Η επιλογή της μη βίας
Φάουστο Μπερτινότι, Κυρ. Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2006-01-29
Ο καιρός στον οποίο ζούμε σημαδεύεται από ειδικές μορφές χρήσης και οργάνωσης της βίας. Μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε -εμείς και ολόκληρος ο πλανήτης- σε ένα σπείρωμα μεταξύ πολέμου και τρομοκρατίας.
* Υπάρχει μια νέα διπολική οργάνωση του μονοπώλιου της βίας, στην οποία πόλεμος και τρομοκρατία αλληλοτροφοδοτούνται.
* Ποια είναι η πηγή αυτού του σπειρώματος; Νομίζω ότι αυτές οι δύο ακραίες απαντήσεις, ο πόλεμος και η τρομοκρατία, είναι το προϊόν της ουσίας της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Πόλεμος και τρομοκρατία απλώνουν τις ρίζες τους στις νέες μορφές εκμετάλλευσης και αλλοτρίωσης, έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται με την παγκοσμιοποίηση.
Στη βάση τους βρίσκεται μια εκμετάλλευση κυριολεκτικά δίχως όρια, η οποία δεν έχει προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία, και η οποία συνοδεύεται από μια καπιταλιστική συσσώρευση που ωθείται πέρα από τους φραγμούς που την αναχαίτιζαν.
* Αν ο πόλεμος είναι η έκφραση της διαδικασίας παγκοσμιοποίησης, η τρομοκρατική αντίδραση απλώνει τις βαθύτερες ρίζες της σε μιαν αντιδραστική ιδεολογία και πρακτική. Η τρομοκρατία δεν είναι αποκρουστική μόνον επειδή σκοτώνει και το κάνει χωρίς διάκριση, με σκοπό να σπείρει την αβεβαιότητα.
Είναι αποκρουστική και για το σκοπό της, για την κοινωνία που προτείνει.
Είναι φανερό σε αυτήν ένα οπισθοδρομικό πολιτικό σχέδιο, ένα μοντέλο κοινωνίας καταστροφικό για τα πρόσωπα και για τις ελευθερίες.
Δεν είναι τυχαίο που ο πόλεμος σήμερα εμφανίζεται σαν μια σύγκρουση πολιτισμών, στην οποία καθένα από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη θεωρεί ότι το άλλο εκπροσωπεί το κακό, δηλαδή μιαν οντότητα που πρέπει να καταστραφεί.
* Αν επικρατήσει αυτή η τρομερή διαλεκτική ανάμεσα σε πόλεμο και τρομοκρατία, οι λαοί, η συμμετοχή και το κίνημα θα έχουν χάσει το παιχνίδι. Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να απαντήσουμε στην καταστροφική βία του πολέμου και ενός αυτοκρατορικού σχεδίου με μια βία που θα κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση, που θα θεωρεί εξίσου εχθρούς και εξίσου υπεύθυνους από τη μια μεριά τους παραγωγούς του πολέμου και της καταπίεσης και από την άλλη τους λαούς και τις κοινωνίες που υπάγονται στην διακυβέρνησή τους.
Γι’ αυτό, το κίνημα βρίσκεται μπροστά σε μια στρατηγική πρόκληση. Οπως έλεγε ο Ζαν Ζορές, σήμερα ο καπιταλισμός φέρνει τον πόλεμο, όπως τα σύννεφα φέρνουν την καταιγίδα. Αν θέλουμε να διασώσουμε τον εναλλακτικό χαρακτήρα του κινήματος οφείλουμε να διαχωριστούμε ριζικά από ένα σύστημα διακυβέρνησης του κόσμου που χρησιμοποιεί τον πόλεμο και τροφοδοτεί την τρομοκρατία.
Ή κατορθώνουμε να νικήσουμε αυτό το ζεύγος, να το υπερβούμε, ή δεν υπάρχει προοπτική για μας. Ή σπάμε αυτή τη διπολική οργάνωση του μονοπώλιου της βίας ή έχουμε ηττηθεί.
Ανάμεσα στους δύο όρους αυτού του διώνυμου δεν υπάρχει άλλος χώρος εκτός από εκείνον τον ολικά και ριζικά εναλλακτικό της μη βίας.
* Εμείς δεν βρισκόμαστε μπροστά, όπως υποστήριζε ο Κλαούζεβιτς, στον πόλεμο ως συνέχιση της πολιτικής αλλά στον πόλεμο ως υποκατάσταση της πολιτικής. Για να ανακτήσει μια δική της φυσιογνωμία και δύναμη, η πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι κάτι άλλο από τον πόλεμο και κάτι άλλο από την τρομοκρατία, και επομένως δεν μπορεί παρά να είναι ακριβώς πρακτική της μη βίας.
Επιλέγουμε τη μη βία και από αναγκαιότητα, επειδή βλέπουμε ότι αυτός ο κόσμος ο παγιδευμένος μεταξύ πολέμου και τρομοκρατίας περιέχει μέσα του τον κίνδυνο της καταστροφής.
* Η επιλογή της μη βίας υπαγορεύεται επομένως από μιαν άμεση πολιτική αναγκαιότητα και από μιαν ιστορική αναγκαιότητα, αλλά και από την ανάγκη να ξαναβρούμε ώς το βάθος της την ετερότητα της αντίθεσής μας στο σύγχρονο καπιταλισμό, να ανακτήσουμε δηλαδή τη «διαφορετικότητά» μας, χωρίς παραχωρήσεις στις αυταπάτες εκείνης της μιμητικής απάντησης που για πολύ καιρό μάς επέτρεπε να δηλώνουμε: αυτοί είναι βίαιοι, επομένως και εγώ πρέπει να είμαι βίαιος (έστω κάπως λιγότερο) (...).
* Υπάρχει μια νέα διπολική οργάνωση του μονοπώλιου της βίας, στην οποία πόλεμος και τρομοκρατία αλληλοτροφοδοτούνται.
* Ποια είναι η πηγή αυτού του σπειρώματος; Νομίζω ότι αυτές οι δύο ακραίες απαντήσεις, ο πόλεμος και η τρομοκρατία, είναι το προϊόν της ουσίας της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Πόλεμος και τρομοκρατία απλώνουν τις ρίζες τους στις νέες μορφές εκμετάλλευσης και αλλοτρίωσης, έτσι όπως αυτές διαμορφώνονται με την παγκοσμιοποίηση.
Στη βάση τους βρίσκεται μια εκμετάλλευση κυριολεκτικά δίχως όρια, η οποία δεν έχει προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία, και η οποία συνοδεύεται από μια καπιταλιστική συσσώρευση που ωθείται πέρα από τους φραγμούς που την αναχαίτιζαν.
* Αν ο πόλεμος είναι η έκφραση της διαδικασίας παγκοσμιοποίησης, η τρομοκρατική αντίδραση απλώνει τις βαθύτερες ρίζες της σε μιαν αντιδραστική ιδεολογία και πρακτική. Η τρομοκρατία δεν είναι αποκρουστική μόνον επειδή σκοτώνει και το κάνει χωρίς διάκριση, με σκοπό να σπείρει την αβεβαιότητα.
Είναι αποκρουστική και για το σκοπό της, για την κοινωνία που προτείνει.
Είναι φανερό σε αυτήν ένα οπισθοδρομικό πολιτικό σχέδιο, ένα μοντέλο κοινωνίας καταστροφικό για τα πρόσωπα και για τις ελευθερίες.
Δεν είναι τυχαίο που ο πόλεμος σήμερα εμφανίζεται σαν μια σύγκρουση πολιτισμών, στην οποία καθένα από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη θεωρεί ότι το άλλο εκπροσωπεί το κακό, δηλαδή μιαν οντότητα που πρέπει να καταστραφεί.
* Αν επικρατήσει αυτή η τρομερή διαλεκτική ανάμεσα σε πόλεμο και τρομοκρατία, οι λαοί, η συμμετοχή και το κίνημα θα έχουν χάσει το παιχνίδι. Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να απαντήσουμε στην καταστροφική βία του πολέμου και ενός αυτοκρατορικού σχεδίου με μια βία που θα κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση, που θα θεωρεί εξίσου εχθρούς και εξίσου υπεύθυνους από τη μια μεριά τους παραγωγούς του πολέμου και της καταπίεσης και από την άλλη τους λαούς και τις κοινωνίες που υπάγονται στην διακυβέρνησή τους.
Γι’ αυτό, το κίνημα βρίσκεται μπροστά σε μια στρατηγική πρόκληση. Οπως έλεγε ο Ζαν Ζορές, σήμερα ο καπιταλισμός φέρνει τον πόλεμο, όπως τα σύννεφα φέρνουν την καταιγίδα. Αν θέλουμε να διασώσουμε τον εναλλακτικό χαρακτήρα του κινήματος οφείλουμε να διαχωριστούμε ριζικά από ένα σύστημα διακυβέρνησης του κόσμου που χρησιμοποιεί τον πόλεμο και τροφοδοτεί την τρομοκρατία.
Ή κατορθώνουμε να νικήσουμε αυτό το ζεύγος, να το υπερβούμε, ή δεν υπάρχει προοπτική για μας. Ή σπάμε αυτή τη διπολική οργάνωση του μονοπώλιου της βίας ή έχουμε ηττηθεί.
Ανάμεσα στους δύο όρους αυτού του διώνυμου δεν υπάρχει άλλος χώρος εκτός από εκείνον τον ολικά και ριζικά εναλλακτικό της μη βίας.
* Εμείς δεν βρισκόμαστε μπροστά, όπως υποστήριζε ο Κλαούζεβιτς, στον πόλεμο ως συνέχιση της πολιτικής αλλά στον πόλεμο ως υποκατάσταση της πολιτικής. Για να ανακτήσει μια δική της φυσιογνωμία και δύναμη, η πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι κάτι άλλο από τον πόλεμο και κάτι άλλο από την τρομοκρατία, και επομένως δεν μπορεί παρά να είναι ακριβώς πρακτική της μη βίας.
Επιλέγουμε τη μη βία και από αναγκαιότητα, επειδή βλέπουμε ότι αυτός ο κόσμος ο παγιδευμένος μεταξύ πολέμου και τρομοκρατίας περιέχει μέσα του τον κίνδυνο της καταστροφής.
* Η επιλογή της μη βίας υπαγορεύεται επομένως από μιαν άμεση πολιτική αναγκαιότητα και από μιαν ιστορική αναγκαιότητα, αλλά και από την ανάγκη να ξαναβρούμε ώς το βάθος της την ετερότητα της αντίθεσής μας στο σύγχρονο καπιταλισμό, να ανακτήσουμε δηλαδή τη «διαφορετικότητά» μας, χωρίς παραχωρήσεις στις αυταπάτες εκείνης της μιμητικής απάντησης που για πολύ καιρό μάς επέτρεπε να δηλώνουμε: αυτοί είναι βίαιοι, επομένως και εγώ πρέπει να είμαι βίαιος (έστω κάπως λιγότερο) (...).