Ο δεκάλογος του καλού δημαγωγού
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2011-02-26
Λένε ότι στα δύσκολα βλέπουμε τον πραγματικό Ελληνα.
Σίγουρα πάντως μια κρίση τόσο θεμελιακή και πολυδιάστατη, σαν αυτή που μας ταλανίζει, προσδίδει στο δημόσιο λόγο μας μια απόχρωση μανιχαϊκής πλειοδοσίας. Η οποία, αν και ιδιάζον χαρακτηριστικό του, σήμερα έχει απογειωθεί. Ζούμε στη χρυσή εποχή της δημαγωγίας. Θα αποπειραθώ λοιπόν, με τη διευκρίνιση ότι το συγκεκριμένο άθλημα διαθέτει και αριστερή και δεξιά εκδοχή, να συνοψίσω τα βασικά χαρακτηριστικά της πρώτης, δηλαδή να συντάξω το δεκάλογο του καλού (αριστερού) δημαγωγού.
Ο,τι μας δυσαρεστεί, μας πονάει ή απλώς δεν μας συμφέρει είναι άδικο. Μολονότι κανείς δεν θα τολμούσε να το πει ανοιχτά, το εν λόγω «σχήμα διανοίας» θεωρείται αυτονόητο και λειτουργεί ως ιδρυτικό ιδεολόγημα της εγχώριας δημαγωγίας. Και για να προλάβω ενδεχόμενη ένσταση, παραδέχομαι ότι πολύ συχνά κάτι που μας πονάει είναι όντως άδικο, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι είναι άδικο επειδή μας πονάει.
Ο δημαγωγός δεν αρνείται ότι κι εμείς κάναμε λάθη. Πιστεύει όμως ότι τα λάθη μας δεν έχουν συνέπειες αν τα παραδεχθούμε. Αρα εκείνοι που μας αδικούν είναι μόνο οι πλούσιοι, οι ξένοι και γενικά όσοι συστηματικά επιβουλεύονται τον περιούσιο ελληνικό λαό.
Ο δημαγωγός μάς διαβεβαιώνει ότι τα δύσκολα θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν οι κυβερνώντες ήταν διατεθειμένοι να επιδείξουν το πνεύμα της αντίστασης που -ως γνωστόν- χαρακτηρίζει διαχρονικά τους Ελληνες και το οποίο ο δημαγωγός ενσαρκώνει. Με άλλα λόγια, αν χτυπούσαν τη γροθιά στο τραπέζι, οι έμφοβοι ξένοι θα εξακολουθούσαν να μας δανείζουν αφειδώς και η ζωή στην Ελλάδα θα συνεχιζόταν κανονικά.
Από τη στιγμή που ή έννοια της αντίστασης απέκτησε οντολογικές ιδιότητες ως ουσία του Ελληνισμού και της αριστεροσύνης, όποιος μάχεται έχει δίκιο. Ακόμα κι εκείνοι που διορίστηκαν παράνομα από τη Ν.Δ. ή απολαμβάνουν προνόμια που τους παραχώρησε η χούντα.
Ο δημαγωγός δεν κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για συγκεκριμένα προβλήματα. Απορρίπτει όμως κάθε μέτρο που πονάει το «λαό», χωρίς να αισθανθεί την παραμικρή υποχρέωση να σκεφτεί ποια θα ήταν η συνέπεια αυτής της αντιστασιακής απραξίας, και παραβλέποντας έτσι το μάλλον σίγουρο ενδεχόμενο την επόμενη φορά να κληθούμε να λάβουμε ακόμα πιο επώδυνα μέτρα (βλέπε Ασφαλιστικό).
Ο δημαγωγός ορθά ισχυρίζεται ότι το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο μοντέλο πρέπει να ανατραπεί, αλλά αρνείται να παραδεχθεί ότι μέχρι να συμβεί αυτό ορισμένες αρχές, όπως η δημοσιονομική λιτότητα και η ανταγωνιστικότητα, θα συνεχίζουν να καθορίζουν τι είναι εφικτό και τι ανέφικτο, προδιαγράφοντας τις επιλογές ακόμα και όσων θέλουν να το ανατρέψουν.
Σύμφωνα με το δημαγωγό όμως, όποιοι καλούνται να πάρουν αποφάσεις σήμερα υπό την πίεση των περιστάσεων αναγνωρίζοντας αυτή την αναπότρεπτη δυσκολία, είναι σαν να αποδέχονται το σύστημα, το οποίο, ως διά μαγείας, μια μέρα θα καταρρεύσει.
Γι’ αυτό ο δημαγωγός τούς καταδικάζει εκ του ασφαλούς εφ’ όσον ο ίδιος δεν υποχρεούται να πάρει καμιά απόφαση. Επιπλέον, δεν διατρέχει τον κίνδυνο να δυσαρεστήσει τον κόσμο επειδή οι επιλογές του (π.χ. η πρόταση Τσίπρα να δημιουργηθούν 100.000 νέες θέσεις εργασίας στο Δημόσιο) δεν θα εφαμοστούν ποτέ και συνεπώς ουδέποτε θα του ζητηθούν ευθύνες.
Δηλαδή για το δημαγωγό όλα είναι απλά και εύκολα. Και το μόνο εμπόδιο στο δρόμο μας, η έλλειψη αγωνιστικότητας την οποία ο ίδιος ενσαρκώνει.
Τέλος, ο δημαγωγός καλλιεργεί συστηματικά την εικόνα του μπροστάρη που τα λέει έξω από τα δόντια και δεν φοβάται τίποτα. Στην ουσία όμως το μόνο που κάνει είναι να λέει αυτά που οι πολλοί θέλουν να ακούσουν.
Σίγουρα πάντως μια κρίση τόσο θεμελιακή και πολυδιάστατη, σαν αυτή που μας ταλανίζει, προσδίδει στο δημόσιο λόγο μας μια απόχρωση μανιχαϊκής πλειοδοσίας. Η οποία, αν και ιδιάζον χαρακτηριστικό του, σήμερα έχει απογειωθεί. Ζούμε στη χρυσή εποχή της δημαγωγίας. Θα αποπειραθώ λοιπόν, με τη διευκρίνιση ότι το συγκεκριμένο άθλημα διαθέτει και αριστερή και δεξιά εκδοχή, να συνοψίσω τα βασικά χαρακτηριστικά της πρώτης, δηλαδή να συντάξω το δεκάλογο του καλού (αριστερού) δημαγωγού.
Ο,τι μας δυσαρεστεί, μας πονάει ή απλώς δεν μας συμφέρει είναι άδικο. Μολονότι κανείς δεν θα τολμούσε να το πει ανοιχτά, το εν λόγω «σχήμα διανοίας» θεωρείται αυτονόητο και λειτουργεί ως ιδρυτικό ιδεολόγημα της εγχώριας δημαγωγίας. Και για να προλάβω ενδεχόμενη ένσταση, παραδέχομαι ότι πολύ συχνά κάτι που μας πονάει είναι όντως άδικο, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι είναι άδικο επειδή μας πονάει.
Ο δημαγωγός δεν αρνείται ότι κι εμείς κάναμε λάθη. Πιστεύει όμως ότι τα λάθη μας δεν έχουν συνέπειες αν τα παραδεχθούμε. Αρα εκείνοι που μας αδικούν είναι μόνο οι πλούσιοι, οι ξένοι και γενικά όσοι συστηματικά επιβουλεύονται τον περιούσιο ελληνικό λαό.
Ο δημαγωγός μάς διαβεβαιώνει ότι τα δύσκολα θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν οι κυβερνώντες ήταν διατεθειμένοι να επιδείξουν το πνεύμα της αντίστασης που -ως γνωστόν- χαρακτηρίζει διαχρονικά τους Ελληνες και το οποίο ο δημαγωγός ενσαρκώνει. Με άλλα λόγια, αν χτυπούσαν τη γροθιά στο τραπέζι, οι έμφοβοι ξένοι θα εξακολουθούσαν να μας δανείζουν αφειδώς και η ζωή στην Ελλάδα θα συνεχιζόταν κανονικά.
Από τη στιγμή που ή έννοια της αντίστασης απέκτησε οντολογικές ιδιότητες ως ουσία του Ελληνισμού και της αριστεροσύνης, όποιος μάχεται έχει δίκιο. Ακόμα κι εκείνοι που διορίστηκαν παράνομα από τη Ν.Δ. ή απολαμβάνουν προνόμια που τους παραχώρησε η χούντα.
Ο δημαγωγός δεν κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για συγκεκριμένα προβλήματα. Απορρίπτει όμως κάθε μέτρο που πονάει το «λαό», χωρίς να αισθανθεί την παραμικρή υποχρέωση να σκεφτεί ποια θα ήταν η συνέπεια αυτής της αντιστασιακής απραξίας, και παραβλέποντας έτσι το μάλλον σίγουρο ενδεχόμενο την επόμενη φορά να κληθούμε να λάβουμε ακόμα πιο επώδυνα μέτρα (βλέπε Ασφαλιστικό).
Ο δημαγωγός ορθά ισχυρίζεται ότι το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο μοντέλο πρέπει να ανατραπεί, αλλά αρνείται να παραδεχθεί ότι μέχρι να συμβεί αυτό ορισμένες αρχές, όπως η δημοσιονομική λιτότητα και η ανταγωνιστικότητα, θα συνεχίζουν να καθορίζουν τι είναι εφικτό και τι ανέφικτο, προδιαγράφοντας τις επιλογές ακόμα και όσων θέλουν να το ανατρέψουν.
Σύμφωνα με το δημαγωγό όμως, όποιοι καλούνται να πάρουν αποφάσεις σήμερα υπό την πίεση των περιστάσεων αναγνωρίζοντας αυτή την αναπότρεπτη δυσκολία, είναι σαν να αποδέχονται το σύστημα, το οποίο, ως διά μαγείας, μια μέρα θα καταρρεύσει.
Γι’ αυτό ο δημαγωγός τούς καταδικάζει εκ του ασφαλούς εφ’ όσον ο ίδιος δεν υποχρεούται να πάρει καμιά απόφαση. Επιπλέον, δεν διατρέχει τον κίνδυνο να δυσαρεστήσει τον κόσμο επειδή οι επιλογές του (π.χ. η πρόταση Τσίπρα να δημιουργηθούν 100.000 νέες θέσεις εργασίας στο Δημόσιο) δεν θα εφαμοστούν ποτέ και συνεπώς ουδέποτε θα του ζητηθούν ευθύνες.
Δηλαδή για το δημαγωγό όλα είναι απλά και εύκολα. Και το μόνο εμπόδιο στο δρόμο μας, η έλλειψη αγωνιστικότητας την οποία ο ίδιος ενσαρκώνει.
Τέλος, ο δημαγωγός καλλιεργεί συστηματικά την εικόνα του μπροστάρη που τα λέει έξω από τα δόντια και δεν φοβάται τίποτα. Στην ουσία όμως το μόνο που κάνει είναι να λέει αυτά που οι πολλοί θέλουν να ακούσουν.