Να δώσουμε πρόσωπο στους νεκρούς
Μαρία Κατσουνάκη, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2020-09-19
Στην Ελλάδα οι νεκροί παραμένουν απρόσωποι αριθμοί. Αν εξαιρέσει κανείς ελάχιστες περιπτώσεις (η σκηνογράφος – ενδυματολόγος Ιουλία Σταυρίδου, ο γιατρός και πολιτικός Δημήτρης Κρεμαστινός, ο ιδρυτής της Βιοϊατρικής Ευάγγελος Σπανός), όλοι σχεδόν οι υπόλοιποι συνωστίζονται σε στατιστικά στοιχεία, όπως: «…Τέλος, έχουμε τόσους ακόμα καταγεγραμμένους θανάτους και τριακόσιους τόσους θανάτους συνολικά στη χώρα. Η διάμεση ηλικία των θανόντων συμπολιτών μας ήταν τα 78 έτη και το 96,5% είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω».
Και κάπως έτσι μπαίνει τελεία. Σαν να ξεμπερδεύουμε βιαστικά από το πολύ δυσάρεστο κομμάτι, υπογείως και ανακουφιστικά. Ηλικιωμένοι ως επί το πλείστον, όταν, δε, είναι και σε οίκο ευγηρίας, μοιάζει το τέλος σχεδόν κανονικό, ελεγχόμενο. Το δε «υποκείμενο νόσημα» ηχεί καθησυχαστικά.
Πόσο διαφορετικά θα ήταν αν οι «συμπολίτες» μας αυτοί είχαν πρόσωπο, όνομα, ιδιότητα. Τότε πράγματι θα μπορούσαν να είναι οι γονείς μας, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, όπως είχε επισημάνει δακρύζοντας ο Σωτήρης Τσιόδρας. Οι φωτογραφίες δημιουργούν συνδέσεις, συνειρμούς, ταυτίσεις και εγρήγορση, μπορεί να φρενάρουν, κάπως, τους ψεκασμένους (η παθολογία της άρνησης δεν αποστομώνεται), παύουν να είναι επιδημιολογικά δεδομένα και ποσοστά, σαν λογισμικό με λογική αλλά χωρίς χαρακτηριστικά, χωρίς συναίσθημα.
Στερώντας το πρόσωπο στερούμε μια πληροφορία κομβική, άμεση και αδιαμφισβήτητη. Πιθανότατα υπάρχουν νομικά προβλήματα «προσωπικών δεδομένων», τα οποία όμως μπορούν να αρθούν με τη συγκατάθεση των οικείων. Η δημοσιότητα σε αυτή την περίπτωση, της επελαύνουσας πανδημίας, δεν είναι κανιβαλισμός. Είναι σεβασμός και αποχαιρετισμός σε όσους προσμετρούνται απλώς στην άλλη όχθη ως «70 ετών και άνω».