Τα σύνορα της πολιτικής βίας
Θόδωρος Μαργαρίτης, www.aixmi.gr, Δημοσιευμένο: 2011-01-08
Η πολιτική βία στη χώρα μας αποτελεί μια νέα πραγματικότητα. Τον κεντρικό ρόλο έχει η νέα γενιά της σκληρής αριστερίστικης τρομοκρατίας. Υπάρχει, όμως, και η αυξανόμενη δράση της «Χρυσής Αυγής», με βίαιες πρακτικές σε βάρος αριστερών πολιτών και μεταναστών. Υπάρχουν, ακόμα, πράξεις τυφλής βίας, όπως αυτές που βλέπουμε συνήθως από τους κουκουλοφόρους στη διάρκεια διαδηλώσεων, αλλά εσχάτως και ανοργάνωτες ενέργειες βίας όπως η επίθεση στο βουλευτή της ΝΔ, Κ. Χατζηδάκη.
Είναι προφανές ότι οι θέσεις της πολιτικής βίας ενισχύονται στις μέρες μας από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, τη συνεπακόλουθη αναζήτηση αντιδράσεων και την ολόπλευρη αμφισβήτηση της πολιτικής εκπροσώπησης. Βρίσκουν έδαφος κυρίως σε νέες ηλικίες, αξιοποιώντας το πλεονέκτημα μιας «καθαρής ταυτότητας» που συνήθως εμφιλοχωρεί στα πολιτικά άκρα. Ας σταθούμε, όμως, σε ορισμένα νέα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν το φαινόμενο αυτό από τις παλαιότερες εποχές και τα αντίστοιχα παραδείγματα.
Καταρχήν, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι σταδιακά υποχωρεί αισθητά ο ευκρινής ιδεολογικός προσδιορισμός των φορέων της ένοπλης δράσης και αποκτά όλο και περισσότερο τα ασαφή χαρακτηριστικά μιας γενικόλογης «αντισυστημικής βίας». Στο περιεχόμενό της ο καθένας μπορεί να δώσει το δικό του πρόταγμα. Είτε αφορά τον καπιταλισμό, είτε τους όποιους μηχανισμούς εξουσίας, είτε την κυρίαρχη πολιτική κατάσταση, είτε ακόμα και τη δημοκρατική νομιμότητα.
Ακριβώς γι’ αυτό αρχίζουν να χαλαρώνουν τα σύνορα της πολιτικής βίας ανάμεσα στον κλασικό αριστερισμό, την αντιεξουσιαστική αντίληψη, την κοινή παραβατικότητα, το οργανωμένο έγκλημα και τις νεοφασιστικές τάσεις.
Υπάρχουν εικόνες που επιβεβαιώνουν αυτό τον ισχυρισμό. Και είναι αρκετές… Συλλογικότητες αναρχικών, αλλά και πρόσφατα ομάδες ακροδεξιών (π.χ. «αυτόνομοι εθνικιστές») χρησιμοποιούν την ίδια εμβληματική μάσκα του Γκάι Φoκς, ήρωα της ταινίας «V for Vendetta». Μια ταινία που με χαρακτηριστικό τρόπο προβάλλει την άρνηση του συστήματος –και του κοινοβουλευτισμού– με απολύτως ασαφή ιδεολογικά κίνητρα και προθέσεις.
Ακόμα πιο ενδεικτική εικόνα είναι οι οδομαχίες χούλιγκαν και αστυνομικών. Στους χούλιγκαν και στο σύνθημα «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», χάνονται οι ταυτότητες και οι ιδεολογικές αφετηρίες, είτε σχετίζονται με αντιεξουσιαστικές εκφωνήσεις, είτε με ακροδεξιές. Συχνά, μάλιστα, οι μετακινήσεις οπαδών από τα αντίστοιχα στρατόπεδα συγχέουν ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Εμφανίζονται με την ίδια άνεση είτε στο περιθώριο διαδηλώσεων είτε σε ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις.
Όπως επίσης δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την πληροφορία για την ακροδεξιά κατεύθυνση εκείνων που επιχείρησαν βίαιη είσοδο στη Βουλή, στη διαδήλωση της 5ης Μάη με το σύνθημα «να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Ένα σύνθημα που συνήθως ακούμε από το μαύρο μπλοκ…
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η σκληρότητα των επιθέσεων της τρομοκρατίας. Η παντελής έλλειψη κανόνων τόσο για τα θύματα όσο και για ενδεχόμενες παράπλευρες απώλειες, αλλά κυρίως η συνειδητή αδιαφορία για τις ανάγκες της κοινωνικής νομιμοποίησης και αποδοχής. Οι περιπτώσεις των «Πυρήνων της Φωτιάς» και της «Σέχτας» αποδεικνύουν τη βαθύτερη υποτίμηση της ίδιας της κοινωνίας.
Πίσω από τις μηδενιστικές εξαγγελίες κρύβεται μια ολοκληρωτική άρνηση σε κάθε επιδίωξη για κοινωνική ανοχή, αγγίζοντας μάλιστα μια απολύτως εγωκεντρική θεώρηση των όποιων ενεργειών, ξένη με τις παραδόσεις των ενόπλων οργανώσεων της δεκαετίας του ’70. Πρόκειται για μια εξέλιξη που περιπλέκει σε σκοτεινούς δρόμους τα κίνητρα, τα μέσα και τους στόχους.
Ένα ακόμη στοιχείο που έχει ενδιαφέρον –χωρίς να έχει πάρει απόλυτα χαρακτηριστικά– είναι οι αλλαγές στις κοινωνικές διαστρωματώσεις των ανθρώπων που στελεχώνουν αυτές τις ομάδες. Θα λέγαμε –με κάποιο ρίσκο – ότι στις αντιεξουσιαστικές ομάδες πλησιάζουν περισσότερο νέα παιδιά από μεσαίες και ανώτερες τάξεις, με σημαντική επιτάχυνση μετά τα Δεκεμβριανά του 2008 και τη σχετική θεωρητικοποίηση των τυφλών πράξεων βίας.
Αντίθετα, στις οργανώσεις της άκρας Δεξιάς προσεγγίζουν νέα παιδιά από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα με σημαντική –σε αυτή την περίπτωση– επιτάχυνση από τις υπαρκτές δυσκολίες συνύπαρξης με τους μετανάστες στις πιο φτωχικές γειτονιές.
Πιθανώς να φαίνεται μια επιφανειακή παρατήρηση που πάντως κινείται σε αντιστροφή με το παρελθόν, όπου στις αναρχικές ομάδες συσπειρώνονται νέοι άνθρωποι από πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα και από επαρχιακές πόλεις, ενώ στην ακροδεξιά συνέχιζαν με κάποιο τρόπο την παράδοση των «γαλαζοαίματων» αρνητών της Δημοκρατίας.
Τα πρόχειρα αυτά στοιχεία ανοίγουν μια μεγάλη συζήτηση για τη διαδρομή της πολιτικής βίας στη χώρα μας, που αργά αλλά σταθερά γίνεται σκέτη βία, χωρίς ιδιαίτερο πολιτικό πρόσημο. Είναι εικόνες από το μέλλον. Το μέλλον της μητροπολιτικής βίας που ξεπερνά ιδεολογικά και πολιτικά σύνορα. Και γι’ αυτό είναι αναγκαία η εγρήγορση της Δημοκρατίας. Η άμυνά της απέναντι σε αντιλήψεις και ενέργειες που πλήττουν το διαφωτισμό, τον κοινοβουλευτισμό, την κουλτούρα της ανοικτής κοινωνίας. Δηλαδή τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της νεωτερικότητας.
Οι αφελείς αναλύσεις για τα επίδικα της πολιτικής βίας, καθώς και η λαϊκίζουσα εκφώνηση υπέρ κάθε είδους νεανικής αντίδρασης, δεν προσφέρουν τίποτα. Για τους πιο ρομαντικούς αξίζει μια τελευταία κουβέντα. Ο γαλλικός Μάης είναι πια πολύ μακρινός… Δεν είναι πια εδώ!