Ένας δρόμος έτσι, σα σύμβολο της νέας εποχής
Θάνος Παπαθανασόπουλος, Δημοσιευμένο: 2011-02-18
Σχετικά με τον «Καλλικράτη», δεν μπορώ να μην πω ότι παρακολουθώ με μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά και με επιφύλαξη, τα «κομβικά σημεία», τις «μεγάλες θεσμικές αλλαγές», που προσδοκούμε όλοι όσοι υποστηρίξαμε την νεοεκλεγείσα δημοτική Αρχή της πόλης μας. Φυσικά και ανυπομονώ να δω την διαφάνεια στα δημοτικά, την μέριμνα για τα σκουπίδια, τα ελεύθερα πεζοδρόμια και τις καθαρές πράσινες πλατείες, την μέριμνα για τους μετανάστες, το κυκλοφοριακό, το τζαμί, και τόσα άλλα.
Ζητώ όμως και κάτι άλλο.
Έχω στο νου μου την μετατροπή ενός δρόμου σ’αυτό που θα έπρεπε να είναι και που για να γίνει χρειάζεται…απλώς βούληση. Εννοώ την μικρή πλατιά οδό μεταξύ Πατησίων και Μπουμπουλίνας, ανάμεσα στο Εθνικό Αρχαιολογικό και το Επιγραφικό Μουσείο από την μια και το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο από την άλλη. Είναι δηλαδή η θλιβερή οδός που χωρίζει ή ενώνει το εκπληκτικό συγκρότημα τριών από τα κορυφαία ιδρύματα που αφορούν στον Πολιτισμό και την Παιδεία του λαού μας και που ακόμα και αυτή η ίδια η μνημειώδης αρχιτεκτονική τους μορφολογία, ως έκφραση μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας αποτελεί θέμα ανάλυσης και εκπαίδευσης.
Το Πολυτεχνείο, το παλαιότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ελλάδας στον τομέα της τεχνολογίας, εκτός από αυτά καθ’αυτά τα εκπαιδευτικά του επιτεύγματα συνδέθηκε στα χρόνια μας και με τον αντιδικτατορικό αγώνα της νέας γενιάς. Ήταν στην περίοδο όπου η σπουδάζουσα νεολαία απαίτησε κατάργηση της χουντικής δικτατορίας, ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, ανεξαρτησία, δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη, στοιχεία δηλαδή που, ανύψωσαν το Πολυτεχνείο και σε σύμβολο δυναμικής δημοκρατικής πολιτικής δράσης.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στεγάζοντας εκθέματα όλων των αρχαίων περιόδων του ελληνικού πολιτισμού από τον ελλαδικό χώρο, από τα Νεολιθικά χρόνια από τότε δηλαδή που, εννιά χιλιετίες από σήμερα, οι πνευματικές ανησυχίες εκφράστηκαν και καλλιτεχνικά, μέχρι τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας, είναι το σημαντικότερο αρχαιολογικό μουσείο του κόσμου. Και αυτό όχι μόνον για τα ευρήματα των Μυκηνών και της Σαντορίνης, ούτε μόνον γι’ αυτή καθαυτή τη σημασία των αρχαϊκών, κλασικών και ελληνιστικών καλλιτεχνημάτων της πλαστικής και της αγγειογραφίας που στεγάζει, ούτε γιατί αυτά συνόδευσαν την διαδικασία ανάπτυξης της αρχαίας πολύμορφης πνευματικής ελληνικής δημιουργίας, αλλά και γιατί, μαζί με τα προηγούμενα, αυτή η Τέχνη έχει επηρεάσει -όσο καμιά άλλη-τόσο καταλυτικά την παγκόσμια κοινωνία.
Το Επιγραφικό Μουσείο με είσοδο από την Τοσίτσα, είναι μοναδικό και αυτό σε πλούτο μουσείο στον κόσμο, όχι μόνον για τις χιλιάδες χαραγμένες στο μάρμαρο, αρχαίες ελληνικές επιγραφές που στεγάζει, απίστευτης θεματικής ποικιλίας (νόμοι, ψηφίσματα, συνθήκες μεταξύ κρατών πόλεων και πάρα πολλά άλλα), ούτε μόνον γιατί η γλώσσα των επιγραφών, είναι η ίδια που εξελιγμένη, την μιλάμε και σήμερα, αλλά, και γιατί, μαζί με τα προηγούμενα, η γλώσσα αυτή έχει επηρεάσει όσο καμιά άλλη, τις γλώσσες όλων των λαών του δυτικού κόσμου.
Ο μικρού μήκους λοιπόν πεζόδρομος ανάμεσα στα τρια αυτά σπουδαία ιδρύματα, θα μπορούσε να είναι συμβολικά ο λαμπερός και ανεξάντλητος δρόμος της γνώσης και της αναζήτησης, ενώ στην καθημερινή ζωή των Αθηναίων, θα μπορούσε να γίνει ένας καθαρός απλά περιποιημένος, ελκυστικός, χώρος αναψυχής που κάποια στιγμή θα γεμίσει από νέα ζευγάρια, καροτσάκια με μωρά και παιδιά που μπουσουλάνε καθώς κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο γρασίδι. Ακόμα και η ορχήστρα του Δήμου θα μπορούσε να παίζει καθημερινά, ενώ σε προγράμματα του Δήμου θα μπορούσαν ερασιτεχνικά να παίζουν εκεί την μουσική τους συγκροτήματα νέων.
Τα πράγματα όμως σήμερα δεν είναι έτσι, αφού από την Πατησίων μέχρι την Μπουμπουλίνας, δίπλα μάλιστα στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, σε όλο το μήκος της η Τοσίτσα, είναι κατ’αρχήν ένα υπαίθριο, βρωμερό, αφοδευτήριο. Αυτό το γεγονός θα μπορούσε να θεωρηθεί και ασήμαντο, αν συγκριθεί με την εικόνα της κοινωνίας των ναρκωτικών που παρουσιάζει. Είναι αυτή η γνωστή τραγική εικόνα των πολιτών όλων των ηλικιών, ίδιαίτερα όμως νέων, που σαν χαμένοι, είτε κάθονται διπλωμένοι στα πεζοδρόμια, τα παγκάκια και τους τοίχους της περίφραξης του Πολυτεχνείου, είται κείνται στα σκαλοπάτια, επάνω σε χαρτοκιβώτια σκεπασμένοι με κουρελοκουβέρτες. Πρόκειται για τους περιθωριακούς συνανθρώπους μας, που χαμένοι όχι όμως αμετάκλητα, φανερά αν όχι προκλητικά, έτσι μπροστά μας, χτυπούν και μια ένεση στο σώμα τους και οι οποίοι μόλις κινηθούν, τριγυρνούν με απλανές βλέμμα, σκυφτοί, περπατώντας αργά προσπαθώντας να εξασφαλίσουν την επόμενη δόση τους από τους εμπόρους του θανάτου.
Έτσι η είσοδος στο Επιγραφικό Μουσείο, φαίνεται μακρινή και απρόσιτη, αν όχι και χωρίς σημασία, γιατί αν κινδυνεύουν τα παιδιά μου από τα ναρκωτικά, αναρωτιέμαι, είναι δυνατόν να ενδιαφερθώ για τις αρχαίες ελληνικές επιγραφές;
Η νέα Δημοτική Αρχή της Αθήνας, αντίθετα από την προηγούμενη που αδιαφόρησε, οφείλει λόγω αρμοδιότητας και με την σοβαρότητα και το κύρος που αντλεί από την δημοκρατική πλειοψηφία των Αθηναίων που την υποστήριξε, με βάση τις αυτονόητες ανθρωπιστικές αρχές, να δώσει λύση προσδίδοντας την δέουσα ευπρέπεια και ευτρέπεια στην Τοσίτσα.
18.2.2011
Ζητώ όμως και κάτι άλλο.
Έχω στο νου μου την μετατροπή ενός δρόμου σ’αυτό που θα έπρεπε να είναι και που για να γίνει χρειάζεται…απλώς βούληση. Εννοώ την μικρή πλατιά οδό μεταξύ Πατησίων και Μπουμπουλίνας, ανάμεσα στο Εθνικό Αρχαιολογικό και το Επιγραφικό Μουσείο από την μια και το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο από την άλλη. Είναι δηλαδή η θλιβερή οδός που χωρίζει ή ενώνει το εκπληκτικό συγκρότημα τριών από τα κορυφαία ιδρύματα που αφορούν στον Πολιτισμό και την Παιδεία του λαού μας και που ακόμα και αυτή η ίδια η μνημειώδης αρχιτεκτονική τους μορφολογία, ως έκφραση μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας αποτελεί θέμα ανάλυσης και εκπαίδευσης.
Το Πολυτεχνείο, το παλαιότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ελλάδας στον τομέα της τεχνολογίας, εκτός από αυτά καθ’αυτά τα εκπαιδευτικά του επιτεύγματα συνδέθηκε στα χρόνια μας και με τον αντιδικτατορικό αγώνα της νέας γενιάς. Ήταν στην περίοδο όπου η σπουδάζουσα νεολαία απαίτησε κατάργηση της χουντικής δικτατορίας, ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, ανεξαρτησία, δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη, στοιχεία δηλαδή που, ανύψωσαν το Πολυτεχνείο και σε σύμβολο δυναμικής δημοκρατικής πολιτικής δράσης.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στεγάζοντας εκθέματα όλων των αρχαίων περιόδων του ελληνικού πολιτισμού από τον ελλαδικό χώρο, από τα Νεολιθικά χρόνια από τότε δηλαδή που, εννιά χιλιετίες από σήμερα, οι πνευματικές ανησυχίες εκφράστηκαν και καλλιτεχνικά, μέχρι τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας, είναι το σημαντικότερο αρχαιολογικό μουσείο του κόσμου. Και αυτό όχι μόνον για τα ευρήματα των Μυκηνών και της Σαντορίνης, ούτε μόνον γι’ αυτή καθαυτή τη σημασία των αρχαϊκών, κλασικών και ελληνιστικών καλλιτεχνημάτων της πλαστικής και της αγγειογραφίας που στεγάζει, ούτε γιατί αυτά συνόδευσαν την διαδικασία ανάπτυξης της αρχαίας πολύμορφης πνευματικής ελληνικής δημιουργίας, αλλά και γιατί, μαζί με τα προηγούμενα, αυτή η Τέχνη έχει επηρεάσει -όσο καμιά άλλη-τόσο καταλυτικά την παγκόσμια κοινωνία.
Το Επιγραφικό Μουσείο με είσοδο από την Τοσίτσα, είναι μοναδικό και αυτό σε πλούτο μουσείο στον κόσμο, όχι μόνον για τις χιλιάδες χαραγμένες στο μάρμαρο, αρχαίες ελληνικές επιγραφές που στεγάζει, απίστευτης θεματικής ποικιλίας (νόμοι, ψηφίσματα, συνθήκες μεταξύ κρατών πόλεων και πάρα πολλά άλλα), ούτε μόνον γιατί η γλώσσα των επιγραφών, είναι η ίδια που εξελιγμένη, την μιλάμε και σήμερα, αλλά, και γιατί, μαζί με τα προηγούμενα, η γλώσσα αυτή έχει επηρεάσει όσο καμιά άλλη, τις γλώσσες όλων των λαών του δυτικού κόσμου.
Ο μικρού μήκους λοιπόν πεζόδρομος ανάμεσα στα τρια αυτά σπουδαία ιδρύματα, θα μπορούσε να είναι συμβολικά ο λαμπερός και ανεξάντλητος δρόμος της γνώσης και της αναζήτησης, ενώ στην καθημερινή ζωή των Αθηναίων, θα μπορούσε να γίνει ένας καθαρός απλά περιποιημένος, ελκυστικός, χώρος αναψυχής που κάποια στιγμή θα γεμίσει από νέα ζευγάρια, καροτσάκια με μωρά και παιδιά που μπουσουλάνε καθώς κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο γρασίδι. Ακόμα και η ορχήστρα του Δήμου θα μπορούσε να παίζει καθημερινά, ενώ σε προγράμματα του Δήμου θα μπορούσαν ερασιτεχνικά να παίζουν εκεί την μουσική τους συγκροτήματα νέων.
Τα πράγματα όμως σήμερα δεν είναι έτσι, αφού από την Πατησίων μέχρι την Μπουμπουλίνας, δίπλα μάλιστα στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, σε όλο το μήκος της η Τοσίτσα, είναι κατ’αρχήν ένα υπαίθριο, βρωμερό, αφοδευτήριο. Αυτό το γεγονός θα μπορούσε να θεωρηθεί και ασήμαντο, αν συγκριθεί με την εικόνα της κοινωνίας των ναρκωτικών που παρουσιάζει. Είναι αυτή η γνωστή τραγική εικόνα των πολιτών όλων των ηλικιών, ίδιαίτερα όμως νέων, που σαν χαμένοι, είτε κάθονται διπλωμένοι στα πεζοδρόμια, τα παγκάκια και τους τοίχους της περίφραξης του Πολυτεχνείου, είται κείνται στα σκαλοπάτια, επάνω σε χαρτοκιβώτια σκεπασμένοι με κουρελοκουβέρτες. Πρόκειται για τους περιθωριακούς συνανθρώπους μας, που χαμένοι όχι όμως αμετάκλητα, φανερά αν όχι προκλητικά, έτσι μπροστά μας, χτυπούν και μια ένεση στο σώμα τους και οι οποίοι μόλις κινηθούν, τριγυρνούν με απλανές βλέμμα, σκυφτοί, περπατώντας αργά προσπαθώντας να εξασφαλίσουν την επόμενη δόση τους από τους εμπόρους του θανάτου.
Έτσι η είσοδος στο Επιγραφικό Μουσείο, φαίνεται μακρινή και απρόσιτη, αν όχι και χωρίς σημασία, γιατί αν κινδυνεύουν τα παιδιά μου από τα ναρκωτικά, αναρωτιέμαι, είναι δυνατόν να ενδιαφερθώ για τις αρχαίες ελληνικές επιγραφές;
Η νέα Δημοτική Αρχή της Αθήνας, αντίθετα από την προηγούμενη που αδιαφόρησε, οφείλει λόγω αρμοδιότητας και με την σοβαρότητα και το κύρος που αντλεί από την δημοκρατική πλειοψηφία των Αθηναίων που την υποστήριξε, με βάση τις αυτονόητες ανθρωπιστικές αρχές, να δώσει λύση προσδίδοντας την δέουσα ευπρέπεια και ευτρέπεια στην Τοσίτσα.
18.2.2011