Ο προπομπός
Κώστας Καλλίτσης, Η Καθημερινή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2025-05-04

Η πολιτική ζωή σήμερα έχει δύο χαρακτηριστικά που ίσως την διακρίνουν από κάθε άλλη φάση της μεταπολίτευσης.
Ένα, ο μεγάλος κυνισμός: Η χώρα διευθύνεται με πυξίδα τις δημοσκοπήσεις, καθώς η κυβερνητική ηγεσία επιδιώκει η ΝΔ να προσεγγίσει το 30% δημοσκοπικά, για να υποστηρίξει ότι η αυτοδυναμία δεν είναι ανέφικτη, άρα δικαιούται να ηγηθεί του κόμματος και στις επόμενες εκλογές.
Δεύτερο, ο απόλυτος παραλογισμός: Όσο καταρρέει η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα, τόσο αυτό τείνει να αναζητά τις αιτίες της κατάρρευσης σε εξωγενείς παράγοντες. Κυβέρνηση και κόμματα της αντιπολίτευσης πιστεύουν -ή προσποιούνται ότι πιστεύουν- πως κάποιος άλλος φταίει που δεν τους εμπιστεύεται η κοινωνία –όχι, πάντως, οι ίδιοι.
Η δυσπιστία στην ειλικρίνεια της κυβέρνησης είναι κοινό μοτίβο στις δημοσκοπήσεις. Όχι τυχαία.
Η επίμονη απόπειρα αποσιώπησης και συγκάλυψης των ευθυνών για την τραγωδία των Τεμπών ράγισε μόνο όταν όλη η Ελλάδα βγήκε στους δρόμους -μέχρι τότε η γραμμή Γκρίνμπεργκ ήταν «σιωπή, το θέμα ξεχνιέται, μην το θυμίζετε, μην μιλάτε γι’ αυτό, ούτε καν για ό,τι κάνετε για την ασφάλεια του σιδηρόδρομου». Χωρίς τα μεγάλα συλλαλητήρια της 26ης Ιανουαρίου και της 28ης Φεβρουαρίου, οι ευθύνες για την τραγωδία θα είχαν αποσιωπηθεί. Όπως ακριβώς έγινε με το σκάνδαλο των υποκλοπών: Η ανεξάρτητη δικαστική εξουσία έκρινε ότι ουδείς ευθυνόταν, διότι -είπε- σκάνδαλο δεν υπήρχε -αδίκως είχε κατατρομάξει, τότε, ο πρωθυπουργός.
Άραγε, σε ένα κλίμα γενικευμένης δυσπιστίας, μπορούν οι εξαγγελίες επιδομάτων δια πάσα νόσο, να αναστρέψουν το κλίμα υπέρ της κυβέρνησης;
Ορισμένοι απαντούν καταφατικά. Έχουμε, πχ, το μοντέλο Πολάκη, ο οποίος, αρχές 2019, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πλέον χάσει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας, φώναζε να ανοίξουν τα ταμεία και να μοιραστούν λεφτά, πιστεύοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με παροχές θα ξανακέρδιζε τις εκλογές. Υπάρχει, όμως, και πλούσια αρνητική εμπειρία επί του θέματος, από προηγούμενα χρόνια: Από τις επιταγές προς απόρους κορασίδας που μοίραζε η ΝΔ πριν τις εκλογές του 1981, όταν συνετρίβη εκλογικά από το ΠΑΣΟΚ, μέχρι τις παροχές που περιείχε το «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» του ΠΑΣΟΚ, λίγο πριν χάσει τις εκλογές από τη ΝΔ το 2004.
Η εμπειρία δείχνει ότι συνήθως τα επιδόματα όλοι τα αγαπούν, όμως όχι πάντα κι αυτόν που τους τα δίνει.
Αν πρόκειται για επιδόματα για να αντιμετωπιστεί μια έκτακτη κατάσταση ή για να διευκολυνθεί η μετάβαση από ένα μη βιώσιμο καθεστώς σε άλλο, δικαιολογούνται και συχνά είναι επιβεβλημένα. Αν, όμως, είναι επιδόματα που δίδονται για να διασκεδαστεί μια συντηρητική πολιτική και να διαιωνίζεται η αδικία, κάθε δικαιούμενος μπορεί να σπεύσει να τα εισπράξει αλλά με την ψήφο του να τιμωρήσει αυτόν που του τα ‘δωσε. Παράδειγμα, η επιστροφή ενός ενοικίου: Αν η κατοικία είναι -όπως ρητορεύει και η κυβέρνηση- δικαίωμα, τότε αυξάνεις την προσφορά και φτηναίνεις τις κατοικίες. Αν όμως τη θεωρείς επένδυση που θέλεις να αυξάνεται η απόδοσή της για να αμείβονται και να προσελκύονται νέοι επενδυτές, αφήνεις να ακριβαίνουν οι κατοικίες και τα νοίκια.
Όπερ γίνεται σήμερα. Αυτή κι άλλες ανάλογες πολιτικές δεν αλλάζουν με επιδόματα, αλλά συντηρούνται και διαιωνίζονται με αυτά, κάνουν επαχθέστερες τις ανισότητες, τροφοδοτούν την οργή και διαβρώνουν την κοινωνική συνοχή.
Αν κάποιος μπορεί να διαμένει σε μια αξιοπρεπή κατοικία, να έχει επαρκείς δημόσιες υπηρεσίες υγείας και καλή δημόσια εκπαίδευση για τα παιδιά του, μπορεί να νιώθει ότι συμμετέχει στα κοινά, ότι μοιράζεται την κοινή μοίρα αυτού του τόπου και πολύ λίγο θα τον απασχολεί αν κάποιοι πετούν με λήαρ τζετ, ξοδεύουν ένα δικό του μηνιάτικο για ένα δείπνο τους ή διαμένουν σε ανάκτορα. Αν όμως δεν μπορεί να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες του, αν νιώθει ότι θεωρείται παρείσακτος, χωρίς το δικαίωμα να συμμετέχει στην παραγωγή με μια καλά αμειβόμενη εργασία αλλά «του κάνουν χάρη» να του δίνουν επιδόματα για να συμμετέχει στην κατανάλωση, ως από φιλανθρωπία, τότε το πράγμα αρχίζει να αλλάζει…
Η διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής με πάταγο είναι θέμα χρόνου. Η κατάρρευση της εμπιστοσύνης σε ό,τι μοιάζει συστημικό και η στροφή προς τα λεγόμενα αντισυστημικά κομματικά σχήματα, δεν είναι παρά ο προπομπός.