Η «επακούμβηση» και οι Βρυξέλλες
Παντελής Μπουκάλας, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2020-08-21
Η «επακούμβηση», με τα σεξουαλικά συμφραζόμενά της που παρήχθησαν αυτομάτως και αναπαρήχθησαν μαζικά στο ασφαλές διαδικτυακό πολεμικό μέτωπο, επικυρώνει κατά κάποιον τρόπο τη γνώμη του Λορέντζου Μαβίλη πως «δεν υπάρχουν χυδαίες λέξεις, αλλά χυδαίοι άνθρωποι». Ο σωβινιστικός σεξισμός μάλιστα αναζωπυρώθηκε και εμπλουτίστηκε στη θέα της ζημιάς του τουρκικού πολεμικού. «Τους σκίσαμε τους Μογγόλους» κ.λπ. Πόσοι Κολοκοτρώνηδες θα έσπευδαν να βγουν Ι4 και Ι5, αν το «ατύχημα» αναβαθμιζόταν σε «θερμό επεισόδιο», καλύτερα ας μην το μάθουμε ποτέ.
Εν πάση περιπτώσει, παρά τη χρήση της τα τελευταία χρόνια, η «επακούμβηση» δεν έχει λεξικογραφηθεί. Δεν αποθησαυρίζεται ούτε στο Λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη ούτε στο Λεξικό Μπαμπινιώτη ούτε στο Λεξικό της Ακαδημίας. Ο μόχθος του Εμμανουήλ Κριαρά, αποτυπωμένος στο πολύτιμο «Λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας 1100-1669», μας θυμίζει το ρήμα «επακουμβίζω/επακουμπίζω», που απαντά σε δύο από τα έμμετρα «βυζαντινά ιπποτικά μυθιστορήματα» που εξέδωσε ο ίδιος το 1955. Πρώτα στο «Μυθιστόρημα του Βέλθανδρου και της Χρυσάντζας»: «Εκεί ταώνι λαξευτόν καθήμενον επάνω, / επακουμβίζον γόνατον προς της χειρός το μέρος» (όπου ταώνι το παγόνι). Εδώ το «επακουμβίζω» σημαίνει «ακουμπώ, «στηρίζω». Κι έπειτα στο «Μυθιστόρημα του Φλώριου και της Πλάτζια-Φλώρας»: «Τώρα επακουμπήσαμεν στα χέρια σου, αυθέντη», με το ρήμα να σημαίνει «εμπιστεύομαι τον εαυτό μου σε κάποιον». Αυτό το τελευταίο ηχεί και προειδοποιητικά. Αν συνεχίσουμε να επακουμπούμε στα χέρια των αυθεντών του Βερολίνου, των Βρυξελλών, της Ουάσιγκτον, της Μόσχας, θα πρέπει να αυξήσουμε τη δοσολογία των αντιψευδαισθησιογόνων μας.