Η Βόρεια Μακεδονία και τα όρια της πολιτικής της ισχύος

Σωτήρης Βαλντέν, Εποχή, Δημοσιευμένο: 2024-05-26

Σωτήρης Βαλντέν
Σωτήρης Βαλντέν

Εν μέσω πολλαπλών διεθνών και περιφερειακών κρίσεων, μερικές βδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές, το μακεδονικό έρχεται πάλι στο προσκήνιο. Αιτία αυτή τη φορά η εκλογική νίκη του εθνικιστικού και δεξιού VMRO και η παραβίαση της συμφωνίας των Πρεσπών από τη νέα μακεδονική ηγεσία που αναφέρεται στη χώρα της ως «Μακεδονία», αντί του συμφωνημένου «Βόρεια Μακεδονία». Ένα κύμα αγανάκτησης αρχίζει πάλι να φουντώνει στην Ελλάδα. Κυβέρνηση, πολιτικοί και ΜΜΕ συναγωνίζονται σε καταγγελίες και απειλές ενάντια στους γείτονες. Όμως το μόνο που δεν συζητιέται στη χώρα μας είναι τι σημαίνουν για μας και για την περιοχή οι εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία, πώς φθάσαμε ως εδώ και πώς θα υπάρξει διέξοδος.

Η στάση της Ελλάδας για τη γείτονα χώρα

Ας αρχίσουμε με μια ιστορική αναδρομή για να δούμε πώς φθάσαμε στη σημερινή κατάσταση.

Ως γνωστόν, η Ελλάδα επαίρεται πως ασκεί πάντα εξωτερική πολιτική αρχών στηριγμένη στο Διεθνές Δίκαιο. Ουδέν αναληθέστερον. Στην πραγματικότητα το Διεθνές Δίκαιο το επικαλούμαστε όποτε μας συμφέρει. Όποτε νομίζουμε πως δεν μας συμφέρει, το αγνοούμε και το καταπατούμε. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των σχέσεών μας με τη Βόρεια Μακεδονία, ένα κράτος από κάθε άποψη ασθενέστερο από εμάς, που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αλλά κατόρθωσε να μην εμπλακεί στους εκεί φονικούς πολέμους τη δεκαετία του ’90.

Επί 25 και πάνω έτη η Ελλάδα, κατά παράβαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου, αρνιόταν στη γείτονα το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού με το όνομα που έφερε ως ομόσπονδο κράτος της Γιουγκοσλαβίας. Παρεμπόδιζε τον ευρωατλαντικό της δρόμο, εκμεταλλευόμενη και τη θέση της ως μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Έφτασε να της επιβάλει δύο φορές εμπορικό εμπάργκο, έξω από κάθε πλαίσιο νόμιμης διεθνούς συμπεριφοράς. Καλλιέργησε το μίσος και την εθνικιστική υστερία απέναντι στο λαό της. Παραβίασε κατάφωρα την Ενδιάμεση Συμφωνία που είχε υπογράψει το 1995, προβάλλοντας το περίφημο «βέτο του Βουκουρεστίου» στην ένταξή της στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα καταδικάστηκε γι’ αυτό από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αλλά αγνόησε τη σχετική απόφαση. Αγνόησε επίσης καταδικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου επειδή απαγόρευε τον εθνοτικό αυτοπροσδιορισμό ελλήνων πολιτών ως Μακεδόνων.

Άλλη είναι βέβαια η εικόνα που έχουν οι περισσότεροι Έλληνες. Σε εμάς εθεωρείτο αυταπόδεικτο πως οι γείτονες μάς «έκλεψαν» το όνομα «Μακεδονία» και πως με την «κλοπή» αυτή απειλούσαν τη χώρα μας (!), οπότε δικαιολογιόταν κάθε αντίδραση («νόμος είναι το δίκαιο της Ελλάδας»). Όμως κανείς εκτός Ελλάδας δεν μοιραζόταν αυτή την προσέγγιση. Και βέβαια οι πολίτες της γείτονος έβλεπαν τη χώρα τους να αποκλείεται από παντού με το «έτσι θέλω» της Αθήνας, παρά το γεγονός πως ήταν το κράτος της περιοχής που πληρούσε περισσότερο τα κριτήρια ένταξης στην Ευρώπη και τη Δύση. Φούντωσε έτσι μια αίσθηση αδικίας που τροφοδοτούσε τον εκεί εθνικισμό και συνέβαλε στην άνοδο στην κυβέρνηση του ακραίου Γκρουέφσκι (2006-2016).

Το 2017-2018 το σκηνικό άλλαξε. Με την κλιμάκωση της έντασης με τη Ρωσία, αυξήθηκε η πίεση της Ουάσιγκτον για λύση στο μακεδονικό, λύση που θα επέτρεπε την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. Στη γειτονική χώρα ο Γκρουέφσκι αντικαταστάθηκε από τον δημοκρατικό Ζάεφ που δεν είχε εθνικιστικές παρωπίδες, πίστευε δε, μάλλον αφελώς, πως το φωτεινό μέλλον της πατρίδας του θα εξασφαλιζόταν με την άνευ όρων υποταγή στις βουλήσεις της Δύσης. Σε εμάς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κουβαλούσε τα εθνικιστικά βαρίδια των προηγούμενων κυβερνήσεων Δεξιάς και ΠΑΣΟΚ, ο δε Τσίπρας έδειξε και ένα πολιτικό θάρρος που είχε λείψει από τους προκατόχους του. Έτσι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για λύση.

Ο συμβιβασμός της συμφωνίας των Πρεσπών

Λύση σήμαινε βέβαια αμοιβαίους συμβιβασμούς. Η γείτων υποχρεώθηκε να δεχτεί την αλλαγή του συνταγματικού της ονόματος (διατηρώντας πάντως τη λέξη «Μακεδονία»), ενώ προέβη και σε άλλες παραχωρήσεις: δεσμεύτηκε να μην εγείρει μειονοτικό στην Ελλάδα (κατά παράβαση δικαιώματος που της παρέχει το διεθνές δίκαιο). με διάταξη της συμφωνίας, αποποιήθηκε κάθε σχέση με την αρχαία Μακεδονία, πράγμα που, με δεδομένη την γραφική αρχαιολαγνεία των Μακεδόνων εθνικιστών, φαίνεται εκ πρώτης όψεως λογικό. Όμως η εισαγωγή ζητημάτων αρμοδιότητας των ιστορικών σε διακρατική συμφωνία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, και αυτό φάνηκε όταν την Ελλάδα μιμήθηκαν αργότερα οι Βούλγαροι, επιδιώκοντας μέσω άλλης συμφωνίας την παραίτηση της Βόρειας Μακεδονίας, από τον πυρήνα της ιστορικής της κληρονομιάς.

Παραχωρήσεις έκανε και η Ελλάδα, αν και επρόκειτο για «παραχωρήσεις» σε σχέση με παράλογες μαξιμαλιστικές θέσεις του ελληνικού εθνικισμού. Απέσυρε την απαίτηση να μην υπάρχει η λέξη «Μακεδονία» στο όνομα της γείτονος (βάσει της απόφασης των αρχηγών του 1992), καθώς και την άρνηση ύπαρξης μακεδονικής γλώσσας και (εμμέσως) μακεδονικού έθνους. Ίσως η μείζων ελληνική «παραχώρηση» να ήταν η αποδοχή πως διακρατικές διαφορές λύνονται με συμβιβασμούς, πράγμα που αρνούνται λυσσαλέα οι υπερπατριώτες μας. Όσοι στηρίξαμε τη συμφωνία, αποκαλέσαμε αυτό το τελευταίο «πνεύμα των Πρεσπών».

Το ότι ο συμβιβασμός της συμφωνίας των Πρεσπών αντανακλά την ισχυρότερη θέση της Ελλάδας είναι ηλίου φαεινότερον. Και όμως στην πατρίδα μας ξεσηκώθηκε θύελλα πως η συμφωνία είναι δήθεν ετεροβαρής σε βάρος μας. Αυτά υποστήριζαν οι εθνικιστές όλων των αποχρώσεων, που πολύ θα ήθελαν να εξαφανίσουν την μικρή γείτονα. Τα υποστήριξαν όμως εκ του πονηρού και ο κ. Μητσοτάκης και το κόμμα του, όπως και το ΠΑΣΟΚ. Αυτοί γνώριζαν βέβαια την πραγματικότητα, αλλά βρήκαν ευκαιρία να δημαγωγήσουν «πατριωτικά» προς άγραν ψήφων. Δεν δίστασαν μάλιστα να κατέβουν στους δρόμους από κοινού με τους φασίστες. Η συμφωνία τελικά κυρώθηκε οριακά, όμως το κλίμα που καλλιέργησε η ΝΔ, νομιμοποιώντας το ακροδεξιό αφήγημα, θα δηλητηριάζει επί μακρόν την εξωτερική πολιτική και την κοινωνία μας.

Η αποδοχή της συμφωνίας από τους γείτονες ήταν βέβαια ακόμη πιο δύσκολη. Και εκεί οι υπερπατριώτες αφηνιάσανε, για τον ακριβώς αντίθετο λόγο από τους έλληνες ομοϊδεάτες τους. Όχι και εντελώς αδικαιολόγητα, κατήγγειλαν τις Πρέσπες ως ετεροβαρείς σε βάρος τους. αξιοποίησαν δε την πολυετή αδικία κατά της χώρας τους για να προσελκύσουν πολίτες σε απορριπτικές θέσεις. Τελικά επικράτησαν ευτυχώς όσοι εκτίμησαν πως οι Πρέσπες διαφύλασσαν το μείζον, την εθνική τους ταυτότητα (Μακεδονία στο όνομα, γλώσσα, έθνος), ενώ άνοιγαν τον δρόμο για το ΝΑΤΟ και -κυρίως- για την ΕΕ. Διότι σύσσωμη η Δύση είχε παρέμβει υποσχόμενη γρήγορη πορεία προς την Ευρώπη και απειλώντας πως τυχόν απόρριψη της συμφωνίας θα άνοιγε τις πύλες της κολάσεως. «Βόρεια Μακεδονία ή Βόρεια Κορέα» είχε δηλώσει ο γάλλος πρέσβης στα Σκόπια. Έτσι λοιπόν, με ένα μεγάλο δυτικό καρότο, και με ένα ακόμη μεγαλύτερο μαστίγιο (καθώς και με ένα γερό bullying), οι γείτονες Μακεδόνες ενέκριναν τη συμφωνία.

Τέλος καλό, όλα καλά; Όχι ακριβώς.

Εκβιασμός στο όνομα της «ευρωπαϊκής προοπτικής»

Όσον αφορά την Ελλάδα, η νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη, με μια θεαματική «κωλοτούμπα», εφάρμοσε τη συμφωνία στα βασικά της, αλλά όχι πλήρως: δεν κύρωσε τρία εφαρμοστικά πρωτόκολλα, πολλοί υπουργοί και στελέχη της δεν βάζουν στο στόμα τους το «Βόρεια Μακεδονία» (και συχνά κομπάζουν γι’ αυτό), οι πινακίδες στη βόρεια Ελλάδα ακόμη δείχνουν προς «Σκόπια» ή προς «Γιουγκοσλαβία», και αρκετά άλλα. Ο κ. Μητσοτάκης επιδόθηκε σε μια δύσκολη άσκηση ισορροπίας με τα μάτια στραμμένα στο εθνικιστικό του κοινό και στο κόμμα του, με την ισχυρή παρουσία «Μακεδονομάχων». Αν καταγράφαμε τις παραβιάσεις της συμφωνίας από τα δύο μέρη, είναι περίπου βέβαιο πως η χώρα μας θα έπαιρνε το βραβείο.

Για τους γείτονες όμως αυτά ήταν δευτερεύοντα. Με τις Πρέσπες ήθελαν κυρίως τη γρήγορη πορεία προς την ΕΕ, αυτό δηλαδή που τους είχαν υποσχεθεί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί για να υπογράψουν. Από εμάς τους αρκούσε να μην αρχίσουμε πάλι τα βέτο και βέβαια να μην τους βρίζουμε όταν έρχονται στην Ελλάδα να κάνουν τα μπάνια τους. Αυτά λίγο-πολύ φαινόταν πως έχουν επιτευχθεί.

Το πρόβλημα όμως τώρα δεν ήταν η Ελλάδα. Γρήγορα φάνηκε πως οι υποσχέσεις των Δυτικών για ένταξη στην ΕΕ ήταν αέρας κοπανιστός. Πρώτος, ο γάλλος πρόεδρος Μακρόν αποφάσισε πως δεν ήθελε νέα διεύρυνση, μάλλον γιατί φοβόταν την αντίδραση της Λεπέν στην ένταξη της Αλβανίας (που πήγαινε «πακέτο» με τη Βόρεια Μακεδονία). Νέο λοιπόν βέτο στους δύστυχους Μακεδόνες. Όσοι φοβούνταν πως οι Ρώσοι θα εκμεταλλευτούν το κενό που άφηνε η Ευρώπη στα Βαλκάνια, έπεισαν τελικά τους Γάλλους να άρουν το βέτο με αντάλλαγμα την υιοθέτηση αυστηρότερης διαδικασίας για την ένταξη κρατών στην ΕΕ. Εκούσες-άκουσες οι υποψήφιες χώρες δέχτηκαν το νέο πλαίσιο. Άρχισαν πάλι να ελπίζουν, έστω και αν το καπρίτσιο Μακρόν στοίχισε άλλον 1½ χρόνο καθυστέρησης, χωρίς να φταίνε σε τίποτε οι ενδιαφερόμενοι και ακριβώς τη στιγμή που η Βόρεια Μακεδονία περίμενε την υπεσχημένη ανταμοιβή για την αποδοχή των ελληνικών αξιώσεων.

Όμως και πάλι η υπόθεση δεν τελείωσε εκεί. «Ξύπνησε» τώρα η Βουλγαρία, που κι αυτή είναι συχνά έρμαιο εθνικιστικών δυνάμεων και έχει ανάλογες με την Ελλάδα ιστορικές διαφορές με τη Βόρεια Μακεδονία. Για την ακρίβεια, οι διαφορές της είναι σοβαρότερες από της Ελλάδας, αφού εδώ το πρόβλημα δεν είναι ένα όνομα και ο Μέγας Αλέξανδρος, αλλά η ίδια η οντότητα του μακεδονικού έθνους και της μακεδονικής γλώσσας, που για τον βουλγαρικό εθνικισμό δεν υπάρχουν, είναι βουλγαρικά. Σκέφθηκε λοιπόν η κυβέρνηση της Σόφιας πως αφού οι Έλληνες πέτυχαν αυτά που ήθελαν, γιατί να μην το πετύχουν και αυτοί. Κορόιδα είναι;

Έθεσε έτσι και η Βουλγαρία βέτο, ζητώντας από τα Σκόπια να δεχτούν το βουλγαρικό εθνικό αφήγημα που επικαλύπτει αυτό της μακεδονικής εθνογένεσης, αλλά και να αναγνωρίσουν συνταγματικά την ύπαρξη βουλγαρικής μειονότητας. Το τελευταίο ανοίγει την πόρτα για το ροκάνισμα της μακεδονικής εθνότητας, καθώς η Σόφια εκδίδει βουλγαρικά διαβατήρια σε μεγάλο αριθμό πολιτών της Βόρειας Μακεδονίας υπό τον όρο να δηλώσουν Βούλγαροι. Με άλλα λόγια, η βουλγαρική μειονότητα στη Βόρεια Μακεδονία θα είναι κατά κύριο λόγοι όσοι, υποκινούμενοι και αμειβόμενοι από τη Σόφια με κοινοτικά διαβατήρια, αρνούνται τη μακεδονική τους εθνότητα.

Η απελπισία και η αγανάκτηση των Μακεδόνων κορυφώθηκε. Τους ζητούσαν για τρίτη φορά να αλλάξουν το σύνταγμά τους και να θεσμοθετήσουν μια διαδικασία που θα επέτρεπε στη Βουλγαρία να υπονομεύει στο διηνεκές την εθνική τους ταυτότητα. Όσοι ήλπιζαν ακόμη στις υποσχέσεις της Δύσης, νόμισαν πως Ευρώπη και ΗΠΑ θα παρέμβαιναν για να «μαζέψουν» τους Βούλγαρους. Και πράγματι η Δύση παρενέβη. Όχι όμως όπως έλπιζαν οι Μακεδόνες. Αγνοώντας αξίες και υποσχέσεις, έλαβαν και πάλι υπόψη τους συσχετισμούς, εκτίμησαν πως η Βουλγαρία (όπως προηγουμένως η Ελλάδα), ως κράτος-μέλος της ΕΕ, θα ήταν πιο δύσκολο να πειθαναγκαστεί σε υποχώρηση από ό,τι η Βόρεια Μακεδονία. Εκτίμησαν ακόμη πως η Δύση χρειάζεται περισσότερο τη Βουλγαρία από τη Βόρεια Μακεδονία στην αντιπαράθεσή της με τη Ρωσία. Και έτσι κατέληξαν σε μια «συμβιβαστική» πρόταση που έφεραν οι Γάλλοι και που μόνο συμβιβαστική δεν είναι.

Η γαλλική πρόταση υιοθετεί τα περί βουλγαρικής μειονότητας στη Βόρεια Μακεδονία και νέας συνταγματικής αλλαγής. Νομιμοποιεί τη Σόφια ως κριτή της συμμόρφωσης προς τη νέα συμφωνία σε όλη τη διάρκεια της ενταξιακής διαδικασίας. Η Σόφια καθίσταται μάλιστα κριτής της συμπεριφοράς της άλλης πλευράς σε θέματα που δεν έχουν συμφωνηθεί και αφορούν σύνθετα ιστορικά ζητήματα που άρα θα τα ερμηνεύει η ίδια κατά το δοκούν, ενώ με τις Πρέσπες ορίζονται σαφέστερα τα ζητήματα που θα πρέπει να υλοποιήσουν τα Σκόπια.

Για άλλη μια φορά η μακεδονική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να δεχτεί τον «συμβιβασμό». Και πάλι η ΕΕ εκβίασε ωμά με την «ευρωπαϊκή προοπτική» (που όλο την ακούνε, αλλά δεν την βλέπουν). Συνέβαλαν και οι Αλβανοί (ισχυρή μειονότητα στη χώρα) που δεν τους νοιάζει η εθνοτική ταυτότητα και αξιοπρέπεια των συμπατριωτών τους, αλλά μόνο να ενταχθεί το γρηγορότερο η Βόρεια Μακεδονία, μαζί με την Αλβανία και το Κόσοβο, στην ΕΕ (άλλη αυταπάτη, βέβαια…).

Κραυγή απελπισίας και αγανάκτησης

Για τους μακεδόνες πολίτες της χώρας ο βουλγαρικός εκβιασμός και η στάση της ΕΕ ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η αξιοπιστία της ΕΕ έφθασε στο ναδίρ. Η ένταξη σ’ αυτήν, που ήταν κάποτε κίνητρο για μεταρρυθμίσεις και για αντιμετώπιση του εθνικισμού, χάθηκε στον ορίζοντα. Δεν είναι πια μόνο οι εθνικιστές που αποδοκιμάζουν τη στάση της Ευρώπης και τη νέα συμφωνία, αλλά ολόκληρη η κοινωνία, ακόμη και ο Νίκολα Ντιμιτρόφ, ο υπουργός εξωτερικών που υπέγραψε τις Πρέσπες. Δεν είναι δε παράξενο πως το κύμα της αγανάκτησης παρασέρνει και τις Πρέσπες. Όχι μόνο για όσους ποτέ δεν χώνεψαν την αλλαγή του ονόματος, αλλά και για όσους δικαιολογημένα είδαν τις Πρέσπες ως την κεκρόπορτα που άνοιξε το δρόμο για το μαρτύριο του Σισύφου τους. Την αγανάκτηση εισέπραξαν βέβαια εκλογικά οι εθνικιστές και έτσι φθάσαμε στο εκλογικό αποτέλεσμα του Μαΐου που επανάφερε το αμαρτωλό VMRO στην εξουσία.

Το εκλογικό αποτέλεσμα του Μαΐου είναι μια κραυγή απελπισίας και αγανάκτησης του λαού της γείτονος. «Φτάνει πια! Στο διάολο εσείς και η Ευρώπη σας, δεν σας πιστεύουμε», μας λένε. Αυτό το κλίμα αξιοποιεί και το VMRO. Πρόκειται για ορθολογική αντίδραση; Όχι βέβαια. Τα πόδια τους πυροβολούν. Όμως έχει σημασία να κατανοήσουμε γιατί έφθασαν εδώ, ώστε να καταλήξουμε και πώς εμείς, ως Ελλάδα και ως Ευρώπη, θα αντιδράσουμε.

Επίδειξη ισχύος

Στη χώρα μας, για μια ακόμη φορά φάνηκε πως επικρατεί ένας απελπιστικός και κοντόφθαλμος ελληνοκεντρισμός που κυριολεκτικά μας τυφλώνει από το να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα. Πολιτικοί και ΜΜΕ καταδικάζουν και απειλούν τους γείτονες, ενώ, ως σαλιγκάρια μετά τη βροχή, επανεμφανίζονται οι Μακεδονομάχοι που διαμορφώνουν το τόσο γνωστό πια «εθνικό» κλίμα. Δικαιώνεται η απορριπτική στάση για τις Πρέσπες, μας λένε: Οι «Σκοπιανοί» δεν άλλαξαν, κακώς τους εμπιστευτήκαμε και τώρα θα τους τιμωρήσουμε.

Η κυβέρνηση βρήκε πάλι έναν «μικρό» για να κάνει ανέξοδα επίδειξη ισχύος, πολλαπλασιάζοντας απειλές και προαγγελίες βέτο, πράγμα βολικό σε προεκλογική περίοδο, όταν μάλιστα οι «πατριώτες» οπαδοί της δυσανασχετούν με την εξομάλυνση στα ελληνο-τουρκικά και πολλοί διαρρέουν προς την Ακροδεξιά. Το αυτί του κ. Μητσοτάκη δεν ιδρώνει από τη θεαματική απόδειξη της αστοχίας της πολιτικής του. Από το γεγονός πως καλεί τώρα τα Σκόπια να εφαρμόσουν μια συμφωνία που ο ίδιος εφαρμόζει λειψά και επί χρόνια την καταγγέλλει ως κακή! Αντίθετα, έχει το θράσος να ισχυρίζεται πως καλώς δεν εφάρμοζε τόσον καιρό τη συμφωνία, γιατί προέβλεπε πως δεν θα την εφαρμόσει η επόμενη κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας! Πρόκειται για θέατρο του παραλόγου.

Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ δικαίως εκθέτει τον σαλτιμπαγκισμό του Μητσοτάκη, αλλά φαίνεται και αυτόν να τον απασχολεί αποκλειστικά η εσωτερική κόντρα με την ΝΔ. Ήδη, εδώ και μερικά χρόνια, έκρινε πως πλήρωσε ακριβά τις Πρέσπες και πραγματοποίησε «πατριωτική» στροφή, αντί να επεκτείνει, όπως πολλοί ελπίζαμε, το «πνεύμα των Πρεσπών» σε ολόκληρη την εξωτερική πολιτική. Αποφεύγει να αναφερθεί στην ουσία και τον συμβολισμό της συμφωνίας, έφτασε μάλιστα να συρρικνώνει τη σημασία της σε μια αντιτουρκική διάσταση (που φυσικά δεν είναι η ουσία της), στο ότι δηλαδή η συμφωνία προβλέπει να ελέγχουμε εμείς τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας. Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώνεται στην αντιπαράθεση με την ΝΔ για την κύρωση των περίφημων πρωτοκόλλων. Ζητά, ορθώς μεν, να κυρωθούν, αν και το ζήτημα είναι πια δευτερεύον και η άποψη πως η στιγμή δεν είναι κατάλληλη έχει κάποια βάση. Προβληματισμός όμως για την επικίνδυνη κατάσταση στα Βαλκάνια ουδείς. Αν κρίνουμε δε από την εθνικιστική πλειοδοσία Κασσελάκη στα ζητήματα με την Αλβανία και την Τουρκία, θα πρέπει μάλλον να αναμένουμε ανάλογο «πατριωτικό» συναγωνισμό και στο μακεδονικό.

Σε αδιέξοδο;

Οι εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία είναι ανησυχητικές. Προστίθενται δε σε μια εξαιρετικά εύθραυστη κατάσταση με κινδύνους αποσταθεροποίησης σε ολόκληρη την περιοχή. Τα προβλήματα στο Κόσοβο και τη Βοσνία Ερζεγοβίνη όχι μόνο δεν έχουν λυθεί με την παρέμβαση της ΕΕ και των ΗΠΑ τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά βρίσκονται σήμερα και αυτά σε πλήρες αδιέξοδο και απειλούν και πάλι την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Για την όλη κατάσταση δε δεν ευθύνονται η Ρωσία και η Κίνα, όπως ισχυρίζονται παραπλανητικά στη Δύση, αλλά πρώτα και κύρια η πολιτική που η ίδια εφάρμοσε και εφαρμόζει.

Είναι σαφές πως η Βόρεια Μακεδονία κινείται σήμερα αυτοκαταστροφικά. Η νέα ηγεσία δεν φαίνεται βέβαια να σκοπεύει να καταγγείλει επίσημα τη συμφωνία των Πρεσπών. Εξάλλου, το όποιο αλβανικό κόμμα που θα χρειαστεί για να σχηματίσει το VMRO κυβέρνηση είναι βέβαιο πως θα αντιταχθεί σε κινήσεις που κλείνουν την πόρτα της Ευρώπης. Είναι συνεπώς πιθανό να δούμε μια στροφή α λα Μητσοτάκη όσον αφορά τις Πρέσπες. Είναι όμως εξαιρετικά αμφίβολο αν θα μπορέσει να προχωρήσει η διαδικασία υλοποίησης της συμφωνίας με τη Βουλγαρία και ειδικότερα η προβλεπόμενη νέα συνταγματική μεταρρύθμιση. Και βέβαια το εθνικιστικό δηλητήριο που αναπαράγει το VMRO αποτελεί (όπως, αντίστοιχα, και στην Ελλάδα) σοβαρό εμπόδιο στην επικράτηση της λογικής. Συνεπώς, η ενταξιακή διαδικασία της χώρας φαίνεται πως πάλι θα μπλοκαριστεί. Το δε κλίμα απελπισίας και οργής που κυριαρχεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για την εθνοτική συνοχή της χώρας, δύσκολα θα αλλάξει.

Ως γείτονες και ως Ευρωπαίοι έχουμε χίλιους λόγους να θέλουμε η Βόρεια Μακεδονία να βγει από το αδιέξοδο, όχι να βυθιστεί βαθύτερα σ’ αυτό. Η Ελλάδα και η ΕΕ δεν μπορούν φυσικά να δεχτούν την παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών και μάλιστα την κεντρική της διάταξη. Θα πρέπει όμως να κατανοήσουμε γιατί ο γειτονικός λαός, που πρόσφατα δέχτηκε (έστω και οριακά, όπως και εμείς εξάλλου) τον συμβιβασμό με την Ελλάδα, σήμερα φέρνει πανηγυρικά στην εξουσία το εθνικιστικό VMRO. Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως για την πορεία αυτή φέρουμε και εμείς μεγάλη ευθύνη, όπως και οι Βούλγαροι, και η ΕΕ. Και πως η σταθερότητα στη βόρεια γειτονιά μας ενδιαφέρει και εμάς.

Τούτων δεδομένων, και αν δεν θέλουμε για άλλη μια φορά να συμβάλουμε στην αποσταθεροποίηση των Βαλκανίων, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις πομπώδεις απειλές για βέτο και το ρόλο του τιμωρού και κλειδοκράτορα της ΕΕ στην περιοχή. Επιβάλλεται να κινηθούμε ψύχραιμα και διακριτικά, πρώτιστα στο διπλωματικό παρασκήνιο και στις Βρυξέλλες, ώστε όχι μόνο να γίνουν σεβαστές οι Πρέσπες, αλλά να αντιμετωπιστούν και τα αίτια που οδηγούν σε εκτροχιασμό ολόκληρη την περιοχή. Μάλιστα, αν θέλουμε να ηττηθεί ο εθνικισμός του VMRO, καλό είναι να αρχίσουμε από το να πολεμάμε τον εθνικισμό στη χώρα μας.

Από την ΕΕ θα πρέπει να απαιτήσουμε να αφήσει την υπεροπτική στάση μιας δήθεν «ηθικής υπεροχής» βάσει των οποίων μοιράζει κυρώσεις σε όποιον δεν ευθυγραμμίζεται πλήρως με αυτήν. Να σταματήσει την υποκρισία και διγλωσσία που έχουν κάνει την ενταξιακή αιρεσιμότητα και τις αξίες της λάστιχο προς εξυπηρέτηση των κοντόφθαλμων γεωπολιτικών συμφερόντων της ίδιας και των ΗΠΑ. Να συνειδητοποιήσει και τη δική της ευθύνη για τα χάλια στα οποία βρίσκονται σήμερα τα Δυτικά Βαλκάνια. Και ιδίως να επιταχύνει τη διαδικασία ένταξης της περιοχής, αποκόβοντάς την από τα πολεμικά σχέδια προσάρτησης της Ουκρανίας, και επικεντρώνοντας σε δύο μόνο κριτήρια εισδοχής: τη δημοκρατία και την καλή γειτονία.

Συνοψίζω

• Οι εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία είναι σε σημαντικό βαθμό αποτέλεσμα της απαράδεκτης πολιτικής που επί δεκαετίες άσκησαν σε βάρος της η Ελλάδα και, τελευταία, η Βουλγαρία. Ακόμη περισσότερο είναι αποτέλεσμα της αναξιοπιστίας και υποκρισίας της ΕΕ και της Δύσης που ενώ διακηρύσσουν πως διέπονται από αρχές και αξίες, στην πραγματικότητα ασκούν μια ωμή ρεαλπολιτίκ, αδιαφορώντας για τα δίκαια των ασθενέστερων και ενδιαφερόμενες μόνο για τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα, που σήμερα συνοψίζονται στον αγώνα κατά της Ρωσίας.

• Μια στοιχειωδώς σώφρων πολιτική επιβάλλει ψυχραιμία απέναντι στις εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία. Ενώ φυσικά η συμφωνία των Πρεσπών πρέπει να τηρείται, η Ελλάδα, και μάλιστα η Ελλάδα του κ. Μητσοτάκη, είναι ο πλέον ακατάλληλος να εμφανίζεται ως απειλών και ως τιμωρός.

• Η ανακοπή των επικίνδυνων δυσμενών εξελίξεων στη Βόρεια Μακεδονία και στα υπόλοιπα Δυτικά Βαλκάνια επιβάλλει αναθεώρηση της ασκούμενης από τη Δύση πολιτικής. Κλειδί είναι η επιτάχυνση της ενταξιακής διαδικασίας της περιοχής, με την απεμπλοκή του μέλλοντός της από το μέτωπο της Ουκρανίας και με την επικέντρωση των κριτηρίων εισδοχής στη δημοκρατία και την καλή γειτονία. Δυστυχώς μια τέτοια στροφή δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, οπότε ας αναμένουμε και άλλες εστίες κρίσης στη γειτονιά μας. Αλλά, προς θεού, ας μην τις χρεώνουμε στους Μακεδόνες!

Θέματα επικαιρότητας: Βόρεια Μακεδονία

Σωτήρης Βαλντέν

Η Βόρεια Μακεδονία και τα όρια της πολιτικής της ισχύος

Σωτήρης Βαλντέν, 2024-05-26

Εν μέσω πολλαπλών διεθνών και περιφερειακών κρίσεων, μερικές...

Περισσότερα
Στέργιος Καλπάκης

Τα πολλά πρόσωπα της υποκρισίας και της ανευθυνότητας

Στέργιος Καλπάκης, 2024-05-25

Άλλοτε πολέμιοι της Συμφωνίας, σήμερα ομνύουν στην τήρησή...

Περισσότερα
Νίκος Κοτζιάς

H σημασία της συμφωνίας των Πρεσπών

Νίκος Κοτζιάς, 2024-05-19

Η συμφωνία των Πρεσπών έλυσε έναν γόρδιο δεσμό με θάρρος....

Περισσότερα

Είναι επείγουσα ανάγκη να υπερασπιστούμε την Συμφωνία των Πρεσπών

Νίκος Κοτζιάς, 2024-05-05

Ας κινητοποιηθούμε όλοι για να υπερασπιστούμε την Συμφωνία...

Περισσότερα
Σωτήρης Βαλντέν

Έλεος, όχι πάλι εθνικιστικές υστερίες για το Μακεδονικό!

Σωτήρης Βαλντέν, 2023-01-21

Mε τον πόλεμο στην Ουκρανία να μαίνεται, τους Τούρκους να...

Περισσότερα

Οι «Μακεδονομάχοι» επιστρέφουν

Δημήτρης Ψαρράς, 2022-12-02

Χειμωνιάζει, και οι πάσης φύσεως «Μακεδονομάχοι» θυμήθηκαν...

Περισσότερα
Νίκος Κοτζιάς

Κρίση στη Βόρεια Μακεδονία – Χρειάζεται σοβαρότητα και ευθύνη

Νίκος Κοτζιάς, 2021-11-14

Οφείλουμε να εγκύψουμε με προσοχή στις παγκόσμιες και περιφερειακές...

Περισσότερα

Το ελληνικό εθνικό συμφέρον για σεβασμό της Συνθήκης των Πρεσπών

Ευάγγελος Βενιζέλος, 2021-11-14

Με τη Συνθήκη των Πρεσπών η Ελλάδα διασφάλισε την άμεση...

Περισσότερα

Άρθρα/ Πολιτική

Λάμπρος Αθανάσιος Τσουκνίδας

Το μακρύ ζεϊμπέκικο του Π. Πολάκη δεν ξεκίνησε (ούτε τελείωσε) χθες

Λάμπρος Αθανάσιος Τσουκνίδας, 2024-07-26

Όταν το Νοέμβριο του 2023 ο Παύλος Πολάκης τασσόταν υπέρ των...

Θόδωρος Τσίκας

50 χρόνια: Αναζητείται πολιτική βούληση για λύση του Κυπριακού

Θόδωρος Τσίκας, 2024-07-20

Το τελευταίο διάστημα φάνηκε ότι αναθερμαίνονται οι διεργασίες...

Αλέξης Ηρακλείδης

Εξωτερική πολιτική:τρία μέτωπα

Αλέξης Ηρακλείδης, 2024-07-09

Η Ελλάδα σήμερα έχει να αντιμετωπήσει τρία μέτωπα ταυτόχρονα...

Στέργιος Καλπάκης

Η Γαλλία τρομάζει ήδη Μητσοτάκη και συμφέροντα

Στέργιος Καλπάκης, 2024-07-09

Ανησυχούν: Αυτό που έγινε για να αποτραπεί η νίκη της Ακροδεξιάς...

Θόδωρος Τσίκας

”Οι Γάλλοι στον πρώτο γύρο τιμωρούν. Στο δεύτερο επιλέγουν”

Θόδωρος Τσίκας, 2024-07-08

Δεν είναι βέβαιο αν ο πρώτος σοσιαλιστής Πρόεδρος της Γαλλίας,...

Η απόλυτη ανατροπή στη Γαλλία

2024-07-08

Μια τεράστια ανακούφιση του Γαλλικού λαού και της προοδευτικής...

Θανάσης Θεοχαρόπουλος

Ισχυρή Κεντροαριστερά απέναντι στη Δεξιά

Θανάσης Θεοχαρόπουλος, 2024-07-07

...Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία οφείλει να συμμετέχει...

Δημήτρης Χατζησωκράτης

Όλοι/ες είμαστε σήμερα του Νέου Λαϊκού Μετώπου(NFP)

Δημήτρης Χατζησωκράτης, 2024-07-06

Δεν αρκεί όμως να δηλώνουμε τη στήριξή στο NFP και να μην...

Θανάσης Θεοχαρόπουλος

Για μία μεγάλη Κεντροαριστερά με ανανέωση

Θανάσης Θεοχαρόπουλος, 2024-06-28

H ΝΔ μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο διακυβέρνησης έχασε...

ΕΚΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

2024-06-24

.Επειδή οι καιροί ου μενετοί, αποφασίσαμε να απευθύνουμε...

Χάρης Τσιόκας

Πώς και γιατί πρέπει τώρα μαζί…

Χάρης Τσιόκας, 2024-06-23

...Ο κατακερματισμος του προοδευτικού χώρου ,οι άγονοι και...

Εγκλήματα διαρκείας στη Ράφα

2024-05-29

Τραγικό λάθος ο κυριακάτικος βομβαρδισμόςκαταυλισμού...

×
×