Λάθος τρόπος λήψης πολιτικών αποφάσεων
Π.Κ. Ιωακειμίδης, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2011-11-02
Πέρα από τα παραπάνω, το δημοψήφισμα που εξαγγέλθηκε για το νέο «πακέτο στήριξης» της Ελλάδας δημιουργεί αβεβαιότητα (εκφράστηκε ήδη στις αγορές) η οποία, δυνητικά, μπορεί να απειλήσει την ίδια τη συμφωνία και την ύπαρξη του πακέτου. Επιπλέον, και πολύ πιο σημαντικό ίσως, θέτει ζήτημα παραμονής ή όχι της χώρας στην ευρωζώνη και κατ’ επέκταση στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ζήτημα που ποτέ δεν θα έπρεπε να θέσει η Ελλάδα, ιδιαίτερα σε αυτή τη συγκυρία. Επιπλέον, ένα δημοψήφισμα στην Ελλάδα στέλνει λάθος μήνυμα προς τις υπόλοιπες δεκαέξι χώρες-μέλη της ευρωζώνης. Τους λέει ειδικότερα ότι ο ενδεδειγμένος τρόπος για να εγκριθεί το νέο πακέτο διάσωσης είναι η διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Εύκολα μπορεί να σκεφτεί κάποιος τι μπορεί να σημαίνει αυτό εάν χώρες όπως π.χ. Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία, Σλοβακία, Σλοβενία, αποφασίσουν να ακολουθήσουν την ελληνική συνταγή του δημοψηφίσματος. Είναι προφανές ότι η έκβασή του θα είναι αρνητική και δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα πακέτο. Και εδώ τελειώσαμε.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία από τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων για την επικύρωση Συνθηκών (Μάαστριχτ, Νίκαιας, Ευρωπαϊκού Συντάγματος, Συνθήκη της Λισαβώνας) διδάσκει ορισμένα σημαντικά για την επικινδυνότητα του δημοψηφίσματος.
Πρώτον, έχει διαπιστωθεί ότι σε ένα δημοψήφισμα άλλο ερώτημα τίθεται προς απάντηση και σε εντελώς διαφορετικό ερώτημα απαντούν κατά κανόνα οι πολίτες. Κυρίως, εκφράζονται αρνητικά διαμορφώνοντας τη στάση τους αυτή με την οξύτητα των προβλημάτων της συγκυρίας, τα οποία μπορεί να μην έχουν σχέση με το θέμα πάνω στο οποίο έχουν κληθεί να αποφανθούν. Τούτο συνέβη στις περιπτώσεις της αρνητικής ετυμηγορίας του γαλλικού και του ολλανδικού εκλογικού σώματος για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα αλλά και του ιρλανδικού για την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβώνας.
Δεύτερον, η διατύπωση (wording) του ερωτήματος μπορεί να είναι καθοριστικός παράγοντας που θα θέτει στους πολίτες ανυπέρβλητα διλήμματα ή και ενοχικές επιλογές. Ο καθηγητής Σ. Φάινερ έλεγε ότι, κατά κανόνα, τα δημοψηφίσματα δημιουργούν στον πολίτη ένα εκβιαστικό δίλημμα ενοχής. Είναι σαν να ερωτάται ο πολίτης: «έχετε σταματήσει να δέρνετε τη σύζυγό σας;». Η απάντηση, είτε είναι θετική είτε είναι αρνητική καθιστά ένοχο τον πολίτη.
Τρίτον, για περίπλοκα κείμενα, όπως μία Συνθήκη ή μία δανειακή σύμβαση, αυτό που ενδεχομένως θεωρείται λεπτομέρεια μπορεί να έχει καθοριστική σημασία – και είναι συνήθως εξαιρετικά δύσκολο να αναλυθεί επαρκώς στον μέσο πολίτη. Ετσι δημιουργούνται επικίνδυνες παρανοήσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε εξίσου επικίνδυνα αποτελέσματα: στην περίπτωση, π.χ., του ιρλανδικού δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισαβώνας, οι ιρλανδοί πολίτες, παρερμηνεύοντας μία διάταξη της Συνθήκης, είχαν πιστέψει ότι θα κληθούν να υπηρετήσουν σε υπό δημιουργία ευρωπαϊκό στρατό, κάτι που δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ακόμη, εάν γινόταν η επικύρωση της Συνθήκης της Ρώμης, της Συνθήκης δηλαδή που εγκαθίδρυσε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα μέσω δημοψηφίσματος, οι γερμανοί πολίτες θα την καταψήφιζαν γιατί πίστευαν ότι η εγκαθίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας οδηγούσε σε δραματική αύξηση των τιμών της μπανάνας. Και έτσι, εξαιτίας της... μπανάνας, ενδεχομένως, δεν θα είχαμε σήμερα την Ενωση.
Θα μπορούσαμε να γράψουμε ακόμη πάρα πολλά. Το κύριο ζητούμενο είναι όμως, έστω και τώρα, μήπως πρέπει να ανακαλέσουμε την επικίνδυνη επιλογή του δημοψηφίσματος – για να αποφύγουμε το σύνδρομο της μπανάνας;