηριώνουν την ανάγκη να αλλάξει η κυβέρνηση και η πολιτική της, προστέθηκε την περασμένη εβδομάδα ένας ακόμα: Οι νέες μειώσεις των φορολογικών συντελεστών στα κέρδη των επιχειρήσεων και στο εισόδημα των φυσικών προσώπων. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, ο συντελεστής για τα εταιρικά κέρδη, τον οποίο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας περιόρισε σε 25% κατά την πρώτη της θητεία από 35% που τον είχε παραλάβει, και ο κεντρικός συντελεστής για τα εισοδήματα μέχρι 30.000 ευρώ, που ήδη βρίσκεται σε διαδικασία μείωσης από 30% σε 27% φέτος, για να φθάσει το 25% το 2009, θα πέσουν και οι δύο άλλες πέντε μονάδες σταδιακά από το 2010 ώς το 2014: στο 20%. Σε μια οικονομία όπως η ελληνική, όπου τα φορολογικά έσοδα βρίσκονται σχεδόν δέκα μονάδες χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης ως ποσοστό του ΑΕΠ, όπου το δημόσιο χρέος διατηρείται εξαιρετικά υψηλό με τάση ανόδου και απορροφά ολοένα μεγαλύτερο μερίδιο του εθνικού εισοδήματος για τόκους, όπου οι έμμεσοι φόροι που πληρώνουν όλοι, και οι πιο φτωχοί, είναι μιάμιση φορά μεγαλύτεροι από τους άμεσους που πρέπει να βαρύνουν τους ευπορότερους, αυτές οι νέες μειώσεις προδιαγράφουν την επιδείνωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Στερώντας πόρους από το κράτος θα αποδυναμώσουν ακόμα περισσότερο τις δημόσιες πολιτικές για την παιδεία, την υγεία, το περιβάλλον, τη στήριξη των εργαζομένων με παιδιά, τις συντάξεις ενόσω η ανισορροπία του ασφαλιστικού συστήματος χειροτερεύει. Μάλιστα θα ολοκληρωθούν τη χρονιά που θα εξαντλείται το τέταρτο πρόγραμμα γενναιόδωρων χρηματοδοτήσεων από την Ε.Ε. (2007-2013), όταν η ελληνική οικονομία θα έπρεπε πια να είναι σε θέση να τις αναπληρώσει.
Ήταν επόμενο στη δημόσια συζήτηση του φορολογικού νομοσχεδίου να κυριαρχήσουν τις πρώτες μέρες οι άμεσες συνέπειες: Η αναπάντεχη επιβάρυνση όλων των επαγγελματιών και εμπόρων που συνιστά η κατάργηση του αφορολογήτου ορίου τους, με αποτέλεσμα να φορολογούνται πλέον με 10% από το πρώτο ευρώ που δηλώνουν. Αποκλήθηκε «κεφαλικός φόρος», αφού θα κοστίσει εξίσου σε μεγάλα και μικρά εισοδήματα, γύρω στο χιλιάρικο. Και δικαιολογημένα εκφράσθηκαν ανησυχίες και οργή για την επίπτωση σε όσους βρίσκονται στα όρια της επαγγελματικής επιβίωσης, καθώς και στη μεγάλη κατηγορία των πολύ χαμηλά αμειβόμενων νέων που απασχολούνται αναγκαστικά με δελτίο παροχής υπηρεσιών, επειδή οι εργοδότες τους θέλουν να αποφύγουν το κόστος του κανονικού μισθωτού: τον μισθό που ορίζουν οι συλλογικές συμβάσεις 14 φορές τον χρόνο και τις αντίστοιχες εισφορές στο ΙΚΑ. Εξαιρώντας τους εργαζόμενους αυτής της κατηγορίας στο Δημόσιο (γιατί και το κράτος είναι τέτοιος κακός εργοδότης), ο Γιώργος Αλογοσκούφης μάς κατέπληξε δηλώνοντας αυστηρά ότι στον ιδιωτικό τομέα πρέπει να εφαρμόζεται η εργατική νομοθεσία. Σαν να μη μετέχει στην ίδια κυβέρνηση που ανέχεται την καταστρατήγησή της, όταν δεν την υποθάλπει κιόλας... Όσο για την περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων έναντι 500 ευρώ τη χρονιά, αξίζει να εξαρθεί η ομοφωνία σε όλο το φάσμα των αντιδράσεων ότι επιβραβεύει τη φοροδιαφυγή. Και, άρα, ενθαρρύνει την ένταση της απόκρυψης εισοδημάτων εφεξής, όπως άλλωστε και ο «κεφαλικός φόρος».
Αλλά στη μείωση των φορολογικών συντελεστών από το 2010 και μετά λίγη σημασία δόθηκε ώς τώρα, είτε επειδή αναφέρεται στο μέλλον, είτε επειδή θεωρήθηκε τέχνασμα του υπουργού για να «γλυκάνει το χάπι» σε όσους επιβαρύνονται άμεσα με τα μέτρα και διαμαρτύρονται: στους αυτοαπασχολούμενους, πραγματικούς και πλασματικούς, και ακόμα στις επιχειρήσεις των οποίων αυξάνεται η προκαταβολή φόρου, τους μετόχους που θα πληρώνουν 10% στα μερίσματα, τους συναλλασσόμενους στο Χρηματιστήριο στους οποίους επιβάλλεται ένας ελάχιστος φόρος υπεραξίας. Αν όμως ο κύριος όγκος των μέτρων δεν είναι παρά μπαλώματα, για να αυξηθούν προσωρινά τα έσοδα και να περιοριστεί όπως όπως το διογκούμενο δημόσιο έλλειμμα τούτη τη στιγμή, αφήνοντας άθικτο το άδικο και αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, οι μειώσεις των συντελεστών που προβλέπει το νομοσχέδιο συνιστούν πραγματική διαρθρωτική αλλαγή. Μόνο που επιχειρούνται σε λάθος κατεύθυνση, στην αντίθετη από εκείνη που έχει ανάγκη η χώρα. Μια ματιά στη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι οι συντελεστές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα είναι από τους χαμηλότερους όλων των χωρών.
Από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης το Σάββατο ο Πρωθυπουργός θα αιτιολογήσει την αδυναμία της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της για τη στήριξη των οικονομικά ασθενέστερων με τη διεθνή κρίση. Η πραγματική αιτία είναι η πολιτική της κυβέρνησής του.
Ήταν επόμενο στη δημόσια συζήτηση του φορολογικού νομοσχεδίου να κυριαρχήσουν τις πρώτες μέρες οι άμεσες συνέπειες: Η αναπάντεχη επιβάρυνση όλων των επαγγελματιών και εμπόρων που συνιστά η κατάργηση του αφορολογήτου ορίου τους, με αποτέλεσμα να φορολογούνται πλέον με 10% από το πρώτο ευρώ που δηλώνουν. Αποκλήθηκε «κεφαλικός φόρος», αφού θα κοστίσει εξίσου σε μεγάλα και μικρά εισοδήματα, γύρω στο χιλιάρικο. Και δικαιολογημένα εκφράσθηκαν ανησυχίες και οργή για την επίπτωση σε όσους βρίσκονται στα όρια της επαγγελματικής επιβίωσης, καθώς και στη μεγάλη κατηγορία των πολύ χαμηλά αμειβόμενων νέων που απασχολούνται αναγκαστικά με δελτίο παροχής υπηρεσιών, επειδή οι εργοδότες τους θέλουν να αποφύγουν το κόστος του κανονικού μισθωτού: τον μισθό που ορίζουν οι συλλογικές συμβάσεις 14 φορές τον χρόνο και τις αντίστοιχες εισφορές στο ΙΚΑ. Εξαιρώντας τους εργαζόμενους αυτής της κατηγορίας στο Δημόσιο (γιατί και το κράτος είναι τέτοιος κακός εργοδότης), ο Γιώργος Αλογοσκούφης μάς κατέπληξε δηλώνοντας αυστηρά ότι στον ιδιωτικό τομέα πρέπει να εφαρμόζεται η εργατική νομοθεσία. Σαν να μη μετέχει στην ίδια κυβέρνηση που ανέχεται την καταστρατήγησή της, όταν δεν την υποθάλπει κιόλας... Όσο για την περαίωση των ανέλεγκτων χρήσεων έναντι 500 ευρώ τη χρονιά, αξίζει να εξαρθεί η ομοφωνία σε όλο το φάσμα των αντιδράσεων ότι επιβραβεύει τη φοροδιαφυγή. Και, άρα, ενθαρρύνει την ένταση της απόκρυψης εισοδημάτων εφεξής, όπως άλλωστε και ο «κεφαλικός φόρος».
Αλλά στη μείωση των φορολογικών συντελεστών από το 2010 και μετά λίγη σημασία δόθηκε ώς τώρα, είτε επειδή αναφέρεται στο μέλλον, είτε επειδή θεωρήθηκε τέχνασμα του υπουργού για να «γλυκάνει το χάπι» σε όσους επιβαρύνονται άμεσα με τα μέτρα και διαμαρτύρονται: στους αυτοαπασχολούμενους, πραγματικούς και πλασματικούς, και ακόμα στις επιχειρήσεις των οποίων αυξάνεται η προκαταβολή φόρου, τους μετόχους που θα πληρώνουν 10% στα μερίσματα, τους συναλλασσόμενους στο Χρηματιστήριο στους οποίους επιβάλλεται ένας ελάχιστος φόρος υπεραξίας. Αν όμως ο κύριος όγκος των μέτρων δεν είναι παρά μπαλώματα, για να αυξηθούν προσωρινά τα έσοδα και να περιοριστεί όπως όπως το διογκούμενο δημόσιο έλλειμμα τούτη τη στιγμή, αφήνοντας άθικτο το άδικο και αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, οι μειώσεις των συντελεστών που προβλέπει το νομοσχέδιο συνιστούν πραγματική διαρθρωτική αλλαγή. Μόνο που επιχειρούνται σε λάθος κατεύθυνση, στην αντίθετη από εκείνη που έχει ανάγκη η χώρα. Μια ματιά στη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι οι συντελεστές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα είναι από τους χαμηλότερους όλων των χωρών.
Από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης το Σάββατο ο Πρωθυπουργός θα αιτιολογήσει την αδυναμία της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της για τη στήριξη των οικονομικά ασθενέστερων με τη διεθνή κρίση. Η πραγματική αιτία είναι η πολιτική της κυβέρνησής του.