Με καθαρή σκέψη στις κρίσιμες στιγμές
Κώστας Κάρης, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2011-05-22
Οι εξελίξεις πυκνώνουν γύρω από το μεγάλο κουβάρι που έχει φτιαχτεί με το έλλειμμα, το χρέος, το μέλλον του χρέους, τα δάνεια, τους όρους για τα δάνεια. Χωρίς καθαρή σκέψη - μακριά από δογματικά προκάτ συμπεράσματα - χωρίς σαφείς στρατηγικές επιλογές δεν μπορούμε να βρούμε άκρη μέσα στη σύγχυση.
ΚΑΘΑΡΗ σκέψη δεν αναδεικνύουν ή δεν καλλιεργούν αντιλήψεις που αναπαράγονται από ηγετικές προσωπικότητες εκτός και εντός Ελλάδος του τύπου: οι Έλληνες έχουν πολλές διακοπές ή ότι επέρχεται η πλήρης υποταγή στο μεγάλο κεφάλαιο. Είναι δυνατόν να συζητούμε για την κρίση ενός χρέους που θα φθάσει το 150% του ΑΕΠ και να διατυπώνεται ως, έστω υπαινικτική λύση, η αύξηση κατά 1 ή 2 % των ετήσιων ημερών εργασίας; Είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε την πίεση που ασκείται και τη σημερινή εξόχως δύσκολη κατάσταση χρησιμοποιώντας συνθήματα παντός καιρού ; Όσο αλήθεια είναι ότι οι δυνάμεις της εργασίας έχουν χάσει όλες τις οικονομικές μάχες τον περασμένο χρόνο - και υπάρχουν ευθύνες γι’ αυτό - άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι δεν γίνεται και πριν δυο χρόνια να είχαμε υποταγεί στο κεφάλαιο και τώρα πάλι να υποτασσόμαστε. Ας μην επεκταθούμε. Αν αν υποβάλλουμε τα κατάλληλα ερωτήματα θα ανακαλύψουμε αμέσως τις άχρηστες ή παραπλανητικές συνθηματολογίες.
Η ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ και η ορθή ανάλυση είναι ιδιαίτερα σημαντικές απαιτήσεις αυτές τις μέρες που θα κριθούν πολλά σε ένα εξόχως ασταθές περιβάλλον. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο πρώτος - αλλά όχι ο μόνος - κίνδυνος για την Ελλάδα είναι η αδυναμία λήψης αποφάσεων στα ευρωπαϊκά όργανα λόγω των σοβαρών διαφωνιών που εκδηλώνονται. Και τότε εγκρίνονται συμβιβαστικές λύσεις εντελώς ανεπαρκείς.
Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ επιλογή που γύρω της μπορούν οργανωθούν λύσεις αφορά τη θέση της χώρας στην Ευρώπη και κατ επέκταση στην Ευρωζώνη. Κάθε υποχώρηση από αυτή την επιλογή, κάθε κίνηση που θέτει σε αμφιβολία τον στόχο - έστω και ως διαπραγματευτική τακτική - είναι άλλη στρατηγική επιλογή, πολύ μεγάλου κόστους για την κοινωνία και τους εργαζόμενους. Άρα, συμφωνία ευρωπαϊκή, λύση ευρωπαϊκή για το χρέος. Όχι βιαστική, αλλά σταθερή.
ΔΙΕΞΟΔΟΣ χωρίς τη μεγάλη μείωση του ελλείμματος δεν υπάρχει. Αυτή είναι η δεύτερη θεμελιώδης επιλογή. Όσοι αρνούνται τον κανόνα αυτό δεν μπορούν να διατυπώσουν συγκεκριμένες προτάσεις, επαναλαμβάνουν ευχολόγια για μια άλλη χώρα, για μια άλλη εποχή. Ένα χρόνο τώρα δεν δόθηκε όπως έπρεπε η μάχη για την αύξηση των εσόδων και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ούτε τώρα βλέπουμε να δίνεται η μάχη, όχι μόνον από την κυβέρνηση αλλά και τις συνδικαλιστικές δυνάμεις, που διεκτραγωδούν αλλά δεν δρουν. Έτσι η αποτυχία εν πολλοίς των προοπτικών του μνημονίου θέτει το δίλημμα αν θα συνεχιστεί η μείωση των δαπανών με νέα μείωση των μισθών και άλλων αμοιβών ή αν θα πρέπει να πωληθεί δημόσια περιουσία και με αποκρατικοποιήσεις. Είναι μια απόφαση που πρέπει να ληφθεί.
Οι αποκρατικοποιήσεις και οι πωλήσεις είναι η προσπάθεια να αποφευχθεί το πικρό ποτήριο της βραχυπρόθεσμης κοινωνικής κατανομής του κόστους της κρίσης. Να πληρώσουν περισσότερο όσοι είναι ισχυρότεροι οικονομικά δεν το επιλέγουν ή δεν το επιτυγχάνουν οι κυβερνώντες. Να ξαναστριμώξουν υπερβολικά τους εργαζόμενους θέλουν να το αποφύγουν, άρα πούλημα περιουσίας.
ΑΛΛΗ ΥΠΕΚΦΥΓΗ είναι η υπερενασχόληση με την αναδιάρθρωση του χρέους. Η σκέψη είναι λογική, ότι με μια σοβαρή μείωση των απαιτήσεων εξόφλησης των ομολόγων που λήγουν, θα περισσέψουν χρήματα. Πιθανόν, αν δεν υπάρξουν παρενέργειες. Αλλά το κοινωνικό ζήτημα της κατανομής του βάρους της κρίσης δεν θα λυθεί υπέρ των εργαζομένων με την αναδιάρθρωση, προφανώς θα συνεχιστούν τα ίδια - γι’ αυτό επιμένω ότι είναι υπεκφυγή από την πραγματική κοινωνική σύγκρουση. Αυτή είναι η τρίτη βασική θέση : όσο όλοι - πλην ελαχίστων - έχουμε συμφέρον να μην χρεωκοπήσει η χώρα μας, άλλο τόσο προσδιορίζουμε διαφορετικά το πώς θα κατανεμηθεί το βάρος, ποιος πληρώνει περισσότερα. Οι αριθμοί έως τώρα - επιμένουμε οι αριθμοί και όχι οι ιδέες μας - επιβεβαιώνουν ότι γενικά συμμετέχει περισσότερο η αμοιβή της εργασίας στα βάρη, αλλά αυτή η συμμετοχή είναι άνιση. Οι εξασφαλισμένες κατηγορίες εργαζομένων συμμετέχουν πολύ λιγότερο, ενώ άλλες συντριπτικά περισσότερο (π.χ. εμπόριο, ανειδίκευτη εργασία). Η αλληλεγγύη δεν μπορεί να εκδηλώνεται με ωραία λόγια ή με την καταγγελία του κεφαλαίου. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητη υποχρέωση των οργανωμένων δυνάμεων της εργασίας οι παρεμβάσεις μείωσης των μεγάλων διαφορών που διευρύνονται.
Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ των σημερινών μας διλημμάτων με καθαρότητα και στρατηγική σαφήνεια επιτρέπει και προσεκτικές επιλογές στο θέμα των ημερών, ποια συναίνεση και σε τι.