Ο φόβος έγινε βιομηχανία
Μιχάλης Μητσός, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2008-09-15
Από έντεκα το 2000, οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη έχουν μειωθεί στις τρεις (συν μια διακοσμητική συμμετοχή).
Αλλά η Κοντσίτα ντε Γκρεγκόριο δεν χάνει το θάρρος της.
Συγκεντρώθηκαν την περασμένη Κυριακή στο Παρίσι. Συμφώνησαν (γρήγορα) ότι περνούν κρίση. Συμφώνησαν (λιγότερο γρήγορα) στα αίτια της κρίσης: το πέρασμα από τη βιομηχανική οικονομία στην οικονομία της γνώσης, η δυσφήμηση του κοινωνικού κράτους, η αύξηση μιας παγκόσμιας αίσθησης κινδύνου που συνδέεται με τις εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό και τον ενεργειακό τομέα. Έκαναν την αυτοκριτική τους: εγκαταλείψαμε τα θύματα της παγκοσμιοποίησης, δεν έχουμε καινούργιες ιδέες, αιφνιδιαστήκαμε, παγιδευτήκαμε, παραιτηθήκαμε. Και στο τέλος (ναι, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο) διατύπωσαν προτάσεις. Να πάψουμε να περιφρονούμε τους φόβους της μεσαίας τάξης και να αρχίσουμε να κοιτάζουμε τον κόσμο όπως είναι. Να θέσουμε τα κοινωνικά ζητήματα στο επίκεντρο του προβληματισμού μας. Να πάρουμε την πρωτοβουλία στην προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση, όπως είναι οι κλιματικές αλλαγές, η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων, η μετανάστευση. Πολιορκούμενοι εκ δεξιών και εξ αριστερών, οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές είναι αναγκασμένοι να δράσουν για να μη βρεθούν σύντομα στο περιθώριο. Να δράσουν σε συλλογικό επίπεδο, αλλά και στις τοπικές κοινωνίες, στη γειτονιά, στον χώρο δουλειάς. «Ζούμε στο αιώνιο παρόν, χωρίς μνήμη ούτε προοπτικές. Στην απόλυτη απουσία ευθυνών», λέει η 43χρονη Κοντσίτα ντε Γκρεγκόριο, πρώην αρθρογράφος της Ρεπούμπλικα και εδώ και δύο εβδομάδες νέα διευθύντρια της Ουνιτά. «Δεν σκεφτόμαστε παρά τον εαυτό μας. Φοβόμαστε: τους άλλους, ότι θα χάσουμε, ότι δεν είμαστε δυνατοί. Και ο φόβος έχει μετατραπεί σε βιομηχανία. Να σε τι συμφωνούμε όλοι: στον φόβο. Τις προάλλες, ο μικρός μου γιος είδε τα στρατιωτικά οχήματα στη Σάντα Μαρία και είπε: “Κοίτα μαμά, γυρίζουν μια πολεμική ταινία!”».
Όταν την πήρε τηλέφωνο το νέο αφεντικό τής εφημερίδας (ο Ρενάτο Σόρου, «ένας επιχειρηματίας ηθικός, που δεν ακολουθεί τη μόδα και δεν μιλάει πολύ, ένας αντιιταλός!») και της πρότεινε τη θέση, δέχθηκε αμέσως. Όχι για να κάνει καριέρα ή να βγάλει λεφτά ή να κραυγάζει- θα ήταν ανόητο να ανταγωνιστεί σε όλους αυτούς τους τομείς τη Δεξιά- αλλά για να χαμηλώσει την ένταση, να μιλήσει για τα πραγματικά προβλήματα, να προσπαθήσει να εξηγήσει πού βρίσκεται η ουσία και πού η απάτη. «Η Αριστερά προσπαθεί να βγει από το ιδεολογικό κλουβί στο οποίο βρίσκεται εδώ και τριάντα χρόνια και να κατανοήσει την πραγματικότητα» λέει αυτή η Ιταλοϊσπανίδα μητέρα τεσσάρων παιδιών στον δημοσιογράφο της Ελ Παΐς που τη συνάντησε στο μπαρ «Βibli» της Ρώμης. «Πρέπει να αρχίσουμε από το μηδέν, από το αλφάβητο, τα χρώματα και τους αριθμούς», κυρίως τους αριθμούς, η Ουνιτά έχει πέσει στα 40.000 φύλλα, χρειάζεται επειγόντως νέες ελπίδες, νέες ιδέες, νέα πνοή. Όπως και η Αριστερά.
Αλλά η Κοντσίτα ντε Γκρεγκόριο δεν χάνει το θάρρος της.
Συγκεντρώθηκαν την περασμένη Κυριακή στο Παρίσι. Συμφώνησαν (γρήγορα) ότι περνούν κρίση. Συμφώνησαν (λιγότερο γρήγορα) στα αίτια της κρίσης: το πέρασμα από τη βιομηχανική οικονομία στην οικονομία της γνώσης, η δυσφήμηση του κοινωνικού κράτους, η αύξηση μιας παγκόσμιας αίσθησης κινδύνου που συνδέεται με τις εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό και τον ενεργειακό τομέα. Έκαναν την αυτοκριτική τους: εγκαταλείψαμε τα θύματα της παγκοσμιοποίησης, δεν έχουμε καινούργιες ιδέες, αιφνιδιαστήκαμε, παγιδευτήκαμε, παραιτηθήκαμε. Και στο τέλος (ναι, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο) διατύπωσαν προτάσεις. Να πάψουμε να περιφρονούμε τους φόβους της μεσαίας τάξης και να αρχίσουμε να κοιτάζουμε τον κόσμο όπως είναι. Να θέσουμε τα κοινωνικά ζητήματα στο επίκεντρο του προβληματισμού μας. Να πάρουμε την πρωτοβουλία στην προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση, όπως είναι οι κλιματικές αλλαγές, η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων, η μετανάστευση. Πολιορκούμενοι εκ δεξιών και εξ αριστερών, οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές είναι αναγκασμένοι να δράσουν για να μη βρεθούν σύντομα στο περιθώριο. Να δράσουν σε συλλογικό επίπεδο, αλλά και στις τοπικές κοινωνίες, στη γειτονιά, στον χώρο δουλειάς. «Ζούμε στο αιώνιο παρόν, χωρίς μνήμη ούτε προοπτικές. Στην απόλυτη απουσία ευθυνών», λέει η 43χρονη Κοντσίτα ντε Γκρεγκόριο, πρώην αρθρογράφος της Ρεπούμπλικα και εδώ και δύο εβδομάδες νέα διευθύντρια της Ουνιτά. «Δεν σκεφτόμαστε παρά τον εαυτό μας. Φοβόμαστε: τους άλλους, ότι θα χάσουμε, ότι δεν είμαστε δυνατοί. Και ο φόβος έχει μετατραπεί σε βιομηχανία. Να σε τι συμφωνούμε όλοι: στον φόβο. Τις προάλλες, ο μικρός μου γιος είδε τα στρατιωτικά οχήματα στη Σάντα Μαρία και είπε: “Κοίτα μαμά, γυρίζουν μια πολεμική ταινία!”».
Όταν την πήρε τηλέφωνο το νέο αφεντικό τής εφημερίδας (ο Ρενάτο Σόρου, «ένας επιχειρηματίας ηθικός, που δεν ακολουθεί τη μόδα και δεν μιλάει πολύ, ένας αντιιταλός!») και της πρότεινε τη θέση, δέχθηκε αμέσως. Όχι για να κάνει καριέρα ή να βγάλει λεφτά ή να κραυγάζει- θα ήταν ανόητο να ανταγωνιστεί σε όλους αυτούς τους τομείς τη Δεξιά- αλλά για να χαμηλώσει την ένταση, να μιλήσει για τα πραγματικά προβλήματα, να προσπαθήσει να εξηγήσει πού βρίσκεται η ουσία και πού η απάτη. «Η Αριστερά προσπαθεί να βγει από το ιδεολογικό κλουβί στο οποίο βρίσκεται εδώ και τριάντα χρόνια και να κατανοήσει την πραγματικότητα» λέει αυτή η Ιταλοϊσπανίδα μητέρα τεσσάρων παιδιών στον δημοσιογράφο της Ελ Παΐς που τη συνάντησε στο μπαρ «Βibli» της Ρώμης. «Πρέπει να αρχίσουμε από το μηδέν, από το αλφάβητο, τα χρώματα και τους αριθμούς», κυρίως τους αριθμούς, η Ουνιτά έχει πέσει στα 40.000 φύλλα, χρειάζεται επειγόντως νέες ελπίδες, νέες ιδέες, νέα πνοή. Όπως και η Αριστερά.