«Εφαρμοστικό» του Μεσοπρόθεσμου ή «Εκτελεστικό» του Περιβάλλοντος και της Χωροταξίας το Σχέδιο Νόμου;
Ανακοίνωση του Τομέα Πράσινων Πολιτικών και Οικολογίας της ΔΗΜΑΡ για τον εκτελεστικό νόμο σε σχέση με το περιβάλλον και τη χωροταξία
Δημοσιευμένο: 2011-06-28
Η ΔΗΜΑΡ καταγγέλλει τον απαράδεκτο αυτό νόμο που τινάζει στον αέρα τις κατακτήσεις του κράτους δικαίου, αδιαφορεί για τις υποχρεώσεις για την προστασία του περιβάλλοντος που απορρέουν από το ευρωπαϊκό δίκαιο και ανοίγει τον δρόμο για τη νομιμοποίηση της τσιμεντοποίησης των πάντων, της διάλυσης της ελληνικής φύσης και των μοναδικών τοπίων που έχουν απομείνει και την κατάλυση των διαδικασιών δημοκρατικού ελέγχου των κατασκευών και χωροθετήσεων.
Αναλυτικά:
Η έως σήμερα πρακτική διαχείρισης της δημόσιας γης χαρακτηρίζεται από αδράνεια, αποσπασματικότητα, αδιαφάνεια, αναποτελεσματικότητα και γενικότερα αντανακλά τις δυσλειτουργίες του δημόσιου τομέα. Η συγκεκριμένη παθογένεια δεν επιτρέπει την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας ούτε με οικονομικούς όρους αλλά ούτε και με όρους χρησιμοποίησής της για κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς σκοπούς. Τυπικό δείγμα διαιώνισης αυτής της κατάστασης αποτελεί το «εφαρμοστικό» του Μεσοπρόθεσμου Σχέδιο Νόμου, που κατατίθεται προς κατεπείγουσα ψήφιση στη Βουλή.
Στο υπόψη Ν/Σ προτείνεται η ίδρυση ενός νέου φορέα με τη μορφή Ταμείου Ιδιωτικού Δικαίου (κεφ. Α), στο οποίο μεταβιβάζεται η περιουσία φορέων διαχείρισης δημόσιας περιουσίας (ΕΤΑ, ΚΕΔ κλπ) και το οποίο εμφανίζεται ως από μηχανής θεός που θα επιλύσει κάθε πρόβλημα. Τέτοιες λύσεις, όμως –όπως έχει αποδειχθεί επανειλημμένα– αρνούνται να αντιμετωπίσουν σε βάθος τις αιτίες της κακοδαιμονίας και δεν οδηγούν σε ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Παράλληλα και κυρίως, όμως, εισάγεται η έννοια της «πολεοδομικής ωρίμανσης» των δημοσίων ακινήτων (κεφ. Β), με βάση την οποία ξεχαρβαλώνεται πλήρως κάθε δυνατότητα υιοθέτησης μιας ορθολογικής και ολοκληρωμένης πολιτικής για την ανάπτυξη της δημόσιας περιουσίας.
Συγκεκριμένα:
- Αγνοείται η συνταγματική υποχρέωση του κράτους για χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, ισοπεδώνεται η έννοια της προστασίας του περιβάλλοντος, αφού κατατάσσεται στην ίδια μοίρα με τη δημοσιονομική και αναπτυξιακή πολιτική (αρθ. 11). Στις συγκεκριμένες ρυθμίσεις δεν εμπλέκεται καν ο Υπουργός ΠΕΚΑ, παρά αποκλειστικά ο Υπουργός Οικονομικών (αρθ.12, παρ. 3), με προφανή στόχο την παράκαμψη του Ε τμήματος του ΣτΕ και της νομολογίας του.
- Καταργούνται τα τοπικά ή περιφερειακά καθεστώτα ρύθμισης των χρήσεων γης και δόμησης –διάταξη που ούτε ο περίφημος νόμος “fast track” δεν τόλμησε να επιβάλει– και «λαμβάνονται υπόψη» μόνο τα αόριστα και επιδεχόμενα πολλαπλών ερμηνειών και ρυθμίσεων «υφιστάμενα χωροταξικά πλαίσια εθνικού επιπέδου» (αρθ.11, παρ.1) δηλαδή το Εθνικό Χωροταξικό πλαίσιο και τα Ειδικά για τον Τουρισμό και τη Βιομηχανία, εκ των οποίων ιδίως το δεύτερο υποτίθεται ότι είναι υπό αναθεώρηση.
- Εισάγονται με οριζόντιο και ισοπεδωτικό τρόπο και με αναιτιολόγητα κριτήρια (σχεδόν στην τύχη) «γενικοί κανόνες χωροθέτησης», αλλοιώνοντας βασικές αρχές του χωροταξικού και πολεοδομικού δικαίου όπως ισχύει ως σήμερα («κατηγορίες χρήσεων γης», τα όρια ΣΔ ανά χρήση, ποσοστά κάλυψης κλπ). Αντί βελτιώσεων στις αρκετές δυσκαμψίες αυτού του πλαισίου, η «διαδικασία χωροθέτησης» και «επενδυτικής ταυτότητας» ανάγεται απλώς σε διαδικασία σχεδιασμού και καταργείται η έννοια της «πολεοδόμησης», με την παροχή προνομιακών όρων δόμησης για «αξιοποίηση» της δημόσιας γης με όρους «εκτός σχεδίου». Έτσι, διευρύνεται αντί να περιορίζεται η εκτός σχεδίου δόμηση, σε αντίθεση προς το εθνικό χωροταξικό πλαίσιο και τις μέχρι σήμερα διακηρύξεις και καθιερώνεται μια πρακτική με αμφίβολη συνταγματική νομιμότητα,.
- Δεν διερευνάται ούτε στο ελάχιστο η δυνατότητα ενσωμάτωσης της προκύπτουσας από την αξιοποίηση των δημοσίων ακινήτων ανάπτυξης, στην περιοχή που την περιβάλλει, τόσο από πλευράς υπέρβασης της φυσικής φέρουσας ικανότητας του τόπου, όσο και από πλευράς αναπτυξιακής ώθησης (απασχόληση, επιχειρηματικές ευκαιρίες κλπ). Δεν εισάγεται κανένα πραγματικά αναπτυξιακό κριτήριο για την αξιοποίηση των ακινήτων. Η όλη λογική του ΣΝ διαπνέεται από μια μονεταριστικού τύπου αντίληψη για την «αξιοποίηση».
- Δεν προβλέπεται καμία διαδικασία διαφάνειας, διαβούλευσης και συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με αναμενόμενο αποτέλεσμα τη διαιώνιση των φαινομένων αντιπαλότητας μεταξύ κρατικών και τοπικών επιλογών, και εν τέλει την αδρανοποίηση των όποιων επενδυτικών σχεδίων. Οι αυταρχικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων ποτέ δεν ήταν αποτελεσματικές, όπως έχει αποδειχθεί και με τα ολυμπιακά ακίνητα, όπου οι εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις έχουν αδρανοποιήσει κάθε προσπάθεια αξιοποίησης των εγκαταστάσεων που κόστισαν δισεκατομμύρια στον δημόσιο προϋπολογισμό και τον ελληνικό λαό.
- Παρέχονται ανεξέλεγκτες ελευθερίες για τις ιδιαίτερα ευαίσθητες περιοχές, όπως τα δάση και ο αιγιαλός, που απολαμβάνουν ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας ακόμα και από το σύνταγμα, χωρίς να θεσπίζονται –έστω– κάποια κριτήρια βάσει των οποίων κρίνεται ότι η «έγκριση χωροθέτησης» ενός επενδυτικού σχεδίου δικαιολογεί αυτού του τύπου την απορρύθμιση.
- Ειδικά για τον παράκτιο χώρο και τον αιγιαλό, όπου είναι γνωστό ότι οι μέχρι σήμερα ιδιωτικοποιήσεις της περιουσίας του ΕΟΤ έχουν συνοδευτεί από πλήθος αυθαιρεσιών των ιδιωτών «επενδυτών», επιτρέπεται όχι μόνο η ιδιοποίησή του από τον «επενδυτή» και ο αποκλεισμός της χρήσης του από το κοινό (αρθ. 14), αλλά ακόμα και η «νομιμοποίηση» των αυθαιρέτων που έχουν γίνει μετά το 1993, μέσω νέων διαπιστωτικών πράξεων του ΕΟΤ (αρθ. 17, παρ. 1).
Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για εφαρμοστικό του Μεσοπρόθεσμου, αλλά για σχέδιο εκτέλεσης εν ψυχρώ του Περιβάλλοντος και της Χωροταξίας.