Προσωρινό τέχνασμα το πάγωμα μισθών-συντάξεων
Από τις Βρυξέλλες περιμένει τις οδυνηρές υποδείξεις η κυβέρνηση. Δεν σκέφτηκε καν να επιβάλει εισφορά στα αφορολόγητα μερίσματα.
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2009-03-22
Η κοντόθωρη τακτική εξακολουθεί να κυριαρχεί στην κυβέρνηση, όχι η εκπόνηση σχεδίου για να αντιμετωπιστεί η ολοένα μεγαλύτερη επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας. Εξωραΐζοντας και παγώνοντας μισθούς και συντάξεις, επιχειρεί απλώς να κερδίσει χρόνο. Διόλου δεν ανακόπτει την απειλητική για τη συνολική απασχόληση και τα εισοδήματα καθοδική πορεία, τη διόγκωση των ελλειμμάτων και του χρέους.
Μέχρι τις 18 Μαρτίου περίμενε η κυβέρνηση για να αναγγείλει το πάγωμα των μισθών στο Δημόσιο και των συντάξεων φέτος, ποντάροντας σε δύο πράγματα: Πρώτον, ότι ο καταιγισμός των κακών ειδήσεων επί μήνες θα είχε προετοιμάσει την κοινή γνώμη για να αμβλυνθούν κάπως οι κοινωνικές αντιδράσεις. Σε κάποιαν ανοχή ήλπιζε να συμβάλει και το εφʼ άπαξ «έκτακτο βοήθημα» στους χαμηλότερους μισθούς και τις συντάξεις από τη μια πλευρά, η εφʼ άπαξ «έκτακτη εισφορά» στα υψηλότερα, κατά δήλωση βέβαια, εισοδήματα από την άλλη.
Δεύτερον, ότι θα έδινε στις Βρυξέλλες την ύστατη στιγμή πριν ληφθούν αποφάσεις για τη χώρα μας (στις 24/3 οι συστάσεις της Επιτροπής, στις 2/4 από το Ecofin) ένα δείγμα «καλής διαγωγής», ώστε να δικαιολογηθεί η εξάμηνη προθεσμία που θέλει να αποσπάσει και να αναβληθούν για τον Οκτώβριο οι απαιτήσεις για πραγματικά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Σε αυτήν την απόπειρα εντάσσεται και η ταυτόχρονη δέσμευση για λιγότερες προσλήψεις από τις προβλεπόμενες αποχωρήσεις υπαλλήλων (12.000 έναντι 22.000), που θα σήμαινε τη μείωση του συνολικού αριθμού των μισθοδοτουμένων από το Δημόσιο, άρα και μια συγκράτηση της δαπάνης για μισθούς, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια.
Δεν ξέρει πόσα...
Αλλά την ώρα που ανακοίνωνε την εισοδηματική πολιτική ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Παπαθανασίου δεν είχε καν μετρήσει πόσες δαπάνες θα εξοικονομηθούν στον τρέχοντα προϋπολογισμό από το πάγωμα. Ρωτήθηκε σχετικά, και χωρίς να δώσει την παραμικρή ένδειξη παρέπεμψε σε έκθεση του Γενικού Λογιστικού του Κράτους, η οποία έπεται...
Ας δούμε πώς έχουν τα μεγέθη: Ο ψηφισμένος επί Γιώργου Αλογοσκούφη προϋπολογισμός προέβλεπε, με την κάθε άλλο παρά γενναιόδωρη εισοδηματική πολιτική που ετοιμαζόταν τότε, μιαν αύξηση του κονδυλίου για αποδοχές και συντάξεις κατά 2,3 δισ. ευρώ (ακριβέστερα, κατά 1,8 δισ. ευρώ μετά την ενσωμάτωση των ειδικών λογαριασμών) σε 25,2 δισ. ευρώ συνολικά. Στον προϋπολογισμό ουδέποτε αναφέρεται ο κ. Παπαθανασίου, με το πρόσχημα ότι η παγκόσμια κρίση μεταβάλλει τα δεδομένα. Όμως και το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης 3,7% του ΑΕΠ, δηλαδή 9 δισ. ευρώ, που έχει αναγνωρίσει για το 2008 στο πρόγραμμα σταθερότητας που υπέβαλε στην Ε.Ε., είναι σημαντικά υποεκτιμημένο. Θα αποδειχθεί τουλάχιστον 4,2% του ΑΕΠ, δηλαδή 10,3 δισ., σύμφωνα με τις συντηρητικότερες εκτιμήσεις, ενώ φέτος κινδυνεύει να υπερβεί το 5% του ΑΕΠ, ή τα 12 δισ. Αφενός επειδή δεν θα πραγματοποιηθεί αύξηση του ΑΕΠ 1,1%, όπως γράφει στο πρόγραμμα σταθερότητας η κυβέρνηση - χαρακτηριστικά, η Εθνική Τράπεζα μόλις ανακοίνωσε πρόβλεψή της ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 0,3% φέτος. Και αφετέρου, καθώς μέσα στη γενική οικονομική δυσπραγία τα φορολογικά έσοδα δεν θα αυξάνονται, η καθιερωμένη στη χώρα μας πρακτική της φοροδιαφυγής θα εντείνεται ολοένα περισσότερο. Πάγωμα μείον τα βοηθήματα, έκτακτη εισφορά, λιγότερες προσλήψεις, θα εξοικονομήσουν όλα μαζί 1 δισ.; Αμφίβολο, αλλά και πάλι είμαστε στα 11 δισ.
Αν όμως το φετινό έλλειμμα τείνει να φτάσει τόσο ψηλά, ανέφικτη ακούγεται η πρόβλεψη να πέσει το 2010 κάτω από το 3% του ΑΕΠ, όπως διαβεβαιώνει προς πάσα κατεύθυνση η κυβέρνηση. Και με δεδομένο το απειλητικά αυξανόμενο κόστος δανεισμού για την εξυπηρέτηση του χρέους, θα μας οδηγήσει σε πολύ πιο οδυνηρά μέτρα τον Οκτώβριο, και για αρκετά χρόνια. Στο βαθμό μάλιστα που τα μέτρα θα επιβληθούν με κεντρικό κριτήριο την ικανοποίηση των δανειστών του ελληνικού κράτους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να καθηλώσουν την οικονομία σε στασιμότητα, ακόμα και όταν στον υπόλοιπο κόσμο ξεκινήσει η ανάκαμψη. Ένα τόσο δυσμενές σενάριο δεν είναι υποχρεωτικό να επαληθευθεί. Ούτε να αποκλεισθεί μπορεί όμως, όταν τα κυβερνητικά στοιχεία αποδεικνύονται για άλλη μια φορά εντελώς αναξιόπιστα, ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υποφέρουν πολύ περισσότερο από εμάς από την κρίση. Η έμφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προχθές στη δημοσιονομική σταθερότητα, η άρνηση των 27 να συμβάλουν περισσότερο στην παγκόσμια ζήτηση, όπως τους καλούν οι ΗΠΑ, επιδεινώνει τις προοπτικές της ύφεσης (μείωση ΑΕΠ 3,2% φέτος προβλέπει το ΔΝΤ στην Ευρωζώνη) σε όλον τον κόσμο, αλλά και στη χώρα μας ειδικότερα.
Χρειάζεται σχέδιο
Γιʼ αυτό και είναι μεγάλο σφάλμα να αναβάλλεται η κατάρτιση ενός συνολικού σχεδίου για τη δημοσιονομική εξυγίανση με εθνικά κριτήρια: Χρειάζεται επαναξιολόγηση και ανακατανομή των δαπανών, βασισμένη στην ιεράρχηση των αναγκών που καλύπτουν και στην άμεση επιβολή κανόνων χρηστής διαχείρισης σε κάθε δημόσια μονάδα ή υπηρεσία. Ένα γενικό πάγωμα, ή ένα ψαλίδι 10% στις καλούμενες ελαστικές δαπάνες μπορεί να εξαγγελθεί μέσα σε μισή ώρα, καθόλου δεν εξασφαλίζει όμως την αναγκαία καλύτερη αξιοποίηση των δημόσιων πόρων που προϋποθέτει μελετημένες πολιτικές και συμμετοχή των εργαζομένων που θα τις εφαρμόσουν για να φέρουν αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα οπωσδήποτε χρειάζεται να αναδειχθούν νέες πηγές εσόδων. Στη χώρα μας που παρουσιάζει ανισότητες από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης (έξι φορές μεγαλύτερο εισόδημα έχει το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού από το φτωχότερο 20%, όταν στην Ε.Ε. κατά μέσο όρο η σχέση είναι 4:1), και όπου παραμένουν αφορολόγητες τεράστιες περιουσίες σαν της Εκκλησίας, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κάθε αύξηση φόρων θα είχε αντιαναπτυξιακό αποτέλεσμα. Φτάνει να επιβληθεί εκεί όπου πρέπει.
Εφόσον ο κ. Παπαθανασίου θεωρεί τον προϋπολογισμό παρωχημένο, όφειλε ήδη να έχει παρουσιάσει στη Βουλή πρόταση για την αναθεώρησή του, όπως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις σε όλες τις ευνομούμενες χώρες. Θα ήταν καλή αφορμή για να επανεξεταστούν συνολικά δαπάνες και φόροι. Αλλά ακόμα και στα αποσπασματικά και ανεπαρκή μέτρα που ανακοίνωσε φάνηκε δέσμιος της αδιέξοδης πολιτικής του προκατόχου του. Την έκτακτη εισφορά την εξάντλησε στα εισοδήματα πάνω από 60.000 ευρώ που δηλώθηκαν πέρυσι για το 2007 (128.000 άτομα όλα κι όλα, υψηλόμισθα στελέχη ιδίως, από τα οποία θέλει να πάρει 274 εκατομμύρια ευρώ), εκφράζοντας αδυναμία να την επεκτείνει στους πολλαπλάσιους εύπορους που κρύβουν τα εισοδήματά τους. Την επιβολή της στα κέρδη την απέρριψε με το επιχείρημα ότι επιχειρήσεις και τράπεζες δοκιμάζονται από την κρίση και δεν πρέπει να πληγούν με πρόσθετη φορολογία.
Ούτε που του πέρασε από το νου η ιδέα να επιβάλει αναδρομική εισφορά στα φουσκωμένα μερίσματα (το 2007 ήταν χρονιά μεγάλης κερδοφορίας για επιχειρήσεις και τράπεζες), τα οποία αποτελούν προσωπικό αφορολόγητο εισόδημα των μετόχων, πολύ μεγάλο για όσους έχουν πολλές μετοχές. Διότι με συντελεστή 25% φορολογούνται μεν τα εταιρικά κέρδη, όσα όμως κατόπιν διανέμονται δεν φορολογούνται στο ατομικό εισόδημα των μετόχων, αντί να υπάγονται στην προοδευτική κλίμακα φόρου εισοδήματος, όπως έχει επανειλημμένα εισηγηθεί ο Συνασπισμός). Η είσπραξη της εισφοράς θα ήταν απλούστατη, εφόσον οι μετοχές είναι ονομαστικές στις εισηγμένες εταιρίες, αλλά και οι εκτός Χρηματιστηρίου επιχειρήσεις γνωρίζουν τους μετόχους τους.
Μέχρι τις 18 Μαρτίου περίμενε η κυβέρνηση για να αναγγείλει το πάγωμα των μισθών στο Δημόσιο και των συντάξεων φέτος, ποντάροντας σε δύο πράγματα: Πρώτον, ότι ο καταιγισμός των κακών ειδήσεων επί μήνες θα είχε προετοιμάσει την κοινή γνώμη για να αμβλυνθούν κάπως οι κοινωνικές αντιδράσεις. Σε κάποιαν ανοχή ήλπιζε να συμβάλει και το εφʼ άπαξ «έκτακτο βοήθημα» στους χαμηλότερους μισθούς και τις συντάξεις από τη μια πλευρά, η εφʼ άπαξ «έκτακτη εισφορά» στα υψηλότερα, κατά δήλωση βέβαια, εισοδήματα από την άλλη.
Δεύτερον, ότι θα έδινε στις Βρυξέλλες την ύστατη στιγμή πριν ληφθούν αποφάσεις για τη χώρα μας (στις 24/3 οι συστάσεις της Επιτροπής, στις 2/4 από το Ecofin) ένα δείγμα «καλής διαγωγής», ώστε να δικαιολογηθεί η εξάμηνη προθεσμία που θέλει να αποσπάσει και να αναβληθούν για τον Οκτώβριο οι απαιτήσεις για πραγματικά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης. Σε αυτήν την απόπειρα εντάσσεται και η ταυτόχρονη δέσμευση για λιγότερες προσλήψεις από τις προβλεπόμενες αποχωρήσεις υπαλλήλων (12.000 έναντι 22.000), που θα σήμαινε τη μείωση του συνολικού αριθμού των μισθοδοτουμένων από το Δημόσιο, άρα και μια συγκράτηση της δαπάνης για μισθούς, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια.
Δεν ξέρει πόσα...
Αλλά την ώρα που ανακοίνωνε την εισοδηματική πολιτική ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Παπαθανασίου δεν είχε καν μετρήσει πόσες δαπάνες θα εξοικονομηθούν στον τρέχοντα προϋπολογισμό από το πάγωμα. Ρωτήθηκε σχετικά, και χωρίς να δώσει την παραμικρή ένδειξη παρέπεμψε σε έκθεση του Γενικού Λογιστικού του Κράτους, η οποία έπεται...
Ας δούμε πώς έχουν τα μεγέθη: Ο ψηφισμένος επί Γιώργου Αλογοσκούφη προϋπολογισμός προέβλεπε, με την κάθε άλλο παρά γενναιόδωρη εισοδηματική πολιτική που ετοιμαζόταν τότε, μιαν αύξηση του κονδυλίου για αποδοχές και συντάξεις κατά 2,3 δισ. ευρώ (ακριβέστερα, κατά 1,8 δισ. ευρώ μετά την ενσωμάτωση των ειδικών λογαριασμών) σε 25,2 δισ. ευρώ συνολικά. Στον προϋπολογισμό ουδέποτε αναφέρεται ο κ. Παπαθανασίου, με το πρόσχημα ότι η παγκόσμια κρίση μεταβάλλει τα δεδομένα. Όμως και το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης 3,7% του ΑΕΠ, δηλαδή 9 δισ. ευρώ, που έχει αναγνωρίσει για το 2008 στο πρόγραμμα σταθερότητας που υπέβαλε στην Ε.Ε., είναι σημαντικά υποεκτιμημένο. Θα αποδειχθεί τουλάχιστον 4,2% του ΑΕΠ, δηλαδή 10,3 δισ., σύμφωνα με τις συντηρητικότερες εκτιμήσεις, ενώ φέτος κινδυνεύει να υπερβεί το 5% του ΑΕΠ, ή τα 12 δισ. Αφενός επειδή δεν θα πραγματοποιηθεί αύξηση του ΑΕΠ 1,1%, όπως γράφει στο πρόγραμμα σταθερότητας η κυβέρνηση - χαρακτηριστικά, η Εθνική Τράπεζα μόλις ανακοίνωσε πρόβλεψή της ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μειωθεί κατά 0,3% φέτος. Και αφετέρου, καθώς μέσα στη γενική οικονομική δυσπραγία τα φορολογικά έσοδα δεν θα αυξάνονται, η καθιερωμένη στη χώρα μας πρακτική της φοροδιαφυγής θα εντείνεται ολοένα περισσότερο. Πάγωμα μείον τα βοηθήματα, έκτακτη εισφορά, λιγότερες προσλήψεις, θα εξοικονομήσουν όλα μαζί 1 δισ.; Αμφίβολο, αλλά και πάλι είμαστε στα 11 δισ.
Αν όμως το φετινό έλλειμμα τείνει να φτάσει τόσο ψηλά, ανέφικτη ακούγεται η πρόβλεψη να πέσει το 2010 κάτω από το 3% του ΑΕΠ, όπως διαβεβαιώνει προς πάσα κατεύθυνση η κυβέρνηση. Και με δεδομένο το απειλητικά αυξανόμενο κόστος δανεισμού για την εξυπηρέτηση του χρέους, θα μας οδηγήσει σε πολύ πιο οδυνηρά μέτρα τον Οκτώβριο, και για αρκετά χρόνια. Στο βαθμό μάλιστα που τα μέτρα θα επιβληθούν με κεντρικό κριτήριο την ικανοποίηση των δανειστών του ελληνικού κράτους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να καθηλώσουν την οικονομία σε στασιμότητα, ακόμα και όταν στον υπόλοιπο κόσμο ξεκινήσει η ανάκαμψη. Ένα τόσο δυσμενές σενάριο δεν είναι υποχρεωτικό να επαληθευθεί. Ούτε να αποκλεισθεί μπορεί όμως, όταν τα κυβερνητικά στοιχεία αποδεικνύονται για άλλη μια φορά εντελώς αναξιόπιστα, ενώ οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υποφέρουν πολύ περισσότερο από εμάς από την κρίση. Η έμφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου προχθές στη δημοσιονομική σταθερότητα, η άρνηση των 27 να συμβάλουν περισσότερο στην παγκόσμια ζήτηση, όπως τους καλούν οι ΗΠΑ, επιδεινώνει τις προοπτικές της ύφεσης (μείωση ΑΕΠ 3,2% φέτος προβλέπει το ΔΝΤ στην Ευρωζώνη) σε όλον τον κόσμο, αλλά και στη χώρα μας ειδικότερα.
Χρειάζεται σχέδιο
Γιʼ αυτό και είναι μεγάλο σφάλμα να αναβάλλεται η κατάρτιση ενός συνολικού σχεδίου για τη δημοσιονομική εξυγίανση με εθνικά κριτήρια: Χρειάζεται επαναξιολόγηση και ανακατανομή των δαπανών, βασισμένη στην ιεράρχηση των αναγκών που καλύπτουν και στην άμεση επιβολή κανόνων χρηστής διαχείρισης σε κάθε δημόσια μονάδα ή υπηρεσία. Ένα γενικό πάγωμα, ή ένα ψαλίδι 10% στις καλούμενες ελαστικές δαπάνες μπορεί να εξαγγελθεί μέσα σε μισή ώρα, καθόλου δεν εξασφαλίζει όμως την αναγκαία καλύτερη αξιοποίηση των δημόσιων πόρων που προϋποθέτει μελετημένες πολιτικές και συμμετοχή των εργαζομένων που θα τις εφαρμόσουν για να φέρουν αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα οπωσδήποτε χρειάζεται να αναδειχθούν νέες πηγές εσόδων. Στη χώρα μας που παρουσιάζει ανισότητες από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης (έξι φορές μεγαλύτερο εισόδημα έχει το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού από το φτωχότερο 20%, όταν στην Ε.Ε. κατά μέσο όρο η σχέση είναι 4:1), και όπου παραμένουν αφορολόγητες τεράστιες περιουσίες σαν της Εκκλησίας, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κάθε αύξηση φόρων θα είχε αντιαναπτυξιακό αποτέλεσμα. Φτάνει να επιβληθεί εκεί όπου πρέπει.
Εφόσον ο κ. Παπαθανασίου θεωρεί τον προϋπολογισμό παρωχημένο, όφειλε ήδη να έχει παρουσιάσει στη Βουλή πρόταση για την αναθεώρησή του, όπως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις σε όλες τις ευνομούμενες χώρες. Θα ήταν καλή αφορμή για να επανεξεταστούν συνολικά δαπάνες και φόροι. Αλλά ακόμα και στα αποσπασματικά και ανεπαρκή μέτρα που ανακοίνωσε φάνηκε δέσμιος της αδιέξοδης πολιτικής του προκατόχου του. Την έκτακτη εισφορά την εξάντλησε στα εισοδήματα πάνω από 60.000 ευρώ που δηλώθηκαν πέρυσι για το 2007 (128.000 άτομα όλα κι όλα, υψηλόμισθα στελέχη ιδίως, από τα οποία θέλει να πάρει 274 εκατομμύρια ευρώ), εκφράζοντας αδυναμία να την επεκτείνει στους πολλαπλάσιους εύπορους που κρύβουν τα εισοδήματά τους. Την επιβολή της στα κέρδη την απέρριψε με το επιχείρημα ότι επιχειρήσεις και τράπεζες δοκιμάζονται από την κρίση και δεν πρέπει να πληγούν με πρόσθετη φορολογία.
Ούτε που του πέρασε από το νου η ιδέα να επιβάλει αναδρομική εισφορά στα φουσκωμένα μερίσματα (το 2007 ήταν χρονιά μεγάλης κερδοφορίας για επιχειρήσεις και τράπεζες), τα οποία αποτελούν προσωπικό αφορολόγητο εισόδημα των μετόχων, πολύ μεγάλο για όσους έχουν πολλές μετοχές. Διότι με συντελεστή 25% φορολογούνται μεν τα εταιρικά κέρδη, όσα όμως κατόπιν διανέμονται δεν φορολογούνται στο ατομικό εισόδημα των μετόχων, αντί να υπάγονται στην προοδευτική κλίμακα φόρου εισοδήματος, όπως έχει επανειλημμένα εισηγηθεί ο Συνασπισμός). Η είσπραξη της εισφοράς θα ήταν απλούστατη, εφόσον οι μετοχές είναι ονομαστικές στις εισηγμένες εταιρίες, αλλά και οι εκτός Χρηματιστηρίου επιχειρήσεις γνωρίζουν τους μετόχους τους.