Να κερδίσουμε χρόνο
Γιάννης Βούλγαρης, Δημοσιευμένο: 2011-09-24
Η Ελλάδα έχει εισέλθει εμφανώς στη δυσκολότερη φάση μιας πολυεπίπεδης εθνικής κρίσης, και τα σενάρια εξόδου από αυτήν κυμαίνονται ανάμεσα στο κακό, στο χειρότερο και στο καταστροφικό. Το κακό σενάριο είναι το καλύτερο! Προβλέπει μια συντεταγμένη πορεία σε συνεννόηση με τους θεσμικούς δανειστές (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ). Οποια τελική μορφή και αν αυτή πάρει, υπολογίζεται ότι η συνολική περίοδος ύφεσης 2009-2012 θα μειώσει το ΑΕΠ χοντρικά κατά 15%, ενώ μπορεί να συγκρατήσει τα κοινωνικά ρήγματα σε πολιτικά διαχειρίσιμο επίπεδο και την «καθημερινότητά» μας στα αστικά ιδίως κέντρα, σε ανεκτά ψυχικά και ανθρώπινα πλαίσια, παρά τη δραματική επιδείνωση που ήδη βιώνουμε. Η γεωπολιτική θέση της χώρας, έστω εξασθενημένη, θα εξακολουθεί να συναρτάται με την τύχη του βασικού πυρήνα της ΕΕ. Το καταστροφικό σενάριο είναι η άτακτη πτώχευση εκτός ευρώ. Η χώρα υπολογίζεται ότι θα χάσει τουλάχιστον το 50% του ΑΕΠ, θα μεσολαβήσει ένα χρονικό διάστημα οικονομικοκοινωνικού χάους με απρόβλεπτες ανθρώπινες και πολιτικές συνέπειες, ενώ γεωπολιτικά θα οπισθοχωρήσουμε σε ιστορικά προηγούμενα στάδια αστάθειας και ανασφάλειας. Μεταξύ αυτών των δύο κινείται το σημερινό σενάριο. Οι συνεννοήσεις με την τρόικα οδηγούν σε περιοδικές κρίσεις πανικού και σπασμωδικά μέτρα με αμφίβολη αποτελεσματικότητα. Την κύρια ευθύνη φέρει η ελληνική πλευρά, γιατί δεν κινείται βάσει ενός εθνικού σχεδίου που θα αποτελούσε και την πυξίδα στις εκάστοτε διαπραγματεύσεις.
Το σημερινό σκηνικό, πρακτικά το επόμενο εξάμηνο, είναι ιδιαιτέρως ασταθές και απρόβλεπτο. Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην ΕΕ και τη Γερμανία. Το διαπιστώνουμε στις αλλεπάλληλες δυσκολίες που συναντά η οριστικοποίηση της απόφασης της 21ης Ιουλίου, καθώς εμπλέκεται στους μαιάνδρους του πολύπλοκου θεσμικού μορφώματος της ΕΕ και στην παρατεινόμενη διχοστασία των γερμανικών ελίτ.Το βασικό πρόβλημα εστιάζεται όμως στην Ελλάδα που βαδίζει κυριολεκτικά στο χείλος της αβύσσου. Κάθε πρόβλεψη για τις πολιτικές εξελίξεις ή τις κοινωνικές διαθέσεις είναι τόσο πιθανή όσο και η αντίθετή της. Ο μείζων κίνδυνος προέρχεται και πάλι από το πολιτικό σύστημα. Λαθεμένες, σπασμωδικές ή δημαγωγικές κινήσεις μπορεί να επιφέρουν την απότομη κατρακύλα της χώρας από το κακό στο καταστροφικό σενάριο. Εγραψα «και πάλι», γιατί έχουμε λησμονήσει ότι πέρα από τις μακροχρόνιες δομικές προδιαθέσεις, το μέγεθος της σημερινής εθνικής κρίσης καθορίστηκε από την τρελή πολιτική διαχείριση της ελληνικής οικονομίας μετά την εκδήλωση της παγκόσμιας κρίσης 2007-2008.
Μας το θυμίζει με στοιχεία ο Νίκος Χριστοδουλάκης στο πρόσφατο βιβλίο του Σώζεται ο Τιτανικός; Από το Μνημόνιο, ξανά στην ανάπτυξη (Εκδ. Πόλις). Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε το μερτικό του λέοντα στις ευθύνες. Κατά τη διετία 2008-2009, αντί να περιορίσει τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και το εξωτερικό έλλειμμα, έκανε μια σπάταλη πολιτική που εκτίναξε τον δανεισμό στα 57 δισ. Ανάμεσα στα αξιομνημόνευτα (!) μέτρα που έλαβε ήταν η ευνοϊκή μεταχείριση των off-shore εταιρειών, η κατάργηση των τεκμηρίων πολυτελών αυτοκινήτων και η επιδότηση της αγοράς τους, η επιδότηση αιρκοντίσιον, νέα δάνεια 2,2 δισ. για εξοπλισμούς (!) και φυσικά οι γνωστές αλλά ξεχασμένες πολυπληθείς προεκλογικές προσλήψεις. Στη συνέχεια, η νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, δέσμια της προεκλογικής ρητορείας της, μοίρασε με τη σειρά της «κοινωνικές ενισχύσεις στους αδύναμους για να ενισχύσει τη ζήτηση», ώσπου να τις πάρει λίγο αργότερα πίσω και με τόκο. Αλλες κοινωνίες, με άλλη πολιτική κουλτούρα, μπορεί να διδάσκονταν από αυτήν την πικρή εμπειρία. Δεν είναι η περίπτωσή μας, δεν είναι η περίπτωση της Ελλάδας.
Στο χείλος της αβύσσου, η ΝΔ του κ. Σαμαρά επαναλαμβάνει την ίδια προεκλογική δημαγωγία, τα μεγάλα τηλεοπτικά δελτία αγωνίζονται με πάθος κάθε βράδυ να τον φέρουν στην εξουσία παραβλέποντας την ανυπαρξία της πολιτικής του, και τέλος ένα μέρος του εκλογικού σώματος, απελπισμένο, «τσιμπάει» ξεχνώντας ότι έτσι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Βρισκόμαστε λοιπόν εγκλωβισμένοι. Από τη μια, η κυβέρνηση παίρνει «μέτρα» χωρίς να μπορεί να τα εντάξει σε μια πολιτική, και επιπλέον, φαίνεται να μην βρίσκει ούτε τον χρόνο ούτε τη διαύγεια ούτε τις θεσμικές διαδικασίες για να επεξεργαστεί ένα στοιχειώδες εθνικό σχέδιο ανασύνταξης. Από την άλλη, η ΝΔ του κ. Σαμαρά προβάλλει σαν συνταγή οριστικού εκτροχιασμού, είτε γιατί αν κέρδιζε τις εκλογές θα σπαταλούσε χρόνο και χρήμα μέχρι να επανέλθει από την προεκλογική δημαγωγία στη ρεαλιστική πολιτική, είτε γιατί κατά βάθος έχει αποδεχτεί την πιθανότητα να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια του 1821 με δραχμή.
Σε αυτό το σκηνικό μια άτακτη προσφυγή στις κάλπες, είτε γιατί θα αυξηθεί πολύ η κοινωνική πίεση είτε γιατί η κυβέρνηση θα χάσει τη δεδηλωμένη, θα άνοιγε μια κρίση στα τυφλά με πιθανότερη τη χρεοκοπία της χώρας. Η προσπάθεια ανασύνταξης της παρούσας κυβέρνησης και η παράταση της θητείας της εξακολουθεί να είναι σε αυτή τη φάση η ασφαλέστερη επιλογή για τη χώρα. Η κυβέρνηση έχει τη νομιμότητα στη βάση των εκλογών και των έκτακτων εθνικών καταστάσεων. Οι πολίτες το διαισθάνονται και γι’ αυτό δεν ζητούν εκλογές. Η προσφυγή στις κάλπες δεν συμφέρει ούτε το ΠΑΣΟΚ, παρά μόνο αν έχει πετύχει κάτι που να ισοδυναμεί με δικαίωση των θυσιών: ένα σταθερότερο και πειστικότερο για την αποδοτικότητά του σχήμα διάσωσης της χώρας στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Αν αντιθέτως επιλέξει ή συρθεί σε εκλογές στα μισά της προσπάθειας, δεν θα διαλυθεί απλώς το ΠΑΣΟΚ, αλλά θα αποδιαρθρωθεί η παράταξη για μακρύ διάστημα.Αποτελεί λύση η συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων ή μια χρονικά οριοθετημένη πολιτική κυβέρνηση έκτακτης εθνικής ανάγκης με την υποστήριξή τους; Θα αποτελούσε, μόνο όμως αν είχε προηγηθεί μια ειλικρινής συνειδητοποίηση εκ μέρους τους ότι όντως συνιστά εθνική αναγκαιότητα και όχι πρόσκαιρη υποχρεωτική συγκατοίκηση επειδή οι κάλπες δεν έβγαλαν αυτοδυναμία. Η ειλικρινής συνειδητοποίηση δηλώνεται πολιτικά και προηγείται της προσφυγής στις κάλπες. Γιατί στην αντίθετη περίπτωση, θα ήταν συνταγή αδύναμης και αλληλοϋποβλεπόμενης κυβέρνησης ή ακυβερνησίας.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση, μεγάλο μέρος της ΝΔ, αλλά και η σιωπηλή πλειονότητα της κοινωνίας κατανοούν ότι η Ελλάδα πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να ωριμάσουν σταθερότερες λύσεις της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής κρίσης. Αν η παγκόσμια οικονομία εισέλθει και πάλι σε ύφεση, οι μεγάλες δυνάμεις θα κληθούν να αναζητήσουν ριζικότερες λύσεις, στις οποίες θα περιλαμβάνεται και το ελληνικό πρόβλημα. Στην ευρωζώνη εξάλλου, πολλά σημάδια δείχνουν ότι η πορεία στη δημοσιονομική και οικονομική ολοκλήρωση έχει δρομολογηθεί και θα επιταχυνθεί υπό το βάρος της κρίσης. Θα είναι μια ολοκλήρωση στη βάση της «γερμανικής Ευρώπης», αλλά αυτό είναι προς το παρόν καλύτερο από την άναρχη επανεθνικοποίηση των ευρωπαϊκών διαδικασιών που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια. Πόσω μάλλον που το 2012-2013 είναι πολύ πιθανό να αλλάξει ουσιωδώς ο πολιτικός χάρτης της ΕΕ με την άνοδο των σοσιαλιστικών και προοδευτικών κομμάτων, γεγονός που θα κάνει πιθανότερη μια πολιτική στροφή προς τις πολιτικές ανάπτυξης της ηπείρου μας. Η Ελλάδα πρέπει να αντέξει πολιτικά και κοινωνικά, πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να μην αποκοπεί από τις διαφαινόμενες διεργασίες. Συμμετέχοντας έστω ως επιδοτούμενος φτωχός συγγενής.
Το σημερινό σκηνικό, πρακτικά το επόμενο εξάμηνο, είναι ιδιαιτέρως ασταθές και απρόβλεπτο. Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην ΕΕ και τη Γερμανία. Το διαπιστώνουμε στις αλλεπάλληλες δυσκολίες που συναντά η οριστικοποίηση της απόφασης της 21ης Ιουλίου, καθώς εμπλέκεται στους μαιάνδρους του πολύπλοκου θεσμικού μορφώματος της ΕΕ και στην παρατεινόμενη διχοστασία των γερμανικών ελίτ.Το βασικό πρόβλημα εστιάζεται όμως στην Ελλάδα που βαδίζει κυριολεκτικά στο χείλος της αβύσσου. Κάθε πρόβλεψη για τις πολιτικές εξελίξεις ή τις κοινωνικές διαθέσεις είναι τόσο πιθανή όσο και η αντίθετή της. Ο μείζων κίνδυνος προέρχεται και πάλι από το πολιτικό σύστημα. Λαθεμένες, σπασμωδικές ή δημαγωγικές κινήσεις μπορεί να επιφέρουν την απότομη κατρακύλα της χώρας από το κακό στο καταστροφικό σενάριο. Εγραψα «και πάλι», γιατί έχουμε λησμονήσει ότι πέρα από τις μακροχρόνιες δομικές προδιαθέσεις, το μέγεθος της σημερινής εθνικής κρίσης καθορίστηκε από την τρελή πολιτική διαχείριση της ελληνικής οικονομίας μετά την εκδήλωση της παγκόσμιας κρίσης 2007-2008.
Μας το θυμίζει με στοιχεία ο Νίκος Χριστοδουλάκης στο πρόσφατο βιβλίο του Σώζεται ο Τιτανικός; Από το Μνημόνιο, ξανά στην ανάπτυξη (Εκδ. Πόλις). Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε το μερτικό του λέοντα στις ευθύνες. Κατά τη διετία 2008-2009, αντί να περιορίσει τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και το εξωτερικό έλλειμμα, έκανε μια σπάταλη πολιτική που εκτίναξε τον δανεισμό στα 57 δισ. Ανάμεσα στα αξιομνημόνευτα (!) μέτρα που έλαβε ήταν η ευνοϊκή μεταχείριση των off-shore εταιρειών, η κατάργηση των τεκμηρίων πολυτελών αυτοκινήτων και η επιδότηση της αγοράς τους, η επιδότηση αιρκοντίσιον, νέα δάνεια 2,2 δισ. για εξοπλισμούς (!) και φυσικά οι γνωστές αλλά ξεχασμένες πολυπληθείς προεκλογικές προσλήψεις. Στη συνέχεια, η νέα κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, δέσμια της προεκλογικής ρητορείας της, μοίρασε με τη σειρά της «κοινωνικές ενισχύσεις στους αδύναμους για να ενισχύσει τη ζήτηση», ώσπου να τις πάρει λίγο αργότερα πίσω και με τόκο. Αλλες κοινωνίες, με άλλη πολιτική κουλτούρα, μπορεί να διδάσκονταν από αυτήν την πικρή εμπειρία. Δεν είναι η περίπτωσή μας, δεν είναι η περίπτωση της Ελλάδας.
Στο χείλος της αβύσσου, η ΝΔ του κ. Σαμαρά επαναλαμβάνει την ίδια προεκλογική δημαγωγία, τα μεγάλα τηλεοπτικά δελτία αγωνίζονται με πάθος κάθε βράδυ να τον φέρουν στην εξουσία παραβλέποντας την ανυπαρξία της πολιτικής του, και τέλος ένα μέρος του εκλογικού σώματος, απελπισμένο, «τσιμπάει» ξεχνώντας ότι έτσι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Βρισκόμαστε λοιπόν εγκλωβισμένοι. Από τη μια, η κυβέρνηση παίρνει «μέτρα» χωρίς να μπορεί να τα εντάξει σε μια πολιτική, και επιπλέον, φαίνεται να μην βρίσκει ούτε τον χρόνο ούτε τη διαύγεια ούτε τις θεσμικές διαδικασίες για να επεξεργαστεί ένα στοιχειώδες εθνικό σχέδιο ανασύνταξης. Από την άλλη, η ΝΔ του κ. Σαμαρά προβάλλει σαν συνταγή οριστικού εκτροχιασμού, είτε γιατί αν κέρδιζε τις εκλογές θα σπαταλούσε χρόνο και χρήμα μέχρι να επανέλθει από την προεκλογική δημαγωγία στη ρεαλιστική πολιτική, είτε γιατί κατά βάθος έχει αποδεχτεί την πιθανότητα να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια του 1821 με δραχμή.
Σε αυτό το σκηνικό μια άτακτη προσφυγή στις κάλπες, είτε γιατί θα αυξηθεί πολύ η κοινωνική πίεση είτε γιατί η κυβέρνηση θα χάσει τη δεδηλωμένη, θα άνοιγε μια κρίση στα τυφλά με πιθανότερη τη χρεοκοπία της χώρας. Η προσπάθεια ανασύνταξης της παρούσας κυβέρνησης και η παράταση της θητείας της εξακολουθεί να είναι σε αυτή τη φάση η ασφαλέστερη επιλογή για τη χώρα. Η κυβέρνηση έχει τη νομιμότητα στη βάση των εκλογών και των έκτακτων εθνικών καταστάσεων. Οι πολίτες το διαισθάνονται και γι’ αυτό δεν ζητούν εκλογές. Η προσφυγή στις κάλπες δεν συμφέρει ούτε το ΠΑΣΟΚ, παρά μόνο αν έχει πετύχει κάτι που να ισοδυναμεί με δικαίωση των θυσιών: ένα σταθερότερο και πειστικότερο για την αποδοτικότητά του σχήμα διάσωσης της χώρας στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Αν αντιθέτως επιλέξει ή συρθεί σε εκλογές στα μισά της προσπάθειας, δεν θα διαλυθεί απλώς το ΠΑΣΟΚ, αλλά θα αποδιαρθρωθεί η παράταξη για μακρύ διάστημα.Αποτελεί λύση η συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων ή μια χρονικά οριοθετημένη πολιτική κυβέρνηση έκτακτης εθνικής ανάγκης με την υποστήριξή τους; Θα αποτελούσε, μόνο όμως αν είχε προηγηθεί μια ειλικρινής συνειδητοποίηση εκ μέρους τους ότι όντως συνιστά εθνική αναγκαιότητα και όχι πρόσκαιρη υποχρεωτική συγκατοίκηση επειδή οι κάλπες δεν έβγαλαν αυτοδυναμία. Η ειλικρινής συνειδητοποίηση δηλώνεται πολιτικά και προηγείται της προσφυγής στις κάλπες. Γιατί στην αντίθετη περίπτωση, θα ήταν συνταγή αδύναμης και αλληλοϋποβλεπόμενης κυβέρνησης ή ακυβερνησίας.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση, μεγάλο μέρος της ΝΔ, αλλά και η σιωπηλή πλειονότητα της κοινωνίας κατανοούν ότι η Ελλάδα πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να ωριμάσουν σταθερότερες λύσεις της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής κρίσης. Αν η παγκόσμια οικονομία εισέλθει και πάλι σε ύφεση, οι μεγάλες δυνάμεις θα κληθούν να αναζητήσουν ριζικότερες λύσεις, στις οποίες θα περιλαμβάνεται και το ελληνικό πρόβλημα. Στην ευρωζώνη εξάλλου, πολλά σημάδια δείχνουν ότι η πορεία στη δημοσιονομική και οικονομική ολοκλήρωση έχει δρομολογηθεί και θα επιταχυνθεί υπό το βάρος της κρίσης. Θα είναι μια ολοκλήρωση στη βάση της «γερμανικής Ευρώπης», αλλά αυτό είναι προς το παρόν καλύτερο από την άναρχη επανεθνικοποίηση των ευρωπαϊκών διαδικασιών που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια. Πόσω μάλλον που το 2012-2013 είναι πολύ πιθανό να αλλάξει ουσιωδώς ο πολιτικός χάρτης της ΕΕ με την άνοδο των σοσιαλιστικών και προοδευτικών κομμάτων, γεγονός που θα κάνει πιθανότερη μια πολιτική στροφή προς τις πολιτικές ανάπτυξης της ηπείρου μας. Η Ελλάδα πρέπει να αντέξει πολιτικά και κοινωνικά, πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να μην αποκοπεί από τις διαφαινόμενες διεργασίες. Συμμετέχοντας έστω ως επιδοτούμενος φτωχός συγγενής.