Τα μέσα αγιάζουν τον σκοπό! (η ηθική του αγώνα)
Σάκης Κουρουζίδης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-04-28
Ως που φτάνει το δίκιο του αγώνα; Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, του αγρότη, του φοιτητή, του αδικημένου; Η «ηθική» της απεργίας υπόκειται σε φραγμούς ή καλύτερα, υπάρχουν όρια στις μορφές πάλης;
Τα ερωτήματα αυτά, συνήθως, δεν πολυτίθενται όταν βρίσκεται σε εξέλιξη κάποια κινητοποίηση που χρησιμοποιεί μέσα που ενδέχεται να προκαλέσουν αντιδράσεις, για να μην κάνουν ...κακό στον αγώνα. Βέβαια, εφόσον «ανοίγει» η συζήτηση όταν δεν υπάρχει στην επικαιρότητα κάποια κινητοποίηση, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθούν ως ερωτήματα εκτός χρόνου. Ίσως...
Η αριστερά, στα λόγια, δεν φαίνεται να υιοθετεί την απόλυτη ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», στην πράξη όμως, πολύ συχνά το κάνει. Συνήθως φαίνεται να γοητεύεται από την «αποτελεσματικότητα» κάποιων μέσων που υποτίθεται ότι εξυπηρετούν καλούς σκοπούς.
Θα μπορούσε να υιοθετηθεί, ως μορφή πάλης, η απαγωγή ενός κυβερνητικού στελέχους ή ενός υπηρεσιακού παράγοντα για την αποδοχή ενός σοβαρού, έστω, αιτήματος; Η απαγωγή ενός διευθυντικού στελέχους ιδιωτικής επιχείρησης; Ήμουν σίγουρος για την -αρνητική- απάντηση μέχρι πριν από λίγο καιρό. Μετά, όμως, από την κολακευτική αποδοχή που έτυχε η ομηρεία από τους απολυμένους, ενός διευθυντικού στελέχους μιας γαλλικής εταιρείας, δεν ρισκάρω μια απόλυτη απάντηση. Σε κάποιους μπορεί και να μπήκαν ιδέες.
Το να χτίζεις την πόρτα του γραφείου του πρύτανη -και να τον σέρνεις βίαια μπροστά στις κάμερες- είναι μια ενέργεια με την οποία απλώς διαφωνούμε ή την καταγγέλλουμε ως άκρως επικίνδυνη και φασίζουσα πρακτική, εκτός της «ηθικής του αγώνα»; Όταν μια ομάδα φοιτητών εισβάλλει σε μια συνεδρίαση ενός πανεπιστημιακού οργάνου και απαιτεί να ψηφίσουν μια συγκεκριμένη απόφαση και καμία άλλη, αλλιώς δεν φεύγουν ή δεν νοείται να συνεδριάσουν, αυτό είναι μία πρακτική που «εμείς δεν υιοθετούμε» ή μια ακραία αντιδημοκρατική και φασίζουσα πράξη;
Ο εξαναγκασμός κάποιου, με τη βία, να πει κάτι που δεν επιθυμεί, μάλλον με την απεχθή απόπειρα υπογραφής «δήλωσης» άλλων καιρών μου μοιάζει. Βέβαια, άλλο πράγμα είναι η «πολιτική» πίεση σε κάποιους να αλλάξουν μια επιλογή τους σταθμίζοντας τα δεδομένα που μια κινητοποίηση δημιουργεί, προκαλώντας την υποστήριξη της κοινής γνώμης.
Όταν μια μικρού ή μεσαίου μεγέθους πορεία κλείνει έναν δρόμο στο κέντρο της πόλης, τι ακριβώς επιδιώκει; Να μπλοκάρει την κίνηση στην πόλη, να προκληθεί δυσφορία στους πολίτες και αυτήν τη δυσφορία να τη μετατρέψουν σε πίεση προς την πολιτεία για να αποδεχτεί τα αιτήματα των διαδηλωτών.
Είναι τόσο απλό που απορώ πώς δεν το «πιάνει» η εκάστοτε πολιτεία, που αντί να προσπαθεί να περιορίσει το μπλοκάρισμα των δρόμων -για να περιορίσει και την πίεση προς αυτήν- η αστυνομία κλείνει τους δρόμους σε μια έκταση πολλαπλάσια από αυτήν που οι διαδηλωτές καταλαμβάνουν. Χώρια που ελάχιστοι μαθαίνουν ποιος και γιατί διαδηλώνει, λόγω του αποκλεισμού των δρόμων.
Όταν καταλαμβάνονται μεγάλοι οδικοί άξονες για μεγάλο διάστημα ποια δεδομένα δημιουργούν; Συνέπειες -σοβαρές, ενίοτε- σε «άσχετους» με τους συγκρουόμενους, των οποίων η παρουσία, δια του αποκλεισμού τους στον δρόμο, εκλαμβάνεται ως έμμεση «υποστήριξη» -όσο πιο πολλοί είναι οι αποκλεισμένοι, τόσο μεγαλύτερη η ...πίεση και άρα η υποστήριξη.
Η παγίδα της «αποτελεσματικότητας» οδηγεί σε έναν μηδενισμό των έμμεσων και μακροχρόνιων συνεπειών από την επιλογή αυταρχικών, εγωιστικών (με την έννοια του κλαδικού εγωισμού) και λογικών αυτοδικίας. Παίρνοντας ως πρόσχημα τον αυταρχισμό της εξουσίας, αυταπατόμεθα ότι δια των μεθόδων της θα τη «νικήσουμε». Από τη μια τη «μισούμε» και από την άλλη προσπαθούμε συνεχώς να την αντιγράψουμε, να της μοιάσουμε.
Στο όνομα της αποτελεσματικότητας στη μάχη απέναντι στην αμήχανη πολιτεία, κάηκε η Αθήνα τον Δεκέμβρη. Στο όνομα μιας άλλης αποτελεσματικότητας δεκάδες, εκατοντάδες ομάδες πολιτών, μέσα από θετικές, δημιουργικές πρωτοβουλίες «νικούν» την αγκυλωμένη εξουσία, αλλάζοντας τον -μικρόκοσμο, έστω- της ζωής τους.
Η αυτοδικία, η χρήση βίας, το δίκιο όποιου το δηλώνει, η επιλεκτική χρήση νόμων και θεσμών, είναι τα βασικά όπλα της εξουσίας, είναι το γήπεδο του ισχυρού (τους θεσμούς και την ισότητα απέναντι στους νόμους την πέτυχε κόντρα στους φεουδάρχες η γαλλική επανάσταση, σε όφελος των αδυνάτων, νομίζω).
Η «έκτακτη» χρήση της βίας γεννά διαρκείς κινδύνους γενίκευσης της βίας. Νομιμοποιεί τη βία, την αυτοδικία, τον «τσαμπουκά» στη συνείδηση του κάθε «αδικημένου» και την αναπαράγει παντού.
----
* Ο Σάκης Κουρουζίδης είναι διευθυντής της "Ευωνύμου Βιβλιοθήκης" και του περιοδικού "Δαίμων της Οικολογίας"
Τα ερωτήματα αυτά, συνήθως, δεν πολυτίθενται όταν βρίσκεται σε εξέλιξη κάποια κινητοποίηση που χρησιμοποιεί μέσα που ενδέχεται να προκαλέσουν αντιδράσεις, για να μην κάνουν ...κακό στον αγώνα. Βέβαια, εφόσον «ανοίγει» η συζήτηση όταν δεν υπάρχει στην επικαιρότητα κάποια κινητοποίηση, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθούν ως ερωτήματα εκτός χρόνου. Ίσως...
Η αριστερά, στα λόγια, δεν φαίνεται να υιοθετεί την απόλυτη ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», στην πράξη όμως, πολύ συχνά το κάνει. Συνήθως φαίνεται να γοητεύεται από την «αποτελεσματικότητα» κάποιων μέσων που υποτίθεται ότι εξυπηρετούν καλούς σκοπούς.
Θα μπορούσε να υιοθετηθεί, ως μορφή πάλης, η απαγωγή ενός κυβερνητικού στελέχους ή ενός υπηρεσιακού παράγοντα για την αποδοχή ενός σοβαρού, έστω, αιτήματος; Η απαγωγή ενός διευθυντικού στελέχους ιδιωτικής επιχείρησης; Ήμουν σίγουρος για την -αρνητική- απάντηση μέχρι πριν από λίγο καιρό. Μετά, όμως, από την κολακευτική αποδοχή που έτυχε η ομηρεία από τους απολυμένους, ενός διευθυντικού στελέχους μιας γαλλικής εταιρείας, δεν ρισκάρω μια απόλυτη απάντηση. Σε κάποιους μπορεί και να μπήκαν ιδέες.
Το να χτίζεις την πόρτα του γραφείου του πρύτανη -και να τον σέρνεις βίαια μπροστά στις κάμερες- είναι μια ενέργεια με την οποία απλώς διαφωνούμε ή την καταγγέλλουμε ως άκρως επικίνδυνη και φασίζουσα πρακτική, εκτός της «ηθικής του αγώνα»; Όταν μια ομάδα φοιτητών εισβάλλει σε μια συνεδρίαση ενός πανεπιστημιακού οργάνου και απαιτεί να ψηφίσουν μια συγκεκριμένη απόφαση και καμία άλλη, αλλιώς δεν φεύγουν ή δεν νοείται να συνεδριάσουν, αυτό είναι μία πρακτική που «εμείς δεν υιοθετούμε» ή μια ακραία αντιδημοκρατική και φασίζουσα πράξη;
Ο εξαναγκασμός κάποιου, με τη βία, να πει κάτι που δεν επιθυμεί, μάλλον με την απεχθή απόπειρα υπογραφής «δήλωσης» άλλων καιρών μου μοιάζει. Βέβαια, άλλο πράγμα είναι η «πολιτική» πίεση σε κάποιους να αλλάξουν μια επιλογή τους σταθμίζοντας τα δεδομένα που μια κινητοποίηση δημιουργεί, προκαλώντας την υποστήριξη της κοινής γνώμης.
Όταν μια μικρού ή μεσαίου μεγέθους πορεία κλείνει έναν δρόμο στο κέντρο της πόλης, τι ακριβώς επιδιώκει; Να μπλοκάρει την κίνηση στην πόλη, να προκληθεί δυσφορία στους πολίτες και αυτήν τη δυσφορία να τη μετατρέψουν σε πίεση προς την πολιτεία για να αποδεχτεί τα αιτήματα των διαδηλωτών.
Είναι τόσο απλό που απορώ πώς δεν το «πιάνει» η εκάστοτε πολιτεία, που αντί να προσπαθεί να περιορίσει το μπλοκάρισμα των δρόμων -για να περιορίσει και την πίεση προς αυτήν- η αστυνομία κλείνει τους δρόμους σε μια έκταση πολλαπλάσια από αυτήν που οι διαδηλωτές καταλαμβάνουν. Χώρια που ελάχιστοι μαθαίνουν ποιος και γιατί διαδηλώνει, λόγω του αποκλεισμού των δρόμων.
Όταν καταλαμβάνονται μεγάλοι οδικοί άξονες για μεγάλο διάστημα ποια δεδομένα δημιουργούν; Συνέπειες -σοβαρές, ενίοτε- σε «άσχετους» με τους συγκρουόμενους, των οποίων η παρουσία, δια του αποκλεισμού τους στον δρόμο, εκλαμβάνεται ως έμμεση «υποστήριξη» -όσο πιο πολλοί είναι οι αποκλεισμένοι, τόσο μεγαλύτερη η ...πίεση και άρα η υποστήριξη.
Η παγίδα της «αποτελεσματικότητας» οδηγεί σε έναν μηδενισμό των έμμεσων και μακροχρόνιων συνεπειών από την επιλογή αυταρχικών, εγωιστικών (με την έννοια του κλαδικού εγωισμού) και λογικών αυτοδικίας. Παίρνοντας ως πρόσχημα τον αυταρχισμό της εξουσίας, αυταπατόμεθα ότι δια των μεθόδων της θα τη «νικήσουμε». Από τη μια τη «μισούμε» και από την άλλη προσπαθούμε συνεχώς να την αντιγράψουμε, να της μοιάσουμε.
Στο όνομα της αποτελεσματικότητας στη μάχη απέναντι στην αμήχανη πολιτεία, κάηκε η Αθήνα τον Δεκέμβρη. Στο όνομα μιας άλλης αποτελεσματικότητας δεκάδες, εκατοντάδες ομάδες πολιτών, μέσα από θετικές, δημιουργικές πρωτοβουλίες «νικούν» την αγκυλωμένη εξουσία, αλλάζοντας τον -μικρόκοσμο, έστω- της ζωής τους.
Η αυτοδικία, η χρήση βίας, το δίκιο όποιου το δηλώνει, η επιλεκτική χρήση νόμων και θεσμών, είναι τα βασικά όπλα της εξουσίας, είναι το γήπεδο του ισχυρού (τους θεσμούς και την ισότητα απέναντι στους νόμους την πέτυχε κόντρα στους φεουδάρχες η γαλλική επανάσταση, σε όφελος των αδυνάτων, νομίζω).
Η «έκτακτη» χρήση της βίας γεννά διαρκείς κινδύνους γενίκευσης της βίας. Νομιμοποιεί τη βία, την αυτοδικία, τον «τσαμπουκά» στη συνείδηση του κάθε «αδικημένου» και την αναπαράγει παντού.
----
* Ο Σάκης Κουρουζίδης είναι διευθυντής της "Ευωνύμου Βιβλιοθήκης" και του περιοδικού "Δαίμων της Οικολογίας"