Πρώτη φορά Αριστερά
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2015-11-07
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Ιανουάριο επιδέχεται πολλές αναγνώσεις. Μια απ’ αυτές, μάλλον παραμελημένη, δείχνει πόσο έχουμε προοδεύσει αν αναλογιστούμε ότι στο παρελθόν, δηλαδή πριν από μερικές δεκαετίες, μια διαφαινόμενη άνοδος της Αριστεράς, πόσω μάλλον η επικράτησή της, θα αντιμετωπιζόταν ως θανάσιμος κίνδυνος και θα ενεργοποιούσε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του μετεμφυλιακού κράτους.
Την επομένη των εκλογών του Ιανουαρίου, όμως, ο Τσίπρας μετακόμισε στο Μαξίμου ως φυσικό επακόλουθο του αποτελέσματος, το οποίο ουδείς αμφισβήτησε. Οι καιροί έχουν όντως αλλάξει.
Οι αριστεροί ωστόσο αντιμετώπισαν το γεγονός ως μη κανονικό, με την έννοια ότι του απέδωσαν σημασία κοσμοϊστορική. Η «πρώτη φορά Αριστερά» ήταν η αποκατάσταση μιας παλιάς αδικίας που οι πληγές της δεν έκλεισαν ποτέ, ήταν η δικαίωση τόσων ανθρώπων προσηλωμένων στην ίδια ιδέα που πέρασαν τα πάνδεινα γι’ αυτή, ήταν το πλήρωμα του χρόνου.
Σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, όπου το ένα αστικό κόμμα παρέδιδε την εξουσία στο άλλο με την εύλογη προσδοκία ότι στο κοντινό μέλλον θα την ανακτήσει, τη φορά αυτή η αλλαγή θα αποδεικνυόταν ποιοτικά διαφορετική.
Δυστυχώς, στη ζωή και ειδικότερα στην πολιτική τα πράγματα περιπλέκονται. Διότι ακόμα κι αν δεχθούμε ότι η παραπάνω ενστικτώδης αντίδραση του κόσμου της Αριστεράς ήταν φυσιολογική –κάτι που προσωπικά πιστεύω, εφόσον σε κάποιο μέτρο τη συμμερίζομαι– η τεράστια, η κοσμογονική σημασία που αποδόθηκε στο «πρώτη φορά Αριστερά» μπορεί έμμεσα να ευθύνεται για ορισμένα λάθη και, ακόμα χειρότερο, για κάποια ατοπήματα που με τον καιρό πληθαίνουν και παγιώνονται.
Κατ’ αρχάς, το μέγα λάθος της βιασύνης να επιβάλουν τις εκλογές όσο το δυνατόν πιο νωρίς αντί να περιμένουν να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά ο Σαμαράς.
Η οποία βιασύνη οφείλεται κυρίως στον φόβο μήπως η Ν.Δ. ανακάμψει και, τηρουμένων των αναλογιών, επαναληφθεί το σκηνικό αμέσως μετά την απελευθέρωση, όταν η Αριστερά είχε στην ουσία και δικαίως κατακτήσει την εξουσία, αλλά της την άρπαξαν μέσα απ’ τα χέρια οι δυνάμεις του κακού. Ο Δεκέμβρης του ’44 έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί.
Μετά ήρθαν τα χειρότερα. Δηλαδή τα ατοπήματα. Η σιγουριά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κέρδιζε τις εκλογές προσέδωσε στο πολιτικό αίτημά του τις διαστάσεις όχι απλώς του μείζονος, όπως συνήθως γίνεται στις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, αλλά του Υπέρτατου Καλού. Πρόκειται για μια έννοια που ανήκει στον χώρο της μεταφυσικής, όχι της πολιτικής.
Με το επόμενο βήμα, το ενδεχόμενο μιας απόλυτης ανατροπής απέτρεψε το βλέμμα από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν καθ’ οδόν προς τον ιερό σκοπό. Οταν βλέπουμε την Ιστορία να μας δικαιώνει επιτέλους, κάποιες επιλογές υποβιβάζονται στην κατηγορία του άνευ σημασίας ελάσσονος.
Ηταν κι αυτός ένας από τους λόγους για τις υποσχέσεις που μοίρασε αφειδώς ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά προς τους πάντες για τα πάντα. Ετσι εξηγείται και η παιδαριώδης υποτίμηση της αντίδρασης των εταίρων/δανειστών (εδώ συνέβαλε και ο βολονταρισμός των αριστεριστών), ενώ μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα του αγωνιστικού παροξυσμού ακούστηκαν απίστευτες ανοησίες, η πιο εξωφρενική από τις οποίες ήταν ότι οι άλλες χώρες οφείλουν να προσαρμόσουν την πολιτική τους απέναντι στην Ελλάδα σύμφωνα με τη βούληση των Ελλήνων και όχι των δικών τους λαών.
Το τι επακολούθησε το ξέρουμε: ήρθε το δημοψήφισμα, το οποίο εντός ημερών μετατράπηκε σε κωλοτούμπα του αιώνα, ήρθε και ο φουσκωμένος λογαριασμός –ας είν’ καλά ο Βαρουφάκης– ήρθαν και τα σκληρά μέτρα που οφείλει να πάρει η κυβέρνηση. Ολα αυτά, από μόνα τους, είναι πολύ ζόρικα και δυσοίωνα.
Ομως εμένα με στενοχωρούν ορισμένα άλλα, γιατί αντιβαίνουν στην έννοια της Αριστεράς όπως τη φανταζόμαστε μια ζωή: η έντονη αίσθηση ενός καθεστωτισμού που διαχέεται παντού και συνεχώς, τα κρούσματα αλαζονείας και ταυτόχρονα αμυντικής περιχαράκωσης, η δυσανεξία στην κριτική η οποία, αντί να αντικρούεται με επιχειρήματα, συχνά αποδίδεται σε ύποπτες προθέσεις και αρνητικές κατηγοριοποιήσεις, όπως διαπλεκόμενοι, μνημονιακοί, και μέχρι προσφάτως γερμανοτσολιάδες.
Γενικώς άνθρωποι που δεν δικαιούνται διά να ομιλούν. Χαρακτηριστική για την τεράστια σημασία που αποδίδουν πολλοί συριζαίοι στην ηρωική ιστορία της Αριστεράς και ταυτόχρονα ένδειξη της κατάχρησής της ήταν η αντίδραση διαφόρων δημοσιολογούντων όταν αμφισβητήθηκε –δικαίως ή αδίκως, ειλικρινά δεν ξέρω– το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς: επέστρεψαν στο ένδοξο παρελθόν και επικαλέστηκαν το σκοπευτήριο της Καισαριανής και τη Μακρόνησο.
Ξεχνώντας ότι το ηθικό πλεονέκτημα δεν κληρονομείται, αλλά κερδίζεται και χάνεται σήμερα και ανά πάσα στιγμή. Οδηγούμαστε λοιπόν στο εξής (πιθανό) συμπέρασμα: η αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφέρει ουσιαστικά από εκείνη ενός αστικού κυβερνώντος κόμματος, ενώ η υπόσχεση που έδωσε για να πάρει την εξουσία ήταν ότι το «για πρώτη φορά Αριστερά» θα συνιστούσε μια ποιοτική και συνεπώς κοσμοϊστορική αλλαγή.
Κλείνοντας, μια ερώτηση, αφήνοντας ανοιχτή την απάντηση. Ακόμα κι αν δεχθούμε ότι η τάση της ελληνικής Αριστεράς να αγιοποιεί τους αγώνες της και να μαρτυροποιεί τους νεκρούς της ευθύνεται εμμέσως για κάποια λάθη και ατοπήματα, δεν αποκλείεται να συντρέχει κι άλλος λόγος, λιγότερο ευγενής: Μήπως συνέβαλε και η φιλοδοξία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να κατακτήσει και να παραμείνει στην εξουσία;