Τι σηµαίνει το γερµανικό σχέδιο
Π.Κ. Ιωακειμίδης, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2011-02-11
Εδώ και αρκετό καιρό το σύνολο σχεδόν της Ευρώπης είχε ένα εναγώνιο ερώτηµα: «Πού το πάει η Γερµανία»; Πού το πάει δηλαδή σε σχέση µε την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Θέλει περισσότερη ή λιγότερη ενοποίηση, θέλει ενίσχυση ή διάλυση του ενιαίου νοµίσµατος, του ευρώ; Για όσο διάστηµα το ερώτηµα αυτό παρέµενε αναπάντητο, η Ευρώπη παρέµενε σε αβεβαιότητα. Το ερώτηµα αυτό τελικά φαίνεται ότι απαντάται. Η Γερµανία θέλει περισσότερη ενοποίηση, θέλει να διασφαλίσει τη βιωσιµότητα του ευρώ, θέλει «περισσότερη Ευρώπη». Και το γεγονός αυτό είναι από µόνο του σηµαντικό για όλους, την Ευρώπη, τις χώρες - µέλη και την Ελλάδα βεβαίως. Αυτή είναι η πρώτη σηµαντική και ελπιδοφόρα διαπίστωση. Η δεύτερη είναι ότι το Βερολίνο θέλει «περισσότερη Ευρώπη α λα γερµανικά».
Θέλει δηλαδή να επεκτείνει το γερµανικό µοντέλο οικονοµικής οργάνωσης, απόδοσης και συµπεριφοράς στο σύνολοτης Ευρώπης ως σύµφωνο για τη βαθύτερη ενοποίηση (Σύµφωνο Ανταγωνιστικότητας), κάτι όχι κατ’ ανάγκη συνολικά κακό, αλλά οπωσδήποτε προβληµατικό που εύλογα προκαλεί αντιδράσεις. Το σχέδιο/σύµφωνο αυτό, όπως θα αποκρυσταλλωθεί σε συγκεκριµένες προτάσεις έπειτα από σχετικές διαβουλεύσεις, τελικά δεν µπορεί παρά µε κάποια ευελιξία να γίνει αποδεκτό (όπως έγινε και το Σύµφωνο Σταθερότητας στη δεκαετία του 1990 που είχε προτείνει τότε η Γερµανία και είχε προκαλέσει αρχικά έντονες αντιδράσεις). Το πρόβληµα µε το γερµανικό σχέδιο δεν έγκειται τόσο σ’ αυτά που προβλέπει όσο σ’ αυτό που δεν προβλέπει, στο στοιχείο που απουσιάζει δηλαδή. Και αυτό το στοιχείο είναι η αναπτυξιακή διάσταση.
Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας θα συµβάλει σε βάθος χρόνου στην αναπτυξιακή διαδικασία, ωστόσο οι περιφερειακές χώρες - µέλη της ευρωζώνης θα πρέπει να επιταχύνουν τους ρυθµούς ανάπτυξης τώρα. Και γι’ αυτό χρειάζεται µια περισσότερο άµεση παρέµβαση της Ενωσης, είτε µέσω µεταφοράς πόρων του προϋπολογισµού (πράγµα πολιτικά δύσκολο) είτε µε την αξιοποίηση άλλων µέσων (αναπτυξιακό ευρωοµόλογο). Στη διάσταση αυτή θα πρέπει να ρίξουν κυρίως το διαπραγµατευτικό τους βάρος οι περιφερειακές χώρες της Ενωσης: στη συµπλήρωση του σχεδίου και όχι στην απόρριψή του, κάτι που θα σήµαινε εγκατάλειψη της προοπτικής για βαθύτερη οικονοµική και τελικά πολιτική ένωση.