Η παθολογία του ΣΥΡΙΖΑ
Σαν να θέλει να προκαλέσει την εκδίκηση της Ιστορίας
Γεράσιμος Μοσχονάς, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-09-11
Η σουρεαλιστική εξέλιξη της κρίσης στον ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε το ότι η εκτός ΚΚΕ Αριστερά έχει υπογράψει «μνημόνιο άρνησης» με τις ευκαιρίες που κατά καιρούς της δίνει- σχεδόν απλόχερα- η Ιστορία. Από εσωτερική κρίση σε εσωτερική κρίση και από πόλωση σε νέα πόλωση, ο ΣΥΡΙΖΑ επαλήθευσε- και υπερέβη- τα πιο «κακόβουλα» σενάρια των πιο φανατικών αντιπάλων του.
Είναι μέγα λάθος να ερμηνεύεται η κρίση ως αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης «για τις καρέκλες». Πίσω από τα διλήμματα και τις εντάσεις, βρίσκεται κάτι πολύ πιο βαθύ και θεμελιώδες: ο ετερόκλητος χαρακτήρας του χώρου και η ιδεολογική δυσπιστία όλων προς όλους. Αριστεριστές συνυπάρχουν με μεταρρυθμιστές, αντιευρωπαϊστές με ευρωπαϊστές, κινηματικοί με κρατιστές, ουτοπιστές με πραγματιστές. Πολλές τάσεις, εκπαιδευμένες στην παθολογική ιδεολογική καχυποψία, θεωρούν τη δική τους προσέγγιση ως άνευ όρων υπέρτερη κάθε άλλης. Έτσι, προφανή και ακραία λάθη εκλογικής τακτικής, όπως η τοποθέτηση του Δ. Παπαδημούλη σε μη εκλόγιμη θέση του ευρωψηφοδελτίου, δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ, γιατί δεν θα έπρεπε να κερδίσουν πόντους «οι δεξιοί» (η ανανεωτική πτέρυγα). Από την άλλη, η εξίσου προφανής αδυναμία της ηγεσίας Τσίπρα να διαχειριστεί τις υψηλές προσδοκίες, επίσης δεν αξιολογήθηκε ποτέ, για λόγους εσωτερικού τακτικισμού. Ωστόσο, τα «όρια» της ηγεσίας Τσίπρα βρίσκονται στη βάση του σημερινού κλίματος αποσύνθεσης. Οι ίδιες αιτίες παράγουν τα ίδια αποτελέσματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σαν να θέλει να προκαλέσει την εκδίκηση της Ιστορίας, κάνει τα ίδια ακριβώς λάθη με εκείνα του Ιουνίου. Τρία παραδείγματα είναι εύγλωττα.
1.Με την απουσία Αλαβάνου, πρόεδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας (της πιο πολυπληθούς στην ιστορία του σχήματος), ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αναδείξει και να αξιοποιήσει, όπως ακριβώς και τον Ιούνιο (με την υποβάθμιση Παπαδημούλη), τη δράση των δικών του βουλευτών ως όπλο και επιχείρημα στην μάχη των εκλογών.
2.Τον Ιούνιο, η ετερόκλητη σύνθεση του ευρωψηφοδελτίου υπονόμευσε εξ υπαρχής τη δυνατότητα μιας συνεκτικής εκλογικής εκστρατείας. Σήμερα, το απίστευτο εύρημα της «συλλογικής ηγεσίας» (11 ηγέτες!), πέραν των άλλων τραγελαφικών επιπτώσεων, οδηγεί μαθηματικά στην απουσία συνεκτικής εκλογικής τακτικής.
3.Τον Ιούνιο, οι υψηλοί αντι-ευρωπαϊκοί τόνοι (δεν αξιολογείται εδώ η ορθότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά η συνοχή της) δεν έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ σε αντίφαση μόνο με την φιλοευρωπαϊκή βάση της ιστορικής ανανεωτικής Αριστεράς. Τον έφεραν σε αντίφαση και με τη δική του στρατηγική που απευθυνόταν προνομιακά και με ακραία εμμονή στους νέους, οι οποίοι ωστόσο αποτελούν το κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκό τμήμα του ελληνικού πληθυσμού! Και παρ΄ ότι ακόμη και σήμερα η στρατηγική του απευθύνεται προνομιακά στις νεώτερες γενιές (επίσης δεν αξιολογείται εδώ η ορθότητα της αλλά η συνοχή της), ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ό,τι μπορεί για να την υπονομεύσει, υποβαθμίζοντας τον ρόλο του Τσίπρα, ο οποίος, παρά τις ανεπάρκειές του, διατηρεί τουλάχιστον το ηλικιακό πλεονέκτημα σε σύγκριση με τις ηγεσίες των άλλων κομμάτων.
Εάν οι τρόποι και οι ρόλοι διαφέρουν σε σχέση με τον Ιούνιο, η ουσία παραμένει η ίδια. Ο πύργος της Βαβέλ των πολλών συνιστωσών δεν παράγει ούτε συνοχή ούτε αποτελεσματικότητα ούτε κοινό νου. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι «ανανεωτές» συμμετέχουν στα ψηφοδέλτια δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι «όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά» (δηλαδή, ψηφίστε μας, αλλά, προς δόξαν του κοινού νου, μπορεί να φτιάξουμε άλλο κόμμα!). O ΣΥΡΙΖΑ είναι εκφραστής ενός χώρου με μεγάλη διάρκεια και ιστορικό βάθος. Επιπλέον, η ιστορική κρίση των μεγάλων κομμάτων, και στη χώρα μας και στην Ευρώπη, μεσοπρόθεσμα ευνοεί τις αντιπολιτεύσεις κάθε είδους, συστημικές και αντισυστημικές. Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι η επιβίωση του χώρου που με τον έναν ή άλλον τρόπο θα επιτευχθεί (όσο άσχημη και να είναι η επίδοσή του στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου). Το πρόβλημα είναι ο ρόλος που επιφυλάσσει στον εαυτό του. Θα λειτουργήσει σαν «σχολείο σοσιαλισμού» (κάτι που ήταν τα σοσιαλιστικά κόμματα στον 19ο αιώνα) κάνοντας κριτική στους πάντες, δίνοντας μαθήματα «αριστεροσύνης» και περιμένοντας τη μεγάλη μέρα της ανατροπής; Ή θα λειτουργήσει σαν μοντέρνα αριστερή δύναμη κοινωνικής αλλαγής, παράγοντας καινοτόμες προγραμματικές προτάσεις, με στόχο να ωθήσει σε αριστερή κατεύθυνση την ελληνική κοινωνία; Η αριστερή στροφή του κόμματος, με πρωτεργάτη τον Αλαβάνο, έδωσε μιαν άλλη δυναμική στον χώρο. Χάθηκαν όμως τα όρια ανάμεσα στην αριστερή πολιτική και στον αριστερισμό. Πλέον, ο ετερόκλητος ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς μια ηγεσία ικανή να υπερβαίνει τις τυφλές στρατηγικές (και την ιδεολογική τεμπελιά) των συνιστωσών, δεν παράγει νέο πολιτικό λόγο, είτε προς την μία κατεύθυνση, την αντισυστημική, είτε προς την άλλη, τη μεταρρυθμιστική.
Το μέγεθος της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτιμάται εκλογικά (ποσοστά που χάθηκαν ή θα χαθούν και που, ενδεχομένως, μεθαύριο, θα ξανακερδηθούν) αλλά πολιτικά. Πόσες ιστορικές ευκαιρίες δικαιούται ένας χώρος να σπαταλήσει χωρίς να διαπράξει το αμάρτημα της αρχαιοελληνικής ύβρεως;
----
Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εντεταλμένος διδασκαλίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών
Είναι μέγα λάθος να ερμηνεύεται η κρίση ως αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης «για τις καρέκλες». Πίσω από τα διλήμματα και τις εντάσεις, βρίσκεται κάτι πολύ πιο βαθύ και θεμελιώδες: ο ετερόκλητος χαρακτήρας του χώρου και η ιδεολογική δυσπιστία όλων προς όλους. Αριστεριστές συνυπάρχουν με μεταρρυθμιστές, αντιευρωπαϊστές με ευρωπαϊστές, κινηματικοί με κρατιστές, ουτοπιστές με πραγματιστές. Πολλές τάσεις, εκπαιδευμένες στην παθολογική ιδεολογική καχυποψία, θεωρούν τη δική τους προσέγγιση ως άνευ όρων υπέρτερη κάθε άλλης. Έτσι, προφανή και ακραία λάθη εκλογικής τακτικής, όπως η τοποθέτηση του Δ. Παπαδημούλη σε μη εκλόγιμη θέση του ευρωψηφοδελτίου, δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ, γιατί δεν θα έπρεπε να κερδίσουν πόντους «οι δεξιοί» (η ανανεωτική πτέρυγα). Από την άλλη, η εξίσου προφανής αδυναμία της ηγεσίας Τσίπρα να διαχειριστεί τις υψηλές προσδοκίες, επίσης δεν αξιολογήθηκε ποτέ, για λόγους εσωτερικού τακτικισμού. Ωστόσο, τα «όρια» της ηγεσίας Τσίπρα βρίσκονται στη βάση του σημερινού κλίματος αποσύνθεσης. Οι ίδιες αιτίες παράγουν τα ίδια αποτελέσματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σαν να θέλει να προκαλέσει την εκδίκηση της Ιστορίας, κάνει τα ίδια ακριβώς λάθη με εκείνα του Ιουνίου. Τρία παραδείγματα είναι εύγλωττα.
1.Με την απουσία Αλαβάνου, πρόεδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας (της πιο πολυπληθούς στην ιστορία του σχήματος), ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αναδείξει και να αξιοποιήσει, όπως ακριβώς και τον Ιούνιο (με την υποβάθμιση Παπαδημούλη), τη δράση των δικών του βουλευτών ως όπλο και επιχείρημα στην μάχη των εκλογών.
2.Τον Ιούνιο, η ετερόκλητη σύνθεση του ευρωψηφοδελτίου υπονόμευσε εξ υπαρχής τη δυνατότητα μιας συνεκτικής εκλογικής εκστρατείας. Σήμερα, το απίστευτο εύρημα της «συλλογικής ηγεσίας» (11 ηγέτες!), πέραν των άλλων τραγελαφικών επιπτώσεων, οδηγεί μαθηματικά στην απουσία συνεκτικής εκλογικής τακτικής.
3.Τον Ιούνιο, οι υψηλοί αντι-ευρωπαϊκοί τόνοι (δεν αξιολογείται εδώ η ορθότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά η συνοχή της) δεν έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ σε αντίφαση μόνο με την φιλοευρωπαϊκή βάση της ιστορικής ανανεωτικής Αριστεράς. Τον έφεραν σε αντίφαση και με τη δική του στρατηγική που απευθυνόταν προνομιακά και με ακραία εμμονή στους νέους, οι οποίοι ωστόσο αποτελούν το κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκό τμήμα του ελληνικού πληθυσμού! Και παρ΄ ότι ακόμη και σήμερα η στρατηγική του απευθύνεται προνομιακά στις νεώτερες γενιές (επίσης δεν αξιολογείται εδώ η ορθότητα της αλλά η συνοχή της), ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ό,τι μπορεί για να την υπονομεύσει, υποβαθμίζοντας τον ρόλο του Τσίπρα, ο οποίος, παρά τις ανεπάρκειές του, διατηρεί τουλάχιστον το ηλικιακό πλεονέκτημα σε σύγκριση με τις ηγεσίες των άλλων κομμάτων.
Εάν οι τρόποι και οι ρόλοι διαφέρουν σε σχέση με τον Ιούνιο, η ουσία παραμένει η ίδια. Ο πύργος της Βαβέλ των πολλών συνιστωσών δεν παράγει ούτε συνοχή ούτε αποτελεσματικότητα ούτε κοινό νου. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι «ανανεωτές» συμμετέχουν στα ψηφοδέλτια δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι «όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά» (δηλαδή, ψηφίστε μας, αλλά, προς δόξαν του κοινού νου, μπορεί να φτιάξουμε άλλο κόμμα!). O ΣΥΡΙΖΑ είναι εκφραστής ενός χώρου με μεγάλη διάρκεια και ιστορικό βάθος. Επιπλέον, η ιστορική κρίση των μεγάλων κομμάτων, και στη χώρα μας και στην Ευρώπη, μεσοπρόθεσμα ευνοεί τις αντιπολιτεύσεις κάθε είδους, συστημικές και αντισυστημικές. Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν είναι η επιβίωση του χώρου που με τον έναν ή άλλον τρόπο θα επιτευχθεί (όσο άσχημη και να είναι η επίδοσή του στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου). Το πρόβλημα είναι ο ρόλος που επιφυλάσσει στον εαυτό του. Θα λειτουργήσει σαν «σχολείο σοσιαλισμού» (κάτι που ήταν τα σοσιαλιστικά κόμματα στον 19ο αιώνα) κάνοντας κριτική στους πάντες, δίνοντας μαθήματα «αριστεροσύνης» και περιμένοντας τη μεγάλη μέρα της ανατροπής; Ή θα λειτουργήσει σαν μοντέρνα αριστερή δύναμη κοινωνικής αλλαγής, παράγοντας καινοτόμες προγραμματικές προτάσεις, με στόχο να ωθήσει σε αριστερή κατεύθυνση την ελληνική κοινωνία; Η αριστερή στροφή του κόμματος, με πρωτεργάτη τον Αλαβάνο, έδωσε μιαν άλλη δυναμική στον χώρο. Χάθηκαν όμως τα όρια ανάμεσα στην αριστερή πολιτική και στον αριστερισμό. Πλέον, ο ετερόκλητος ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς μια ηγεσία ικανή να υπερβαίνει τις τυφλές στρατηγικές (και την ιδεολογική τεμπελιά) των συνιστωσών, δεν παράγει νέο πολιτικό λόγο, είτε προς την μία κατεύθυνση, την αντισυστημική, είτε προς την άλλη, τη μεταρρυθμιστική.
Το μέγεθος της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτιμάται εκλογικά (ποσοστά που χάθηκαν ή θα χαθούν και που, ενδεχομένως, μεθαύριο, θα ξανακερδηθούν) αλλά πολιτικά. Πόσες ιστορικές ευκαιρίες δικαιούται ένας χώρος να σπαταλήσει χωρίς να διαπράξει το αμάρτημα της αρχαιοελληνικής ύβρεως;
----
Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εντεταλμένος διδασκαλίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών