Μέσω Γαλλίας η βιομηχανική πολιτική επιστρέφει στην Ευρώπη
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2005-01-09
Μιαν ενδιαφέρουσα στροφή στην οικονομική της πολιτική επιχειρεί η Γαλλία. Στην καθιερωμένη ευχετήρια συνάντησή του με εκπροσώπους της εργοδοσίας και των συνδικάτων για το νέο έτος, ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ ανήγγειλε μια νέα βιομηχανική πολιτική για τη χώρα του: από φέτος ως το 2007 το κράτος θα διαθέσει 2 δισεκατομμύρια ευρώ για να συγχρηματοδοτήσει μαζί με τον ιδιωτικό τομέα μακροπρόθεσμα "προγράμματα κινητοποίησης για τη βιομηχανική καινοτομία" σε τομείς όπως το καθαρό αυτοκίνητο, η ηλιακή ενέργεια, οι μπαταρίες καυσίμων, τα φάρμακα για εκφυλιστικές ασθένειες του νευρικού συστήματος. Τα προγράμματα αυτά, όπου θα ηγηθούν μεγάλες επιχειρήσεις ή ομάδες μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θα προωθήσει μια νέα Υπηρεσία Καινοτομίας, που θα συσταθεί με πόρους από τις ιδιωτικοποιήσεις.
Η πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου στηρίζεται στην έκθεση για τη βιομηχανική πολιτική που είχε παραγγείλει ο πρώην υπουργός Οικονομίας, Βιομηχανίας και Οικονομικών Νικολά Σαρκοζί στον Ζαν-Λουί Μπεφά, διευθύνοντα σύμβουλο της Saint Gobain, μιας μεγάλης υαλουργίας ειδικευμένης τα τελευταία χρόνια σε δομικά υλικά νέας τεχνολογίας. Η έκθεση θα δημοσιευθεί στα μέσα Ιανουαρίου, αλλά ήδη ανακοινώθηκαν βασικά της σημεία. Έρχεται να απαντήσει στη μακροχρόνια τεχνολογική υστέρηση μεγάλου μέρους όχι μόνο της γαλλικής αλλά και της ευρωπαϊκής βιομηχανίας συνολικά, η οποία ευθύνεται για την απώλεια πολλών θέσεων εργασίας, καθώς τα προϊόντα της υποχωρούν στις διεθνείς αγορές, εντέλει και για την παρατεταμένη χαμηλή μεγέθυνση. Η απώλεια θέσεων εργασίας στη βιομηχανία επί χρόνια γινόταν ανεκτή, καθώς επικρατούσε η εντύπωση ότι αναπληρωνόταν με τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας στις υπηρεσίες. Αλλά το 2003, για πρώτη χρονιά μετά την ύφεση του 1992-93, στη Γαλλία χάθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας από όσες νέες δημιουργήθηκαν.
Η έκθεση Μπεφά έρχεται να αναβιώσει την αντίληψη ότι μια δημόσια βιομηχανική πολιτική είναι αναγκαία, η οποία είχε εγκαταλειφθεί στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1980. "Μόνο στην Ευρώπη υποστηρίζεται η άποψη ότι το κράτος δεν πρέπει να κάνει τίποτα", έλεγε την Τετάρτη σε συνέντευξη τύπου ο κ. Μπεφά. "Αλλά οι στοχευμένες βιομηχανικές πολιτικές δεν είναι ξεπερασμένες. Οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία ουδέποτε παραιτήθηκαν από τη δράση στους τομείς αυτούς".
Δεν πρόκειται για επαναφορά της πολιτικής που βασιζόταν στο κράτος, στο τρίπτυχο δημόσιας έρευνας, κρατικών προμηθειών, δημοσίων επιχειρήσεων της περιόδου Πομπιντού, αλλά για τη συνάντηση πρωτοβουλιών των επιχειρήσεων με δημόσιες χρηματοδοτήσεις, που θα επιτρέψει την ανάληψη μεγαλύτερων κινδύνων. Και επίσης για μια πιο ενεργό σύνδεση των κρατικών ερευνητικών κέντρων, όσον αφορά την εφαρμοσμένη έρευνα, με τις επιχειρήσεις. Με τις προτάσεις της έκθεσης δεν επιδιώκεται να καλυφθούν υστερήσεις σε τομείς όπου άλλες χώρες ήδη προπορεύονται (πληροφορική για παράδειγμα), όσο να βγουν νέα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας για τις διεθνείς αγορές (καθαρά αυτοκίνητα, εφαρμογές ηλιακής ενέργειας, νέα φάρμακα). Η Υπηρεσία Βιομηχανικής Καινοτομίας θα επιλέξει συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα σε διάλογο με τις επιχειρήσεις, το κράτος θα καταβάλει το ήμισυ της αναγκαίας δαπάνης και το άλλο ήμισυ η επιχείρηση που θα αναλάβει το ρόλο του πιλότου, η οποία θα διεξαγάγει το πρόγραμμα συντονίζοντας τους δικούς της ερευνητές και εκείνους από κρατικά κέντρα.
Ευρωπαϊκή διάσταση
Στις πρώτες γαλλικές ανακοινώσεις δεν απαντήθηκε το ερώτημα κατά πόσον τέτοιες εκτεταμένες κρατικές χρηματοδοτήσεις θα είναι συμβατές με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τον ανταγωνισμό, που απαγορεύει τις επιδοτήσεις επιχειρήσεων πέρα από κάποια χαμηλά όρια. Τα προγράμματα είναι άλλωστε τόσο φιλόδοξα που φαίνεται να επιβάλλουν συνεργασίες σε ευρωπαϊκή κλίμακα.
"Το καλύτερο θα ήταν η πρόταση να είχε προέλθει από τις Βρυξέλλες", λέει ο κ. Μπεφά, "αλλά αυτό δεν έγινε. Ξεκινούμε επομένως, με την ελπίδα ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σαν τη Γερμανία, θα έρθουν σύντομα μαζί μας, όπως είχε γίνει με το Airbus". Γαλλο-γερμανικά σχέδια αυτής της λογικής είχαν πάντως αναγγελθεί τα τελευταία χρόνια από τον πρόεδρο Σιράκ και τον καγκελάριο Σρέντερ, χωρίς να προχωρήσουν σε πρακτικά αποτελέσματα. Και το Νοέμβριο του 2003 είχε ξεκινήσει μια ανάλογη πρωτοβουλία για την προώθηση καινοτόμων επενδυτικών σχεδίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την επιμονή του τότε προέδρου της Ρομάνο Πρόντι, που επίσης καθυστερεί.
Η αναγκαιότητα μιας ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής έχει υποστηριχθεί εντούτοις σοβαρά στις Βρυξέλλες από παράγοντες που κάθε άλλο παρά "κρατιστές" μπορούν να θεωρηθούν, όπως ο κέρβερος της αγοράς, ο επίτροπος αρμόδιος για τον ανταγωνισμό την προηγούμενη πενταετία Μάριο Μόντι. Αυτή όμως θα προϋπέθετε την αύξηση των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού, εξηγούσε, ή και την ανακατανομή τους, καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους εξακολουθεί να κατευθύνεται στις αγροτικές ενισχύσεις. Τη ριζική ανακατανομή των κοινοτικών πόρων προς τρία νέα ταμεία, ένα για την εκπαίδευση, έρευνα και ανάπτυξη, ένα για τη σύγκλιση και ένα για την αντιμετώπιση των συνεπειών των αναδιαρθρώσεων, είχε εισηγηθεί άλλωστε το καλοκαίρι του 2003 η έκθεση Σαπίρ.
Η γαλλική στροφή προς τη βιομηχανική πολιτική γίνεται σε μία φάση όπου οι 25 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επανεξετάσουν τη στρατηγική της Λισσαβώνας, διαπιστώνοντας πόσο πίσω έχουν μείνει από το στόχο που έθεταν το 2000 (να γίνει η ευρωπαϊκή οικονομία ως το 2010 η πιο ανταγωνιστική στον κόσμο, βασισμένη στη γνώση), και ταυτόχρονα θα διαπραγματευθούν το πλαίσιο για τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς την περίοδο 2007-2013. Με την ανησυχία ότι η μεγέθυνση στην Ευρώπη φέτος δεν θα φτάσει καν το 1,8% του 2004, και με όλους να γνωρίζουν, και τον αρμόδιο για τη βιομηχανία επίτροπο Γκούντερ Φερχόιγκεν να το βεβαιώνει, ότι οι μετεγκαταστάσεις παραγωγικών δραστηριοτήτων σε χώρες χαμηλότερου κόστους θα συνεχίζονται, και μερίδια αγοράς για ευρωπαϊκά προϊόντα μεσαίας και χαμηλότερης τεχνολογίας θα εξακολουθήσουν να χάνονται προς όφελος άλλων χωρών, πιο ανταγωνιστικών.
Αν το στοίχημα για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής ευημερίας είναι να βγουν τα επόμενα χρόνια στις αγορές νέα ευρωπαϊκά προϊόντα προηγμένης τεχνολογίας, θα επηρεάσει άραγε η γαλλική κίνηση αυτές τις συζητήσεις και τις αποφάσεις;
Η πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου στηρίζεται στην έκθεση για τη βιομηχανική πολιτική που είχε παραγγείλει ο πρώην υπουργός Οικονομίας, Βιομηχανίας και Οικονομικών Νικολά Σαρκοζί στον Ζαν-Λουί Μπεφά, διευθύνοντα σύμβουλο της Saint Gobain, μιας μεγάλης υαλουργίας ειδικευμένης τα τελευταία χρόνια σε δομικά υλικά νέας τεχνολογίας. Η έκθεση θα δημοσιευθεί στα μέσα Ιανουαρίου, αλλά ήδη ανακοινώθηκαν βασικά της σημεία. Έρχεται να απαντήσει στη μακροχρόνια τεχνολογική υστέρηση μεγάλου μέρους όχι μόνο της γαλλικής αλλά και της ευρωπαϊκής βιομηχανίας συνολικά, η οποία ευθύνεται για την απώλεια πολλών θέσεων εργασίας, καθώς τα προϊόντα της υποχωρούν στις διεθνείς αγορές, εντέλει και για την παρατεταμένη χαμηλή μεγέθυνση. Η απώλεια θέσεων εργασίας στη βιομηχανία επί χρόνια γινόταν ανεκτή, καθώς επικρατούσε η εντύπωση ότι αναπληρωνόταν με τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας στις υπηρεσίες. Αλλά το 2003, για πρώτη χρονιά μετά την ύφεση του 1992-93, στη Γαλλία χάθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας από όσες νέες δημιουργήθηκαν.
Η έκθεση Μπεφά έρχεται να αναβιώσει την αντίληψη ότι μια δημόσια βιομηχανική πολιτική είναι αναγκαία, η οποία είχε εγκαταλειφθεί στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1980. "Μόνο στην Ευρώπη υποστηρίζεται η άποψη ότι το κράτος δεν πρέπει να κάνει τίποτα", έλεγε την Τετάρτη σε συνέντευξη τύπου ο κ. Μπεφά. "Αλλά οι στοχευμένες βιομηχανικές πολιτικές δεν είναι ξεπερασμένες. Οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία ουδέποτε παραιτήθηκαν από τη δράση στους τομείς αυτούς".
Δεν πρόκειται για επαναφορά της πολιτικής που βασιζόταν στο κράτος, στο τρίπτυχο δημόσιας έρευνας, κρατικών προμηθειών, δημοσίων επιχειρήσεων της περιόδου Πομπιντού, αλλά για τη συνάντηση πρωτοβουλιών των επιχειρήσεων με δημόσιες χρηματοδοτήσεις, που θα επιτρέψει την ανάληψη μεγαλύτερων κινδύνων. Και επίσης για μια πιο ενεργό σύνδεση των κρατικών ερευνητικών κέντρων, όσον αφορά την εφαρμοσμένη έρευνα, με τις επιχειρήσεις. Με τις προτάσεις της έκθεσης δεν επιδιώκεται να καλυφθούν υστερήσεις σε τομείς όπου άλλες χώρες ήδη προπορεύονται (πληροφορική για παράδειγμα), όσο να βγουν νέα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας για τις διεθνείς αγορές (καθαρά αυτοκίνητα, εφαρμογές ηλιακής ενέργειας, νέα φάρμακα). Η Υπηρεσία Βιομηχανικής Καινοτομίας θα επιλέξει συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα σε διάλογο με τις επιχειρήσεις, το κράτος θα καταβάλει το ήμισυ της αναγκαίας δαπάνης και το άλλο ήμισυ η επιχείρηση που θα αναλάβει το ρόλο του πιλότου, η οποία θα διεξαγάγει το πρόγραμμα συντονίζοντας τους δικούς της ερευνητές και εκείνους από κρατικά κέντρα.
Ευρωπαϊκή διάσταση
Στις πρώτες γαλλικές ανακοινώσεις δεν απαντήθηκε το ερώτημα κατά πόσον τέτοιες εκτεταμένες κρατικές χρηματοδοτήσεις θα είναι συμβατές με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τον ανταγωνισμό, που απαγορεύει τις επιδοτήσεις επιχειρήσεων πέρα από κάποια χαμηλά όρια. Τα προγράμματα είναι άλλωστε τόσο φιλόδοξα που φαίνεται να επιβάλλουν συνεργασίες σε ευρωπαϊκή κλίμακα.
"Το καλύτερο θα ήταν η πρόταση να είχε προέλθει από τις Βρυξέλλες", λέει ο κ. Μπεφά, "αλλά αυτό δεν έγινε. Ξεκινούμε επομένως, με την ελπίδα ότι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σαν τη Γερμανία, θα έρθουν σύντομα μαζί μας, όπως είχε γίνει με το Airbus". Γαλλο-γερμανικά σχέδια αυτής της λογικής είχαν πάντως αναγγελθεί τα τελευταία χρόνια από τον πρόεδρο Σιράκ και τον καγκελάριο Σρέντερ, χωρίς να προχωρήσουν σε πρακτικά αποτελέσματα. Και το Νοέμβριο του 2003 είχε ξεκινήσει μια ανάλογη πρωτοβουλία για την προώθηση καινοτόμων επενδυτικών σχεδίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την επιμονή του τότε προέδρου της Ρομάνο Πρόντι, που επίσης καθυστερεί.
Η αναγκαιότητα μιας ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής έχει υποστηριχθεί εντούτοις σοβαρά στις Βρυξέλλες από παράγοντες που κάθε άλλο παρά "κρατιστές" μπορούν να θεωρηθούν, όπως ο κέρβερος της αγοράς, ο επίτροπος αρμόδιος για τον ανταγωνισμό την προηγούμενη πενταετία Μάριο Μόντι. Αυτή όμως θα προϋπέθετε την αύξηση των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού, εξηγούσε, ή και την ανακατανομή τους, καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους εξακολουθεί να κατευθύνεται στις αγροτικές ενισχύσεις. Τη ριζική ανακατανομή των κοινοτικών πόρων προς τρία νέα ταμεία, ένα για την εκπαίδευση, έρευνα και ανάπτυξη, ένα για τη σύγκλιση και ένα για την αντιμετώπιση των συνεπειών των αναδιαρθρώσεων, είχε εισηγηθεί άλλωστε το καλοκαίρι του 2003 η έκθεση Σαπίρ.
Η γαλλική στροφή προς τη βιομηχανική πολιτική γίνεται σε μία φάση όπου οι 25 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επανεξετάσουν τη στρατηγική της Λισσαβώνας, διαπιστώνοντας πόσο πίσω έχουν μείνει από το στόχο που έθεταν το 2000 (να γίνει η ευρωπαϊκή οικονομία ως το 2010 η πιο ανταγωνιστική στον κόσμο, βασισμένη στη γνώση), και ταυτόχρονα θα διαπραγματευθούν το πλαίσιο για τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς την περίοδο 2007-2013. Με την ανησυχία ότι η μεγέθυνση στην Ευρώπη φέτος δεν θα φτάσει καν το 1,8% του 2004, και με όλους να γνωρίζουν, και τον αρμόδιο για τη βιομηχανία επίτροπο Γκούντερ Φερχόιγκεν να το βεβαιώνει, ότι οι μετεγκαταστάσεις παραγωγικών δραστηριοτήτων σε χώρες χαμηλότερου κόστους θα συνεχίζονται, και μερίδια αγοράς για ευρωπαϊκά προϊόντα μεσαίας και χαμηλότερης τεχνολογίας θα εξακολουθήσουν να χάνονται προς όφελος άλλων χωρών, πιο ανταγωνιστικών.
Αν το στοίχημα για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής ευημερίας είναι να βγουν τα επόμενα χρόνια στις αγορές νέα ευρωπαϊκά προϊόντα προηγμένης τεχνολογίας, θα επηρεάσει άραγε η γαλλική κίνηση αυτές τις συζητήσεις και τις αποφάσεις;