Από την οικονομική στην πολιτική κρίση
Ναπολέων Μαραβέγιας, Κυρ. Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2011-11-13
Η παγκόσμια οικονομική κρίση που άρχισε το 2008 ως χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ γρήγορα μετατράπηκε σε κρίση της πραγματικής οικονομίας και εξελίχθηκε σε δημοσιονομική κρίση στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες.
Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών (ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ενωση) πολύ γρήγορα, ανεξάρτητα από τον πολιτικό τους προσανατολισμό, ανταποκρίθηκαν στην ανάγκη να χορηγηθεί ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, όταν το τραπεζικό σύστημα κινδύνευε με κατάρρευση προκειμένου να μην καταρρεύσει και ολόκληρη η πραγματική οικονομία. Προφανώς, η ρευστότητα (χρηματικά κεφάλαια) που διοχετεύθηκε από τους κρατικούς προϋπολογισμούς στις τράπεζες για να στηριχτεί η πραγματική παραγωγή, οδήγησε στην αύξηση των δημόσιων δαπανών. Ταυτόχρονα υπήρξε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που μείωσε τα φορολογικά έσοδα των κρατικών προϋπολογισμών. Ετσι, η αύξηση των δαπανών και η μείωση των εσόδων δημιούργησε σοβαρά δημοσιονομικά ελλείμματα.
Στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες αυξήθηκε ο δανεισμός από τις διεθνείς χρηματαγορές προκειμένου να καλύψει αυτά τα ελλείμματα. Στις ισχυρότερες από αυτές τις χώρες, το πρόβλημα του δανεισμού από τις διεθνείς αγορές για την κάλυψη των ελλειμμάτων των προϋπολογισμών τους αντιμετωπίζεται με μια σχετικά ήπια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική (Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία) η οποία δεν έχει πολύ μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες ( μείωση μισθών και συντάξεων -ύφεση- ανεργία).
Στις λιγότερο ισχυρές χώρες, τις λεγόμενες PIIGS δηλαδή, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία, στην Ιρλανδία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, το πρόβλημα της κάλυψης των ελλειμμάτων με αύξηση του δανεισμού από τις διεθνείς αγορές οδήγησε σε πολύ υψηλά επιτόκια, λόγω του κινδύνου αποπληρωμής των δανείων τους και σε ορισμένες περιπτώσεις χρειάστηκε η ευρωπαϊκή συνδρομή μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης και του ΔΝΤ (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία).
Ταυτόχρονα στις χώρες αυτές η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση προκαλεί κοινωνική κρίση. Τα μέτρα λιτότητας που λαμβάνονται προκειμένου να αποπληρωθούν τα χρέη και να καλυφθούν τα ελλείμματα είναι εξαιρετικά σκληρά και πλήττουν σοβαρά το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Επιπλέον, οι χώρες αυτές καθώς βρίσκονται στην ευρωζώνη δεν μπορούν να εφαρμόσουν μέτρα νομισματικής πολιτικής (υποτίμηση η/και κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με έκδοση χρήματος). Είναι έτσι αναγκασμένες να εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα δημοσιονομικής και εισοδηματικής πολιτικής, τα οποία έχουν τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό κόστος.
Ετσι η ένταση της κοινωνικής κρίσης προκαλεί κρίση και στο επίπεδο της πολιτικής διακυβέρνησης. Η πολιτική κρίση πρώτα εμφανίστηκε στην Ιρλανδία και μετά στην Πορτογαλία, πράγμα που οδήγησε και τις δύο χώρες σε εκλογές και στην άνοδο στην εξουσία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προφανώς με το ίδιο οικονομικό πρόγραμμα, εφόσον η οικονομική κρίση συνεχίζεται και απαιτεί ανάλογη οικονομική πολιτική λιτότητας. Παρόμοια πολιτική κρίση δημιουργείται και στην Ιταλία, καθώς η οικονομική κρίση οξύνεται κυρίως λόγω αναξιοπιστίας της κυβέρνησης και φαίνεται να οδηγεί σε εκλογές ή σε συνεννόηση των βασικών πολιτικών κομμάτων. Στη χώρα μας η πολιτική κρίση εμφανίστηκε με μεγαλύτερη οξύτητα λόγω και της μεγαλύτερης έντασης της οικονομικής και της κοινωνικής κρίσης σε σχέση με τις άλλες χώρες και αλλά και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Ετσι, ενώ στις άλλες χώρες δεν ετέθη σε αμφισβήτηση ο ευρωπαϊκός τους προσανατολισμός, στην Ελλάδα υπήρξε και αυτή η αυτοκαταστροφική σκέψη. Επίσης, ενώ στις άλλες χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία ) η συνεννόηση μεταξύ των βασικών κομμάτων εξουσίας ήταν μια αυτονόητη πράξη εθνικής σωτηρίας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η κρίση και να εξασφαλισθεί η ευρωπαϊκή συνδρομή, στη χώρα μας η πολιτική συνεννόηση παρουσιάζει σοβαρές δυσκολίες δημιουργώντας μεγάλους κινδύνους για την εθνική μας υπόσταση μέχρι να επιτευχθεί.
Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών (ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ενωση) πολύ γρήγορα, ανεξάρτητα από τον πολιτικό τους προσανατολισμό, ανταποκρίθηκαν στην ανάγκη να χορηγηθεί ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, όταν το τραπεζικό σύστημα κινδύνευε με κατάρρευση προκειμένου να μην καταρρεύσει και ολόκληρη η πραγματική οικονομία. Προφανώς, η ρευστότητα (χρηματικά κεφάλαια) που διοχετεύθηκε από τους κρατικούς προϋπολογισμούς στις τράπεζες για να στηριχτεί η πραγματική παραγωγή, οδήγησε στην αύξηση των δημόσιων δαπανών. Ταυτόχρονα υπήρξε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που μείωσε τα φορολογικά έσοδα των κρατικών προϋπολογισμών. Ετσι, η αύξηση των δαπανών και η μείωση των εσόδων δημιούργησε σοβαρά δημοσιονομικά ελλείμματα.
Στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες αυξήθηκε ο δανεισμός από τις διεθνείς χρηματαγορές προκειμένου να καλύψει αυτά τα ελλείμματα. Στις ισχυρότερες από αυτές τις χώρες, το πρόβλημα του δανεισμού από τις διεθνείς αγορές για την κάλυψη των ελλειμμάτων των προϋπολογισμών τους αντιμετωπίζεται με μια σχετικά ήπια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική (Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία) η οποία δεν έχει πολύ μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες ( μείωση μισθών και συντάξεων -ύφεση- ανεργία).
Στις λιγότερο ισχυρές χώρες, τις λεγόμενες PIIGS δηλαδή, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία, στην Ιρλανδία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, το πρόβλημα της κάλυψης των ελλειμμάτων με αύξηση του δανεισμού από τις διεθνείς αγορές οδήγησε σε πολύ υψηλά επιτόκια, λόγω του κινδύνου αποπληρωμής των δανείων τους και σε ορισμένες περιπτώσεις χρειάστηκε η ευρωπαϊκή συνδρομή μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης και του ΔΝΤ (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία).
Ταυτόχρονα στις χώρες αυτές η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση προκαλεί κοινωνική κρίση. Τα μέτρα λιτότητας που λαμβάνονται προκειμένου να αποπληρωθούν τα χρέη και να καλυφθούν τα ελλείμματα είναι εξαιρετικά σκληρά και πλήττουν σοβαρά το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Επιπλέον, οι χώρες αυτές καθώς βρίσκονται στην ευρωζώνη δεν μπορούν να εφαρμόσουν μέτρα νομισματικής πολιτικής (υποτίμηση η/και κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με έκδοση χρήματος). Είναι έτσι αναγκασμένες να εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα δημοσιονομικής και εισοδηματικής πολιτικής, τα οποία έχουν τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό κόστος.
Ετσι η ένταση της κοινωνικής κρίσης προκαλεί κρίση και στο επίπεδο της πολιτικής διακυβέρνησης. Η πολιτική κρίση πρώτα εμφανίστηκε στην Ιρλανδία και μετά στην Πορτογαλία, πράγμα που οδήγησε και τις δύο χώρες σε εκλογές και στην άνοδο στην εξουσία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, προφανώς με το ίδιο οικονομικό πρόγραμμα, εφόσον η οικονομική κρίση συνεχίζεται και απαιτεί ανάλογη οικονομική πολιτική λιτότητας. Παρόμοια πολιτική κρίση δημιουργείται και στην Ιταλία, καθώς η οικονομική κρίση οξύνεται κυρίως λόγω αναξιοπιστίας της κυβέρνησης και φαίνεται να οδηγεί σε εκλογές ή σε συνεννόηση των βασικών πολιτικών κομμάτων. Στη χώρα μας η πολιτική κρίση εμφανίστηκε με μεγαλύτερη οξύτητα λόγω και της μεγαλύτερης έντασης της οικονομικής και της κοινωνικής κρίσης σε σχέση με τις άλλες χώρες και αλλά και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Ετσι, ενώ στις άλλες χώρες δεν ετέθη σε αμφισβήτηση ο ευρωπαϊκός τους προσανατολισμός, στην Ελλάδα υπήρξε και αυτή η αυτοκαταστροφική σκέψη. Επίσης, ενώ στις άλλες χώρες (Ιρλανδία, Πορτογαλία ) η συνεννόηση μεταξύ των βασικών κομμάτων εξουσίας ήταν μια αυτονόητη πράξη εθνικής σωτηρίας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η κρίση και να εξασφαλισθεί η ευρωπαϊκή συνδρομή, στη χώρα μας η πολιτική συνεννόηση παρουσιάζει σοβαρές δυσκολίες δημιουργώντας μεγάλους κινδύνους για την εθνική μας υπόσταση μέχρι να επιτευχθεί.