Ευρωσύνταγμα: Φιλοευρωπαϊκό, κριτικό «ναι»
Αποστόλης Στραγαλινός, Εποχή, Δημοσιευμένο: 2005-04-03
Η πλειοψηφία των αριστερών στην Ελλάδα έχει ταχθεί από την αρχή οριζοντίως και καθέτως κατά της Ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης. Εμφανίζεται έτσι η αριστερά πλήρως εναρμονισμένη με την κυρίαρχη άποψη της ελληνικής κοινωνίας: Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, οι έλληνες με ποσοστό 32% βρίσκονται στην 20η θέση των «φιλοσυνταγματικών» ευρωπαίων. Με άλλα λόγια, δεν το θέλουν. Και δεν το θέλουν είτε λόγω άγνοιας (ο ένας στους δύο δεν έχει ακούσει τίποτε για το Σύνταγμα) ή εξαιτίας της καχυποψίας που προκαλεί οτιδήποτε κυοφορείται στις Βρυξέλλες. Και η αριστερά; Το μεν «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» ΚΚΕ «ξεμπερδεύει» αντλώντας επιχειρήματα από το οπλοστάσιο της ιδεολογικής του καθαρότητας. Ένα σκέτο αντιευρωπαϊκό «όχι» αρκεί…Η δε άλλη αριστερά συντάσσεται επίσης πίσω από το «όχι», επιλέγοντας ορθώς, ωστόσο, να συζήτησει δημόσια τους λόγους που υπαγορεύουν την στάση αυτή. Τις αντιρρήσεις της φιλοευρωπαϊκής αριστεράς έχει κατ’ επανάληψη τεκμηριώσει με ευφράδεια και πειστικότητα ο καθηγητής Μανιτάκης. Αναλύοντας, εντούτοις, το Ευρωσύνταγμα σε μέγιστο βαθμό με νομικά και συνταγματολογικά επιχειρήματα, μας διαφεύγει ότι το ζήτημα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό και ότι ως τέτοιο πρέπει να ειδωθεί από τη δική μας αριστερά. Να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να θέσουμε το ερώτημα: Μας ενδιαφέρει (εμάς, τη φιλοευρωπαϊκή αριστερά) η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης; Αν απαντήσουμε ναι, τότε πρέπει να παραδεχθούμε ότι η Συνταγματική Συνθήκη είναι το ξεκίνημα και όχι το τελείωμα μιας μακράς πολιτικής διαδικασίας για τη διαμόρφωση μιας ενιαίας Ευρώπης με ομοσπονδιακή βάση και μορφή. Ουδείς μας εμποδίζει να βάλουμε ένα χεράκι για να αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί και το ισχύον καθεστώς αποθέωσης της αγοράς που διέπει την Ε.Ε, ώστε να τα κάνουμε όλα καλύτερα, να φτάσουμε μια ώρα αρχύτερα στο στόχο μας. Δεν είναι ασήμαντο το γεγονός ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ενσωματώθηκε στο Σύνταγμα, απέκτησε με την έγκριση του Σχεδίου της Συνέλευσης το περασμένο φθινόπωρο στη Ρώμη νομικά δεσμευτική ισχύ για την Ένωση, τα κράτη – μέλη της, τους θεσμούς, τα όργανα και τις υπηρεσίες της. Ο Χάρτης περιλαμβάνει σε ενιαίο κείμενο, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ε.Ε, το σύνολο μέχρι πρόσφατα διάσπαρτων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών καθώς και όλων των προσώπων που ζουν στην επικράτεια της Ένωσης. Αν απαντήσουμε όχι, τότε να πούμε συγκεκριμένα τι θέλουμε, πέραν των γνωστών «ένα άλλο Σύνταγμα» (ποιος θα το φτιάξει, με ποια υλικά, διαδικασία, χρονοδιάγραμμα;), «μια Ευρώπη με κοινωνικό πρόσωπο» κλπ. Επίσης να ξεδιαλύνουμε μια χτυπητή αντινομία: Γιατί απορρίπτοντας το Ευρωσύνταγμα αποδεχόμαστε εμμέσως κάτι χειρότερο; Εμμένουμε, εφόσον δεν καταθέτουμε ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση, στη διατήρηση του σημερινού κάκιστου status quo, της Συνθήκης της Νίκαιας, η οποία αφενός θέτει ως στόχο την «ανοιχτή οικονομία της αγοράς» και αφετέρου δεν αναγνωρίζει στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων νομική δεσμευτική αξία. Αντιθέτως, κάνουμε φασαρία για την «κοινωνική οικονομία της αγοράς» που περιλαμβάνεται ως αξία στη Συνταγματική Συνθήκη και βελτιώνει τη διατύπωση της Νίκαιας.
Το ΚΚΕ από την πλευρά του είναι πιο καθαρό: Λέει να φύγουμε από την Ε.Ε. Ίσως όμως οι σύντροφοι του Περισσού σ’ αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να σκεφτούν να ψηφίσουν υπέρ του Ευρωσυντάγματος, καθώς για πρώτη φορά προβλέπεται η δυνατότητα εξόδου μιας κοινοτικής χώρας από την Ε.Ε.
Μια καθαρή άρνηση εκ μέρους μας υποκρύπτει τον κίνδυνο να αποδειχθεί προσχηματική, καθώς δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά με ποιες εναλλακτικές προτάσεις και ποια πρακτικά μέσα θα προχωρήσουμε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, που είναι αποδεδειγμένα μια «αριστερότατη» πρόταση από την εποχή του διαφωτισμού και ακόμη πιο πίσω.
Ανεξάρτητα από το κατά πόσο το εν λόγω Ευρωσύνταγμα είναι καλό ή κακό, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα προϊόν συμβιβασμού εθνικών, κρατικών, ιδεολογικών και άλλων αντιθέσεων, όπως άλλωστε κάθε κίνηση προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης. Οι κυβερνήσεις δεν θα μας προσφέρουν ποτέ από μόνες τους μιαν Ευρώπη α λα καρτ, όπως θα την οραματιζόταν ο καθένας μας. Αυτή θα τη διεκδικήσουμε εμείς.
Κοντά στο στείρο αντιευρωπαϊκό (ΛΑΟΣ, εθνικιστές κλπ.) ή φιλοευρωπαϊκό «όχι» (Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς) υπάρχει και το φιλοευρωπαϊκό, κριτικό, αριστερό «ναι», φωνές που μέσα από μια κουλτούρα σύνθεσης θέλουν να συμβάλουν στον προβληματισμό και την αναζήτηση σύγχρονων αριστερών απαντήσεων στις σημερινές προκλήσεις του κόσμου. Η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης δεν κλείνει με την υιοθέτηση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Αντιθέτως, το Σύνταγμα, παρ’ όλες τις ατέλειες και τα ρίσκα του (π.χ. ο Μπίσκι βάζει το ζήτημα της ανάληψης στρατιωτικών επιχειρήσεων εκτός Ε.Ε, εμείς την εδραίωση της αγοράς) μπορεί να αποτελέσει θεμέλιο και πρώτο σταθμό μιας μακράς διαδικασίας με στόχο την πολιτικά – και όχι μόνο οικονομικά – ενωμένη Ευρώπη των λαών (και λιγότερο των κρατών), όπου η ευρωπαϊκή αριστερά είναι απαραίτητο να συμμετάσχει κεντρικά με ολοκληρωμένες προτάσεις για περισσότερη δημοκρατία, διαφάνεια, για κοινωνική Ευρώπη με ανοιχτούς ορίζοντες και σύνορα, για διεύρυνση των πολιτικών, εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Εκεί θα μετρήσουμε τις δυνάμεις μας, θα διαπιστώσουμε αν ο λόγος μας είναι ακόμη φρέσκος και ανατρεπτικός. Όχι σε a priori δαιμονοποιήσεις και άκαμπτες στοιχίσεις πίσω από ευρωφοβικά στερεότυπα που αντί για υποκείμενα - πρωταγωνιστές μας καθιστούν αμυνόμενους και απόμακρους - παθητικούς παρατηρητές ιστορικών αλλαγών που ήδη δρομολογούνται στην ήπειρό μας.
Το ΚΚΕ από την πλευρά του είναι πιο καθαρό: Λέει να φύγουμε από την Ε.Ε. Ίσως όμως οι σύντροφοι του Περισσού σ’ αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να σκεφτούν να ψηφίσουν υπέρ του Ευρωσυντάγματος, καθώς για πρώτη φορά προβλέπεται η δυνατότητα εξόδου μιας κοινοτικής χώρας από την Ε.Ε.
Μια καθαρή άρνηση εκ μέρους μας υποκρύπτει τον κίνδυνο να αποδειχθεί προσχηματική, καθώς δεν μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά με ποιες εναλλακτικές προτάσεις και ποια πρακτικά μέσα θα προχωρήσουμε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, που είναι αποδεδειγμένα μια «αριστερότατη» πρόταση από την εποχή του διαφωτισμού και ακόμη πιο πίσω.
Ανεξάρτητα από το κατά πόσο το εν λόγω Ευρωσύνταγμα είναι καλό ή κακό, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα προϊόν συμβιβασμού εθνικών, κρατικών, ιδεολογικών και άλλων αντιθέσεων, όπως άλλωστε κάθε κίνηση προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και εμβάθυνσης. Οι κυβερνήσεις δεν θα μας προσφέρουν ποτέ από μόνες τους μιαν Ευρώπη α λα καρτ, όπως θα την οραματιζόταν ο καθένας μας. Αυτή θα τη διεκδικήσουμε εμείς.
Κοντά στο στείρο αντιευρωπαϊκό (ΛΑΟΣ, εθνικιστές κλπ.) ή φιλοευρωπαϊκό «όχι» (Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς) υπάρχει και το φιλοευρωπαϊκό, κριτικό, αριστερό «ναι», φωνές που μέσα από μια κουλτούρα σύνθεσης θέλουν να συμβάλουν στον προβληματισμό και την αναζήτηση σύγχρονων αριστερών απαντήσεων στις σημερινές προκλήσεις του κόσμου. Η συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης δεν κλείνει με την υιοθέτηση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Αντιθέτως, το Σύνταγμα, παρ’ όλες τις ατέλειες και τα ρίσκα του (π.χ. ο Μπίσκι βάζει το ζήτημα της ανάληψης στρατιωτικών επιχειρήσεων εκτός Ε.Ε, εμείς την εδραίωση της αγοράς) μπορεί να αποτελέσει θεμέλιο και πρώτο σταθμό μιας μακράς διαδικασίας με στόχο την πολιτικά – και όχι μόνο οικονομικά – ενωμένη Ευρώπη των λαών (και λιγότερο των κρατών), όπου η ευρωπαϊκή αριστερά είναι απαραίτητο να συμμετάσχει κεντρικά με ολοκληρωμένες προτάσεις για περισσότερη δημοκρατία, διαφάνεια, για κοινωνική Ευρώπη με ανοιχτούς ορίζοντες και σύνορα, για διεύρυνση των πολιτικών, εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Εκεί θα μετρήσουμε τις δυνάμεις μας, θα διαπιστώσουμε αν ο λόγος μας είναι ακόμη φρέσκος και ανατρεπτικός. Όχι σε a priori δαιμονοποιήσεις και άκαμπτες στοιχίσεις πίσω από ευρωφοβικά στερεότυπα που αντί για υποκείμενα - πρωταγωνιστές μας καθιστούν αμυνόμενους και απόμακρους - παθητικούς παρατηρητές ιστορικών αλλαγών που ήδη δρομολογούνται στην ήπειρό μας.