Πρόγραμμα: μεθοδολογία συγκρότησης και ουσιαστικό περιεχόμενο
Γεράσιμος Γεωργάτος, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-02-12
Το κείμενο που εκπονήθηκε από την εντεταλμένη επιτροπή ως «η συμβολή του ΣΥΝ στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ», παρά τον όγκο της εργασίας που καταβλήθηκε και για τον οποίο οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τους εμπλεκόμενους συντρόφους και συντρόφισσες, παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες τόσο ως προς τη μέθοδο συγκρότησής του όσο και ως προς το περιεχόμενό του. Οι όποιες μεμονωμένες ή από τμήματα εξειδικευμένες συμβολές δεν συνιστούν κατ` ουδένα τρόπο συνολική αντίληψη, κριτικό δημιουργικό διάλογο και συμμετοχή στη συνολική αποτίμηση του τελικού αποτελέσματος. Ο ελάχιστος χρόνος ενός Διαρκούς Συνεδρίου σε καμιά περίπτωση δεν αναπληρώνει την αναγκαία και σε βάθος δημοκρατική συζήτηση στα όργανα του κόμματος, που υπήρξε από ελάχιστη έως ανύπαρκτη, όταν ακόμα και το ΚΚΕ πραγματοποιεί οργανωμένο – έστω και μονολιθικά –προσυνεδριακό διάλογο. Ούτε αποτελεί σοβαρή εγγύηση η καταγραφόμενη πρόθεση μετασυνεδριακής διαρκούς προγραμματικής επεξεργασίας, όταν επί μακρό χρονικό διάστημα τα όργανα του ΣΥΝ υπολειτουργούν και οι πολιτικές κινήσεις και νομαρχιακές επιτροπές περιορίζονται στον προγραμματισμό του ακτιβισμού και στη διακίνηση υλικού. Οι δε περισσότερο ή λιγότερο αξιόλογοι 22 επιμέρους στόχοι του δεύτερου μέρους αποκτούν ελάσσονα σημασία, καθώς στο πρώτο μέρος που κυκλοφόρησε και ως ένθετο στην κυριακάτικη Αυγή, 8/2/09, αποτυπώνεται όλη η φιλοσοφία που διαπνέει την αντίληψή του για την Αριστερά και το σοσιαλισμό. Στις γραμμές του, ρητά και υπόρρητα, εκφράζεται και διακρίνεται η απόπειρα μετάβασης από τον ΣΥΝ ως κόμμα πολιτικής ενότητας στον ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικό σχηματισμό αριστερής ιδεολογικής καθαρότητας. Γι` αυτό, στο πρώτο μέρος, καταγράφονται και επιβεβαιώνονται οι βασικές κοινές παραδοχές συνοχής των συνιστωσών του. Ενδεικτικά και ειδικότερα:
Ο καπιταλισμός στην ουσία του δεν μεταρρυθμίζεται: επαναλαμβάνεται με διάφορους τρόπους σε διάφορα σημεία του κειμένου, ξεκινώντας από το προοίμιο (σελ. 5, στήλη 2, κ.α).
Ο μεταρρυθμισμός, οι διαρθρωτικές αλλαγές και ο παρεμβατικός ρυθμιστικός ρόλος του κοινωνικού κράτους απαξιώνονται συστηματικά (σελ. 5, στήλη 2, σελ 16, στήλη 1, κ.α).
Η σοσιαλδημοκρατία γενικώς, ταυτίζεται κατηγορηματικώς και απολύτως με τις συντηρητικές δεξιές δυνάμεις, όπως και εγχωρίως το ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ, ώστε να αποκλειστεί κάθε πιθανότητα διαλόγου και προγραμματικής σύγκλισης (σελ. 7, στήλη 1, σελ 9, στήλη 3, σελ. 10, στήλη 3).
Η πολιτική οικολογία και η πράσινη ανάπτυξη δέχονται πρωτοφανή επίθεση, προφανώς για να αποκλειστεί και εδώ οποιαδήποτε δυνατότητα σύγκλισης με σχετικούς πολιτικούς χώρους και για να προετοιμαστεί το έδαφος για την κατά καιρούς αναφερόμενη στο χώρο μας «ριζοσπαστική οικολογία» που οφείλει να συνοδεύει τη «ριζοσπαστική αριστερά» (σελ. 15, στήλη 2, σελ. 16, στήλη 1, σελ. 18, στήλη 3).
Η Ευρώπη περιγράφεται ως γεωγραφική περιοχή όπου φύονται όλα τα άνθη του κακού και θεωρείται απλά προνομιακό πεδίο ταξικών και κοινωνικών αγώνων, όπου με αλλαγή των συσχετισμών σε κάθε επιμέρους χώρα θα επικρατήσει τελικά ο σοσιαλισμός στην όλη Ευρώπη. (σελ. 9, στήλες 1, 2)
Γενικότερα:
Κάνοντας διάκριση μέσων και σκοπού και μιλώντας για «πέρασμα», «κατεύθυνση» και «στρατηγικό στόχο», γίνεται διάχυτη μέσα στο κείμενο η αντίληψη για το σοσιαλισμό ως τελικό στόχο και όχι ως διαρκή διαδικασία, πράγμα που αποτελεί μεταμορφισμό της θεωρίας των σταδίων η οποία αντιβαίνει με κάθε έννοια δημοκρατίας και ελευθερίας. (π.χ, σελ.6, στήλη 1, σελ. 10, στήλη 2).
Επιχειρώντας τη διατύπωση πιο συγκεκριμένων πλαισίων για την οικονομία, την ανάπτυξη και τα δημόσια αγαθά, το κείμενο αναπαράγει ως επαναστατικές δοκιμασμένες και εν πολλοίς ξεπερασμένες συλλήψεις της σοσιαλδημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 80 (σελ. 8, στήλη 2, σελ. 18, στήλη 1).
Επιδιώκοντας κάθετη διαφοροποίηση με το σοσιαλδημοκρατικό χώρο και απορρίπτοντας ολοσχερώς την αγορά και τη μικτή οικονομία (!), στο κείμενο καταγράφονται καινοφανείς πλην όμως ασαφείς όροι όπως «οικονομία των αναγκών» (σελ.17, στήλη 1), που αποτελεί δάνειο από την προγραμματική συμβολή του ΚΟΚΚΙΝΟΥ (διάσπαση της ΔΕΑ) στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, παραπέμποντας σε κεντρικό σοβιετικού τύπου σχεδιασμό. Την ίδια λειτουργία καλείται να επιτελέσει ο επίσης καινοφανής πλην όμως αντιφατικός και γι` αυτό ανυπόστατος όρος «ρυθμιζόμενος νεοφιλελευθερισμός» (σελ.17, στήλη 1), που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει αρνητικά την επανάκαμψη της κρατικής ρυθμιστικής παρέμβασης για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κρίσης και της συνακόλουθης ύφεσης.
Όλα τα παραπάνω διαμορφώνουν την εικόνα μιας περιχαρακωμένης και αυτοαναφερόμενης Αριστεράς, η οποία αρνούμενη τις ευρύτερες συμμαχίες και αποκλείοντας την εμπλοκή της στο πεδίο της πραγματικής άσκησης πολιτικής, αντί για τη μετατόπιση του άξονα της πολιτικής ζωής του τόπου προς τα αριστερά μπορεί, παρά τις καλές της προθέσεις, να διευκολύνει τις συντηρητικές συγκλίσεις και τη διάσωση του δικομματικού συστήματος. Μια τέτοια Αριστερά θέλουμε;
Ο καπιταλισμός στην ουσία του δεν μεταρρυθμίζεται: επαναλαμβάνεται με διάφορους τρόπους σε διάφορα σημεία του κειμένου, ξεκινώντας από το προοίμιο (σελ. 5, στήλη 2, κ.α).
Ο μεταρρυθμισμός, οι διαρθρωτικές αλλαγές και ο παρεμβατικός ρυθμιστικός ρόλος του κοινωνικού κράτους απαξιώνονται συστηματικά (σελ. 5, στήλη 2, σελ 16, στήλη 1, κ.α).
Η σοσιαλδημοκρατία γενικώς, ταυτίζεται κατηγορηματικώς και απολύτως με τις συντηρητικές δεξιές δυνάμεις, όπως και εγχωρίως το ΠΑΣΟΚ με τη Ν.Δ, ώστε να αποκλειστεί κάθε πιθανότητα διαλόγου και προγραμματικής σύγκλισης (σελ. 7, στήλη 1, σελ 9, στήλη 3, σελ. 10, στήλη 3).
Η πολιτική οικολογία και η πράσινη ανάπτυξη δέχονται πρωτοφανή επίθεση, προφανώς για να αποκλειστεί και εδώ οποιαδήποτε δυνατότητα σύγκλισης με σχετικούς πολιτικούς χώρους και για να προετοιμαστεί το έδαφος για την κατά καιρούς αναφερόμενη στο χώρο μας «ριζοσπαστική οικολογία» που οφείλει να συνοδεύει τη «ριζοσπαστική αριστερά» (σελ. 15, στήλη 2, σελ. 16, στήλη 1, σελ. 18, στήλη 3).
Η Ευρώπη περιγράφεται ως γεωγραφική περιοχή όπου φύονται όλα τα άνθη του κακού και θεωρείται απλά προνομιακό πεδίο ταξικών και κοινωνικών αγώνων, όπου με αλλαγή των συσχετισμών σε κάθε επιμέρους χώρα θα επικρατήσει τελικά ο σοσιαλισμός στην όλη Ευρώπη. (σελ. 9, στήλες 1, 2)
Γενικότερα:
Κάνοντας διάκριση μέσων και σκοπού και μιλώντας για «πέρασμα», «κατεύθυνση» και «στρατηγικό στόχο», γίνεται διάχυτη μέσα στο κείμενο η αντίληψη για το σοσιαλισμό ως τελικό στόχο και όχι ως διαρκή διαδικασία, πράγμα που αποτελεί μεταμορφισμό της θεωρίας των σταδίων η οποία αντιβαίνει με κάθε έννοια δημοκρατίας και ελευθερίας. (π.χ, σελ.6, στήλη 1, σελ. 10, στήλη 2).
Επιχειρώντας τη διατύπωση πιο συγκεκριμένων πλαισίων για την οικονομία, την ανάπτυξη και τα δημόσια αγαθά, το κείμενο αναπαράγει ως επαναστατικές δοκιμασμένες και εν πολλοίς ξεπερασμένες συλλήψεις της σοσιαλδημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 80 (σελ. 8, στήλη 2, σελ. 18, στήλη 1).
Επιδιώκοντας κάθετη διαφοροποίηση με το σοσιαλδημοκρατικό χώρο και απορρίπτοντας ολοσχερώς την αγορά και τη μικτή οικονομία (!), στο κείμενο καταγράφονται καινοφανείς πλην όμως ασαφείς όροι όπως «οικονομία των αναγκών» (σελ.17, στήλη 1), που αποτελεί δάνειο από την προγραμματική συμβολή του ΚΟΚΚΙΝΟΥ (διάσπαση της ΔΕΑ) στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, παραπέμποντας σε κεντρικό σοβιετικού τύπου σχεδιασμό. Την ίδια λειτουργία καλείται να επιτελέσει ο επίσης καινοφανής πλην όμως αντιφατικός και γι` αυτό ανυπόστατος όρος «ρυθμιζόμενος νεοφιλελευθερισμός» (σελ.17, στήλη 1), που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει αρνητικά την επανάκαμψη της κρατικής ρυθμιστικής παρέμβασης για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κρίσης και της συνακόλουθης ύφεσης.
Όλα τα παραπάνω διαμορφώνουν την εικόνα μιας περιχαρακωμένης και αυτοαναφερόμενης Αριστεράς, η οποία αρνούμενη τις ευρύτερες συμμαχίες και αποκλείοντας την εμπλοκή της στο πεδίο της πραγματικής άσκησης πολιτικής, αντί για τη μετατόπιση του άξονα της πολιτικής ζωής του τόπου προς τα αριστερά μπορεί, παρά τις καλές της προθέσεις, να διευκολύνει τις συντηρητικές συγκλίσεις και τη διάσωση του δικομματικού συστήματος. Μια τέτοια Αριστερά θέλουμε;