Κουτοπονηριά και πολιτική
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2005-10-19
Την περασμένη εβδομάδα, όπως μάθαμε, ξεκίνησε άλλη μία πρωτοβουλία για το Κυπριακό. Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Ε» στις 13/10, τη σκυτάλη έχει πάρει η «Επιτροπή για την ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο» (Μη Κυβερνητική Οργάνωση, με έδρα την Αθήνα και μέλη ξένους κυρίως εμπειρογνώμονες), η οποία προτείνει να ξεχάσουμε τον ΟΗΕ και τα διάφορα σχέδια που κατά καιρούς υποβλήθηκαν και να αποφασίσει ο κυπριακός λαός με μια «δημοκρατικά εκλεγμένη Συνταγματική Συνέλευση». Ωραία ακούγεται! Εξω ο διεθνής παράγοντας και οι σκοτεινοί κύκλοι που απεργάζονται, ως γνωστόν, τον αφανισμό του Ελληνισμού. Από εδώ και πέρα ο λαός της Κύπρου, ως μόνος αρμόδιος και κυρίαρχος, θα πάρει την τύχη του στα χέρια του και θα αποφανθεί τελεσίδικα.
Αν το καλοσκεφτούμε όμως η εν λόγω λαμπρή ιδέα σκοντάφτει στο εξής προβληματάκι: η μόνη ουσιαστική απόφαση που καλείται να πάρει η Συνέλευση είναι φυσικά το μερίδιο της εξουσίας που θα ανήκει στη μία και στην άλλη κοινότητα. Αλλά σ’ αυτό δεν μπορούν να συμφωνήσουν. Μήπως λοιπόν είναι (επιεικώς) αφελές ή κάτι πολύ χειρότερο να λέμε ότι για να λυθεί το πρόβλημα θα πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός πως οι δύο κοινότητες δεν μπορούν να συμφωνήσουν στη λύση του;
Αρνούμαι να πιστέψω ότι η επιτροπή σκέφτηκε τόσο αφελώς - άλλο προσπαθεί να πετύχει. Αν κρίνουμε από τη θέση της ότι «οι όροι του σχεδίου Ανάν είναι απολύτως ανακόλουθοι με τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και το Διεθνές Δίκαιο, ειδικότερα σε ό,τι αφορά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ελευθερία και τη δημοκρατία» και αν συνυπολογίσουμε τη δήλωση ότι η Συνέλευση θα αποφασίσει δημοκρατικά και στη συνέχεια το Σύνταγμα «θα υποβληθεί σε δημοψήφισμα στο σύνολο του λαού της νήσου», οφείλουμε να συμπεράνουμε ότι η «δημοκρατική λύση» παραχωρεί στους Ελληνοκύπριους, οι οποίοι αποτελούν την πλειοψηφία, το δικαίωμα να αποφασίζουν μόνοι τους. Με άλλα λόγια, ο πραγματικός (αλλά ανομολόγητος) στόχος της επιτροπής είναι να μετατρέψει τους Τουρκοκύπριους από μειονοτική κοινότητα σε απλή μειοψηφία που θα δέχεται αγόγγυστα τις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Προφανώς δεν πέρασε καν από το μυαλό των «8 σοφών» ότι κάτι τέτοιο αντιβαίνει στην αρχή της διζωνικής ομοσπονδίας την οποία υποτίθεται ότι έχει δεχθεί η ελληνική πλευρά. Το δε γεγονός ότι οι Τουρκοκύπριοι αποκλείεται να δεχθούν μια ρύθμιση σαφώς χειρότερη από το Σύνταγμα του 1961 -δηλαδή να κυβερνούν οι Ελληνοκύπριοι δημοκρατικά αλλά κατά βούλησιν- ουδόλως απασχόλησε την ερίτιμο επιτροπή. Και αν τους απασχόλησε, ίσως αποφάσισαν να μην το πουν, με την ελπίδα ότι θα περάσει απαρατήρητο.
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, παρόμοιο πλαίσιο είχε προτείνει εμμέσως και ο Αλέκος Αλαβάνος (πριν γίνει αρχηγός του Συνασπισμού, τότε που ασκούσε ο ίδιος το δικαίωμα να προκαταλαμβάνει τις συζητήσεις στα συλλογικά όργανα και να διαφωνεί δημόσια με την πολιτική του κόμματός του). Δεν έχω μπροστά μου το σχετικό κείμενο στην «Αυγή», αλλά θυμάμαι καλά την ουσία του «αριστερού» του επιχειρήματος: τι πάει να πει Ελληνες και Τούρκοι; Αυτά είναι δεξιά πράγματα που μας τα επέβαλαν οι ιμπεριαλιστές. Θα πρέπει να αποφασίσει ελεύθερα και δημοκρατικά ο λαός. Δηλαδή οι πλειοψηφούντες Ελληνοκύπριοι.
Φυσικά, ενδέχεται να μην το σκέφτηκε έτσι. Επειδή όμως το θεωρώ απίθανο, η μόνη δυνατή εξήγηση είναι ότι θεωρούσε όσους τον διάβαζαν ηλίθιους. Με όλα αυτά δεν προσπαθώ να σας πείσω ότι κακώς απορρίφθηκε το σχέδιο Ανάν. Αυτό σηκώνει άλλη, μεγάλη συζήτηση.
Θέλω απλώς να επισημάνω ότι το συγκεκριμένο επιχείρημα που προέβαλαν τότε ο Αλέκος Αλαβάνος και τώρα η «Επιτροπή για την ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο» είναι χαρακτηριστικό και θλιβερό παράδειγμα κουτοπονηριάς που μερικές φορές υποκαθιστά την πολιτική σκέψη. Να το πω διαφορετικά: ίσως υπάρχουν άλλοι, σοβαροί και έγκυροι λόγοι που δικαιολογούν το «όχι» στο σχέδιο Ανάν. Ο συγκεκριμένος όμως, δηλαδή ότι η τελική ρύθμιση θα αποφασιστεί «δημοκρατικά» από την ελληνοκυπριακή πλειοψηφία, υποβιβάζει τη συζήτηση και υποτιμά τη νοημοσύνη όλων μας.
Οσο δύσκολο και να μας έρχεται, πρέπει να δεχθούμε ότι όποιος διαφωνεί μαζί μας δεν είναι αναγκαστικά ούτε κακόπιστος ούτε βλάκας και ότι η αντιπαράθεση ιδεών και -γιατί όχι;- η σκληρή αντιδικία γυμνάζουν το μυαλό και προάγουν τη δημοκρατία. Υπό τον όρο όμως ότι θα συζητούμε σε ένα επίπεδο που δεν θα επιτρέπει κουτοπονηριές σαν τη «ριζοσπαστική» προσέγγιση του Αλ. Αλαβάνου και τη νέα προτεινόμενη λύση του Κυπριακού.
Η οποία, παραβιάζοντας λάθρα όλα τα συμπεφωνημένα, προσπαθεί να ντύσει με το μανδύα της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις επιδιώξεις εκείνων που απορρίπτουν κατ’ αρχήν κάθε ιδέα ομοσπονδιακού κράτους, αλλά φοβούνται να το πουν ανοιχτά.
Αν το καλοσκεφτούμε όμως η εν λόγω λαμπρή ιδέα σκοντάφτει στο εξής προβληματάκι: η μόνη ουσιαστική απόφαση που καλείται να πάρει η Συνέλευση είναι φυσικά το μερίδιο της εξουσίας που θα ανήκει στη μία και στην άλλη κοινότητα. Αλλά σ’ αυτό δεν μπορούν να συμφωνήσουν. Μήπως λοιπόν είναι (επιεικώς) αφελές ή κάτι πολύ χειρότερο να λέμε ότι για να λυθεί το πρόβλημα θα πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός πως οι δύο κοινότητες δεν μπορούν να συμφωνήσουν στη λύση του;
Αρνούμαι να πιστέψω ότι η επιτροπή σκέφτηκε τόσο αφελώς - άλλο προσπαθεί να πετύχει. Αν κρίνουμε από τη θέση της ότι «οι όροι του σχεδίου Ανάν είναι απολύτως ανακόλουθοι με τις βασικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και το Διεθνές Δίκαιο, ειδικότερα σε ό,τι αφορά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ελευθερία και τη δημοκρατία» και αν συνυπολογίσουμε τη δήλωση ότι η Συνέλευση θα αποφασίσει δημοκρατικά και στη συνέχεια το Σύνταγμα «θα υποβληθεί σε δημοψήφισμα στο σύνολο του λαού της νήσου», οφείλουμε να συμπεράνουμε ότι η «δημοκρατική λύση» παραχωρεί στους Ελληνοκύπριους, οι οποίοι αποτελούν την πλειοψηφία, το δικαίωμα να αποφασίζουν μόνοι τους. Με άλλα λόγια, ο πραγματικός (αλλά ανομολόγητος) στόχος της επιτροπής είναι να μετατρέψει τους Τουρκοκύπριους από μειονοτική κοινότητα σε απλή μειοψηφία που θα δέχεται αγόγγυστα τις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Προφανώς δεν πέρασε καν από το μυαλό των «8 σοφών» ότι κάτι τέτοιο αντιβαίνει στην αρχή της διζωνικής ομοσπονδίας την οποία υποτίθεται ότι έχει δεχθεί η ελληνική πλευρά. Το δε γεγονός ότι οι Τουρκοκύπριοι αποκλείεται να δεχθούν μια ρύθμιση σαφώς χειρότερη από το Σύνταγμα του 1961 -δηλαδή να κυβερνούν οι Ελληνοκύπριοι δημοκρατικά αλλά κατά βούλησιν- ουδόλως απασχόλησε την ερίτιμο επιτροπή. Και αν τους απασχόλησε, ίσως αποφάσισαν να μην το πουν, με την ελπίδα ότι θα περάσει απαρατήρητο.
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, παρόμοιο πλαίσιο είχε προτείνει εμμέσως και ο Αλέκος Αλαβάνος (πριν γίνει αρχηγός του Συνασπισμού, τότε που ασκούσε ο ίδιος το δικαίωμα να προκαταλαμβάνει τις συζητήσεις στα συλλογικά όργανα και να διαφωνεί δημόσια με την πολιτική του κόμματός του). Δεν έχω μπροστά μου το σχετικό κείμενο στην «Αυγή», αλλά θυμάμαι καλά την ουσία του «αριστερού» του επιχειρήματος: τι πάει να πει Ελληνες και Τούρκοι; Αυτά είναι δεξιά πράγματα που μας τα επέβαλαν οι ιμπεριαλιστές. Θα πρέπει να αποφασίσει ελεύθερα και δημοκρατικά ο λαός. Δηλαδή οι πλειοψηφούντες Ελληνοκύπριοι.
Φυσικά, ενδέχεται να μην το σκέφτηκε έτσι. Επειδή όμως το θεωρώ απίθανο, η μόνη δυνατή εξήγηση είναι ότι θεωρούσε όσους τον διάβαζαν ηλίθιους. Με όλα αυτά δεν προσπαθώ να σας πείσω ότι κακώς απορρίφθηκε το σχέδιο Ανάν. Αυτό σηκώνει άλλη, μεγάλη συζήτηση.
Θέλω απλώς να επισημάνω ότι το συγκεκριμένο επιχείρημα που προέβαλαν τότε ο Αλέκος Αλαβάνος και τώρα η «Επιτροπή για την ευρωπαϊκή λύση στην Κύπρο» είναι χαρακτηριστικό και θλιβερό παράδειγμα κουτοπονηριάς που μερικές φορές υποκαθιστά την πολιτική σκέψη. Να το πω διαφορετικά: ίσως υπάρχουν άλλοι, σοβαροί και έγκυροι λόγοι που δικαιολογούν το «όχι» στο σχέδιο Ανάν. Ο συγκεκριμένος όμως, δηλαδή ότι η τελική ρύθμιση θα αποφασιστεί «δημοκρατικά» από την ελληνοκυπριακή πλειοψηφία, υποβιβάζει τη συζήτηση και υποτιμά τη νοημοσύνη όλων μας.
Οσο δύσκολο και να μας έρχεται, πρέπει να δεχθούμε ότι όποιος διαφωνεί μαζί μας δεν είναι αναγκαστικά ούτε κακόπιστος ούτε βλάκας και ότι η αντιπαράθεση ιδεών και -γιατί όχι;- η σκληρή αντιδικία γυμνάζουν το μυαλό και προάγουν τη δημοκρατία. Υπό τον όρο όμως ότι θα συζητούμε σε ένα επίπεδο που δεν θα επιτρέπει κουτοπονηριές σαν τη «ριζοσπαστική» προσέγγιση του Αλ. Αλαβάνου και τη νέα προτεινόμενη λύση του Κυπριακού.
Η οποία, παραβιάζοντας λάθρα όλα τα συμπεφωνημένα, προσπαθεί να ντύσει με το μανδύα της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις επιδιώξεις εκείνων που απορρίπτουν κατ’ αρχήν κάθε ιδέα ομοσπονδιακού κράτους, αλλά φοβούνται να το πουν ανοιχτά.