Ελλάδα - Πορτογαλία: Βίοι παράλληλοι
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2006-01-22
"Η χώρα μας θα επιβιώσει μετά το 2013; Από την Κύπρο ως την Ιρλανδία, από τη Μεσόγειο ως τη Βόρεια Θάλασσα, κανείς δεν τα κατάφερε τόσο άσχημα όσο εμείς... Ύστερα από είκοσι χρόνια κοινοτικές ενισχύσεις, παίρνουμε τα χρήματα και δεν τα κάνουμε τίποτα: κάποια χιλιόμετρα αυτοκινητοδρόμους, κάποιες αγροτικές απάτες..."
Η καταστροφική αυτή αποτίμηση δεν γράφτηκε για την Ελλάδα, αλλά για την Πορτογαλία, τη χώρα που πράγματι φαίνεται να τα κατάφερε χειρότερα από εμάς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως τα πέντε τελευταία χρόνια, που η οικονομία της έπεσε σε ύφεση και στασιμότητα. Και αυτό μολονότι εκεί η αυξανόμενη από το 2001 ανεργία παραμένει αισθητά χαμηλότερη από τη δική μας (7,5%), έγιναν αξιόλογες ξένες επενδύσεις και εξακολουθούν να παράγονται θαυμάσια προϊόντα, κλωστοϋφαντουργικά π.χ., όπως θα διαπιστώσει όποιος κατέβει στην αγορά για λευκά είδη, όπου τα ελληνικά έχουν εξαφανισθεί καιρό τώρα, ή παπούτσια. Αλλά η παραδοσιακή της βιομηχανία, ανταγωνιστική μέχρι πρόσφατα, απειλείται πλέον άμεσα από τις κινεζικές εξαγωγές.
Η αποτίμηση αυτή είναι χαρακτηριστική για τα ζοφερά σχόλια που κυριαρχούν στον Τύπο της Πορτογαλίας αυτές τις μέρες, καθώς συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σ’ αυτήν την απαισιόδοξη ατμόσφαιρα διεξάγεται σήμερα ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών, που αναμένεται να χάσει ο παλαίμαχος σοσιαλιστής Μάριο Σοάρες, καθώς ο δεξιός αντίπαλός του Ανιμπάλ Καβάκο Σίλβα, πρωθυπουργός τη δεκαετία 1985-95, προηγείται πάνω από είκοσι μονάδες στις δημοσκοπήσεις.
Το ερώτημα τι θα γίνει μετά το 2013 αφορά ωστόσο και την πολύ πιο αισιόδοξη, τουλάχιστον στο λόγο των μεγάλων κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης, δική μας κοινωνία. Έως τότε θα συντηρηθούμε και εμείς με τους ακόμα γενναιόδωρους πόρους του Δ’ ΚΠΣ, ενώ οι επιδοτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, έστω τροποποιημένες και περικομμένες, θα εξακολουθούν να ρέουν. Αλλά κατόπιν πολύ δύσκολα θα διατηρηθεί καν το τωρινό επίπεδο ευημερίας, που κανέναν δεν ικανοποιεί, αν δεν πραγματοποιηθούν μεγάλες αλλαγές που να βελτιώσουν την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες, σε ένα περιβάλλον που θα έχει γίνει πολύ πιο ανταγωνιστικό και μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και διεθνώς. Η κατανομή των κοινοτικών πόρων αναμφίβολα θα αλλάξει, και η απώλειά τους για τη χώρα μας δεν θα μπορεί να υποκατασταθεί με εθνικούς δημόσιους πόρους, όσο δεν μειώνεται δραστικά το δημόσιο χρέος. Τόσο μακριά δεν βλέπουν όμως οι υπεύθυνοι εδώ, με τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών \Γιώργο Αλογοσκούφη\ την περασμένη εβδομάδα ακόμα απλώς να εξαίρει τη "μεγάλη εθνική επιτυχία" που συνιστά η απόσπαση των 20,1 δισ. ευρώ για τα επόμενα επτά χρόνια από την Ε.Ε. (για το τι θα τα κάνει είπε μόνο ότι η ευθύνη είναι μεγάλη), καθώς και η διατήρηση της ΚΑΠ ως το 2013.
Από τον Μπαρόζο στον Σόκρατες
Η ύφεση/στασιμότητα της πορτογαλικής οικονομίας από το 2001 οπωσδήποτε συνδέεται με το δημόσιο έλλειμμα 4,3% του ΑΕΠ που εμφάνισε εκείνη τη χρονιά, ως πρώτο κράτος μέλος του ευρώ που παραβίασε το Σύμφωνο Σταθερότητας. Διότι πήρε απολύτως στα σοβαρά της υποδείξεις της Επιτροπής για τη μείωσή του, με τον τότε πρωθυπουργό \Ζοζέ Μπαρόζο\ να συμπιέζει κάθε άλλο παρά "ήπια" τις δημόσιες δαπάνες. Το αποτέλεσμα ήταν, βέβαια, μετά έναν περιορισμό στα όρια του 3% για τρία χρόνια, το έλλειμμα να ξαναφουντώσει στο 6% πέρυσι. Αλλά εκεί το δημόσιο χρέος μόλις πέρυσι ξεπέρασε το 60% του ΑΕΠ (65,4%), και αυτό σημαίνει ότι εφόσον κατορθώσουν να επανέλθουν σε αναπτυξιακή πορεία, πράγμα που θα τους βοηθήσει να επαναφέρουν το έλλειμμα σε διατηρήσιμο επίπεδο, δημοσιονομικό πρόβλημα δεν θα έχουν. Αυτό δεν ισχύει για την Ελλάδα, με δημόσιο χρέος που αγγίζει το 110% του ΑΕΠ.
Η κυβέρνηση \Ζοζέ Σόκρατες\, που ανέλαβε στην Πορτογαλία τον περασμένο Μάρτιο, έχει υποσχεθεί ένα "τεχνολογικό σοκ" στη χώρα, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευση/κατάρτιση και στην έρευνα. Ακολουθεί πολιτική λιτότητας στις καταναλωτικές δημόσιες δαπάνες, αλλά ταυτόχρονα προωθεί μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές. Και εξασφάλισε στις Βρυξέλλες μια τριετή προσθεσμία για να ρίξει το έλλειμμα κάτω από το 3%, παράδειγμα που θέλει να μιμηθεί και ο κ. Αλογοσκούφης.
Εμμένοντας σε "μεταρρυθμίσεις" που σε ελάχιστα αποσκοπούν πέρα από μιαν αμφίβολη περικοπή του κόστους εργασίας στο δημόσιο τομέα,ενώ επισύρουν άλλα, πολύ βαρύτερα κόστη, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει δύο χρόνια τώρα κάποια συνεκτική αναπτυξιακή προοπτική για τη χώρα. Ενόψει αυτού του κενού, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δηλώσεις του υφυπουργού Ανάπτυξης \Γ. Σαλαγκούδη\ (στον \Ν. Νικολάου\ στην προχθεσινή \"Καθημερινή"\), ο οποίος φαίνεται να θεωρεί ρεαλιστικό το στόχο να πραγματοποιηθούν επενδύσεις ύψους 1,5 δισ ευρώ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό που λέει ότι έχει στο χέρι είναι ξένες άμεσες επενδύσεις 85 εκατομμυρίων, που εξασφαλίσθηκαν το τελευταίο τρίμηνο, από τις ισπανικές εταιρείες Iberdrola και CESA (αιολικά πάρκα) και τη γαλλική EdF. Η απόσταση μέχρι το 1,5 δισ. είναι βέβαια μεγάλη, αλλά ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης σε διερευνητικές συζητήσεις με τη δανέζικη εταιρεία Vestas για την εγκατάσταση στην Ελλάδα μονάδας κατασκευής ανεμογεννητριών με 70% εγχώρια προστιθέμενη αξία, εφόσον αυξηθεί το αιολικό δυναμικό από τα σημερινά 450 MW σε 1000 MW.
Μακάρι οι εκτιμήσεις αυτές να αποδειχθούν βάσιμες!
Σημ.: Πληροφορίες για την Πορτογαλία αντλήθηκαν από ανταπόκριση στη Le Monde της 21.1.2006.
Η καταστροφική αυτή αποτίμηση δεν γράφτηκε για την Ελλάδα, αλλά για την Πορτογαλία, τη χώρα που πράγματι φαίνεται να τα κατάφερε χειρότερα από εμάς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως τα πέντε τελευταία χρόνια, που η οικονομία της έπεσε σε ύφεση και στασιμότητα. Και αυτό μολονότι εκεί η αυξανόμενη από το 2001 ανεργία παραμένει αισθητά χαμηλότερη από τη δική μας (7,5%), έγιναν αξιόλογες ξένες επενδύσεις και εξακολουθούν να παράγονται θαυμάσια προϊόντα, κλωστοϋφαντουργικά π.χ., όπως θα διαπιστώσει όποιος κατέβει στην αγορά για λευκά είδη, όπου τα ελληνικά έχουν εξαφανισθεί καιρό τώρα, ή παπούτσια. Αλλά η παραδοσιακή της βιομηχανία, ανταγωνιστική μέχρι πρόσφατα, απειλείται πλέον άμεσα από τις κινεζικές εξαγωγές.
Η αποτίμηση αυτή είναι χαρακτηριστική για τα ζοφερά σχόλια που κυριαρχούν στον Τύπο της Πορτογαλίας αυτές τις μέρες, καθώς συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σ’ αυτήν την απαισιόδοξη ατμόσφαιρα διεξάγεται σήμερα ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών, που αναμένεται να χάσει ο παλαίμαχος σοσιαλιστής Μάριο Σοάρες, καθώς ο δεξιός αντίπαλός του Ανιμπάλ Καβάκο Σίλβα, πρωθυπουργός τη δεκαετία 1985-95, προηγείται πάνω από είκοσι μονάδες στις δημοσκοπήσεις.
Το ερώτημα τι θα γίνει μετά το 2013 αφορά ωστόσο και την πολύ πιο αισιόδοξη, τουλάχιστον στο λόγο των μεγάλων κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης, δική μας κοινωνία. Έως τότε θα συντηρηθούμε και εμείς με τους ακόμα γενναιόδωρους πόρους του Δ’ ΚΠΣ, ενώ οι επιδοτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, έστω τροποποιημένες και περικομμένες, θα εξακολουθούν να ρέουν. Αλλά κατόπιν πολύ δύσκολα θα διατηρηθεί καν το τωρινό επίπεδο ευημερίας, που κανέναν δεν ικανοποιεί, αν δεν πραγματοποιηθούν μεγάλες αλλαγές που να βελτιώσουν την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες, σε ένα περιβάλλον που θα έχει γίνει πολύ πιο ανταγωνιστικό και μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και διεθνώς. Η κατανομή των κοινοτικών πόρων αναμφίβολα θα αλλάξει, και η απώλειά τους για τη χώρα μας δεν θα μπορεί να υποκατασταθεί με εθνικούς δημόσιους πόρους, όσο δεν μειώνεται δραστικά το δημόσιο χρέος. Τόσο μακριά δεν βλέπουν όμως οι υπεύθυνοι εδώ, με τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών \Γιώργο Αλογοσκούφη\ την περασμένη εβδομάδα ακόμα απλώς να εξαίρει τη "μεγάλη εθνική επιτυχία" που συνιστά η απόσπαση των 20,1 δισ. ευρώ για τα επόμενα επτά χρόνια από την Ε.Ε. (για το τι θα τα κάνει είπε μόνο ότι η ευθύνη είναι μεγάλη), καθώς και η διατήρηση της ΚΑΠ ως το 2013.
Από τον Μπαρόζο στον Σόκρατες
Η ύφεση/στασιμότητα της πορτογαλικής οικονομίας από το 2001 οπωσδήποτε συνδέεται με το δημόσιο έλλειμμα 4,3% του ΑΕΠ που εμφάνισε εκείνη τη χρονιά, ως πρώτο κράτος μέλος του ευρώ που παραβίασε το Σύμφωνο Σταθερότητας. Διότι πήρε απολύτως στα σοβαρά της υποδείξεις της Επιτροπής για τη μείωσή του, με τον τότε πρωθυπουργό \Ζοζέ Μπαρόζο\ να συμπιέζει κάθε άλλο παρά "ήπια" τις δημόσιες δαπάνες. Το αποτέλεσμα ήταν, βέβαια, μετά έναν περιορισμό στα όρια του 3% για τρία χρόνια, το έλλειμμα να ξαναφουντώσει στο 6% πέρυσι. Αλλά εκεί το δημόσιο χρέος μόλις πέρυσι ξεπέρασε το 60% του ΑΕΠ (65,4%), και αυτό σημαίνει ότι εφόσον κατορθώσουν να επανέλθουν σε αναπτυξιακή πορεία, πράγμα που θα τους βοηθήσει να επαναφέρουν το έλλειμμα σε διατηρήσιμο επίπεδο, δημοσιονομικό πρόβλημα δεν θα έχουν. Αυτό δεν ισχύει για την Ελλάδα, με δημόσιο χρέος που αγγίζει το 110% του ΑΕΠ.
Η κυβέρνηση \Ζοζέ Σόκρατες\, που ανέλαβε στην Πορτογαλία τον περασμένο Μάρτιο, έχει υποσχεθεί ένα "τεχνολογικό σοκ" στη χώρα, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην εκπαίδευση/κατάρτιση και στην έρευνα. Ακολουθεί πολιτική λιτότητας στις καταναλωτικές δημόσιες δαπάνες, αλλά ταυτόχρονα προωθεί μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές. Και εξασφάλισε στις Βρυξέλλες μια τριετή προσθεσμία για να ρίξει το έλλειμμα κάτω από το 3%, παράδειγμα που θέλει να μιμηθεί και ο κ. Αλογοσκούφης.
Εμμένοντας σε "μεταρρυθμίσεις" που σε ελάχιστα αποσκοπούν πέρα από μιαν αμφίβολη περικοπή του κόστους εργασίας στο δημόσιο τομέα,ενώ επισύρουν άλλα, πολύ βαρύτερα κόστη, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει δύο χρόνια τώρα κάποια συνεκτική αναπτυξιακή προοπτική για τη χώρα. Ενόψει αυτού του κενού, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι δηλώσεις του υφυπουργού Ανάπτυξης \Γ. Σαλαγκούδη\ (στον \Ν. Νικολάου\ στην προχθεσινή \"Καθημερινή"\), ο οποίος φαίνεται να θεωρεί ρεαλιστικό το στόχο να πραγματοποιηθούν επενδύσεις ύψους 1,5 δισ ευρώ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέσα στα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό που λέει ότι έχει στο χέρι είναι ξένες άμεσες επενδύσεις 85 εκατομμυρίων, που εξασφαλίσθηκαν το τελευταίο τρίμηνο, από τις ισπανικές εταιρείες Iberdrola και CESA (αιολικά πάρκα) και τη γαλλική EdF. Η απόσταση μέχρι το 1,5 δισ. είναι βέβαια μεγάλη, αλλά ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης σε διερευνητικές συζητήσεις με τη δανέζικη εταιρεία Vestas για την εγκατάσταση στην Ελλάδα μονάδας κατασκευής ανεμογεννητριών με 70% εγχώρια προστιθέμενη αξία, εφόσον αυξηθεί το αιολικό δυναμικό από τα σημερινά 450 MW σε 1000 MW.
Μακάρι οι εκτιμήσεις αυτές να αποδειχθούν βάσιμες!
Σημ.: Πληροφορίες για την Πορτογαλία αντλήθηκαν από ανταπόκριση στη Le Monde της 21.1.2006.