Νέος Ποινικός Κώδικας: Τι είναι αυτό που κάναμε;
Παντελής Καψής, Athens Voice, Δημοσιευμένο: 2024-02-16
Στην προεπαναστατική Γαλλία υπήρχε η πρόβλεψη των «Lettre de cachet». Με αυτά ο βασιλιάς μπορούσε να κλείσει στη φυλακή ή να στείλει στην εξορία όποιον ήθελε, χωρίς να χρειαστεί να δώσει λογαριασμό σε κανέναν. Αυτό που προκαλούσε ιδιαίτερες αντιδράσεις ήταν ότι το θύμα δεν είχε κανέναν τρόπο να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Δεν μπορούσε να μάθει καν ποιες ήταν οι κατηγορίες εναντίον του. Όλα γίνονταν εν κρυπτώ. Φυσικά τα Lettre de cachet καταργήθηκαν με την επανάσταση. Σήμερα η δημοσιότητα της δίκης αποτελεί ένα από τα θεμέλια του κράτους δικαίου.
Έτσι νομίζαμε τουλάχιστον. Γιατί με τον νέο Ποινικό Κώδικα που εισηγείται ο κ. Φλωρίδης αρχίζουν και μπαίνουν κάποιοι περιορισμοί. Έτσι στο εξής, αν ψηφιστεί το σχετικό νομοσχέδιο, οι αστυνομικοί δεν θα υποχρεούνται να παρίστανται στις δίκες στις οποίες είναι μάρτυρες. Δεν θα υποχρεούνται να απαντούν στις ερωτήσεις της υπεράσπισης, ούτε θα μπορεί να ελεγχθεί η αξιοπιστία των καταθέσεών τους στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας, παρά μόνο «κατ’ εξαίρεση». Αν το ζητήσει δηλαδή το δικαστήριο ή ο εισαγγελέας, όχι η υπεράσπιση. Και πάλι αυτό θα γίνεται με τεχνικά μέσα, όπου είναι εφικτό, όχι διά ζώσης. Στην πραγματικότητα ο πολίτης θα καθίσταται αδύναμος να υπερασπιστεί την αθωότητά του από ενδεχόμενες κακόβουλες καταθέσεις αστυνομικών.
Αυτή είναι μία μόνο από τις ιδιαιτερότητες των αλλαγών στον ποινικό κώδικα οι οποίες έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τον νομικό κόσμο. Μέχρι στιγμής έχουν βγάλει καταδικαστικές ανακοινώσεις η Νομική Σχολή Αθηνών, η Ένωση Ποινικολόγων, η μειοψηφία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ενώ έχουν υπογράψει και ψήφισμα 39 καθηγητές της νομικής. Κοινή συνισταμένη είναι ότι με τις αλλαγές πλήττονται βασικά δικαιώματα των πολιτών. Γράφει χαρακτηριστικά το ψήφισμα των καθηγητών Νομικής: «Οι προτεινόμενες αλλαγές θίγουν βασικούς πυλώνες της δίκαιης δίκης, της αρχής του κράτους δικαίου και της αναζήτησης της αλήθειας, καθιστώντας προβληματική τη φιλελεύθερη και εγγυητική λειτουργία της ποινικής δίκης».
Advertisement
Οι αλλαγές που προσπαθεί να περάσει ο Φλωρίδης δεν αποτελούν φυσικά κεραυνό εν αιθρία. Αποτελούν συνέχεια της πολιτικής της πρώτης τετραετίας. Με υπουργό τον κ. Τσιάρα, ιατρό στο επάγγελμα, η κυβέρνηση σε κάθε πρόβλημα που ανέκυπτε είχε μία και μόνη απάντηση: αυστηροποίηση των ποινών. Κατά καιρούς, ανάμεσα σε άλλα, ο κ. Τσιάρας είχε ανακοινώσει την αυστηροποίηση των ποινών για τον εμπρησμό, τα περιβαλλοντικά εγκλήματα εν γένει, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, τα σεξουαλικά εγκλήματα, την ενδοοικογενειακή βία, την κλοπή σιδηροδρομικού υλικού, τη διακίνηση μεταναστών, τα τροχαία και τη βία κατά εργαζομένων. Ο κατάλογος ήταν ανοικτός και εμπλουτιζόταν ανάλογα με την επικαιρότητα.
Ο κίνδυνος γελοιοποίησης και η κριτική για δικαστικό λαϊκισμό έκαναν επιτακτική την αλλαγή πολιτικής. Έτσι ανέλαβε το έργο ο κ. Φλωρίδης και το ανέλαβε, στην κυριολεξία, προσωπικά. Γιατί το νομοσχέδιο έχει και μία ακόμα ιδιαιτερότητα. Δεν εκπονήθηκε από μια νομοπαρασκευαστική επιτροπή της Βουλής με τη συμμετοχή όλων των φορέων, πανεπιστημιακών, δικαστικών λειτουργών, δικηγόρων, όπως «παγίως συνηθίζεται». Το έφερε σε πέρας μόνος του ο κ. Φλωρίδης με τις υπηρεσίες του υπουργείου. Έτσι σήμερα ασκείται έντονη κριτική για «νομοτεχνική προχειρότητα» και ασυμβατότητα «με τις διατάξεις του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».