Ομιλία του Αντώνη Ανηψητάκη
στο Διαρκές Συνέδριο
Δημοσιευμένο: 2009-02-15
Έχω την αίσθηση ότι βουλιάζουμε ως χώρα. Βιώνουμε με απερίγραπτη αναισθησία καταστροφές ανάλογες πολεμικής συντριβής. Αυτό που προσδοκώ σήμερα απ΄ τον πολιτικό μας χώρο είναι να συμβάλει με τις ιδέες και τους ανθρώπους του στην επούλωση των πληγών. Θέλω η δική μας Αριστερά να διαθέσει από σήμερα γενναιόδωρα το δυναμικό της στην υπόθεση της αποκατάστασης των πολλαπλών βλαβών του τόπου & της κοινωνίας μας.
Ο Ζαχαριάδης το έπραξε το �40 με πολύ δυσμενέστερους
όρους και το ΕΑΜ το έκανε παραδειγματικά στην Κατοχή. Θεωρώ ανεύθυνο
σε τέτοιες συνθήκες να έχει η δική μας Αριστερά ορίζοντες ποσοστών και
όχι λύσεων, να συμπεριφερόμαστε ωσάν να έχουμε τον απεριόριστο χρόνο
να κάνουμε ασκήσεις θεωρίας ή κινημάτων για να μπορέσουμε κάποτε αφού
ομογενοποιήσουμε το ΣΥΡΙΖΑ, αφού ενώσουμε την Αριστερά, αφού αλλάξουμε
τους συσχετισμούς, να πάρουμε την εξουσία.
Δεν αντέχω να παριστάνω τον αυστηρό δικαστή των κυβερνώντων -για πόσες
δεκαετίες ακόμα άραγε - την ώρα που καίγεται η μισή Ελλάδα και
αντιμετωπίζεται ως οικόπεδο προς πώληση ολόκληρη.
Δεν μπορώ να κοροϊδεύομαι ότι σώζω την πρωτοπόρα ψυχή μου με
διαδηλώσεις κάθε τρεις και λίγο, αφού γνωρίζω πια πόσα στραβά πρέπει
να κάναμε εμείς που μιλάμε στο όνομα των πολλών για να παίρνουμε τις
ψήφους τόσο λίγων, πόσα λάθη πρέπει να �καναμε ώστε σε λίγα χρόνια το
επιθετικό αίτημα για 35ωρο να γίνεται �επαναστατική� άμυνα για την
αποφυγή του 65ωρου.
Τη σφαίρα στον Αλέξανδρο την αντιλαμβάνομαι όχι μόνο ως κατηγορητήριο
προς όλους τους άλλους αλλά και προς εμένα, προς τη δική μου Αριστερά.
Eίναι ηλίθιο το ισόβιο διαζύγιο της αριστεράς με την εξουσία. O
αντιεξουσιαστικός χώρος γοητεύει γιατί η εξουσία απογοητεύει και ένας
λόγος που απογοητεύει είναι γιατί η αριστερά αντιμετωπίζει
αριστοκρατικά την εξουσία - σιγά μη λερωθεί με τη διαχείριση.
Το βιτριόλι στην Κούνεβα, το αντιλαμβάνομαι όχι μόνο ως κατηγορητήριο
προς όλους άλλους αλλά και προς εμένα, προς τη δική μας Αριστερά, που
δεν μπόρεσε να αποτρέψει το σύγχρονο δουλεμπόριο και τον ταξικό
διαχωρισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους του δημοσίου και του ιδιωτικού
τομέα.
Το πραγματικό δίλημμα δεν είναι αν θα είμαστε κυβερνητική ή κινηματική
δύναμη αλλά αν θα είμαστε και τα δυο ταυτόχρονα. Γιατί όσο ανωφελές
είναι να είσαι κυβέρνηση ξεκομμένη απ’ το λαό άλλο τόσο
αναποτελεσματικό είναι να είσαι κίνημα ξεκομμένο απ’ τα κέντρα λήψης
των αποφάσεων.
Σύντροφοι τρεις θεωρώ ότι είναι οι μεγάλες αλλαγές της εποχής μας που
θέτουν αντίστοιχα διλήμματα σ� όλους, και στην Αριστερά, ιδιαίτερα
όταν αυτή προγραμματίζει, καλή ώρα.
1. Η εκκωφαντική κατάρρευση του υπαρκτού, στη Σοβιετική Ένωση, στην
Κίνα, παντού. Θα συνειδητοποιήσουμε άραγε ότι απέναντι σε
σοσιαλδημοκράτες και νεοφιλελεύθερους δεν μπορούμε πια να
συμπεριφερόμαστε ως άσπιλοι προφήτες, αλλά θα κριθούμε ως ισότιμοι
συνομιλητές που πρέπει να πείσουμε για την υπεροχή του προγράμματός
μας; Θα μας επιβάλει αυτή ή ήττα απαρέγκλιτα το δρόμο της δημοκρατικής
διεκδίκησης της πλειοψηφίας, τον αταλάντευτο σεβασμό στη νομιμότητα,
(όχι νομιμότητα α λα καρτ); Θα αντιληφθούμε ότι είναι προτιμότερο και
δυσκολότερο βεβαίως απ’ το να είμαστε ασυμβίβαστοι εν μέσω ηττών και
κοινωνικών υποχωρήσεων να αναζητούμε καθημερινά εκείνους τους
προωθητικούς συμβιβασμούς που βελτιώνουν τη ζωή των πολλών με μικρές
έστω νίκες, γιατί αυτές κυρίως μπορούν να ετοιμάσουν τις διαρθρωτικές
αλλαγές που ονειρευόμαστε;
2. Η απειλητική κλιματική αλλαγή. Θα μας μάθει άραγε την τέχνη να
αθροίζουμε και να αθροιζόμαστε με δυνάμεις μέσα κι έξω απ� τη χώρα για
να την αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά ή θα ευτελίσουμε και αυτόν τον
πραγματικό κίνδυνο σε ρητορεία;
3. Η νέα τεχνολογία και το διαδίκτυο. Αυτό το προϊόν της ανθρώπινης
εργασίας θα το γνωρίσουμε, θα το χαιρετίσουμε, θα το κατοικήσουμε σαν
μια νέα ήπειρο δημοκρατίας όπου οι λογής καθοδηγήσεις φαντάζουν
ανέκδοτα ή θα το αντιμετωπίσουμε αμήχανα ως προϊόν των κεφαλαιοκρατών
χαρίζοντάς τους το;
Σύντροφοι στο προγραμματικό μας συνέδριο νομίζω μας έσπρωξε η αγωνία
της κοινωνίας που βιώνοντας την πολλαπλή παρακμή από την εναλλαγή των
κομμάτων του δικομματισμού αναζήτησε στο ΣΥΝ τον καταλύτη θετικών
λύσεων. Αυτό το αίτημα όμως το αντιμετωπίσαμε φοβικά. Πυξίδα μας ήταν
η αποτυχία του Μπερτινότι, όχι η επιτυχία του Χριστόφια. Από όσα λίγα
δυστυχώς πρόλαβα να δω εκτιμώ ότι εκπονήσαμε πρόγραμμα περισσότερο για
να υπηρετήσουμε την κινηματική - αντιεξουσιαστική εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ
και λιγότερο για να προσφέρουμε λύσεις στη κοινωνία. Είμαι βέβαιος για
τις χρήσιμες ιδέες που περιέχει, όμως στη συγκεκριμένη συγκυρία αυτό
που κυρίως επιχειρεί είναι να καλύψει με αριστερές δικαιολογίες την
ενδόμυχη ευχή μας να υπάρξουν αυτοδύναμες κυβερνήσεις, πέρυσι της ΝΔ,
τώρα του ΠΑΣΟΚ και σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας προσευχόμαστε για να
φτιάξουν το μεγάλο συνασπισμό με το μικρότερο για μας κόστος.
Αν μας κατείχε η αγωνία του ποιος και πως κυβερνά αυτόν τον τόπο, θα
επιδιώκαμε μέσα από ένα προγραμματικό διάλογο να αναμοχλεύσουμε θετικά
το χώρο του ΠΑΣΟΚ, να συναντηθούμε με τους Οικολόγους Πράσινους και να
προσφέραμε στην κοινωνία μια βάσιμη ελπίδα για μια κυβερνώσα,
οικολογική και κινηματική κεντροαριστερά που θα βλέπει την καρέκλα της
εξουσίας όχι ως ματαιόδοξο τρόπαιο, αλλά ως καρέκλα που πρέπει να τη
ζεστάνει για να υπηρετήσει τον τόπο και τους πολλούς.
Σέβομαι τη δουλειά που έγινε, την τιμώ με την κριτική μου, όχι με το
χειροκρότημά μου, ψηφίζω λευκό και ευελπιστώ ότι το κείμενο αυτό θα
είναι πράγματι ανοιχτό σε βελτιώσεις. Πέντε χρόνια παλεύω στο κόμμα
την προγραμματική ιδέα του κοκκινοπράσινου ISO[1], την έστειλα και
τώρα, δεν την βρήκα όμως στο βιβλίο που μας μοιράστηκε. Θα την
καταθέσω ξανά.
Για τις ευρωεκλογές δυο λόγια. Θα ήταν πλήγμα στο κόμμα μας και στην
ακτινοβολία μας αν καταφέρουμε με τις επιλογές μας να μην επανεκλεγεί
ο Δημήτρης Παπαδημούλης.