Λειψό «Σύμφωνο για το ευρώ»
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2011-03-13
Μετά δύο εβδομάδες, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο 24-25 Μαρτίου, παρέπεμψαν οι ηγέτες της Ευρωζώνης τη λήψη αποφάσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης του χρέους. Αγνοώντας την επιδείνωση των τελευταίων ημερών στις αγορές, την εντεινόμενη απειλή κατά της Πορτογαλίας ιδίως, προχθές περιορίστηκαν στις βασικές γραμμές ενός «Συμφώνου για το ευρώ», για έναν πιο στενό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών μεταξύ των χωρών μελών.
Σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ, οι 17 συμφώνησαν να θέτουν από κοινού εφεξής στόχους για τους προϋπολογισμούς τους, τις συντάξεις και τους φόρους, περιορίζοντας ελλείμματα και χρέη. Η ηλικία συνταξιοδότησης θα πρέπει να συμβαδίζει με τις δημογραφικές εξελίξεις, ενιαία όμως δεν θεσπίζεται.
Το Σύμφωνο για το ευρώ, που αρχικά είχε ονομαστεί «ανταγωνιστικότητας», αποβλέπει σε άμβλυνση των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ των χωρών. Δεν θα συνιστά νομική υποχρέωση, αλλά εθελοντική αυτοδέσμευση. Θα μπο7ρούν να μετέχουν και χώρες εκτός νομισματικής ένωσης, εφόσον το επιθυμούν. Η τελική του έγκριση θα γίνει από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των 27 στις 25 Μαρτίου, εφόσον η προχθεσινή σύνοδος κορυφής της Ευρωζώνης θεωρείται άτυπη. Κατά το γερμανικό Τύπο η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ αναγκάστηκε να υποχωρήσει σε αρκετές από τις αρχικές της επιδιώξεις, όπως για παράδειγμα στην κατάργηση κάθε τιμαριθμοποίησης μισθών και συντάξεων, που απέκρουσαν το Βέλγιο και άλλες χώρες. Ούτε επιβλήθηκε στην Ιρλανδία να αυξήσει το χαμηλό συντελεστή (12,5%) στα εταιρικά κέρδη, που είναι βασικό στοιχείο της πολιτικής της.
Συνεχίζοντας τη συζήτησή τους αρκετά μετά τα μεσάνυχτα προχθές, οι ηγέτες της Ευρωζώνης εξέτασαν πάντως τα ειδικά προβλήματα της Ελλάδας και της Ιρλανδίας, που έχουν υπαχθεί σε προγράμματα διάσωσης, ως προς την εξυπηρέτηση του χρέους τους μετά τη λήξη των προγραμμάτων αυτών. Θετική ήταν η διάθεση για μείωση του επιτοκίου της Ιρλανδίας (για το ευρωπαϊκό δάνειο που είχε οριστεί σε 5,8% έναντι 5,2% του δικού μας) και για επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης του δικού μας χρέους, μετά και την παραδοχή της Άγγελα Μέρκελ στην εφημερίδα Bild ότι σε τρία χρόνια είναι ανέφικτη. Για τις δύο χώρες υπήρξαν ειδικές ανακοινώσεις: Για εμάς, ειδικότερα, ζητήθηκε να εμμείνουμε στο πρόγραμμα της προσαρμογής, να θεσπίσουμε συνταγματικό όριο για το έλλειμμα, και να συμβάλουμε με τη δημόσια περουσία στη μείωση του δημοσίου χρέους.
Γενικότερα συζήτησαν εξάλλου τις δυνατότητες να ενισχυθεί το Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, χωρίς η συμβολή του στην επαναγορά χρέους να αποκλείεται τόσο κατηγορηματικά όσο δήλωναν τις προηγούμενες μέρες Γερμανοί παράγοντες. Μια τέτοια δυνατότητα ενδιαφέρει πολύ και την Πορτογαλία η οποία εξακολουθεί να προσπαθεί να αποφύγει υπαγωγή σε πρόγραμμα διάσωσης.
Οι αγορές αγνόησαν τα μέτρα λιτότητας της Λισσαβώνας
Το πρωί της Παρασκευής η πορτογαλική κυβέρνηση είχε αναγγείλει και νέα μέτρα λιτότητας, σε μιαν απόπειρα να αμβλύνει τις πιέσεις που δέχεται από τις αγορές, και επαινέθηκε για αυτά από τη σύνοδο της Ευρωζώνης και από την κυρία Μέρκελ προσωπικά.. Αποσκοπώντας σε εξοικονομήσεις 0,8% του ΑΕΠ στον φετεινό κρατικό προϋπολογισμό και μεγαλύτερες την επόμενη διετία, περιλαμβάνουν μειώσεις μέχρι 10% στις συντάξεις άνω των 1.500 ευρώ, περικοπές στις δαπάνες υγείας, στα επιδόματα ανεργίας και άλλες κοινωνικές παροχές, μετά τη μείωση κατά 5% των μισθών στο Δημόσιο και την αύξηση του ΦΠΑ στο 23% που επιβλήθηκε τον Ιανουάριο. Αναβάλλουν επίσης δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές.
Όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της χώρας Φερνάντο Τεχέιρα ντος Σάντος, με το νέο πακέτο γίνεται προσπάθεια να πεισθούν οι αγορές ότι η Πορτογαλία θα υλοποιήσει τους στόχους για μείωση του δημοσίου ελλείμματος σε 4,6% του ΑΕΠ φέτος, από 7% πέρυσι, και σε 3% το 2012. Ανήγγειλε επίσης αλλαγές και στην αγορά εργασίας για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα, καθώς η χώρα φαίνεται να ξαναμπαίνει σε ύφεση (με προφανή αιτία ωστόσο τη συσταλτική δημοσιονομική πολιτική).
Θετικά σχολίασε αμέσως τα νέα μέτρα ο επίτροπος Όλι Ρεν, λέγοντας ότι θα συμβάλουν στον έλεγχο του ελλείμματος και στην ενίσχυση της οικονομίας. Καμία άμεση ευνοϊκή επίδραση δεν είχαν στις αγορές όμως, όπου οι αποδόσεις των πορτογαλικών ομολόγων έκαναν νέα ρεκόρ: σχεδόν 8% τα πενταετή, 7,6% τα δεκαετή. Εκπρόσωπος του οίκου Fitch προειδοποιούσε ότι χωρίς συγκεκριμένες αποφάσεις των ευρω-κρατών η κρίση θα κλιμακωνόταν, ενώ σε συνέντευξή του ο υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Γιόζεφ Πρελ προκαλούσε την Πορτογαλία να ζητήσει υπαγωγή στο μηχανισμό.
«Έσφαλλαν πριν και μετά την κρίση, συνεχίζουν να κάνουν λάθη»
Ενόσω συνεδρίαζαν οι 17 ηγέτες της Ευρωζώνης, ενδιαφέρουσες θέσεις αναπτύσσονταν σε απόσταση από το μέγαρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες.
Σε μια γενναία ομιλία στην ιταλική πόλη Λούκα, ο Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι, μέλος του εξαμελούς Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, διατύπωσε την πιο εμπεριστατωμένη κριτική στη γερμανική άποψη, χώρες με υπερβολικά χρέη να οδηγούνται στη χρεοκοπία. Είναι λάθος, εξήγησε, πρώτον επειδή αναθέτει την πειθάρχηση των κυβερνήσεων στις χρηματοοικονομικές αγορές. Αλλά οι αγορές έσφαλλαν και πριν και μετά την κρίση, εξακολουθούν να κάνουν λάθη, συχνά είναι αναποτελεσματικές και υπόκεινται σε δόλιες συνεννοήσεις για την εξυπηρέτηση επί μέρους ιδιωτικών συμφερόντων (όπως έχουμε δει στα παράγωγα). Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας χώρας δεν είναι τόσο απλή υπόθεση όσο μιας ιδιωτικής εταιρίας, διότι εξαρτάται από την ικανότητα και τη βούληση των εθνικών αρχών να φορολογούν και να ξοδεύουν. Οι αγορές δεν έχουν τα εφόδια για να κρίνουν αυτήν την ικανότητα και βούληση. Και αυτό αποδεικνύεται από τη συντριπτική πλειονότητα των χωρών που προσέφυγαν στο ΔΝΤ και αποπλήρωσαν κατόπιν τα χρέη τους.
Νωρίτερα, σε ραδιοφωνική συνέντευξη, η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ έλεγε ότι οι οίκοι αξιολόγησης δεν θα έπρεπε να αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα χωρών που στηρίζονται από την ΕΕ και το ΔΝΤ, και ότι πάντως χρειάζεται να υπόκεινται σε αυστηρότερο έλεγχο. Τη θέση αυτή, είπε, θα προωθούσε στον επίτροπο εσωτερικής αγοράς Μισέλ Μπαρνιέ (ο οποίος, υπενθυμίζεται, είναι ένας από τους παραλήπτες της επιστολής που έστειλε με το αίτημα αυτό ακριβώς ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου μετά την εξωφρενική τελευταία υποβάθμιση της χώρας).
Από το παραπάνω σκεπτικό ο Μπίνι Σμάγκι οδηγείται σε μία πρόταση να εκδίδονται ομόλογα για τα κράτη μέλη από έναν υπερεθνικό φορέα – να μην έχει δηλαδή τη δυνατότητα κάθε κυβέρνηση να βγαίνει στην αγορά μόνη της – ως πρώτο βήμα προς το ενιαίο ευρωομόλογο που θα εκδιδόταν κεντρικά για τη χρηματοδότηση των κρατικών προϋπολογισμών όλων των κρατών μελών, βάσει αποφάσεων του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών. Και επίσης στο αίτημα για μιαν ενιαία σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυστηρή εποπτεία των τραπεζών, ώστε να μην κινδυνεύουν οι φορολογούμενοι και οι πολίτες ολόκληρης της Ευρωζώνης από μιαν αμέλεια εθνικών εποπτικών αρχών, της Ιρλανδίας π.χ., όπως συνέβη τώρα.
Οι προτάσεις του Ιταλού κεντρικού τραπεζίτη δεν έχουν προοπτική να υιοθετηθούν άμεσα, ιδίως η πρώτη για το ευρωομόλογο. Είναι καλό ωστόσο ότι μπαίνουν στο δημόσιο διάλογο και τον επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό. Από τέτοιες αντιρρήσεις αναδιπλώθηκαν άλλωστε Μέρκελ και Σαρκοζί από τη φθινοπωρινή τους πρόταση για τη χρεοκοπία.
Απέναντι οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες
Στη διαμετρικά αντίθετη θέση τοποθετήθηκε χτές ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, σοσιαλδημοκράτης Πέερ Στάινμπρουκ. Μέσω συνέντευξης επανέφερε πρότασή του να περικοπεί το χρέος της Ελλάδας, πιθανώς και άλλων χωρών, για ελεγχόμενη χρεοκοπία δηλαδή, και για έξοδο από την Ευρωζώνη για μερικά χρόνια, προκειμένου να ανακτηθεί η ανταγωνιστικότητα.
Τις αναδιαρθρώσεις χρεών με τη συμμετοχή και ιδιωτών πιστωτών θεωρεί μάλλον αναπότρεπτες για κάποιες χώρες, τις οποίες δεν θέλει να κατονομάσει, και ο επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγιερ. Τις βλέπει ωστόσο συμπληρωματικά, να ακολουθούν μια κοινή ανάληψη ευθύνης των κρατών για το χρέος της Ευρωζώνης. Ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση Μέρκελ προχθές, κατέρριπτε το ταμπού της ρήτρας της Συνθήκης που απαγορεύει τη διάσωση χώρας της Ευρωζώνης από τις άλλες, λέγοντας ότι είναι υποκριτικό να παριστάνει κάνεις ότι ακόμα ισχύει.