οι μικροί και οι μεγάλοι
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2009-09-11
Με την εμφάνιση του ΛΑΟΣ, το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα απέκτησε ένα είδος συμμετρίας.
Τα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία αυτοχαρακτηρίζονται κεντροδεξιά και κεντροαριστερά, πλαισιώνονται τώρα από μικρότερα, που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν την καθαρή εκδοχή του δεύτερου συνθετικού τους. Ο ΛΑΟΣ την αμιγή Δεξιά και το ΚΚΕ με τον ΣΥΡΙΖΑ την πραγματική Αριστερά. Και όπως συμβαίνει σε μια δημοκρατία, όλα τα κόμματα θέλουν να αυξήσουν τη δύναμή τους κερδίζοντας στις επερχόμενες εκλογές όσο γίνεται περισσότερες ψήφους. Εκτός όμως από το κύριο μέτωπο Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ, έχουμε και τα δευτερεύοντα, όπου ισχύει η εξής ιδιοτυπία: η ιδεολογική συγγένεια διευκολύνει τη μετακίνηση ψηφοφόρων αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί προϋποθέσεις συνεργασίας ανάμεσα στους όμορους χώρους. Νομίζω ότι αν εξετάσουμε προσεκτικά αυτές τις τοπικές διελκυστίνδες, θα εντοπίσουμε μια βασική διαφορά ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά.
Για να αρχίσουμε από τη Δεξιά, και αν διαβάζω σωστά τη στρατηγική του κ. Καρατζαφέρη, ο απώτερος στόχος δεν είναι η εξαφάνιση της Νέας Δημοκρατίας -εφόσον και να το θέλει δεν μπορεί να το πετύχει- αλλά μια σύμπραξη (κοινοβουλευτική υποστήριξη ή συμμετοχή σε κυβέρνηση), η οποία θα σπρώξει τη χώρα προς τα δεξιά. Το εμπόδιο, φυσικά, είναι η απροθυμία της Ν.Δ. να εγκαταλείψει τον μεσαίο χώρο. Στην αντίπερα όχθη, το ενδεχόμενο μιας αντίστοιχης μετατόπισης προς τα αριστερά αποκλείεται. Οχι γιατί δεν τη θέλει το ΠΑΣΟΚ (στα λόγια τουλάχιστον), αλλά επειδή την αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπως έγραψε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο Π. Κοροβέσης, οι βελτιώσεις που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από τη συνεργασία ΠΑΣΟΚ - Αριστεράς δεν θα έφταναν μέχρι την ανατροπή του καπιταλισμού και θα σήμαιναν «αναίρεση της επαναστατικής προοπτικής».
Συνεπώς, το ζητούμενο της Αριστεράς είναι η μεγάλη ανατροπή και όχι να σταματήσει η αναμφισβήτητη διολίσθηση της σοσιαλδημοκρατίας προς τον φιλελευθερισμό, ούτε το ενδεχόμενο μέσα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η κρίση να βρεθούν λύσεις διαφορετικές από εκείνες που δόθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν. Το ζητούμενο, δηλαδή, δεν είναι μια νέα ιδεολογική ηγεμονία που θα υποκαταστήσει το κυνήγι του κέρδους με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος ή τουλάχιστον η διερεύνηση της δυνατότητας μιας κίνησης προς αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα, για τη ριζοσπαστική Αριστερά -τη σταλινική ας την αφήσουμε στον κόσμο της- οποιαδήποτε τέτοια σκέψη απορρίπτεται ως αφέλεια στην καλύτερη περίπτωση και στη χειρότερη ως μόλυνση από τον συγχρωτισμό με τη σοσιαλδημοκρατία, που έχει γίνει αθεράπευτα νεοφιλελεύθερη. Και αυτό στο όνομα της απόλυτης αντίστασης, η οποία, όπως κάθε τι απόλυτο δεν επιδέχεται διαφοροποιήσεις και κυρίως δεν είναι συμβατή με την έννοια της μερικής και σταδιακής αλλαγής. Εφόσον, λοιπόν, ο τελικός στόχος είναι η ριζική ανατροπή, οι ενδείξεις ότι κάποιοι σοσιαλδημοκράτες θέλουν να αναθεωρήσουν τις δεξιές επιλογές τους απορρίπτονται εκ προοιμίου και η Αριστερά καλείται να χτυπήσει αυτούς πρώτους για να επιτευχθεί η επαναστατική καθαρότητα που απαιτεί η τελική αναμέτρηση.
Αυτή είναι, από την άποψη της στρατηγικής, η ουσιαστική διαφορά μεταξύ της αμιγούς Δεξιάς και της αμιγούς Αριστεράς στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση Καραμανλή μπορεί να αποδείχθηκε απίστευτα ανίκανη και γι’ αυτό θα μαυριστεί, αλλά οι δεξιοί γενικότερα έχουν καταλάβει ότι πολιτική σημαίνει μετακίνηση των πραγματικών καταστάσεων προς την κατεύθυνση που έχουμε ιδεολογικά επιλέξει. Οι αριστεροί όμως δεν βλέπουν τους εαυτούς τους ως πολιτικά υποκείμενα που λειτουργούν κάτω από συνθήκες τις οποίες θέλουν να αλλάξουν, αλλά ως τιμωρούς αρχάγγελους της Δικαιοσύνης. Αυτά συμβαίνουν όταν στον χώρο που κάποτε έβγαλε τον Ηλία Ηλιού, αλωνίζει σήμερα ο Ρούντι Ρινάλντι.
Τα δύο μεγάλα κόμματα, τα οποία αυτοχαρακτηρίζονται κεντροδεξιά και κεντροαριστερά, πλαισιώνονται τώρα από μικρότερα, που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν την καθαρή εκδοχή του δεύτερου συνθετικού τους. Ο ΛΑΟΣ την αμιγή Δεξιά και το ΚΚΕ με τον ΣΥΡΙΖΑ την πραγματική Αριστερά. Και όπως συμβαίνει σε μια δημοκρατία, όλα τα κόμματα θέλουν να αυξήσουν τη δύναμή τους κερδίζοντας στις επερχόμενες εκλογές όσο γίνεται περισσότερες ψήφους. Εκτός όμως από το κύριο μέτωπο Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ, έχουμε και τα δευτερεύοντα, όπου ισχύει η εξής ιδιοτυπία: η ιδεολογική συγγένεια διευκολύνει τη μετακίνηση ψηφοφόρων αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί προϋποθέσεις συνεργασίας ανάμεσα στους όμορους χώρους. Νομίζω ότι αν εξετάσουμε προσεκτικά αυτές τις τοπικές διελκυστίνδες, θα εντοπίσουμε μια βασική διαφορά ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά.
Για να αρχίσουμε από τη Δεξιά, και αν διαβάζω σωστά τη στρατηγική του κ. Καρατζαφέρη, ο απώτερος στόχος δεν είναι η εξαφάνιση της Νέας Δημοκρατίας -εφόσον και να το θέλει δεν μπορεί να το πετύχει- αλλά μια σύμπραξη (κοινοβουλευτική υποστήριξη ή συμμετοχή σε κυβέρνηση), η οποία θα σπρώξει τη χώρα προς τα δεξιά. Το εμπόδιο, φυσικά, είναι η απροθυμία της Ν.Δ. να εγκαταλείψει τον μεσαίο χώρο. Στην αντίπερα όχθη, το ενδεχόμενο μιας αντίστοιχης μετατόπισης προς τα αριστερά αποκλείεται. Οχι γιατί δεν τη θέλει το ΠΑΣΟΚ (στα λόγια τουλάχιστον), αλλά επειδή την αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Οπως έγραψε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο Π. Κοροβέσης, οι βελτιώσεις που θα μπορούσαν να επιτευχθούν από τη συνεργασία ΠΑΣΟΚ - Αριστεράς δεν θα έφταναν μέχρι την ανατροπή του καπιταλισμού και θα σήμαιναν «αναίρεση της επαναστατικής προοπτικής».
Συνεπώς, το ζητούμενο της Αριστεράς είναι η μεγάλη ανατροπή και όχι να σταματήσει η αναμφισβήτητη διολίσθηση της σοσιαλδημοκρατίας προς τον φιλελευθερισμό, ούτε το ενδεχόμενο μέσα στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η κρίση να βρεθούν λύσεις διαφορετικές από εκείνες που δόθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν. Το ζητούμενο, δηλαδή, δεν είναι μια νέα ιδεολογική ηγεμονία που θα υποκαταστήσει το κυνήγι του κέρδους με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος ή τουλάχιστον η διερεύνηση της δυνατότητας μιας κίνησης προς αυτή την κατεύθυνση. Αντίθετα, για τη ριζοσπαστική Αριστερά -τη σταλινική ας την αφήσουμε στον κόσμο της- οποιαδήποτε τέτοια σκέψη απορρίπτεται ως αφέλεια στην καλύτερη περίπτωση και στη χειρότερη ως μόλυνση από τον συγχρωτισμό με τη σοσιαλδημοκρατία, που έχει γίνει αθεράπευτα νεοφιλελεύθερη. Και αυτό στο όνομα της απόλυτης αντίστασης, η οποία, όπως κάθε τι απόλυτο δεν επιδέχεται διαφοροποιήσεις και κυρίως δεν είναι συμβατή με την έννοια της μερικής και σταδιακής αλλαγής. Εφόσον, λοιπόν, ο τελικός στόχος είναι η ριζική ανατροπή, οι ενδείξεις ότι κάποιοι σοσιαλδημοκράτες θέλουν να αναθεωρήσουν τις δεξιές επιλογές τους απορρίπτονται εκ προοιμίου και η Αριστερά καλείται να χτυπήσει αυτούς πρώτους για να επιτευχθεί η επαναστατική καθαρότητα που απαιτεί η τελική αναμέτρηση.
Αυτή είναι, από την άποψη της στρατηγικής, η ουσιαστική διαφορά μεταξύ της αμιγούς Δεξιάς και της αμιγούς Αριστεράς στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση Καραμανλή μπορεί να αποδείχθηκε απίστευτα ανίκανη και γι’ αυτό θα μαυριστεί, αλλά οι δεξιοί γενικότερα έχουν καταλάβει ότι πολιτική σημαίνει μετακίνηση των πραγματικών καταστάσεων προς την κατεύθυνση που έχουμε ιδεολογικά επιλέξει. Οι αριστεροί όμως δεν βλέπουν τους εαυτούς τους ως πολιτικά υποκείμενα που λειτουργούν κάτω από συνθήκες τις οποίες θέλουν να αλλάξουν, αλλά ως τιμωρούς αρχάγγελους της Δικαιοσύνης. Αυτά συμβαίνουν όταν στον χώρο που κάποτε έβγαλε τον Ηλία Ηλιού, αλωνίζει σήμερα ο Ρούντι Ρινάλντι.