Η αιώνια λιακάδα του Μιχάλη Παπαγιαννάκη
Ηλίας Μαγκλίνης, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2009-05-29
Θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι μετά το θάνατο του Μιχάλη Παπαγιαννάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ θα χάσει κάμποσους ψηφοφόρους, όχι πολλούς, πάντως κάποιους θα τους χάσει. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ψήφιζαν Συνασπισμό για να «σταυρώσουν» τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Ηταν τέτοια η προσωπικότητα, η σκέψη και ο λόγος του που προσείλκυε μερικούς «ξέμπαρκους» ψηφοφόρους, κυρίως από τις νέες γενιές. Μιλάμε για νέους ανθρώπους, που ναι μεν δεν πρόλαβαν (ή δεν θέλησαν) να δεθούν με το «άρμα» της Αριστεράς, που δεν ταυτίστηκαν μαζί της, αλλά που παιδεύουν τη σκέψη τους, ακονίζουν το μυαλό τους, βρίσκοντας σε ορισμένους εκπροσώπους της, όπως τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, μια φωνή που τους εκφράζει, που τους πάει. Είναι νέοι άνθρωποι που μπορεί να μη συνεπαίρνονται από «εξεγέρσεις» αλλά που οργίζονται απ’ όσα βλέπουν και ακούνε, απ’ όλα όσα βιώνουν γύρω τους.
Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης ήταν ιδιαίτερη περίπτωση. Εχω ξαναγράψει πόσο φρικτά προβλέψιμος έχει γίνει ο πολιτικός λόγος στην Ελλάδα, πόσο στεγνός από ουσία μα πλήρης στόμφου και αερολογίας. Ο πολιτικός λόγος του Μιχάλη Παπαγιαννάκη δεν υπαγόταν σε αυτή τη θλιβερή πλειοψηφία. Η γενικότερη στάση του δεν είχε τίποτα από όλο αυτό το εκνευριστικό δήθεν που συναντά κανείς σε όλο το πολιτικό φάσμα – και στη δική του παράταξη εσχάτως.
Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης ανήκε σε εκείνη τη σπάνια στόφα Ελλήνων πολιτικών που διάβαζαν, ήταν από εκείνους που, όπως έγραψε προχθές ο Τάκης Καμπύλης, διατηρούσε ζωντανή την πλούσια βιβλιοθήκη του, ανέτρεχε σε αυτήν, ψαχνόταν κι έψαχνε, από πολιτική και οικονομία έως λογοτεχνία. Δύο φράσεις συγγραφέων μού έρχονται, λοιπόν, στο μυαλό και που, όπως το βλέπω, συνδέονται μαζί του: ο σεφερικός στίχος «Κύριε, όχι μ’ αυτούς» (τους στενόμυαλους και τους μίζερους κάθε πλευράς) και η γνωστή φράση του Γιώργου Ιωάννου, ότι η Αριστερά δεν είναι παρά μια «διαρκής ευαισθησία». Για κάποιους, αυτό ισοδυναμεί με αδυναμία, με ελιτισμό. Το αντίθετο όμως ισχύει: είναι η ευελιξία και η ευεξία μιας στάσης ζωής που και δυναμική έχει και αυθεντικότητα, κι έναν πολυκάναλο τρόπο σκέψης και δράσης. Απλώς, δεν είναι μια στάση με την οποία κερδίζει κανείς τις εύκολες εντυπώσεις, το σύνθημα, τη γροθιά.
Κι όμως, ταπεινή άποψη ενός νεότερου (και με λιγότερες εμπειρίες και γνώσεις) Ελληνα πολίτη, που (καλώς ή κακώς) δεν ταυτίστηκε και δεν δέθηκε με οποιοδήποτε ιδεολογικό «άρμα», αλλά που θέλει να πιστεύει ότι δεν είναι αμέτοχος σε όσα γίνονται σε αυτή τη χώρα, είναι πως το μεγάλο χαμένο στοίχημα της ελληνικής Αριστεράς ήταν ότι σε καμία φάση δεν κατάφερε να αναλάβει την ηγεσία της ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης. Θα πει κάποιος, κατόπιν εορτής: θα τον νικούσε στην πορεία η αρρώστια. Πράγματι. Αλλά το δικό του, προσωπικό στίγμα θα το είχε δώσει – ειδικά σε μια περίοδο τόσο καυτή όσο αυτή που διανύουμε από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Οπως και να ’χει, οι τίτλοι τέλους έπεσαν για τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Για να επανέλθω όμως στη «διαρκή ευαισθησία» του Γιώργου Ιωάννου, φράση που του ταιριάζει γάντι για τη δυναμική που περιέχει, ο πολιτικός αυτός άνδρας με το χαμηλό προφίλ και την πολλή ουσία, επιβεβαίωσε, όσο μπόρεσε και όσο άντεξε, πόσο σημαντικό είναι τούτο: να διαθέτει κανείς την αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού.
Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης ήταν ιδιαίτερη περίπτωση. Εχω ξαναγράψει πόσο φρικτά προβλέψιμος έχει γίνει ο πολιτικός λόγος στην Ελλάδα, πόσο στεγνός από ουσία μα πλήρης στόμφου και αερολογίας. Ο πολιτικός λόγος του Μιχάλη Παπαγιαννάκη δεν υπαγόταν σε αυτή τη θλιβερή πλειοψηφία. Η γενικότερη στάση του δεν είχε τίποτα από όλο αυτό το εκνευριστικό δήθεν που συναντά κανείς σε όλο το πολιτικό φάσμα – και στη δική του παράταξη εσχάτως.
Ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης ανήκε σε εκείνη τη σπάνια στόφα Ελλήνων πολιτικών που διάβαζαν, ήταν από εκείνους που, όπως έγραψε προχθές ο Τάκης Καμπύλης, διατηρούσε ζωντανή την πλούσια βιβλιοθήκη του, ανέτρεχε σε αυτήν, ψαχνόταν κι έψαχνε, από πολιτική και οικονομία έως λογοτεχνία. Δύο φράσεις συγγραφέων μού έρχονται, λοιπόν, στο μυαλό και που, όπως το βλέπω, συνδέονται μαζί του: ο σεφερικός στίχος «Κύριε, όχι μ’ αυτούς» (τους στενόμυαλους και τους μίζερους κάθε πλευράς) και η γνωστή φράση του Γιώργου Ιωάννου, ότι η Αριστερά δεν είναι παρά μια «διαρκής ευαισθησία». Για κάποιους, αυτό ισοδυναμεί με αδυναμία, με ελιτισμό. Το αντίθετο όμως ισχύει: είναι η ευελιξία και η ευεξία μιας στάσης ζωής που και δυναμική έχει και αυθεντικότητα, κι έναν πολυκάναλο τρόπο σκέψης και δράσης. Απλώς, δεν είναι μια στάση με την οποία κερδίζει κανείς τις εύκολες εντυπώσεις, το σύνθημα, τη γροθιά.
Κι όμως, ταπεινή άποψη ενός νεότερου (και με λιγότερες εμπειρίες και γνώσεις) Ελληνα πολίτη, που (καλώς ή κακώς) δεν ταυτίστηκε και δεν δέθηκε με οποιοδήποτε ιδεολογικό «άρμα», αλλά που θέλει να πιστεύει ότι δεν είναι αμέτοχος σε όσα γίνονται σε αυτή τη χώρα, είναι πως το μεγάλο χαμένο στοίχημα της ελληνικής Αριστεράς ήταν ότι σε καμία φάση δεν κατάφερε να αναλάβει την ηγεσία της ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης. Θα πει κάποιος, κατόπιν εορτής: θα τον νικούσε στην πορεία η αρρώστια. Πράγματι. Αλλά το δικό του, προσωπικό στίγμα θα το είχε δώσει – ειδικά σε μια περίοδο τόσο καυτή όσο αυτή που διανύουμε από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Οπως και να ’χει, οι τίτλοι τέλους έπεσαν για τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Για να επανέλθω όμως στη «διαρκή ευαισθησία» του Γιώργου Ιωάννου, φράση που του ταιριάζει γάντι για τη δυναμική που περιέχει, ο πολιτικός αυτός άνδρας με το χαμηλό προφίλ και την πολλή ουσία, επιβεβαίωσε, όσο μπόρεσε και όσο άντεξε, πόσο σημαντικό είναι τούτο: να διαθέτει κανείς την αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού.