Ανάπτυξη στα χαρτιά
Ελίζα Παπαδάκη, Κυριακάτικη Αυγή, Δημοσιευμένο: 2006-06-04
Από ένα πλήθος ευνοϊκών στατιστικών για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατακλυζόμαστε το τελευταίο διάστημα, οι οποίες χρειάζονται ερμηνεία:
Σύμφωνα με νεότερα προσωρινά στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, το ΑΕΠ παρουσίασε ετήσια αύξηση 4,1% το πρώτο τρίμηνο φέτος (κατά τι υψηλότερη από το 4% που είχε ανακοινωθεί τρεις εβδομάδες νωρίτερα), εξέλιξη οπωσδήποτε πολύ καλή σε σύγκριση με το αντίστοιχο 1,9% της Ευρωζώνης και 2,2% συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε τι συνίσταται αυτό το 4,1%; Η κατανάλωση εξακολουθεί να εμφανίζει υψηλό ρυθμό ανόδου 3,4% (μόλις ένα δέκατο της μονάδας κάτω από την προηγούμενη εκτίμηση 3,5%). Αλλά ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων εμφανίζεται τώρα θεαματικά υψηλότερος: 6,9% από 5,3%. Αντίθετα, σημαντικά μικρότερη εμφανίζεται η ετήσια αύξηση των εξαγωγών, μόλις 1,8% από 3,5%, και λιγότερο των εισαγωγών, 2,9% από 3,2%, με το εξωτερικό ισοζύγιο να επανέρχεται στη γνώριμη πολλά χρόνια τώρα αρνητική του επίπτωση στην οικονομική μεγέθυνση, που ο υπουργός Οικονομίας επαιρόταν πέρυσι ότι είχε αντιστρέψει.
Αναθεωρήσεις τέτοιας έκτασης στις επενδύσεις και στις εξαγωγές, οι οποίες όμως αλληλοεξουδετρώνονται οδηγώντας σε έναν παραπλήσιο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης - και αυτός είναι που προβάλλεται - προβληματίζουν πάντως για την εγκυρότητα συνολικά των υπολογισμών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Όσον αφορά την κατανάλωση, η καταγραφόμενη άνοδος στους εθνικούς λογαριασμούς (όπου περιλαμβάνεται και η μηδενική περίπου σε πραγματικούς όρους αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης, όπως προκύπτει από το ονομαστικό 3,1% των πρωτογενών δαπανών που έχει ανακοινωθεί, οπότε το ίδιωτικό σκέλος πρέπει να ξεπερνά το 3,4%) διασταυρώνεται με την ετήσια αύξηση 4,1% που παρουσίασε ο δείκτης του όγκου των λιανικών πωλήσεων το πρώτο τρίμηνο φέτος. Η ανάλυση αυτού του δείκτη γεννά όμως ερωτηματικά: Αύξηση 11,1% εμφανίζουν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων, αλλά μείωση 3,4% η κατηγορία "τρόφιμα-ποτά-καπνός". Επίσης αύξηση 12,1% τα πολυκαταστήματα, αλλά μείωση 5,6% η ένδυση-υπόδηση. Οι διαφορές υποδηλώνουν την αναδιάρθρωση του εμπορίου εις βάρος των μικρών επιχειρήσεων, ενδεχομένως όμως και την έξαρση της φοροδιαφυγής. Αν και το υπουργείο Οικονομικών έχει ανακοινώσει αύξηση των εισπράξεων ΦΠΑ 14% το πρώτο τρίμηνο φέτος, η βάση για την αύξηση ήταν πολύ χαμηλή, αφού πέρυσι οι εισπράξεις είχαν καταρρεύσει.
Από την άλλη πλευρά, μια ετήσια άνοδος της τάξης του 3,5% στην κατανάλωση δεν διασταυρώνεται με την αύξηση κατά 0,3% μόνο του μέσου πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των μισθωτών το 2005 (Τράπεζα Ελλάδος), με τη μείωση του αγροτικού εισοδήματος που καταγράφει η Eurostat, με τη συμπίεση που υφίστανται μικροί επιχειρηματίες και επαγγελματίες, όπως δείχνουν και τα στοιχεία για το εμπόριο που προαναφέρθηκαν. Μένει ως εξήγηση η ραγδαία αύξηση του καταναλωτικού δανεισμού, η μεγάλη παραοικονομία, αλλά μήπως και το ενδεχόμενο η πραγματική κατανάλωση συνολικά να μην αυξάνεται τόσο όσο εμφανίζουν οι στατιστικές;
Ακόμα πιο δυσεξήγητη είναι η θεαματική άνοδος 6,9% που καταγράφουν οι εθνικοί λογαριασμοί στις επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι δαπάνες για τις δημόσιες επενδύσεις αυξήθηκαν μόλις κατά 0,7% το πρώτο τεράμηνο φέτος, σε πραγματικούς όρους δηλαδή η μείωση συνεχίζεται. Αξιόλογη αύξηση των βιομηχανικών επενδύσεων, που να δικαιολογεί έναν τέτοιο ρυθμό, δεν διακρίνουν οι έρευνες του ΙΟΒΕ. Η μεγάλη ωστόσο αύξηση των εισαγωγών (εκτός καυσίμων και πλοίων) στο ισοζύγιο πληρωμών της Τράπεζας της Ελλάδος το πρώτο τρίμηνο κατά 1,4 δισ. ευρώ ή 19,2%, ενώ πέρυσι είχαν μειωθεί ελαφρά, δεν αποκλείεται κατά ένα μέρος να οφείλεται σε αγορές παραγωγικού εξοπλισμού. Μολονότι άλλωστε οι εκτιμήσεις και οι προσδοκίες των κατασκευαστικών εταιρειών παραμένουν αρνητικές, όχι μόνο για τα δημόσια αλλά και για ιδιωτικά έργα, ο μεγάλος αριθμός οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν το 2005 για να προλάβουν οι ενδιαφερόμενοι τον ΦΠΑ στα ακίνητα πρέπει να οδηγεί σε κάποια αντίστοιχη αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες φέτος.
Όσο για τη χειροτέρευση των εκτιμήσεων των εθνικών λογαριασμών για τις εξαγωγές, αυτή συμβαδίζει με τη μεγάλη διεύρυνση (κατά 35%) που παρουσιάζει το εμπορικό έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών, από την οποία ένα δισ. ευρώ, κάτι λιγότερο από το μισό, είναι καύσιμα. Χωρίς πλοία και καύσιμα οι εξαγωγές δείχνουν εδώ αύξηση 18,8%, που δεν αντισταθμίζει όμως την ανάλογη ποσοστιαία αύξηση των τετραπλάσιων σχεδόν εισαγωγών.
Αισιοδοξία επιχειρήσεων
Αν μια τόσο συγκεχυμένη εικόνα δεν προσφέρεται για κυβερνητικές θριαμβολογίες, στον κόσμο των επιχειρήσεων η αισιοδοξία φαίνεται να ενισχύεται. Η βελτίωση του κλίματος που κατέγραψε τον Απρίλιο το ΙΟΒΕ - κυρίως στις υπηρεσίες λόγω των θετικών προσδοκιών του τουριστικού τομέα, ενώ στη βιομηχανία είχε διατηρηθεί στα θετικά πάντως επίπεδα του Μαρτίου, στο λιανικό εμπόριο υποχωρούσε ελαφρά και στις κατασκευές σημείωνε έντονη πτώση - το Μάιο συνεχίσθηκε εντονότερη.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος, που από 98,5 το Μάρτιο είχε ανέβει σε 99 τον Απρίλιο, έκανε τώρα ένα άλμα σε 102,6. Όπως προκύπτει από στοιχεία που δημοσίευσε προχθές η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (και θα παρουσιάσει αναλυτικότερα το ΙΟΒΕ), στις υπηρεσίες οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις εξακολούθησαν εξίσου ανοδικές. Αλλά άνοδος παρατηρήθηκε και στη βιομηχανία, ελαφρά και στις κατασκευές, με μόνο το λιανικό εμπόριο να υποχωρεί περαιτέρω. Το Μάιο καταγράφηκε μάλιστα βελτίωση και στην καταστροφική συνήθως εμπιστοσύνη των καταναλωτών: από -40 σε -36.
Σύμφωνα με νεότερα προσωρινά στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, το ΑΕΠ παρουσίασε ετήσια αύξηση 4,1% το πρώτο τρίμηνο φέτος (κατά τι υψηλότερη από το 4% που είχε ανακοινωθεί τρεις εβδομάδες νωρίτερα), εξέλιξη οπωσδήποτε πολύ καλή σε σύγκριση με το αντίστοιχο 1,9% της Ευρωζώνης και 2,2% συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε τι συνίσταται αυτό το 4,1%; Η κατανάλωση εξακολουθεί να εμφανίζει υψηλό ρυθμό ανόδου 3,4% (μόλις ένα δέκατο της μονάδας κάτω από την προηγούμενη εκτίμηση 3,5%). Αλλά ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων εμφανίζεται τώρα θεαματικά υψηλότερος: 6,9% από 5,3%. Αντίθετα, σημαντικά μικρότερη εμφανίζεται η ετήσια αύξηση των εξαγωγών, μόλις 1,8% από 3,5%, και λιγότερο των εισαγωγών, 2,9% από 3,2%, με το εξωτερικό ισοζύγιο να επανέρχεται στη γνώριμη πολλά χρόνια τώρα αρνητική του επίπτωση στην οικονομική μεγέθυνση, που ο υπουργός Οικονομίας επαιρόταν πέρυσι ότι είχε αντιστρέψει.
Αναθεωρήσεις τέτοιας έκτασης στις επενδύσεις και στις εξαγωγές, οι οποίες όμως αλληλοεξουδετρώνονται οδηγώντας σε έναν παραπλήσιο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης - και αυτός είναι που προβάλλεται - προβληματίζουν πάντως για την εγκυρότητα συνολικά των υπολογισμών της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Όσον αφορά την κατανάλωση, η καταγραφόμενη άνοδος στους εθνικούς λογαριασμούς (όπου περιλαμβάνεται και η μηδενική περίπου σε πραγματικούς όρους αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης, όπως προκύπτει από το ονομαστικό 3,1% των πρωτογενών δαπανών που έχει ανακοινωθεί, οπότε το ίδιωτικό σκέλος πρέπει να ξεπερνά το 3,4%) διασταυρώνεται με την ετήσια αύξηση 4,1% που παρουσίασε ο δείκτης του όγκου των λιανικών πωλήσεων το πρώτο τρίμηνο φέτος. Η ανάλυση αυτού του δείκτη γεννά όμως ερωτηματικά: Αύξηση 11,1% εμφανίζουν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων, αλλά μείωση 3,4% η κατηγορία "τρόφιμα-ποτά-καπνός". Επίσης αύξηση 12,1% τα πολυκαταστήματα, αλλά μείωση 5,6% η ένδυση-υπόδηση. Οι διαφορές υποδηλώνουν την αναδιάρθρωση του εμπορίου εις βάρος των μικρών επιχειρήσεων, ενδεχομένως όμως και την έξαρση της φοροδιαφυγής. Αν και το υπουργείο Οικονομικών έχει ανακοινώσει αύξηση των εισπράξεων ΦΠΑ 14% το πρώτο τρίμηνο φέτος, η βάση για την αύξηση ήταν πολύ χαμηλή, αφού πέρυσι οι εισπράξεις είχαν καταρρεύσει.
Από την άλλη πλευρά, μια ετήσια άνοδος της τάξης του 3,5% στην κατανάλωση δεν διασταυρώνεται με την αύξηση κατά 0,3% μόνο του μέσου πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των μισθωτών το 2005 (Τράπεζα Ελλάδος), με τη μείωση του αγροτικού εισοδήματος που καταγράφει η Eurostat, με τη συμπίεση που υφίστανται μικροί επιχειρηματίες και επαγγελματίες, όπως δείχνουν και τα στοιχεία για το εμπόριο που προαναφέρθηκαν. Μένει ως εξήγηση η ραγδαία αύξηση του καταναλωτικού δανεισμού, η μεγάλη παραοικονομία, αλλά μήπως και το ενδεχόμενο η πραγματική κατανάλωση συνολικά να μην αυξάνεται τόσο όσο εμφανίζουν οι στατιστικές;
Ακόμα πιο δυσεξήγητη είναι η θεαματική άνοδος 6,9% που καταγράφουν οι εθνικοί λογαριασμοί στις επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι δαπάνες για τις δημόσιες επενδύσεις αυξήθηκαν μόλις κατά 0,7% το πρώτο τεράμηνο φέτος, σε πραγματικούς όρους δηλαδή η μείωση συνεχίζεται. Αξιόλογη αύξηση των βιομηχανικών επενδύσεων, που να δικαιολογεί έναν τέτοιο ρυθμό, δεν διακρίνουν οι έρευνες του ΙΟΒΕ. Η μεγάλη ωστόσο αύξηση των εισαγωγών (εκτός καυσίμων και πλοίων) στο ισοζύγιο πληρωμών της Τράπεζας της Ελλάδος το πρώτο τρίμηνο κατά 1,4 δισ. ευρώ ή 19,2%, ενώ πέρυσι είχαν μειωθεί ελαφρά, δεν αποκλείεται κατά ένα μέρος να οφείλεται σε αγορές παραγωγικού εξοπλισμού. Μολονότι άλλωστε οι εκτιμήσεις και οι προσδοκίες των κατασκευαστικών εταιρειών παραμένουν αρνητικές, όχι μόνο για τα δημόσια αλλά και για ιδιωτικά έργα, ο μεγάλος αριθμός οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν το 2005 για να προλάβουν οι ενδιαφερόμενοι τον ΦΠΑ στα ακίνητα πρέπει να οδηγεί σε κάποια αντίστοιχη αύξηση των επενδύσεων σε κατοικίες φέτος.
Όσο για τη χειροτέρευση των εκτιμήσεων των εθνικών λογαριασμών για τις εξαγωγές, αυτή συμβαδίζει με τη μεγάλη διεύρυνση (κατά 35%) που παρουσιάζει το εμπορικό έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών, από την οποία ένα δισ. ευρώ, κάτι λιγότερο από το μισό, είναι καύσιμα. Χωρίς πλοία και καύσιμα οι εξαγωγές δείχνουν εδώ αύξηση 18,8%, που δεν αντισταθμίζει όμως την ανάλογη ποσοστιαία αύξηση των τετραπλάσιων σχεδόν εισαγωγών.
Αισιοδοξία επιχειρήσεων
Αν μια τόσο συγκεχυμένη εικόνα δεν προσφέρεται για κυβερνητικές θριαμβολογίες, στον κόσμο των επιχειρήσεων η αισιοδοξία φαίνεται να ενισχύεται. Η βελτίωση του κλίματος που κατέγραψε τον Απρίλιο το ΙΟΒΕ - κυρίως στις υπηρεσίες λόγω των θετικών προσδοκιών του τουριστικού τομέα, ενώ στη βιομηχανία είχε διατηρηθεί στα θετικά πάντως επίπεδα του Μαρτίου, στο λιανικό εμπόριο υποχωρούσε ελαφρά και στις κατασκευές σημείωνε έντονη πτώση - το Μάιο συνεχίσθηκε εντονότερη.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος, που από 98,5 το Μάρτιο είχε ανέβει σε 99 τον Απρίλιο, έκανε τώρα ένα άλμα σε 102,6. Όπως προκύπτει από στοιχεία που δημοσίευσε προχθές η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (και θα παρουσιάσει αναλυτικότερα το ΙΟΒΕ), στις υπηρεσίες οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις εξακολούθησαν εξίσου ανοδικές. Αλλά άνοδος παρατηρήθηκε και στη βιομηχανία, ελαφρά και στις κατασκευές, με μόνο το λιανικό εμπόριο να υποχωρεί περαιτέρω. Το Μάιο καταγράφηκε μάλιστα βελτίωση και στην καταστροφική συνήθως εμπιστοσύνη των καταναλωτών: από -40 σε -36.