Η μη βία, η μόνη πραγματικά επαναστατική επιλογή
Σέρτζιο Ντ’ Ελια, Συνέντευξη στην Ελιζαμπέττα Καζαλλότι, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2009-01-19
Ηγετικό στέλεχος της τρομοκρατικής οργάνωσης Prima Linea, που έδρασε στην Ιταλία τη δεκαετία του ’70, ο Σέρτζιο Ντ’ Ελια συλλαμβάνεται τον Μάιο του 1979 για τη δολοφονία του αστυνομικού Φάουστο Ντιονίσι, καταδικάζεται σε 30 χρόνια κάθειρξη και παραμένει στη φυλακή μέχρι το 1991. Το 1986, μαζί με άλλους 30 κρατουμένους, εγγράφεται στο ιταλικό ριζοσπαστικό κόμμα και εκλέγεται, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της οικογένειας του νεκρού αστυνομικού, βουλευτής του ιταλικού Κοινοβουλίου. Σήμερα το όνομά του είναι στενά συνδεδεμένο με τη διεθνή οργάνωση («Κάτω τα χέρια από τον Κάιν») που εισηγείται την κατάργηση της θανατικής ποινής σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο Σέρτζιο ντ’ Ελια είναι από εκείνους που έχουν αποκηρύξει τον ένοπλο αγώνα, όχι όμως τα αιτήματα που τον τροφοδότησαν εκείνα τα χρόνια.
Του ζητήσαμε να σχολιάσει το γεγονός ότι πολλοί στην Ελλάδα μιλούν σήμερα για μια νέα γενιά τρομοκρατών, την οποία μάλιστα ορισμένοι χαρακτηρίζουν πιο σκληρή από την προηγούμενη και τη συνδέουν με το τελευταίο κύμα διαμαρτυρίας των νέων μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Εκείνος μας μίλησε για τα χαρακτηριστικά των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων που δρουν στην Ιταλία.
Επισήμανε επίσης τον κίνδυνο να εκμεταλλευτεί η εξουσία προς ίδιον όφελος τη δράση, τον ένοπλο αγώνα, και μας μίλησε για την ανάγκη μιας μεγάλης ειρηνικής επανάστασης.
Τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα επανέφεραν στο προσκήνιο το θέμα της τρομοκρατίας. Γίνεται αναφορά, όπως συνέβη πρόσφατα και στην Ιταλία, σε μια νέα γενιά τρομοκρατών. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα χαρακτηριστικά αυτών των νέων οργανώσεων;
«Δεν έχω αρκετές πληροφορίες για να προσδιορίσω τα χαρακτηριστικά του φαινομένου στην Ελλάδα. Μπορώ μόνο να μιλήσω για ανάλογες περιπτώσεις στην Ιταλία. Οταν πριν από ενάμιση χρόνο, με αφορμή μια σειρά συλλήψεων υποτιθέμενων μελών των Ερυθρών Ταξιαρχιών, κάποιοι μίλησαν για μια νέα γενιά τρομοκρατών, η άποψή μου ήταν ότι επρόκειτο για ένα φαινόμενο περιορισμένων διαστάσεων, καρπό μιας τάσης πολιτικής ιδεολογικοποίησης, που υπάρχει ακόμη στην Ιταλία και πιστεύω και στην Ελλάδα, και συνεχίζει να συντηρεί ορισμένους μύθους του παρελθόντος.
Δεν μπορώ έτσι να μιλήσω για την ύπαρξη μιας νέας γενιάς τρομοκρατών που δικαιολογεί μια νέα κατάσταση εκτάκτου ανάγκης συνδεδεμένη με αυτόν τον κίνδυνο. Ομως αν και η συχνότητά τους θα είναι σαφώς πιο περιορισμένη, πιστεύω ότι τρομοκρατικές ενέργειες μιας κάποιας σοβαρότητας θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται. Το θέμα είναι πώς θα μπορέσουμε να τις αντιμετωπίσουμε. Εάν τους δοθεί υπερβολική προσοχή και έμφαση, όχι μόνο θα διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα, αλλά θα υπάρξει και ο κίνδυνος να τροφοδοτείται ένα φαινόμενο που, κατά τη γνώμη μου, είναι προορισμένο να εξαφανιστεί.
Τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ιταλία πραγματοποιήθηκαν ελάχιστες, σε σχέση με το παρελθόν, τρομοκρατικές ενέργειες, λιγότερο από μία πολιτική δολοφονία τον χρόνο. Κάθε φορά οι εφημερίδες έχυναν τόνους μελάνης, παρουσιάζοντας τα γεγονότα στην πρώτη σελίδα και στις πολιτικές σελίδες. Πιστεύω ότι αυτό ήταν εγκληματικό, γιατί νομιμοποίησε τη νέα αυτή γενιά τρομοκρατών να παραγάγουν πολιτική στη χώρα, οδηγώντας τους να συνεχίσουν να αναζητούν στόχους υψηλής συμβολικής αξίας. Πρέπει, με λίγα λόγια, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα γι’ αυτό που είναι, και όχι σαν ξαφνικά η Ιταλία και η Ελλάδα να έχουν επιστρέψει σε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Βέβαια, είναι πολύ πιθανόν η εξουσία να θέλει να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα φόβου για να δικαιολογήσει ορισμένες αυταρχικές επιλογές και να κρύψει την ανικανότητά της να θέσει υπό έλεγχο τα πραγματικά προβλήματα και τις πραγματικές καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, που συνδέονται με την οικονομική κρίση αλλά και την κρίση της δημοκρατίας».
Ποια είναι τα κοινά σημεία των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων σε σύγκριση με τις οργανώσεις του παρελθόντος, και ποιες οι διαφορές;
«Συνεχίζει σαφώς να ασκεί μια γοητεία η ιδέα της επανάστασης, και η ιδέα επίσης ότι η βία είναι η "τροφός" της Ιστορίας. Αυτά είναι τα κοινά σημεία με το παρελθόν. Οι διαφορές όμως είναι αβυσσαλέες και, σε τελική ανάλυση, πιστεύω ότι συνδέονται με τη διαφορά αντίληψης των γενεών. Στην Ιταλία, π.χ., οι Ερυθρές Ταξιαρχίες δρούσαν κάτω από πολύ διαφορετικές από αυτές που επικρατούν τώρα συνθήκες, ταξικής σύγκρουσης, ψυχρού πολέμου κ.λπ.
»Οι απόγονοί τους δεν είναι τίποτε άλλο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη χώρα μου, παρά το προϊόν του αγώνα κατά της τρομοκρατίας της δεκαετίας του ’80. Είναι δηλαδή άνθρωποι που εξαναγκάστηκαν στην παρανομία όταν οι σύντροφοί τους οδηγήθηκαν στη φυλακή, που γνώμονα έχουν τα αισθήματα αλληλεγγύης προς τους κρατούμενους συντρόφους τους, αλλά και τον αγώνα για την επιβίωση. Οδηγούνται έτσι πολλές φορές στη ληστεία και τη δολοφονία. Γι’ αυτό τον λόγο, συχνά οι πολιτικές δολοφονίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιδεολογική κάλυψη μιας δύσκολης ζωής στην παρανομία. Τέτοια περίπτωση ήταν, π.χ., οι δολοφονίες στην Ιταλία των εργατολόγων Gino Giugni και Massimo D’Antona.
Υπάρχουν όμως και όσοι δεν σκότωσαν, αλλά έκαναν βίαιες επιλογές για να εκφράσουν τη διαφωνία τους με τα επίσημα συνδικάτα, που έχοντας αποποιηθεί τη φύση τους και την ιστορία των κοινωνικών αγώνων, έγιναν μέρος της ολιγαρχικής εξουσίας. Είναι η περίπτωση των τελευταίων συλληφθέντων στη βορειοανατολική Ιταλία πριν από ενάμιση χρόνο».
Από τα λεγόμενα μολυβένια χρόνια στην Ιταλία, πέρασαν σχεδόν 40 χρόνια. Αν θέλαμε να κάνουμε έναν απολογισμό, ποια είναι η κληρονομιά τους;
«Ισως ο πιο αρνητικός απολογισμός αυτών των χρόνων είναι ότι οι πλέον υψηλοί στόχοι μας, τα πιο ισχυρά μας δίκαια και οι πιο μεγάλες ελπίδες μας παρερμηνεύτηκαν εξαιτίας της βίας που χρησιμοποιήσαμε. Προς Θεού, δεν θέλω να μιλήσω για όλους, ούτε να παραδώσω μαθήματα συμπεριφοράς σε κανέναν, καθώς η εμπειρία είναι μια εσωτερική υπόθεση του καθενός, που δεν μπορείς να την επιβάλεις στους άλλους. Ετσι, αν εγώ σκεφτώ το παρελθόν μου, μπορώ να πω με σιγουριά ότι μέσω της βίας δεν χτίζεις μια διαφορετική κοινωνία, μια κοινωνία με λιγότερη βία. Πιστεύω ότι δεν είναι αλήθεια τελικά ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
»Είμαι πεπεισμένος ότι τελικά αληθεύει το αντίθετο, ότι τα μέσα προδιαγράφουν τον στόχο. Ο δικός μου ένοπλος αγώνας κράτησε λιγότερο από δύο χρόνια, τον έζησα ως μια αναγκαία φάση, ήμουν συνεπής με τις πεποιθήσεις μου, αλλά δύο χρόνια ένοπλου αγώνα χρειάστηκαν για να κατανοήσω τη ματαιότητά του, αλλά και το γεγονός ότι τα δίκαιά μου και τα ιδεώδη μου καταστράφηκαν από τα μέσα που χρησιμοποίησα για να τα δικαιώσω.
»Θυμάμαι τα λόγια που χρησιμοποιούσε απέναντί μας ο Marco Pannella. Μας αποκαλούσε συντρόφους δολοφόνους. Με αυτό το παρατσούκλι καταδίκαζε τη μέθοδό μας και τα λάθη μας, γνώριζε όμως και αναγνώριζε το πολιτικό μας πάθος, το γεγονός ότι δεν συμβιβαστήκαμε με μια άθλια πραγματικότητα».
Πιστεύετε ότι οι σημερινές κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες στην Ιταλία αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη παρουσιάζουν κάτι κοινό με τις αντίστοιχες εκείνων των δύσκολων χρόνων;
«Πριν από τριάντα χρόνια υπήρχαν στην Ιταλία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που ήταν αποκλεισμένοι από τις πολιτικές και θεσμικές δυναμικές. Είχε προηγηθεί το ’68, ήταν η εποχή των μεγάλων βιομηχανιών, των πυκνοκατοικημένων συνοικιών. Υπήρχε μια κυρίαρχη παράταξη που δεν ήταν μόνο ένα κόμμα, αλλά το ίδιο το κράτος, η Democrazia Cristiana. Σε αυτήν είχε προστεθεί στην αρχή της δεκαετίας του ’70 και εκείνη που έπρεπε να είναι η εναλλακτική λύση, το PCI, το κομμουνιστικό κόμμα.
»Η κοινωνία είχε αλλάξει: όχι μόνο ο τρόπος να παράγεις και να εργάζεσαι, αλλά και ο τρόπος να βιώνεις τις κοινωνικές σου σχέσεις, το σεξ, την οικογένεια κ.λπ. Υπήρχαν μεν οι νίκες του ριζοσπαστικού κόμματος για το διαζύγιο, την άμβλωση, το νέο οικογενειακό δίκαιο κ.λπ. Ολα αυτά όμως δεν ανταποκρίνονταν σε μια αλλαγή στο εσωτερικό της σφαίρας της πολιτικής και των θεσμών. Δεν υπήρχε διέξοδος για τη νέα γενιά φοιτητών και εργατών.
»Σήμερα η ιταλική κοινωνία, όπως εξάλλου και η ευρωπαϊκή, έχει αλλάξει ακόμη πιο ριζικά, η αντίθεση δεν είναι πλέον ανάμεσα σε κοινωνικά στρώματα, αλλά σε ασφαλισμένους και μη. Το καινούργιο περιθώριο αποτελούν οι ανασφάλιστοι, οι καταναλωτές, οι ελεύθεροι επαγγελματίες των καινούργιων επαγγελμάτων, οι άνεργοι, οι ασθενείς».
Πολλοί συγχέουν εδώ στην Ελλάδα το φοιτητικό κίνημα με τον ένοπλο αγώνα. Ποιες είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας σύγχυσης;
«Οι συνέπειες ενδέχεται να αποδειχθούν καταστροφικές. Μπορούμε να πούμε ό,τι θέλουμε για το φοιτητικό κίνημα, να το κατηγορήσουμε ότι πολλές φορές στερείται προτάσεων και πολιτικών στόχων, να το ποινικοποίησουμε όμως και να το ταυτίσουμε με τον ένοπλο αγώνα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα να ευνοήσουμε το πέρασμα σε μορφές παρανομίας και ένοπλης βίας πολύ πιο επικίνδυνες».
Τι έχετε να πείτε σε όσους σήμερα επιλέγουν τον δρόμο της βίας για να δικαιώσουν τον αγώνα τους;
«Δεν αμφιβάλλω ότι όσοι σήμερα επιλέγουν τον δρόμο του ένοπλου αγώνα υποκινούνται από το ίδιο πολιτικό πάθος που υποκίνησε εμάς τα χρόνια του ’70. Κινδυνεύουν όμως να γίνουν πιόνια της εξουσίας, που θα τους υποδεικνύει με έντεχνο τρόπο τους στόχους -μην εμποδίζοντας, ας πούμε, καταστάσεις που θα μπορούσαν να είχαν αποτραπεί.
»Το μοναδικό αντίδοτο σε αυτό σήμερα είναι η επιλογή της μη βίας, η μόνη πραγματικά επαναστατική επιλογή, η οποία πρέπει να εφαρμοστεί ιδιαίτερα όταν η εξουσία δείχνει το πιο αυστηρό της πρόσωπο, όπως συνέβη στην Ελλάδα τις τελευταίες εβδομάδες».
Το ηγετικό στέλεχος της Prima Linea, είχε καταδικαστεί σε 30 χρόνια φυλάκιση για τη δολοφονία αστυνομικού.
Ο Σέρτζιο ντ’ Ελια είναι από εκείνους που έχουν αποκηρύξει τον ένοπλο αγώνα, όχι όμως τα αιτήματα που τον τροφοδότησαν εκείνα τα χρόνια.
Του ζητήσαμε να σχολιάσει το γεγονός ότι πολλοί στην Ελλάδα μιλούν σήμερα για μια νέα γενιά τρομοκρατών, την οποία μάλιστα ορισμένοι χαρακτηρίζουν πιο σκληρή από την προηγούμενη και τη συνδέουν με το τελευταίο κύμα διαμαρτυρίας των νέων μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Εκείνος μας μίλησε για τα χαρακτηριστικά των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων που δρουν στην Ιταλία.
Επισήμανε επίσης τον κίνδυνο να εκμεταλλευτεί η εξουσία προς ίδιον όφελος τη δράση, τον ένοπλο αγώνα, και μας μίλησε για την ανάγκη μιας μεγάλης ειρηνικής επανάστασης.
Τα τελευταία γεγονότα στην Ελλάδα επανέφεραν στο προσκήνιο το θέμα της τρομοκρατίας. Γίνεται αναφορά, όπως συνέβη πρόσφατα και στην Ιταλία, σε μια νέα γενιά τρομοκρατών. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα χαρακτηριστικά αυτών των νέων οργανώσεων;
«Δεν έχω αρκετές πληροφορίες για να προσδιορίσω τα χαρακτηριστικά του φαινομένου στην Ελλάδα. Μπορώ μόνο να μιλήσω για ανάλογες περιπτώσεις στην Ιταλία. Οταν πριν από ενάμιση χρόνο, με αφορμή μια σειρά συλλήψεων υποτιθέμενων μελών των Ερυθρών Ταξιαρχιών, κάποιοι μίλησαν για μια νέα γενιά τρομοκρατών, η άποψή μου ήταν ότι επρόκειτο για ένα φαινόμενο περιορισμένων διαστάσεων, καρπό μιας τάσης πολιτικής ιδεολογικοποίησης, που υπάρχει ακόμη στην Ιταλία και πιστεύω και στην Ελλάδα, και συνεχίζει να συντηρεί ορισμένους μύθους του παρελθόντος.
Δεν μπορώ έτσι να μιλήσω για την ύπαρξη μιας νέας γενιάς τρομοκρατών που δικαιολογεί μια νέα κατάσταση εκτάκτου ανάγκης συνδεδεμένη με αυτόν τον κίνδυνο. Ομως αν και η συχνότητά τους θα είναι σαφώς πιο περιορισμένη, πιστεύω ότι τρομοκρατικές ενέργειες μιας κάποιας σοβαρότητας θα συνεχίσουν να πραγματοποιούνται. Το θέμα είναι πώς θα μπορέσουμε να τις αντιμετωπίσουμε. Εάν τους δοθεί υπερβολική προσοχή και έμφαση, όχι μόνο θα διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα, αλλά θα υπάρξει και ο κίνδυνος να τροφοδοτείται ένα φαινόμενο που, κατά τη γνώμη μου, είναι προορισμένο να εξαφανιστεί.
Τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ιταλία πραγματοποιήθηκαν ελάχιστες, σε σχέση με το παρελθόν, τρομοκρατικές ενέργειες, λιγότερο από μία πολιτική δολοφονία τον χρόνο. Κάθε φορά οι εφημερίδες έχυναν τόνους μελάνης, παρουσιάζοντας τα γεγονότα στην πρώτη σελίδα και στις πολιτικές σελίδες. Πιστεύω ότι αυτό ήταν εγκληματικό, γιατί νομιμοποίησε τη νέα αυτή γενιά τρομοκρατών να παραγάγουν πολιτική στη χώρα, οδηγώντας τους να συνεχίσουν να αναζητούν στόχους υψηλής συμβολικής αξίας. Πρέπει, με λίγα λόγια, να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα γι’ αυτό που είναι, και όχι σαν ξαφνικά η Ιταλία και η Ελλάδα να έχουν επιστρέψει σε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Βέβαια, είναι πολύ πιθανόν η εξουσία να θέλει να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα φόβου για να δικαιολογήσει ορισμένες αυταρχικές επιλογές και να κρύψει την ανικανότητά της να θέσει υπό έλεγχο τα πραγματικά προβλήματα και τις πραγματικές καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, που συνδέονται με την οικονομική κρίση αλλά και την κρίση της δημοκρατίας».
Ποια είναι τα κοινά σημεία των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων σε σύγκριση με τις οργανώσεις του παρελθόντος, και ποιες οι διαφορές;
«Συνεχίζει σαφώς να ασκεί μια γοητεία η ιδέα της επανάστασης, και η ιδέα επίσης ότι η βία είναι η "τροφός" της Ιστορίας. Αυτά είναι τα κοινά σημεία με το παρελθόν. Οι διαφορές όμως είναι αβυσσαλέες και, σε τελική ανάλυση, πιστεύω ότι συνδέονται με τη διαφορά αντίληψης των γενεών. Στην Ιταλία, π.χ., οι Ερυθρές Ταξιαρχίες δρούσαν κάτω από πολύ διαφορετικές από αυτές που επικρατούν τώρα συνθήκες, ταξικής σύγκρουσης, ψυχρού πολέμου κ.λπ.
»Οι απόγονοί τους δεν είναι τίποτε άλλο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη χώρα μου, παρά το προϊόν του αγώνα κατά της τρομοκρατίας της δεκαετίας του ’80. Είναι δηλαδή άνθρωποι που εξαναγκάστηκαν στην παρανομία όταν οι σύντροφοί τους οδηγήθηκαν στη φυλακή, που γνώμονα έχουν τα αισθήματα αλληλεγγύης προς τους κρατούμενους συντρόφους τους, αλλά και τον αγώνα για την επιβίωση. Οδηγούνται έτσι πολλές φορές στη ληστεία και τη δολοφονία. Γι’ αυτό τον λόγο, συχνά οι πολιτικές δολοφονίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιδεολογική κάλυψη μιας δύσκολης ζωής στην παρανομία. Τέτοια περίπτωση ήταν, π.χ., οι δολοφονίες στην Ιταλία των εργατολόγων Gino Giugni και Massimo D’Antona.
Υπάρχουν όμως και όσοι δεν σκότωσαν, αλλά έκαναν βίαιες επιλογές για να εκφράσουν τη διαφωνία τους με τα επίσημα συνδικάτα, που έχοντας αποποιηθεί τη φύση τους και την ιστορία των κοινωνικών αγώνων, έγιναν μέρος της ολιγαρχικής εξουσίας. Είναι η περίπτωση των τελευταίων συλληφθέντων στη βορειοανατολική Ιταλία πριν από ενάμιση χρόνο».
Από τα λεγόμενα μολυβένια χρόνια στην Ιταλία, πέρασαν σχεδόν 40 χρόνια. Αν θέλαμε να κάνουμε έναν απολογισμό, ποια είναι η κληρονομιά τους;
«Ισως ο πιο αρνητικός απολογισμός αυτών των χρόνων είναι ότι οι πλέον υψηλοί στόχοι μας, τα πιο ισχυρά μας δίκαια και οι πιο μεγάλες ελπίδες μας παρερμηνεύτηκαν εξαιτίας της βίας που χρησιμοποιήσαμε. Προς Θεού, δεν θέλω να μιλήσω για όλους, ούτε να παραδώσω μαθήματα συμπεριφοράς σε κανέναν, καθώς η εμπειρία είναι μια εσωτερική υπόθεση του καθενός, που δεν μπορείς να την επιβάλεις στους άλλους. Ετσι, αν εγώ σκεφτώ το παρελθόν μου, μπορώ να πω με σιγουριά ότι μέσω της βίας δεν χτίζεις μια διαφορετική κοινωνία, μια κοινωνία με λιγότερη βία. Πιστεύω ότι δεν είναι αλήθεια τελικά ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
»Είμαι πεπεισμένος ότι τελικά αληθεύει το αντίθετο, ότι τα μέσα προδιαγράφουν τον στόχο. Ο δικός μου ένοπλος αγώνας κράτησε λιγότερο από δύο χρόνια, τον έζησα ως μια αναγκαία φάση, ήμουν συνεπής με τις πεποιθήσεις μου, αλλά δύο χρόνια ένοπλου αγώνα χρειάστηκαν για να κατανοήσω τη ματαιότητά του, αλλά και το γεγονός ότι τα δίκαιά μου και τα ιδεώδη μου καταστράφηκαν από τα μέσα που χρησιμοποίησα για να τα δικαιώσω.
»Θυμάμαι τα λόγια που χρησιμοποιούσε απέναντί μας ο Marco Pannella. Μας αποκαλούσε συντρόφους δολοφόνους. Με αυτό το παρατσούκλι καταδίκαζε τη μέθοδό μας και τα λάθη μας, γνώριζε όμως και αναγνώριζε το πολιτικό μας πάθος, το γεγονός ότι δεν συμβιβαστήκαμε με μια άθλια πραγματικότητα».
Πιστεύετε ότι οι σημερινές κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες στην Ιταλία αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη παρουσιάζουν κάτι κοινό με τις αντίστοιχες εκείνων των δύσκολων χρόνων;
«Πριν από τριάντα χρόνια υπήρχαν στην Ιταλία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που ήταν αποκλεισμένοι από τις πολιτικές και θεσμικές δυναμικές. Είχε προηγηθεί το ’68, ήταν η εποχή των μεγάλων βιομηχανιών, των πυκνοκατοικημένων συνοικιών. Υπήρχε μια κυρίαρχη παράταξη που δεν ήταν μόνο ένα κόμμα, αλλά το ίδιο το κράτος, η Democrazia Cristiana. Σε αυτήν είχε προστεθεί στην αρχή της δεκαετίας του ’70 και εκείνη που έπρεπε να είναι η εναλλακτική λύση, το PCI, το κομμουνιστικό κόμμα.
»Η κοινωνία είχε αλλάξει: όχι μόνο ο τρόπος να παράγεις και να εργάζεσαι, αλλά και ο τρόπος να βιώνεις τις κοινωνικές σου σχέσεις, το σεξ, την οικογένεια κ.λπ. Υπήρχαν μεν οι νίκες του ριζοσπαστικού κόμματος για το διαζύγιο, την άμβλωση, το νέο οικογενειακό δίκαιο κ.λπ. Ολα αυτά όμως δεν ανταποκρίνονταν σε μια αλλαγή στο εσωτερικό της σφαίρας της πολιτικής και των θεσμών. Δεν υπήρχε διέξοδος για τη νέα γενιά φοιτητών και εργατών.
»Σήμερα η ιταλική κοινωνία, όπως εξάλλου και η ευρωπαϊκή, έχει αλλάξει ακόμη πιο ριζικά, η αντίθεση δεν είναι πλέον ανάμεσα σε κοινωνικά στρώματα, αλλά σε ασφαλισμένους και μη. Το καινούργιο περιθώριο αποτελούν οι ανασφάλιστοι, οι καταναλωτές, οι ελεύθεροι επαγγελματίες των καινούργιων επαγγελμάτων, οι άνεργοι, οι ασθενείς».
Πολλοί συγχέουν εδώ στην Ελλάδα το φοιτητικό κίνημα με τον ένοπλο αγώνα. Ποιες είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας σύγχυσης;
«Οι συνέπειες ενδέχεται να αποδειχθούν καταστροφικές. Μπορούμε να πούμε ό,τι θέλουμε για το φοιτητικό κίνημα, να το κατηγορήσουμε ότι πολλές φορές στερείται προτάσεων και πολιτικών στόχων, να το ποινικοποίησουμε όμως και να το ταυτίσουμε με τον ένοπλο αγώνα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα να ευνοήσουμε το πέρασμα σε μορφές παρανομίας και ένοπλης βίας πολύ πιο επικίνδυνες».
Τι έχετε να πείτε σε όσους σήμερα επιλέγουν τον δρόμο της βίας για να δικαιώσουν τον αγώνα τους;
«Δεν αμφιβάλλω ότι όσοι σήμερα επιλέγουν τον δρόμο του ένοπλου αγώνα υποκινούνται από το ίδιο πολιτικό πάθος που υποκίνησε εμάς τα χρόνια του ’70. Κινδυνεύουν όμως να γίνουν πιόνια της εξουσίας, που θα τους υποδεικνύει με έντεχνο τρόπο τους στόχους -μην εμποδίζοντας, ας πούμε, καταστάσεις που θα μπορούσαν να είχαν αποτραπεί.
»Το μοναδικό αντίδοτο σε αυτό σήμερα είναι η επιλογή της μη βίας, η μόνη πραγματικά επαναστατική επιλογή, η οποία πρέπει να εφαρμοστεί ιδιαίτερα όταν η εξουσία δείχνει το πιο αυστηρό της πρόσωπο, όπως συνέβη στην Ελλάδα τις τελευταίες εβδομάδες».
Το ηγετικό στέλεχος της Prima Linea, είχε καταδικαστεί σε 30 χρόνια φυλάκιση για τη δολοφονία αστυνομικού.