H μισή ομολογία της οκταετίας
Mε κόλπα και διαστρεβλώσεις εξυγίανση δεν γίνεται
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2005-11-24
Είναι η πρώτη φορά στους είκοσι ένα μήνες της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας που η δύσκολη αυτή προοπτική ομολογείται ανοικτά από τον αρμόδιο υπουργό, και θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία για μια σοβαρή στροφή στην οικονομική πολιτική, αν συνοδευόταν από μια αντίστοιχα σοβαρή τοποθέτηση για την εκτέλεση του φετινού και για τις επιδιώξεις του νέου προϋπολογισμού, που είναι και το άμεσο ζήτημα μετά το φιάσκο των τιτλοποιήσεων. Μια τέτοια ειλικρίνεια όμως έλειψε παντελώς. H αυτοϊκανοποίηση που εκπέμπει η κυβέρνηση για τη σπουδαία επιτυχία να μειώσει φέτος το έλλειμμα κατά περίπου 2 μονάδες του ΑΕΠ, παρακάμπτει το γεγονός ότι πάνω από το μισό της μείωσης οφείλεται στη... μη επανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων και σχεδόν ένα τέταρτο ακόμα στην πέραν των ολυμπιακών έργων πρόσθετη μείωση των δημοσίων επενδύσεων. Πώς θα μειώσει το έλλειμμα κατά άλλες 2 μονάδες το 2006, όταν προσβλέπει τώρα σε αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, όταν αυξάνει τις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού περισσότερο από φέτος και όταν κάνει προβλέψεις για την αύξηση των φορολογικών εσόδων ανάλογες με τις φετινές που κατέρρευσαν;
Κατά την παρουσίαση του προϋπολογισμού ο κ. Αλογοσκούφης αναφέρθηκε εκτεταμένα στο πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Θα ήταν ίσως υπερβολικό να απαιτούσαμε μια ρητή αυτοκριτική για την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας που εξέθρεψε τη διόγκωσή της, όταν ως αντιπολίτευση κατήγγελλε τους τότε υπευθύνους για «φοροεπιδρομές», για να διαλύσει κατόπιν ως κυβέρνηση τους εισπρακτικούς μηχανισμούς του υπουργείου Οικονομικών. H απόπειρα όμως του σημερινού υπουργού να την αποδώσει στους προκατόχους του, παραθέτοντας μάλιστα πίνακα στην εισηγητική έκθεση που δείχνει ότι η μείωση των έμμεσων φόρων ως ποσοστό του ΑΕΠ αρχίζει από το 2003, συνιστά διαστρέβλωση. Διότι «ξεχνάει» τη σημαντική μείωση του ειδικού φόρου στα καύσιμα για τη θέρμανση (21 ευρώ το χιλιόλιτρο) το φθινόπωρο του 2003 για να προστατευθούν τα νοικοκυριά από τη μεγάλη ανατίμηση του πετρελαίου τότε και, προπάντων, τη ρύθμιση που ο ίδιος ψήφισε για την απόδοση του ΦΠΑ ανά τρίμηνο, αλλάζοντας τον προηγούμενο νόμο, με αποτέλεσμα να λείψουν έσοδα ενός μήνα το 2003, τα οποία μεταφέρθηκαν στο 2004. Τώρα που τα μεγάλα κόλπα - οι τιτλοποιήσεις - δεν πέρασαν στις Βρυξέλλες, μένουν τα μικρότερα για εσωτερική κατανάλωση. Και από αυτά βρίθει ο νέος προϋπολογισμός. Αλλά στη βάση των διαστρεβλώσεων δεν μπορεί να επιχειρηθεί εξυγίανση.
Δεν αποκλείεται ωστόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο ECOFIN να μην μπουν σε πολλές λεπτομέρειες: Να δεχθούν ότι τυπικά φαίνεται να έχει καλυφθεί ο όρος που είχαν θέσει για τη μείωση του ελλείμματος του 2005, με την επισήμανση μόνο της «οριακής» συμβολής που έφερε η συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών. Και να περιορισθούν σε κάποιες παρατηρήσεις για τον προϋπολογισμό του 2006, επιμένοντας πάντως στη λήψη διορθωτικών μέτρων, εφόσον στην πορεία η εκτέλεσή του δεν θα ανταποκρίνεται στις προβλέψεις. Για μια τέτοια, ευνοϊκή για την ώρα, αντιμετώπιση προδιαθέτει το ιδιαίτερα φιλικό προς την ελληνική κυβερνητική πολιτική κείμενο των πρόσφατων εξαμηνιαίων προβλέψεων της Επιτροπής. Εξασφαλισμένη, βέβαια, δεν είναι. Την αξιολόγηση της Επιτροπής θα την πληροφορηθούμε τον Δεκέμβριο, την απόφαση του ECOFIN τον Ιανουάριο.
Ακόμα και αν δοθεί τώρα ένα πράσινο φως από τις Βρυξέλλες, θα είναι προσωρινό. H προοπτική της οκταετίας που έχουμε μπροστά μας, για να φέρει καλά αποτελέσματα, προϋποθέτει σοβαρό σχεδιασμό των αναγκαίων ανακατανομών των πόρων και των θεσμικών αλλαγών που θα τις εγγυηθούν, όλα αυτά σε γνώση της κοινωνίας, ώστε να ξέρει σε τι έχει να ελπίζει. Και, προφανώς, προϋποθέτει εγκατάλειψη της τακτικής των τεχνασμάτων.