Επιστροφή στην Κοινή Αγορά: Το λάθος της Βρετανίας
Joschka Fischer, ΤΟ ΒΗΜΑ, The Project Syndicate, Δημοσιευμένο: 2016-03-06
Όπως οι Βρετανοί, και στην ηπειρωτική Ευρώπη πολλοί αναρωτιούνται αν ο διακρατικός έλεγχος από θεσμικά όργανα που εδρεύουν στις Βρυξέλλες και η πολιτική ένωση είναι πράγματι αναγκαία. Μια χαλαρή ένωση κυρίαρχων εθνών-κρατών, που μοιράζονται τον σκληρό οικονομικό πυρήνα μιας ηπειρωτικής κοινής αγοράς - το βρετανικό μοντέλο - δεν θα ήταν αρκετή; Γιατί να ασχοληθούμε με όλη αυτήν την περίπλοκη διαδικασία ενοποίησης στην οποία εμπεριέχονται η Συνθήκη Σένγκεν, η νομισματική ένωση, και το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ, θεσμοί οι οποίοι στο κάτω κάτω δεν λειτουργούν σωστά και αποδυναμώνουν την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα των κρατών μελών;
Κοιτάζοντας την ευρωπαϊκή μεταπολεμική ιστορία, γίνεται σαφές ότι αυτή η συζήτηση μας απασχολούσε από την αρχή. Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 η Βρετανία εξακολουθούσε να εστιάζει στην Κοινοπολιτεία. Η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν την απασχολούσε ιδιαίτερα.
Λίγα χρόνια μετά την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) με τη Συνθήκη της Ρώμης το 1957, ιδρύθηκε με βρετανική πρωτοβουλία η Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ). Στόχοι της ΕΖΕΣ ήταν μια απλή τελωνειακή ένωση και μια κοινή αγορά, και σχεδιάστηκε εξ αρχής για να ανταγωνιστεί την ΕΟΚ, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ευρώπη και μεταξύ των ουδέτερων χωρών. Αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Ο λόγος που απέτυχε η ΕΖΕΣ διδάσκει πολλά: βασιζόταν αποκλειστικά σε οικονομικά συμφέροντα δίχως καμία άλλη επιδίωξη. Η ΕΖΕΣ δεν είχε ψυχή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταγωνιστεί την πρώιμη ΕΕ.
Φυσικά, τα οικονομικά συμφέροντα είχαν καθοριστική σημασία για την πρόοδο της ΕΕ. Αλλά η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης υπερέβαινε την απλή οικονομική ενοποίηση. Αφορούσε και εξακολουθεί να αφορά την υπέρβαση του ευρωπαϊκού κατακερματισμού μέσω μιας διαδικασίας ενοποίησης με αφετηρία την οικονομία και κατάληξη την πολιτική ενοποίηση. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ το γνώριζε αυτό, όπως διαπιστώνεται από την ομιλία του στη Ζυρίχη το 1946, στην οποία έκανε λόγο για τις "Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης".
Η ΕΕ είναι το κεντρικό ιστορικό σχέδιο της Ευρώπης. Η Ευρώπη αποπειράθηκε, μέχρι στιγμής με επιτυχία, να διδαχθεί από αιώνες ατέρμονων πολέμων, μέσω της δημιουργίας ενός νέου πανευρωπαϊκού συστήματος κρατών, το οποίο πλέον δεν βασίζεται μόνο σε ισορροπία δυνάμεων, αλλά και στην υπέρβαση των εθνικών ανταγωνισμών μέσω της θεσμοθέτησης κοινών συμφερόντων και κοινών αξιών. Η ΕΕ έχει επιτύχει σπουδαία πράγματα κι αυτό δεν πρέπει να λησμονείται εν μέσω των σημερινών κρίσεων.
Το βρετανικό λάθος έγκειται στην υπόθεση ότι ο ένας στόχος - μια κοινή αγορά για την Ευρώπη -, μπορεί να επιτευχθεί δίχως τον άλλον, δηλαδή την περαιτέρω πολιτική ενοποίηση σε βάθος χρόνου. Για να λειτουργήσει μια κοινή αγορά απαιτείται εκχώρηση κυριαρχίας και ένα εκτεταμένο ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο. Στην πραγματικότητα, η ΕΕ δεν μπορεί να αγνοήσει ούτε τα εθνικά κράτη, ούτε τα κοινά θεσμικά όργανα (και τις κοινές πολιτικές) χωρίς να κινδυνεύσει. Αυτά είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι της.
Και αυτή η δυαδικότητα χαρακτηρίζει την ΕΕ από την αρχή, καθώς ιδρύθηκε ως μια συνομοσπονδία με ισχυρά ομοσπονδιακά στοιχεία και θεσμικά όργανα. Όποιος αμφισβητεί την δυαδικότητα θέτει εν αμφιβόλω όλο το σύστημα, πολύ περισσότερο σήμερα που η κατάσταση στην ΕΕ είναι κάθε άλλο παρά ευνοϊκή για διαρκή σταθερότητα. Η ΕΕ θα το επιτύχει αυτό μόνο όταν κάνει το κρίσιμο βήμα προς την κατεύθυνση μιας πραγματικής ομοσπονδίας.
Γιαυτό η πλειονότητα των κρατών-μελών της ΕΕ δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλείψει τον στόχο μιας "διαρκώς στενότερης ένωσης". Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει - και ούτε υποχρεούται να έχει - τον ίδιο στόχο. Αλλά το μέλλον της Ευρωπαίκής ’Ενωσης εξαρτάται από αυτόν τον στόχο.
---
* Ο Γιόσκα Φίσερ διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας την περίοδο 1998-2005