Editorial
Φώτης Γεωργελές, Athens Voice, Δημοσιευμένο: 2009-04-02
Η κυβέρνηση αποφάσισε να δημιουργήσει ειδική ευέλικτη μονάδα, που με μηχανάκια θα σπεύδει αμέσως όπου συμβαίνουν βανδαλισμοί και εγκλήματα στο κέντρο της πόλης. Φευ, η μονάδα δεν έχει αναλάβει ακόμα δράση. Γιατί διαπίστωσαν ότι τα μηχανάκια δεν χωράνε επάνω δύο οπλισμένους αστυνομικούς με τις ασπίδες και τα όπλα τους. Έτσι έστειλαν τα μηχανάκια στο συνεργείο για να τους αλλάξουν σέλες, να τους περάσουν πιο φαρδιές. Ξέρεις τώρα εσύ από συνεργεία…
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η πραγματικότητα-Μόντι Πάιθον, η πραγματικότητα-Λουί Ντε Φινές. Κι έτσι αμέσως αρχίζει το γνωστό ελληνικό παιχνίδι, η προσποίηση της πραγματικότητας. Ο υπουργός αναγγέλλει ειδικές ποινές εναντίον της κουκούλας και επαναφέρει το νόμο περί περιύβρισης αρχής που είχε καταργηθεί προ 20ετίας. Νόμοι που τιμωρούν ρούχα είναι από μόνοι τους γελοίοι. Όμως δεν είναι εκεί το ζήτημα. Το πρόβλημα που έχει η πολιτεία δεν είναι οι ποινές που επιβάλλονται σε όσους εγκληματούν, αν είναι μικρές ή μεγάλες. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει συλλάβει ούτε έναν. Γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί. Είναι στενές οι σέλες. Το πρόβλημα, σύμφωνα με όσα λέγαμε μέχρι τώρα, είναι η εγκληματικότητα και οι βανδαλισμοί, δεν είναι τα συνθήματα. Επομένως, οι δύο νόμοι είναι άσχετοι με το πρόβλημα. Χρήσιμοι όμως για την προσποίηση ότι ασχολούμαστε με το πρόβλημα. Έτσι τώρα, όταν καταδικάζεται κανένας πιτσιρίκος με κουκούλα επειδή φωνάζει συνθήματα, εμείς θα λέμε δεν είναι δυνατόν, αδικία, αυθαιρεσία, κι αυτοί θα λένε, είδατε που δεν μας αφήνετε να είμαστε αυστηροί, πώς να κάνουμε τη δουλειά μας. Και η δουλειά δεν θα γίνεται εννοείται. Γιατί όταν συζητάνε πραγματικά για τη δουλειά τους, ψάχνουν να βρουν φαρδιές σέλες. Κι έχουν τη φαεινή ιδέα, αφού δεν ξέρουν τι να κάνουν με το άσυλο, να μετακομίσουν τα πανεπιστήμια εκτός Αθηνών. Ώστε να μην πατάει κανείς. Ούτε καν οι φοιτητές τους. Με την ίδια λογική μπορούν να απαγορεύσουν και τις μπίρες. Για να μη βρίσκουν μπουκάλια να φτιάχνουν μολότοφ…
Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης να επιβάλει έκτακτους φόρους στον πληθυσμό, να κόψει τις αυξήσεις. Κι εδώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ανάλογα με το βαθμό υπευθυνότητας ή λαϊκισμού που διαθέτει το καθένα, διαφώνησαν και πρότειναν άλλους να πληρώσουν, να φορολογηθούν οι «έχοντες και κατέχοντες», οι «επιχειρήσεις». Φαίνεται πιο δίκαιο. Όμως κι εδώ το πρόβλημα είναι άλλο. Δεν είναι ποιος θα πληρώσει, αλλά γιατί θα πληρώσει. Λέμε λοιπόν ότι θα πληρώσουμε γιατί το κράτος έχει χρεοκοπήσει, δανείζεται συνεχώς και εσχάτως δεν θέλει κανείς να του δανείζει. Γιατί έχει χρεοκοπήσει αυτό το ρημάδι το κράτος, αφού όλοι υποτίθεται διαπιστώνουμε πως παρέχει πολύ χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες; Κι αυτό το ξέρουμε. Γιατί η γραφειοκρατία είναι εκτεταμένη και διεφθαρμένη, γιατί οι κομματικοί στρατοί διορίζονται στο δημόσιο, γιατί κατόπιν το δημόσιο αδειάζει με εθελούσιες εξόδους και πρόωρες συντάξεις που χρεοκοπούν και τα ταμεία, για να ξαναγεμίσει με τους επόμενους κομματικούς στρατούς. Γιατί οι αναθέσεις έργων και οι προμήθειες του δημοσίου γίνονται με σκανδαλώδη τρόπο και κοστίζουν πολλαπλάσια, γιατί τα λεφτά των ταμείων διαχειρίζονται με φαύλο τρόπο διορισμένα κομματικά στελέχη, γιατί η γη του δημοσίου εκποιείται σε «ιερά» real estate και κάμποσα άλλα τέτοια «γιατί», που όλοι γνωρίζουν. Το πρόβλημα είναι ποιο θύμα θα πληρώσει το κόστος των σκανδάλων, ή τι θα κάνουμε με τις αιτίες που προκαλούν τη χρεοκοπία; Το λογικό δεν θα ’ταν τα κόμματα να λένε αυτό είναι το πρόβλημα και μεις συγκεκριμένα προτείνουμε αυτά τα άμεσα μέτρα για να το αντιμετωπίσουμε; Παραδόξως δεν το κάνουν. Έχουν τους λόγους τους. Όταν ο Κ. Καραμανλής ήταν αντιπολίτευση έλεγε ότι θα εξοικονομήσει τα 10 δισεκατομμύρια που στοίχιζε το χρόνο η γραφειοκρατία του ΠΑΣΟΚ. Και τα πήγε στα 20 δις το χρόνο. Γιατί δεν είχε κανένα πολιτικό σχέδιο για να το επιτύχει, πλην του «σεμνά και ταπεινά». Το οποίο, έστω και αργά, κατάλαβαν όλοι ότι δεν ήταν πολιτική πρόταση. Οι οφειλές στις εφορίες το 2005 ήταν 6,5 δις και σήμερα έχουν φτάσει στα 20. Δεν παίρνουν κανένα μέτρο για να αντιμετωπίσουν τη φοροδιαφυγή. Γιατί δεν θέλουν ή δεν μπορούν. Και αντί γι’ αυτό, προσπαθούν να μαζέψουν 100-200 εκατομμύρια από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Το ζήτημα κι εδώ δεν είναι απλώς ότι είναι άδικο. Είναι ότι και δικαιότερα να συλλέξουμε τα χρήματα, πάλι το βασικό πρόβλημα της χρεοκοπίας δεν αγγίζεται, τα αίτια δεν αντιμετωπίζονται.
Ένας πολιτικός απ’ αυτούς που συνήθως γίνονται αντιπαθείς επειδή περιγράφουν την πραγματικότητα, ο Αλέκος Παπαδόπουλος, είχε πει ότι το πολιτικό πρόβλημα της χώρας είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Τα πολιτικά κόμματα προσποιούνται ότι ζουν σε μια κανονική δυτική χώρα και ότι αντιμετωπίζουν τα προβλήματα μιας συνηθισμένης δυτικής δημοκρατίας. Αποφεύγοντας να ορίσουν καν το πραγματικό πρόβλημα, διαιωνίζουν την καθυστέρηση. Η εγκληματικότητα θα μένει ανενόχλητη, τιμωρούνται δεν τιμωρούνται τα συνθήματα. Οι αποδράσεις με ελικόπτερα απ’ τον Κορυδαλλό θα συνεχιστούν, απαγορεύονται ή δεν απαγορεύονται τα καρτοκινητά. Το δημόσιο θα χρεοκοπεί συνεχώς περισσότερο και η καθημερινότητα θα γίνεται χειρότερη, είτε φορολογούνται εκτάκτως οι μισθωτοί είτε φορολογούνται οι επιχειρήσεις. Οι αιτίες των προβλημάτων επιμελώς παραμένουν άθικτες.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η πραγματικότητα-Μόντι Πάιθον, η πραγματικότητα-Λουί Ντε Φινές. Κι έτσι αμέσως αρχίζει το γνωστό ελληνικό παιχνίδι, η προσποίηση της πραγματικότητας. Ο υπουργός αναγγέλλει ειδικές ποινές εναντίον της κουκούλας και επαναφέρει το νόμο περί περιύβρισης αρχής που είχε καταργηθεί προ 20ετίας. Νόμοι που τιμωρούν ρούχα είναι από μόνοι τους γελοίοι. Όμως δεν είναι εκεί το ζήτημα. Το πρόβλημα που έχει η πολιτεία δεν είναι οι ποινές που επιβάλλονται σε όσους εγκληματούν, αν είναι μικρές ή μεγάλες. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει συλλάβει ούτε έναν. Γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί. Είναι στενές οι σέλες. Το πρόβλημα, σύμφωνα με όσα λέγαμε μέχρι τώρα, είναι η εγκληματικότητα και οι βανδαλισμοί, δεν είναι τα συνθήματα. Επομένως, οι δύο νόμοι είναι άσχετοι με το πρόβλημα. Χρήσιμοι όμως για την προσποίηση ότι ασχολούμαστε με το πρόβλημα. Έτσι τώρα, όταν καταδικάζεται κανένας πιτσιρίκος με κουκούλα επειδή φωνάζει συνθήματα, εμείς θα λέμε δεν είναι δυνατόν, αδικία, αυθαιρεσία, κι αυτοί θα λένε, είδατε που δεν μας αφήνετε να είμαστε αυστηροί, πώς να κάνουμε τη δουλειά μας. Και η δουλειά δεν θα γίνεται εννοείται. Γιατί όταν συζητάνε πραγματικά για τη δουλειά τους, ψάχνουν να βρουν φαρδιές σέλες. Κι έχουν τη φαεινή ιδέα, αφού δεν ξέρουν τι να κάνουν με το άσυλο, να μετακομίσουν τα πανεπιστήμια εκτός Αθηνών. Ώστε να μην πατάει κανείς. Ούτε καν οι φοιτητές τους. Με την ίδια λογική μπορούν να απαγορεύσουν και τις μπίρες. Για να μη βρίσκουν μπουκάλια να φτιάχνουν μολότοφ…
Η κυβέρνηση αποφάσισε επίσης να επιβάλει έκτακτους φόρους στον πληθυσμό, να κόψει τις αυξήσεις. Κι εδώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ανάλογα με το βαθμό υπευθυνότητας ή λαϊκισμού που διαθέτει το καθένα, διαφώνησαν και πρότειναν άλλους να πληρώσουν, να φορολογηθούν οι «έχοντες και κατέχοντες», οι «επιχειρήσεις». Φαίνεται πιο δίκαιο. Όμως κι εδώ το πρόβλημα είναι άλλο. Δεν είναι ποιος θα πληρώσει, αλλά γιατί θα πληρώσει. Λέμε λοιπόν ότι θα πληρώσουμε γιατί το κράτος έχει χρεοκοπήσει, δανείζεται συνεχώς και εσχάτως δεν θέλει κανείς να του δανείζει. Γιατί έχει χρεοκοπήσει αυτό το ρημάδι το κράτος, αφού όλοι υποτίθεται διαπιστώνουμε πως παρέχει πολύ χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες; Κι αυτό το ξέρουμε. Γιατί η γραφειοκρατία είναι εκτεταμένη και διεφθαρμένη, γιατί οι κομματικοί στρατοί διορίζονται στο δημόσιο, γιατί κατόπιν το δημόσιο αδειάζει με εθελούσιες εξόδους και πρόωρες συντάξεις που χρεοκοπούν και τα ταμεία, για να ξαναγεμίσει με τους επόμενους κομματικούς στρατούς. Γιατί οι αναθέσεις έργων και οι προμήθειες του δημοσίου γίνονται με σκανδαλώδη τρόπο και κοστίζουν πολλαπλάσια, γιατί τα λεφτά των ταμείων διαχειρίζονται με φαύλο τρόπο διορισμένα κομματικά στελέχη, γιατί η γη του δημοσίου εκποιείται σε «ιερά» real estate και κάμποσα άλλα τέτοια «γιατί», που όλοι γνωρίζουν. Το πρόβλημα είναι ποιο θύμα θα πληρώσει το κόστος των σκανδάλων, ή τι θα κάνουμε με τις αιτίες που προκαλούν τη χρεοκοπία; Το λογικό δεν θα ’ταν τα κόμματα να λένε αυτό είναι το πρόβλημα και μεις συγκεκριμένα προτείνουμε αυτά τα άμεσα μέτρα για να το αντιμετωπίσουμε; Παραδόξως δεν το κάνουν. Έχουν τους λόγους τους. Όταν ο Κ. Καραμανλής ήταν αντιπολίτευση έλεγε ότι θα εξοικονομήσει τα 10 δισεκατομμύρια που στοίχιζε το χρόνο η γραφειοκρατία του ΠΑΣΟΚ. Και τα πήγε στα 20 δις το χρόνο. Γιατί δεν είχε κανένα πολιτικό σχέδιο για να το επιτύχει, πλην του «σεμνά και ταπεινά». Το οποίο, έστω και αργά, κατάλαβαν όλοι ότι δεν ήταν πολιτική πρόταση. Οι οφειλές στις εφορίες το 2005 ήταν 6,5 δις και σήμερα έχουν φτάσει στα 20. Δεν παίρνουν κανένα μέτρο για να αντιμετωπίσουν τη φοροδιαφυγή. Γιατί δεν θέλουν ή δεν μπορούν. Και αντί γι’ αυτό, προσπαθούν να μαζέψουν 100-200 εκατομμύρια από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Το ζήτημα κι εδώ δεν είναι απλώς ότι είναι άδικο. Είναι ότι και δικαιότερα να συλλέξουμε τα χρήματα, πάλι το βασικό πρόβλημα της χρεοκοπίας δεν αγγίζεται, τα αίτια δεν αντιμετωπίζονται.
Ένας πολιτικός απ’ αυτούς που συνήθως γίνονται αντιπαθείς επειδή περιγράφουν την πραγματικότητα, ο Αλέκος Παπαδόπουλος, είχε πει ότι το πολιτικό πρόβλημα της χώρας είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Τα πολιτικά κόμματα προσποιούνται ότι ζουν σε μια κανονική δυτική χώρα και ότι αντιμετωπίζουν τα προβλήματα μιας συνηθισμένης δυτικής δημοκρατίας. Αποφεύγοντας να ορίσουν καν το πραγματικό πρόβλημα, διαιωνίζουν την καθυστέρηση. Η εγκληματικότητα θα μένει ανενόχλητη, τιμωρούνται δεν τιμωρούνται τα συνθήματα. Οι αποδράσεις με ελικόπτερα απ’ τον Κορυδαλλό θα συνεχιστούν, απαγορεύονται ή δεν απαγορεύονται τα καρτοκινητά. Το δημόσιο θα χρεοκοπεί συνεχώς περισσότερο και η καθημερινότητα θα γίνεται χειρότερη, είτε φορολογούνται εκτάκτως οι μισθωτοί είτε φορολογούνται οι επιχειρήσεις. Οι αιτίες των προβλημάτων επιμελώς παραμένουν άθικτες.