Το πετρέλαιο πιέζει την παγκόσμια οικονομία
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2008-05-25
Τα νέα ρεκόρ της τιμής του πετρελαίου, πάνω και από τα 135 δολάρια το βαρέλι, και η απουσία κάθε ένδειξης ότι η ανατιμητική τάση θα μπορούσε σύντομα να αντιστραφεί, αλλάζουν τα δεδομένα στην παγκόσμια οικονομία: Δεν πλήττονται πια μόνο φτωχές χώρες. Τώρα και οι πλούσιες, που παραμένουν οι μεγάλοι καταναλωτές, αρχίζουν να υφίστανται οδυνηρές συνέπειες. Αλλά το ακριβό πετρέλαιο, περισσότερο από όλες τις ηθικές εκκλήσεις για την προστασία του κλίματος, πιέζει για ριζικές αναπροσαρμογές στην παραγωγή και στην κατανάλωση ενέργειας.
Επί μήνες, καθώς το πετρέλαιο ανέβαινε από τα 70 στα 100 δολάρια, ακόμα και όταν στις 2 Ιανουαρίου τα ξεπέρασε, επικρατούσαν καθησυχαστικές αναλύσεις: Οι ανεπτυγμένες οικονομίες διδάχθηκαν από τις δύο μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970, έχουν περιορίσει σημαντικά την εξάρτησή τους από το πετρέλαιο, στο μεταξύ ανακαλύπτονται νέα εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα, η ανατίμηση σχετίζεται περισσότερο με τα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας και τη μεγάλη κάμψη του δολαρίου παρά με ανεπάρκειες της προσφοράς (επιχείρημα που πρόβαλλε ιδίως ο ΟΠΕΚ, ο Οργανισμός των πετρελαιοεξαγωγικών χωρών), ή εκφράζει παροδικά κερδοσκοπικά παιχνίδια. Στην Ευρώπη ιδίως, όπου το ισχυρό ευρώ απορροφούσε μέρος της ανατίμησης σε δολάρια, επιπτώσεις για τους καταναλωτές υπήρχαν, η παραγωγή όμως δεν έδειχνε να επηρεάζεται.
Τέτοιες εκτιμήσεις όμως δεν ακούγονται πλέον. Ο πρώτος συναγερμός ήρθε από τις αεροπορικές εταιρίες. Η American Airlines ανήγγειλε περικοπές δρομολογίων, απολύσεις, αυξήσεις στα εισιτήρια. Όπως έχει διαμορφωθεί ο κλάδος, δεν αντέχει τιμές 125 δολαρίων το βαρέλι, είπε εκπρόσωπός της. Ισχυρή συρρίκνωση των αερομεταφορών φοβάται και η μεγαλύτερη εταιρία της Ευρώπης Air France-KLM, η οποία επίσης προβλέπει ακριβότερα εισιτήρια. Παράλληλα, η αυτοκινητοβιομηχανία Ford ανακοίνωσε δραστική μείωση της παραγωγής της, 15% κάτω από τα περυσινά επίπεδα, αφού με τις τωρινές τιμές των καυσίμων οι πωλήσεις των αυτοκινήτων πέφτουν.
Οξύτερο οπωσδήποτε είναι το πρόβλημα στις ΗΠΑ, όπου σχολιαστές βλέπουν την τιμή του πετρελαίου να διαδέχεται την πιστωτική κρίση για να γίνει ο μείζων οικονομικός κίνδυνος. Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας έδειξαν άλλωστε ότι η Fed, ανησυχώντας πλέον περισσότερο για τον πληθωρισμό, δεν προτίθεται να μειώσει άλλο τα επιτόκια, μολονότι μείωσε τις προβλέψεις της για την αύξηση του ΑΕΠ φέτος σε 0,3-1,2%. Στους ψηφοφόρους βρίσκουν απήχηση κοντόφθαλμες προτάσεις των υποψηφίων για την προεδρία Μακέιν και Κλίντον να ανασταλεί για το καλοκαίρι η φορολογία στα καύσιμα.
Αλλά και στη Γερμανία, όπου η οικονομική μεγέθυνση ήταν εξαιρετικά δυναμική το πρώτο τρίμηνο του έτους, εκφράζονται τώρα φόβοι ανακοπής. Ενώ οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων συνεχίσθηκαν ευνοϊκές και τον Απρίλιο, οι υφιστάμενες παραγγελίες, σύμφωνα με εκπρόσωπο του Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας, εξασφαλίζουν μεν την παραγωγή των επομένων μηνών, αλλά οι τιμές του πετρελαίου σε συνδυασμό με την αμερικανική κάμψη ανησυχούν πλέον τις επιχειρήσεις. Και καθώς η βενζίνη και το ντήζελ ξεπερνούσαν τα 1,52 ευρώ στα γερμανικά βενζινάδικα, προχθές έγινε γνωστή η αναστολή κυβερνητικού σχεδίου για την πρόσθετη φορολόγηση των εκπομπών των αυτοκινήτων. Στην οικονομικά ασθενέστερη Γαλλία άλλωστε, εμπειρογνώμονες αρχίζουν να μιλούν για επερχόμενο στασιμοπληθωρισμό.
Στην Ιταλία ο υπουργός Ενέργειας \Κλάουντιο Σκατζιόλα\ ανήγγειλε σχεδιασμούς πυρηνικών σταθμών, για να εισπράξει χειροκροτήματα από τους βιομηχάνους στη συνέλευση των οποίων μιλούσε, αλλά και έντονες επικρίσεις από το επιστημονικό δυναμικό της χώρας και την αντιπολίτευση.
Μια σειρά ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία, η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Ταϊβάν, επιδοτούσαν ως τώρα το πετρέλαιο για να προστατεύσουν τους φτωχούς πληθυσμούς και για να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό. Αλλά αντιμετωπίζουν πλέον εντεινόμενες δυσκολίες να καλύψουν το κόστος και κινούνται προς απελευθέρωση των τιμών. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές καθώς θα προστεθούν στην έξαρση των τιμών των τροφίμων.
Η προσφορά δεν φτάνει
Τη γενική απαισιοδοξία ενέτειναν πληροφορίες για μια νέα μελέτη της ΙΕΑ, της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας που εκφράζει την οπτική γωνία των πλουσίων, καταναλωτριών χωρών, η οποία αναθεωρεί έντονα προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για την προσφορά πετρελαίου. Αναλυτές της ΙΕΑ, έγραφε την Πέμπτη η Wall Street Journal, προσπαθούν να διαπεράσουν τη μυστικότητα που τηρούν οι χώρες παραγωγοί ως προς τη δυναμικότητα των εγκαταστάσεών τους και κλίνουν προς το συμπέρασμα ότι η κορύφωση της δυνατής παραγωγής ίσως να φθάσει ήδη το 2012, αντί για το 2030 που πιστευόταν ως τώρα, και από το 2015 η προσφορά να υστερεί της ζήτησης κατά 12,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. (Η τωρινή ημερήσια παραγωγή είναι 73 εκατομμύρια βαρέλια περίπου.) Τα αποθέματα εξαντλούνται και οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις παλαιώνουν. Οι επενδύσεις που απαιτούνται ίσως να είναι πολύ υψηλότερες από όσο νομίζεται σήμερα, έλεγε στην εφημερίδα ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΙΕΑ \Φατίχ Μπιρόλ\, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση επικίνδυνη.
Για να καταπραϋνει τους φόβους που προκάλεσε το δημοσίευμα πάντως, ο ίδιος διαβεβαίωνε την επομένη ότι η μελέτη είναι σε εξέλιξη και ακόμα απέχει από ποσοτικές εκτιμήσεις. Αλλά την άποψη ότι οι υψηλές και ανερχόμενες τιμές του πετρελαίου οφείλονται στην ανεπάρκεια της προσφοράς υιοθετεί και το υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ. Εκπρόσωποι των πέντε μεγάλων πετρελαϊκών εταιριών κλήθηκαν στην αμερικανική Γερουσία όπου δέχθηκαν δριμεία κριτική για τις ολοένα υψηλότερες τιμές που επιβάλλουν στους καταναλωτές παρά τα υπέρογκα κέρδη τους. Απαντώντας, ζήτησαν να επιτραπούν εξορυκτικές έρευνες στην Αλάσκα, οι οποίες έχουν απαγορευθεί για λόγους προστασίας της άγριας πανίδας, στον Κόλπο του Μεξικού, στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό.
Η Κίνα είναι η μόνη χώρα που πραγματοποιεί σήμερα μεγάλες επενδύσεις στην άντληση πετρελαίου, επεκτείνοντας και εκσυγχρονίζοντας με νέες τεχνολογίες τις παλαιές εγκαταστάσεις στο Ντακίνγκ, τη μεγάλη πηγή της μαοϊκής εποχής. Οι αποδόσεις που έχουν πέσει 80% από τότε, λίγο βελτιώθηκαν μέχρι στιγμής, αλλά «ακόμα και η ισχνότερη καμήλα είναι πιο μεγάλη από τον πιο χοντρό γάιδαρο» λένε οι εκεί υπεύθυνοι. Παράλληλα εντείνονται οι θαλάσσιες έρευνες, και ξεκινούν εξορύξεις στην έρημο Τακλαμακάν στα δυτικά της χώρας, όπου πιθανολογούνται μεγάλα αποθέματα. Η εγχώρια παραγωγή καλύπτει το μισό περίπου των αναγκών της Κίνας.
Το 70% καίνε οι πλούσιες χώρες, οι τιμές θα ανεβαίνουν
Η εντεινόμενη δίψα για πετρέλαιο των ραγδαία αναπτυσσομένων ασιατικών οικονομιών προβάλλεται ως ο σημαντικότερος παράγων για την άνοδο των διεθνών τιμών. Πρέπει όμως να δει κανείς τις αναλογίες. Σύμφωνα με στοιχεία από την τελευταία ενεργειακή στατιστική επετηρίδα της ΒΡ, που δημοσίευσαν οι Financial Times, το διεθνές ημερήσιο εμπόριο πετρελαίου έφθανε το 2006 τα 52,5 εκατομμύρια βαρέλια, με 20,2 εκατομμύρια να προέρχονται από τη Μέση Ανατολή. Από αυτά οι ΗΠΑ απορροφούσαν 13,6 εκατομμύρια βαρέλια, η Ευρώπη 13,5 εκατομμύρια, και οι δύο μαζί δηλαδή λίγο πάνω από το μισό. Αν προσθέσουμε την Ιαπωνία και τον Καναδά βλέπουμε τις πλούσιες χώρες να παίρνουν πάνω από το 67%. Η Κίνα τη χρονιά εκείνη εισήγαγε 3,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, μόλις το 7%. Η αξιέπαινη για την προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας Γερμανία αντιπροσώπευε το 3,2% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου, λίγο πάνω από το 3,1% της Ινδίας που έχει το δεκαπλάσιο πληθυσμό.
Οι υψηλές τιμές μπορεί να καθιστούν συμφέρουσες για τις εταιρίες επενδύσεις σε κοιτάσματα που η άντλησή τους κρινόταν άλλοτε υπερβολικά ακριβή. Αλλά είναι φανερό ότι όσες πρόσθετες επενδύσεις και αν γίνουν στο πετρέλαιο, η ζήτηση δεν θα μπορεί να καλυφθεί εφόσον οι αναπτυσσόμενες χώρες θα συγκλίνουν προς τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος των πλουσίων. Οι ΗΠΑ έχουν σήμερα 250 εκατομμύρια αυτοκίνητα, η Κίνα 37 εκατομμύρια. Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να προβλέψουμε την πορεία της Κίνας, και άλλες χώρες θα την ακολουθήσουν, έγραφε στους Financial Times ο \Μάρτιν Γουλφ\. Μέσα σε ένα χρόνο καταναλώνουμε αποθέματα που χρειάσθηκαν πάνω από 500 εκατομμύρια χρόνια για να δημιουργηθούν, παρατηρεί ο πρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Γεωλογίας και Πρώτων Υλών Χανς Γιόακιμ Κούμπελ. Οι τιμές επομένως δεν θα πάψουν να ανεβαίνουν. Όποια σταθεροποίηση ή υποχώρηση θα είναι προσωρινή.
Το ακριβό πετρέλαιο επιβάλλει προσαρμογές: οργανωμένες προσπάθειες για την εξοικονόμηση ενέργειας, συστηματικές έρευνες για την αξιοποίηση εναλλακτικών πηγών. Όσο πιο γρήγορα και καλύτερα ανταποκριθεί κάθε χώρα στις επιταγές αυτές, τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος για την κοινωνία της.
Επί μήνες, καθώς το πετρέλαιο ανέβαινε από τα 70 στα 100 δολάρια, ακόμα και όταν στις 2 Ιανουαρίου τα ξεπέρασε, επικρατούσαν καθησυχαστικές αναλύσεις: Οι ανεπτυγμένες οικονομίες διδάχθηκαν από τις δύο μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970, έχουν περιορίσει σημαντικά την εξάρτησή τους από το πετρέλαιο, στο μεταξύ ανακαλύπτονται νέα εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα, η ανατίμηση σχετίζεται περισσότερο με τα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας και τη μεγάλη κάμψη του δολαρίου παρά με ανεπάρκειες της προσφοράς (επιχείρημα που πρόβαλλε ιδίως ο ΟΠΕΚ, ο Οργανισμός των πετρελαιοεξαγωγικών χωρών), ή εκφράζει παροδικά κερδοσκοπικά παιχνίδια. Στην Ευρώπη ιδίως, όπου το ισχυρό ευρώ απορροφούσε μέρος της ανατίμησης σε δολάρια, επιπτώσεις για τους καταναλωτές υπήρχαν, η παραγωγή όμως δεν έδειχνε να επηρεάζεται.
Τέτοιες εκτιμήσεις όμως δεν ακούγονται πλέον. Ο πρώτος συναγερμός ήρθε από τις αεροπορικές εταιρίες. Η American Airlines ανήγγειλε περικοπές δρομολογίων, απολύσεις, αυξήσεις στα εισιτήρια. Όπως έχει διαμορφωθεί ο κλάδος, δεν αντέχει τιμές 125 δολαρίων το βαρέλι, είπε εκπρόσωπός της. Ισχυρή συρρίκνωση των αερομεταφορών φοβάται και η μεγαλύτερη εταιρία της Ευρώπης Air France-KLM, η οποία επίσης προβλέπει ακριβότερα εισιτήρια. Παράλληλα, η αυτοκινητοβιομηχανία Ford ανακοίνωσε δραστική μείωση της παραγωγής της, 15% κάτω από τα περυσινά επίπεδα, αφού με τις τωρινές τιμές των καυσίμων οι πωλήσεις των αυτοκινήτων πέφτουν.
Οξύτερο οπωσδήποτε είναι το πρόβλημα στις ΗΠΑ, όπου σχολιαστές βλέπουν την τιμή του πετρελαίου να διαδέχεται την πιστωτική κρίση για να γίνει ο μείζων οικονομικός κίνδυνος. Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας έδειξαν άλλωστε ότι η Fed, ανησυχώντας πλέον περισσότερο για τον πληθωρισμό, δεν προτίθεται να μειώσει άλλο τα επιτόκια, μολονότι μείωσε τις προβλέψεις της για την αύξηση του ΑΕΠ φέτος σε 0,3-1,2%. Στους ψηφοφόρους βρίσκουν απήχηση κοντόφθαλμες προτάσεις των υποψηφίων για την προεδρία Μακέιν και Κλίντον να ανασταλεί για το καλοκαίρι η φορολογία στα καύσιμα.
Αλλά και στη Γερμανία, όπου η οικονομική μεγέθυνση ήταν εξαιρετικά δυναμική το πρώτο τρίμηνο του έτους, εκφράζονται τώρα φόβοι ανακοπής. Ενώ οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων συνεχίσθηκαν ευνοϊκές και τον Απρίλιο, οι υφιστάμενες παραγγελίες, σύμφωνα με εκπρόσωπο του Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας, εξασφαλίζουν μεν την παραγωγή των επομένων μηνών, αλλά οι τιμές του πετρελαίου σε συνδυασμό με την αμερικανική κάμψη ανησυχούν πλέον τις επιχειρήσεις. Και καθώς η βενζίνη και το ντήζελ ξεπερνούσαν τα 1,52 ευρώ στα γερμανικά βενζινάδικα, προχθές έγινε γνωστή η αναστολή κυβερνητικού σχεδίου για την πρόσθετη φορολόγηση των εκπομπών των αυτοκινήτων. Στην οικονομικά ασθενέστερη Γαλλία άλλωστε, εμπειρογνώμονες αρχίζουν να μιλούν για επερχόμενο στασιμοπληθωρισμό.
Στην Ιταλία ο υπουργός Ενέργειας \Κλάουντιο Σκατζιόλα\ ανήγγειλε σχεδιασμούς πυρηνικών σταθμών, για να εισπράξει χειροκροτήματα από τους βιομηχάνους στη συνέλευση των οποίων μιλούσε, αλλά και έντονες επικρίσεις από το επιστημονικό δυναμικό της χώρας και την αντιπολίτευση.
Μια σειρά ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία, η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Ταϊβάν, επιδοτούσαν ως τώρα το πετρέλαιο για να προστατεύσουν τους φτωχούς πληθυσμούς και για να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό. Αλλά αντιμετωπίζουν πλέον εντεινόμενες δυσκολίες να καλύψουν το κόστος και κινούνται προς απελευθέρωση των τιμών. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές καθώς θα προστεθούν στην έξαρση των τιμών των τροφίμων.
Η προσφορά δεν φτάνει
Τη γενική απαισιοδοξία ενέτειναν πληροφορίες για μια νέα μελέτη της ΙΕΑ, της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας που εκφράζει την οπτική γωνία των πλουσίων, καταναλωτριών χωρών, η οποία αναθεωρεί έντονα προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για την προσφορά πετρελαίου. Αναλυτές της ΙΕΑ, έγραφε την Πέμπτη η Wall Street Journal, προσπαθούν να διαπεράσουν τη μυστικότητα που τηρούν οι χώρες παραγωγοί ως προς τη δυναμικότητα των εγκαταστάσεών τους και κλίνουν προς το συμπέρασμα ότι η κορύφωση της δυνατής παραγωγής ίσως να φθάσει ήδη το 2012, αντί για το 2030 που πιστευόταν ως τώρα, και από το 2015 η προσφορά να υστερεί της ζήτησης κατά 12,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. (Η τωρινή ημερήσια παραγωγή είναι 73 εκατομμύρια βαρέλια περίπου.) Τα αποθέματα εξαντλούνται και οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις παλαιώνουν. Οι επενδύσεις που απαιτούνται ίσως να είναι πολύ υψηλότερες από όσο νομίζεται σήμερα, έλεγε στην εφημερίδα ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΙΕΑ \Φατίχ Μπιρόλ\, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση επικίνδυνη.
Για να καταπραϋνει τους φόβους που προκάλεσε το δημοσίευμα πάντως, ο ίδιος διαβεβαίωνε την επομένη ότι η μελέτη είναι σε εξέλιξη και ακόμα απέχει από ποσοτικές εκτιμήσεις. Αλλά την άποψη ότι οι υψηλές και ανερχόμενες τιμές του πετρελαίου οφείλονται στην ανεπάρκεια της προσφοράς υιοθετεί και το υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ. Εκπρόσωποι των πέντε μεγάλων πετρελαϊκών εταιριών κλήθηκαν στην αμερικανική Γερουσία όπου δέχθηκαν δριμεία κριτική για τις ολοένα υψηλότερες τιμές που επιβάλλουν στους καταναλωτές παρά τα υπέρογκα κέρδη τους. Απαντώντας, ζήτησαν να επιτραπούν εξορυκτικές έρευνες στην Αλάσκα, οι οποίες έχουν απαγορευθεί για λόγους προστασίας της άγριας πανίδας, στον Κόλπο του Μεξικού, στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό.
Η Κίνα είναι η μόνη χώρα που πραγματοποιεί σήμερα μεγάλες επενδύσεις στην άντληση πετρελαίου, επεκτείνοντας και εκσυγχρονίζοντας με νέες τεχνολογίες τις παλαιές εγκαταστάσεις στο Ντακίνγκ, τη μεγάλη πηγή της μαοϊκής εποχής. Οι αποδόσεις που έχουν πέσει 80% από τότε, λίγο βελτιώθηκαν μέχρι στιγμής, αλλά «ακόμα και η ισχνότερη καμήλα είναι πιο μεγάλη από τον πιο χοντρό γάιδαρο» λένε οι εκεί υπεύθυνοι. Παράλληλα εντείνονται οι θαλάσσιες έρευνες, και ξεκινούν εξορύξεις στην έρημο Τακλαμακάν στα δυτικά της χώρας, όπου πιθανολογούνται μεγάλα αποθέματα. Η εγχώρια παραγωγή καλύπτει το μισό περίπου των αναγκών της Κίνας.
Το 70% καίνε οι πλούσιες χώρες, οι τιμές θα ανεβαίνουν
Η εντεινόμενη δίψα για πετρέλαιο των ραγδαία αναπτυσσομένων ασιατικών οικονομιών προβάλλεται ως ο σημαντικότερος παράγων για την άνοδο των διεθνών τιμών. Πρέπει όμως να δει κανείς τις αναλογίες. Σύμφωνα με στοιχεία από την τελευταία ενεργειακή στατιστική επετηρίδα της ΒΡ, που δημοσίευσαν οι Financial Times, το διεθνές ημερήσιο εμπόριο πετρελαίου έφθανε το 2006 τα 52,5 εκατομμύρια βαρέλια, με 20,2 εκατομμύρια να προέρχονται από τη Μέση Ανατολή. Από αυτά οι ΗΠΑ απορροφούσαν 13,6 εκατομμύρια βαρέλια, η Ευρώπη 13,5 εκατομμύρια, και οι δύο μαζί δηλαδή λίγο πάνω από το μισό. Αν προσθέσουμε την Ιαπωνία και τον Καναδά βλέπουμε τις πλούσιες χώρες να παίρνουν πάνω από το 67%. Η Κίνα τη χρονιά εκείνη εισήγαγε 3,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, μόλις το 7%. Η αξιέπαινη για την προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας Γερμανία αντιπροσώπευε το 3,2% της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου, λίγο πάνω από το 3,1% της Ινδίας που έχει το δεκαπλάσιο πληθυσμό.
Οι υψηλές τιμές μπορεί να καθιστούν συμφέρουσες για τις εταιρίες επενδύσεις σε κοιτάσματα που η άντλησή τους κρινόταν άλλοτε υπερβολικά ακριβή. Αλλά είναι φανερό ότι όσες πρόσθετες επενδύσεις και αν γίνουν στο πετρέλαιο, η ζήτηση δεν θα μπορεί να καλυφθεί εφόσον οι αναπτυσσόμενες χώρες θα συγκλίνουν προς τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος των πλουσίων. Οι ΗΠΑ έχουν σήμερα 250 εκατομμύρια αυτοκίνητα, η Κίνα 37 εκατομμύρια. Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να προβλέψουμε την πορεία της Κίνας, και άλλες χώρες θα την ακολουθήσουν, έγραφε στους Financial Times ο \Μάρτιν Γουλφ\. Μέσα σε ένα χρόνο καταναλώνουμε αποθέματα που χρειάσθηκαν πάνω από 500 εκατομμύρια χρόνια για να δημιουργηθούν, παρατηρεί ο πρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Γεωλογίας και Πρώτων Υλών Χανς Γιόακιμ Κούμπελ. Οι τιμές επομένως δεν θα πάψουν να ανεβαίνουν. Όποια σταθεροποίηση ή υποχώρηση θα είναι προσωρινή.
Το ακριβό πετρέλαιο επιβάλλει προσαρμογές: οργανωμένες προσπάθειες για την εξοικονόμηση ενέργειας, συστηματικές έρευνες για την αξιοποίηση εναλλακτικών πηγών. Όσο πιο γρήγορα και καλύτερα ανταποκριθεί κάθε χώρα στις επιταγές αυτές, τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος για την κοινωνία της.