Η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ σημαντική παράμετρος των εξελίξεων
Θωμάς Γεράκης, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2008-10-26
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές έως τουλάχιστον και τον Ιούλιο του 2008 εμφάνιζε στις δημοσκοπήσεις τριπλασιασμό των εκλογικών του ποσοστών. Η εντυπωσιακή αυτή επίδοση οφειλόταν κυρίως στις διαρροές του ΠΑΣΟΚ, οι οποίες άγγιξαν το 20% της εκλογικής δύναμής του - αντιστοιχούσαν στο 7,6% του εκλογικού σώματος-, και δευτερευόντως στις διαρροές της Ν.Δ. που αντιστοιχούσαν στο 2,5% των εκλογέων. Οι μετακινήσεις αυτές, εκτίναξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στο 15%.
Αναλύοντας τα χαρακτηριστικά των «κερδών» του ΣΥΡΙΖΑ παρατηρούμε ότι οι εισροές από την Ν.Δ. αφορούν κυρίως νέους ηλικιακά ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου, οι οποίοι μετακινήθηκαν αμέσως μετά την εκλογή Τσίπρα. Οι διαρροές του ΠΑΣΟΚ όμως δεν περιορίστηκαν στους νέους, αλλά αφορούσαν και μεγαλύτερες ηλικιακές κατηγορίες, ιδίως την λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου: πιο πολιτικοποιημένοι, αυτοτοποθετημένοι στην κεντροαριστερά, με αντιδεξιά σύνδρομα, δυσαρεστημένοι και επιφυλακτικοί με ΠΑΣΟΚ, το στίγμα του οποίου θα ήθελαν να είναι πιο αριστερό, πιο δυναμικό, πιο ξεκάθαρο και ικανοποιημένοι με τη γενικότερη στάση και εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πλειοψηφία τους δήλωναν πως η δημοσκοπική τους προτίμηση στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελούσε σταθερή διαφορετική επιλογή, αλλά εκδήλωση δυσαρέσκειας προς το κόμμα προέλευσής τους και παράλληλα τρόπο έκφρασης της επιθυμίας τους για κυβερνητική συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Το φθινόπωρο αποδείχθηκε και εκ των πραγμάτων ότι οι μέχρι τώρα εμφανιζόμενες στις δημοσκοπήσεις διαρροές του ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σηματοδοτούσαν μια πραγματική εκλογική μετακίνηση, αλλά αποτελούσαν μια έντονη έκφραση του αιτήματος για συνεργασία της κεντροαριστεράς. Μετά την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, το κίνητρο υποστήριξής του από τη συγκεκριμένη ομάδα ψηφοφόρων ατόνησε, και σε συνδυασμό με τη βελτίωση της εικόνας του ΠΑΣΟΚ, ακολούθησε η τάση σταδιακού επαναπατρισμού στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης με αποτέλεσμα τη μείωση του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις.
Προκύπτει η εξής αντίφαση: Οι λόγοι που οδήγησαν στην αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ - κινηματικός χαρακτήρας, κόμμα διαμαρτυρίας, σύγχρονος καταγγελτικός λόγος απέναντι στον δικομματισμό κ.λπ.- φαίνεται να είναι οι ίδιοι που τώρα τον οδηγούν σε δημοσκοπική μείωση. Φαίνεται πως η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ -αλλά και του ΠΑΣΟΚ- που επιθυμούν τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ των κινημάτων στην κυβέρνηση, σε ρόλο εγγυητή υλοποίησης ενός νέου συμβολαίου με τον λαό, να θέλουν τη διαμαρτυρία μέσα στην κυβέρνηση.
Δεν θα πρέπει πάντως να παραβλέπουμε ότι, με τα σημερινά δεδομένα, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει διπλάσια ποσοστά σε σχέση με τις εκλογές του 2007 -αύξηση εντυπωσιακή στα δημοσκοπικά χρονικά- και παραμένει σημαντική παράμετρος στις πολιτικές διεργασίες.
Επειδή οι εκλογικοί συσχετισμοί, όπως αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις, θα συντηρούν ολοένα και εντονότερα την συζήτηση για κυβερνητικές συνεργασίες, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει στο επόμενο διάστημα είτε να αιτιολογήσει περισσότερο την άρνησή του στην ανοιχτή πρόταση του ΠΑΣΟΚ, κάνοντας σαφέστερη την διαφορά του “δεν θέλω” από το “δεν το επιτρέπουν οι συνθήκες”, είτε να αναδείξει με συγκεκριμένες προτάσεις τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ήταν δυνατή μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία στην κεντροαριστερά.
* Ο Θωμάς Γεράκης είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της MARC Α.Ε.
Αναλύοντας τα χαρακτηριστικά των «κερδών» του ΣΥΡΙΖΑ παρατηρούμε ότι οι εισροές από την Ν.Δ. αφορούν κυρίως νέους ηλικιακά ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου, οι οποίοι μετακινήθηκαν αμέσως μετά την εκλογή Τσίπρα. Οι διαρροές του ΠΑΣΟΚ όμως δεν περιορίστηκαν στους νέους, αλλά αφορούσαν και μεγαλύτερες ηλικιακές κατηγορίες, ιδίως την λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου: πιο πολιτικοποιημένοι, αυτοτοποθετημένοι στην κεντροαριστερά, με αντιδεξιά σύνδρομα, δυσαρεστημένοι και επιφυλακτικοί με ΠΑΣΟΚ, το στίγμα του οποίου θα ήθελαν να είναι πιο αριστερό, πιο δυναμικό, πιο ξεκάθαρο και ικανοποιημένοι με τη γενικότερη στάση και εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πλειοψηφία τους δήλωναν πως η δημοσκοπική τους προτίμηση στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελούσε σταθερή διαφορετική επιλογή, αλλά εκδήλωση δυσαρέσκειας προς το κόμμα προέλευσής τους και παράλληλα τρόπο έκφρασης της επιθυμίας τους για κυβερνητική συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Το φθινόπωρο αποδείχθηκε και εκ των πραγμάτων ότι οι μέχρι τώρα εμφανιζόμενες στις δημοσκοπήσεις διαρροές του ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σηματοδοτούσαν μια πραγματική εκλογική μετακίνηση, αλλά αποτελούσαν μια έντονη έκφραση του αιτήματος για συνεργασία της κεντροαριστεράς. Μετά την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, το κίνητρο υποστήριξής του από τη συγκεκριμένη ομάδα ψηφοφόρων ατόνησε, και σε συνδυασμό με τη βελτίωση της εικόνας του ΠΑΣΟΚ, ακολούθησε η τάση σταδιακού επαναπατρισμού στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης με αποτέλεσμα τη μείωση του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις.
Προκύπτει η εξής αντίφαση: Οι λόγοι που οδήγησαν στην αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ - κινηματικός χαρακτήρας, κόμμα διαμαρτυρίας, σύγχρονος καταγγελτικός λόγος απέναντι στον δικομματισμό κ.λπ.- φαίνεται να είναι οι ίδιοι που τώρα τον οδηγούν σε δημοσκοπική μείωση. Φαίνεται πως η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ -αλλά και του ΠΑΣΟΚ- που επιθυμούν τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ των κινημάτων στην κυβέρνηση, σε ρόλο εγγυητή υλοποίησης ενός νέου συμβολαίου με τον λαό, να θέλουν τη διαμαρτυρία μέσα στην κυβέρνηση.
Δεν θα πρέπει πάντως να παραβλέπουμε ότι, με τα σημερινά δεδομένα, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει διπλάσια ποσοστά σε σχέση με τις εκλογές του 2007 -αύξηση εντυπωσιακή στα δημοσκοπικά χρονικά- και παραμένει σημαντική παράμετρος στις πολιτικές διεργασίες.
Επειδή οι εκλογικοί συσχετισμοί, όπως αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις, θα συντηρούν ολοένα και εντονότερα την συζήτηση για κυβερνητικές συνεργασίες, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει στο επόμενο διάστημα είτε να αιτιολογήσει περισσότερο την άρνησή του στην ανοιχτή πρόταση του ΠΑΣΟΚ, κάνοντας σαφέστερη την διαφορά του “δεν θέλω” από το “δεν το επιτρέπουν οι συνθήκες”, είτε να αναδείξει με συγκεκριμένες προτάσεις τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ήταν δυνατή μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία στην κεντροαριστερά.
* Ο Θωμάς Γεράκης είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της MARC Α.Ε.