Η πολιτική της ανανεωτικής αριστεράς σε κρίσιμο σταυροδρόμι
Νίκος Συρμαλένιος, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2005-06-19
Στο τέλος του μήνα ο ΣΥΝ διοργανώνει πανελλαδικό σώμα Αυτοδιοίκησης για να αποφασίσει για τις προγραμματικές μας θέσεις, καθώς και για την εκλογική μας τακτική.
Και ενώ πράγματι έγκαιρα, όπως κάναμε κάθε φορά, πάμε προς αποσαφήνιση των θέσεών μας, υπάρχει έντονη αίσθηση, κυρίως στα αυτοδιοικητικά μας στελέχη, ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια τίθενται, μέσα από το ίδιο μας το κόμμα, σε αμφισβήτηση πάγιες, κατακτημένες θέσεις της ανανεωτικής αριστεράς και των αριστερών ανανεωτικών αντιλήψεων του ΣΥΝ, με τις οποίες διαμορφώθηκαν θέσεις, προτάσεις και διεκδικήσεις ολόκληρου του αυτοδιοικητικού κινήματος της χώρας.
Μέσα από την πρόταση της πλειοψηφίας της ΚΠΕ, επιχειρείται η τροποποίηση τόσο των βασικών επεξεργασιών και των προγραμματικών μας θέσεων, όσο και η εκλογική τακτική, που με επιτυχία μας εξασφάλισε σημαντικές θέσεις στα δημοτικά και νομαρχιακά συμβούλια (περί τους 430 δημάρχους, νομάρχες, δημοτικούς και νομαρχιακούς συμβούλους).
Η προσπάθεια της πλειοψηφίας της ΚΠΕ να μεταφέρει τις αποφάσεις του συνεδρίου του κόμματος στην Αυτοδιοίκηση, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί δογματική μεταφορά των πολιτικών αναλύσεων της κεντρικής πολιτικής σκηνής στον αυτοδιοικητικό χώρο. Παραβλέπει την αυτοτέλεια και την αυτονομία των τοπικών κοινωνιών και τις εσωτερικές διεργασίες που εκεί συντελούνται.
Το κυριότερο όμως είναι ότι, ουσιαστικά, προτείνεται αλλαγή πλεύσης –διά της αποσιώπησης– σε βασικές προγραμματικές μας θέσεις: Β’ βαθμός Αυτοδιοίκησης η Περιφέρεια με αιρετό περιφερειάρχη και αιρετό περιφερειακό συμβούλιο και με ενσωμάτωση της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης με τη μορφή των αιρετών νομαρχιακών διαμερισμάτων, θέσπιση μητροπολιτικών δήμων στα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, απόδοση φορολογικής εξουσίας στην αυτοδιοίκηση μέσα από μια ριζική φορολογική μεταρρύθμιση χωρίς πρόσθετους φόρους.
Επιπλέον στο θέμα της εκλογικής μας τακτικής απορρίπτει την πετυχημένη ευέλικτη τακτική του 2002, επισείοντας το ανύπαρκτο επιχείρημα: καμιά κεντρική συμφωνία με τις δυνάμεις του δικομματισμού, λες και αυτό έγινε το 2002 ή προτάθηκε κάτι τέτοιο για σήμερα.
Είναι προφανές ότι στις τρεις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη), καθώς και στις περισσότερες νομαρχίες, θα πάμε με ψηφοδέλτια αυτονομίας των αριστερών, ριζοσπαστικών και οικολογικών δυνάμεων. Όμως το να μεταφέρουμε το πρόκριμα της αυτονομίας σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αφού απέξω θα μείνουν μόνο κάποιοι μικροί δήμοι και κοινότητες, αποτελεί όχι μόνο επιβολή της κομματικής καταγραφής, την οποία υποτίθεται ότι αποκηρύσσουμε, αλλά και στρέβλωση των όποιων αυτοδιοικητικών κριτηρίων και χαρακτηριστικών μας έχουν απομείνει.
Η λογική της μάχης κατά του δικομματισμού και η συγκρότηση του τρίτου ρεύματος, όπως προτείνεται από το κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ και της Πρωτοβουλίας για τη Συσπείρωση της Αριστεράς που κυκλοφόρησε πρόσφατα, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα του αυτοδιοικητικού χώρου, αφού μεταφέρει το κοστούμι της στενής κομματικής αντιπαράθεσης σε όλη την επικράτεια. Παραβλέπει την εσωτερική δυναμική και την αυτονομία των τοπικών κοινωνιών, που όσο περνούν τα χρόνια, με εξαίρεση τις πολύ μεγάλες πόλεις, επιλέγουν κυρίως τις δημοτικές τους αρχές όχι τόσο με βάση τις κομματικές τους προτιμήσεις, αλλά με κριτήρια αποτελεσματικότητας και αξιοπιστίας στην επίλυση των τοπικών προβλημάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα ψηφοδέλτια αποτελούνται από άτομα ποικίλων κομματικών προελεύσεων, όπως επίσης ότι αρνούνται την κομματική στήριξη και την καταγραφή τους στις τηλεοπτικές οθόνες με συγκεκριμένο χρώμα.
Είναι άλλο ζήτημα λοιπόν να αντιπαλεύουμε την αναξιόπιστη πολιτική του δικομματισμού στην άσκηση κυβερνητικής πολιτικής για την αυτοδιοίκηση, καθώς και τις αντίστοιχες πρακτικές τους σε τοπικό επίπεδο και άλλο να οδηγούμαστε σε μια γενικευμένη μάχη κατά του δικομματισμού με ευκαιρία τις δημοτικονομαρχιακές εκλογές.
Είναι σαφές ότι έχουμε πολλά να πούμε για τη θεσμική υστέρηση της Αυτοδιοίκησης, για τον συγκεντρωτισμό του κράτους και τις κατ’ εξακολούθηση εξαγγελίες χωρίς αντίκρισμα για περιφερειακή ανάπτυξη και αποκέντρωση, για την καχεξία των οικονομικών πόρων της Αυτοδιοίκησης, για τη συντήρηση του δημαρχοκεντρικού μοντέλου σε βάρος της συμμετοχικής δημοκρατίας, για τη διατήρηση ενός πλειοψηφικού και στρεβλωτικού της λαϊκής βούλησης εκλογικού συστήματος, για το αλαλούμ του προσδιορισμού του Β’ βαθμού και για πολλά άλλα.
Ιδιαίτερα στο θέμα του Β’ βαθμού, υπάρχει απίστευτη πολιτική υποκρισία και αναξιοπιστία, όπου το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση επανειλημμένα διεκήρυσσε χωρίς ποτέ να θεσμοθετήσει την αιρετή Περιφέρεια, η Ν.Δ. μετά πολλών βασάνων υιοθέτησε κάποια στιγμή την αιρετή Περιφέρεια, για να έλθει σήμερα ως κυβέρνηση να την απεμπολήσει, ενώ δυστυχώς και οι δυνάμεις του ΣΥΝ στο τελευταίο έκτακτο συνέδριο της ΕΝΑΕ στα Χανιά συνέδραμαν στη σύγχυση αφού στήριξαν το ψήφισμα που αντιτίθεται στην πάγια θέση μας για τους "μητροπολιτικούς δήμους", ενώ δεν υπάρχει κουβέντα για την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση.
Είναι φανερό λοιπόν ότι ως ΣΥΝ, ως ανανεωτική αριστερά και ως αριστερές ανανεωτικές απόψεις, βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Θα απεμπολήσουμε τις πλούσιες και πρωτοποριακές επεξεργασίες και τακτικές, που μας ανέδειξαν ηγεμονική δύναμη στον χώρο της Αυτοδιοίκησης ή θα οδηγηθούμε σε μετωπική σύγκρουση με προεπιλεγμένα κομματικά κριτήρια και αμφίσημες, δήθεν καθαρές θέσεις;
Το πανελλαδικό σώμα, η ΚΠΕ μετά θα οριστικοποιήσουν τις αποφάσεις μας.
Ας σκεφτούμε ότι από αυτές θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η πορεία και η προοπτική του κόμματος μας.
Ο Νίκος Συρμαλένιος είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ, νομαρχιακός σύμβουλος Κυκλάδων
Και ενώ πράγματι έγκαιρα, όπως κάναμε κάθε φορά, πάμε προς αποσαφήνιση των θέσεών μας, υπάρχει έντονη αίσθηση, κυρίως στα αυτοδιοικητικά μας στελέχη, ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια τίθενται, μέσα από το ίδιο μας το κόμμα, σε αμφισβήτηση πάγιες, κατακτημένες θέσεις της ανανεωτικής αριστεράς και των αριστερών ανανεωτικών αντιλήψεων του ΣΥΝ, με τις οποίες διαμορφώθηκαν θέσεις, προτάσεις και διεκδικήσεις ολόκληρου του αυτοδιοικητικού κινήματος της χώρας.
Μέσα από την πρόταση της πλειοψηφίας της ΚΠΕ, επιχειρείται η τροποποίηση τόσο των βασικών επεξεργασιών και των προγραμματικών μας θέσεων, όσο και η εκλογική τακτική, που με επιτυχία μας εξασφάλισε σημαντικές θέσεις στα δημοτικά και νομαρχιακά συμβούλια (περί τους 430 δημάρχους, νομάρχες, δημοτικούς και νομαρχιακούς συμβούλους).
Η προσπάθεια της πλειοψηφίας της ΚΠΕ να μεταφέρει τις αποφάσεις του συνεδρίου του κόμματος στην Αυτοδιοίκηση, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί δογματική μεταφορά των πολιτικών αναλύσεων της κεντρικής πολιτικής σκηνής στον αυτοδιοικητικό χώρο. Παραβλέπει την αυτοτέλεια και την αυτονομία των τοπικών κοινωνιών και τις εσωτερικές διεργασίες που εκεί συντελούνται.
Το κυριότερο όμως είναι ότι, ουσιαστικά, προτείνεται αλλαγή πλεύσης –διά της αποσιώπησης– σε βασικές προγραμματικές μας θέσεις: Β’ βαθμός Αυτοδιοίκησης η Περιφέρεια με αιρετό περιφερειάρχη και αιρετό περιφερειακό συμβούλιο και με ενσωμάτωση της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης με τη μορφή των αιρετών νομαρχιακών διαμερισμάτων, θέσπιση μητροπολιτικών δήμων στα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, απόδοση φορολογικής εξουσίας στην αυτοδιοίκηση μέσα από μια ριζική φορολογική μεταρρύθμιση χωρίς πρόσθετους φόρους.
Επιπλέον στο θέμα της εκλογικής μας τακτικής απορρίπτει την πετυχημένη ευέλικτη τακτική του 2002, επισείοντας το ανύπαρκτο επιχείρημα: καμιά κεντρική συμφωνία με τις δυνάμεις του δικομματισμού, λες και αυτό έγινε το 2002 ή προτάθηκε κάτι τέτοιο για σήμερα.
Είναι προφανές ότι στις τρεις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη), καθώς και στις περισσότερες νομαρχίες, θα πάμε με ψηφοδέλτια αυτονομίας των αριστερών, ριζοσπαστικών και οικολογικών δυνάμεων. Όμως το να μεταφέρουμε το πρόκριμα της αυτονομίας σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αφού απέξω θα μείνουν μόνο κάποιοι μικροί δήμοι και κοινότητες, αποτελεί όχι μόνο επιβολή της κομματικής καταγραφής, την οποία υποτίθεται ότι αποκηρύσσουμε, αλλά και στρέβλωση των όποιων αυτοδιοικητικών κριτηρίων και χαρακτηριστικών μας έχουν απομείνει.
Η λογική της μάχης κατά του δικομματισμού και η συγκρότηση του τρίτου ρεύματος, όπως προτείνεται από το κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ και της Πρωτοβουλίας για τη Συσπείρωση της Αριστεράς που κυκλοφόρησε πρόσφατα, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα του αυτοδιοικητικού χώρου, αφού μεταφέρει το κοστούμι της στενής κομματικής αντιπαράθεσης σε όλη την επικράτεια. Παραβλέπει την εσωτερική δυναμική και την αυτονομία των τοπικών κοινωνιών, που όσο περνούν τα χρόνια, με εξαίρεση τις πολύ μεγάλες πόλεις, επιλέγουν κυρίως τις δημοτικές τους αρχές όχι τόσο με βάση τις κομματικές τους προτιμήσεις, αλλά με κριτήρια αποτελεσματικότητας και αξιοπιστίας στην επίλυση των τοπικών προβλημάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα ψηφοδέλτια αποτελούνται από άτομα ποικίλων κομματικών προελεύσεων, όπως επίσης ότι αρνούνται την κομματική στήριξη και την καταγραφή τους στις τηλεοπτικές οθόνες με συγκεκριμένο χρώμα.
Είναι άλλο ζήτημα λοιπόν να αντιπαλεύουμε την αναξιόπιστη πολιτική του δικομματισμού στην άσκηση κυβερνητικής πολιτικής για την αυτοδιοίκηση, καθώς και τις αντίστοιχες πρακτικές τους σε τοπικό επίπεδο και άλλο να οδηγούμαστε σε μια γενικευμένη μάχη κατά του δικομματισμού με ευκαιρία τις δημοτικονομαρχιακές εκλογές.
Είναι σαφές ότι έχουμε πολλά να πούμε για τη θεσμική υστέρηση της Αυτοδιοίκησης, για τον συγκεντρωτισμό του κράτους και τις κατ’ εξακολούθηση εξαγγελίες χωρίς αντίκρισμα για περιφερειακή ανάπτυξη και αποκέντρωση, για την καχεξία των οικονομικών πόρων της Αυτοδιοίκησης, για τη συντήρηση του δημαρχοκεντρικού μοντέλου σε βάρος της συμμετοχικής δημοκρατίας, για τη διατήρηση ενός πλειοψηφικού και στρεβλωτικού της λαϊκής βούλησης εκλογικού συστήματος, για το αλαλούμ του προσδιορισμού του Β’ βαθμού και για πολλά άλλα.
Ιδιαίτερα στο θέμα του Β’ βαθμού, υπάρχει απίστευτη πολιτική υποκρισία και αναξιοπιστία, όπου το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση επανειλημμένα διεκήρυσσε χωρίς ποτέ να θεσμοθετήσει την αιρετή Περιφέρεια, η Ν.Δ. μετά πολλών βασάνων υιοθέτησε κάποια στιγμή την αιρετή Περιφέρεια, για να έλθει σήμερα ως κυβέρνηση να την απεμπολήσει, ενώ δυστυχώς και οι δυνάμεις του ΣΥΝ στο τελευταίο έκτακτο συνέδριο της ΕΝΑΕ στα Χανιά συνέδραμαν στη σύγχυση αφού στήριξαν το ψήφισμα που αντιτίθεται στην πάγια θέση μας για τους "μητροπολιτικούς δήμους", ενώ δεν υπάρχει κουβέντα για την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση.
Είναι φανερό λοιπόν ότι ως ΣΥΝ, ως ανανεωτική αριστερά και ως αριστερές ανανεωτικές απόψεις, βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Θα απεμπολήσουμε τις πλούσιες και πρωτοποριακές επεξεργασίες και τακτικές, που μας ανέδειξαν ηγεμονική δύναμη στον χώρο της Αυτοδιοίκησης ή θα οδηγηθούμε σε μετωπική σύγκρουση με προεπιλεγμένα κομματικά κριτήρια και αμφίσημες, δήθεν καθαρές θέσεις;
Το πανελλαδικό σώμα, η ΚΠΕ μετά θα οριστικοποιήσουν τις αποφάσεις μας.
Ας σκεφτούμε ότι από αυτές θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η πορεία και η προοπτική του κόμματος μας.
Ο Νίκος Συρμαλένιος είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ, νομαρχιακός σύμβουλος Κυκλάδων