Απορη εκπαίδευση, απορημένη παιδεία
Κίµων Χατζημπίρος, Ελευθεροτυπία, Δημοσιευμένο: 2006-03-31
Η Φινλανδία έχει ένα από τα πιο πετυχημένα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο. Το κλειδί της επιτυχίας είναι απλό: ισότητα ευκαιριών, απαιτητική κατάρτιση δασκάλων, άφθονη δημόσια χρηματοδότηση. Αλλες σκανδιναβικές χώρες έχουν αναπτύξει παρόμοια συστήματα με υψηλή απόδοση.
Οι δαπάνες ανά εκπαιδευόμενο είναι μεγάλες αλλά και οι επιδόσεις αντίστοιχες, όπως δείχνουν το μορφωτικό επίπεδο, η οικονομική και η επιστημονική παραγωγικότητα.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα χειρότερα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη. Το κλειδί της αποτυχίας είναι επίσης απλό: μύθοι και προκαταλήψεις, ανεπαρκείς παιδαγωγοί, χαμηλή δημόσια χρηματοδότηση. Διαδοχικές απόπειρες μεταρρυθμίσεων με λανθασμένα κριτήρια και στόχους αποτυγχάνουν παταγωδώς.
Οι πολιτικοί σπεύδουν να προτείνουν μέτρα κυρίως για τα ΑΕΙ ή τις εισαγωγικές εξετάσεις, ποντάροντας στο γόητρο που προσδίδει η ενασχόληση με το πανεπιστήμιο. Παραβλέπουν ότι πάσχει ολόκληρο το σώμα της εκπαίδευσης και μάλιστα ότι σε χειρότερη κατάσταση βρίσκεται η δευτεροβάθμια, ενώ πρωταρχική πηγή δεινών είναι η πρωτοβάθμια. Οι σπασμωδικές κινήσεις περισσεύουν. Π.χ. η συζητούμενη διαγραφή των «αιώνιων φοιτητών», πέρα από τον ταξικό της χαρακτήρα, θα εξαφανίσει ένα σύμπτωμα και όχι τις αιτίες. Ανευ νοήματος είναι και η απαγόρευση εισαγωγής στην τριτοβάθμια των μαθητών με βαθμολογία κάτω από τη βάση, αφού ένας μέτριος μαθητής μπορεί να γράψει από μηδέν μέχρι άριστα, ανάλογα με τη δυσκολία των θεμάτων. Η λαϊκίστικη τάση προς τα εύκολα θέματα ναρκοθετεί την αξιοκρατική επιλογή και πριμοδοτεί την αποστήθιση. Η δημοκρατική αξιοκρατία, η ισότητα στις ευκαιρίες, η στήριξη των πιο αδύναμων παραμένουν χαμηλά στις προτεραιότητες.
Οπισθοδρομικές δυνάμεις καλλιεργούν τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ παιδείας και σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Ο ρόλος της Εκκλησίας, καθοριστικός για τον εθνοκεντρικό και ελληνοχριστιανικό προσανατολισμό της εκπαίδευσης, γίνεται σιωπηρά ανεκτός από ποικίλους ιδεολογικούς χώρους. Ταυτόχρονα, το ήδη μεγάλο ποσοστό παιδιών μεταναστών στις κατώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες απειλεί να πνίξει κάθε ποιοτική παιδαγωγική προσπάθεια.
Ο μελλοντικός πληθυσμός της Ελλάδας θα αποτελείται κατά μεγάλο μέρος από ξένους μετανάστες δεύτερης γενιάς, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν με τους Αρβανίτες, και η προβλεπόμενη ανισότητα ευκαιριών, λόγω θρησκείας, χρώματος ή καταγωγής, θα είναι δυναμίτης στα κοινωνικά θεμέλια. Ενα φιλόδοξο και σοβαρό πρόγραμμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας και αφομοίωσης των αλλοδαπών στο πολιτιστικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον της χώρας συνιστά ίσως την πιο επείγουσα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται η χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης σε μια χώρα όπου η παιδεία επί αιώνες αποτελούσε πλεονέκτημα; Η σύγκριση με τις σχετικές δαπάνες προηγμένων χωρών θα έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογο ποσοστό κατά κεφαλήν εκπαιδευτικής δαπάνης και μάλιστα αυξημένο για να καλυφθεί η καθυστέρηση. Το κίνημα του 15% δεν έχει πάψει να είναι επίκαιρο. Πού θα βρεθούν οι πόροι; Περικοπές στις αμυντικές δαπάνες θα μπορούσαν να συνεισφέρουν ένα μέρος, με τη συμβολή μιας πιο έξυπνης εξωτερικής πολιτικής. Θα χρειάζονταν και άλλες θυσίες, όπως π.χ. περιορισμός δαπανών για την υγεία. Συντελείται τεράστια σπατάλη, με την κατάχρηση ιατρικών εξετάσεων και φαρμάκων που πληρώνονται από δημόσιους πόρους.
Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καθόλου δημοφιλές σε μια χώρα γερόντων, συνταξιούχων, καπνιστών και απείθαρχων οδηγών. Ωστόσο, ένας λαός που επενδύει στο μέλλον θα έπρεπε να θέτει τη μόρφωση σε υψηλότερη προτεραιότητα από την άμυνα ή την υγεία. Εν πάση περιπτώσει, πέρα από εξοικονόμηση πόρων, μια αύξηση φορολογίας θα ήταν επίσης αναγκαία. Στις σκανδιναβικές χώρες ο φόρος των εισοδημάτων ξεπερνά το 50%.
Τι θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί; Η κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η αύξηση των αμοιβών, η αξιοποίηση ικανών στελεχών από τα φροντιστήρια, ειδικά προγράμματα για μετανάστες, έρευνα, υλική υποδομή, καθώς και άφθονες υποτροφίες. Αναπόφευκτα θα εμφανίζονταν σπατάλες και απάτες, όπως έχει συμβεί π.χ. με τη συγγραφή των σχολικών βιβλίων. Πάντως, δεν νοείται ριζική αναμόρφωση της παιδείας χωρίς μεγάλες δημόσιες δαπάνες.
Επιπλέον χρειάζεται ευρεία αυτονομία των εκπαιδευτικών και απελευθέρωση της πρωτοβουλίας και κριτικής δράσης μαθητών και φοιτητών. Διδακτικό παράδειγμα η περιβαλλοντική εκπαίδευση, η μόνη αξιόλογη πρόοδος στα σχολεία τα τελευταία χρόνια, που δυστυχώς απειλείται σήμερα να τεθεί υπό ασφυκτικό έλεγχο.
*Καθηγητής ΕΜΠ
Οι δαπάνες ανά εκπαιδευόμενο είναι μεγάλες αλλά και οι επιδόσεις αντίστοιχες, όπως δείχνουν το μορφωτικό επίπεδο, η οικονομική και η επιστημονική παραγωγικότητα.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα χειρότερα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη. Το κλειδί της αποτυχίας είναι επίσης απλό: μύθοι και προκαταλήψεις, ανεπαρκείς παιδαγωγοί, χαμηλή δημόσια χρηματοδότηση. Διαδοχικές απόπειρες μεταρρυθμίσεων με λανθασμένα κριτήρια και στόχους αποτυγχάνουν παταγωδώς.
Οι πολιτικοί σπεύδουν να προτείνουν μέτρα κυρίως για τα ΑΕΙ ή τις εισαγωγικές εξετάσεις, ποντάροντας στο γόητρο που προσδίδει η ενασχόληση με το πανεπιστήμιο. Παραβλέπουν ότι πάσχει ολόκληρο το σώμα της εκπαίδευσης και μάλιστα ότι σε χειρότερη κατάσταση βρίσκεται η δευτεροβάθμια, ενώ πρωταρχική πηγή δεινών είναι η πρωτοβάθμια. Οι σπασμωδικές κινήσεις περισσεύουν. Π.χ. η συζητούμενη διαγραφή των «αιώνιων φοιτητών», πέρα από τον ταξικό της χαρακτήρα, θα εξαφανίσει ένα σύμπτωμα και όχι τις αιτίες. Ανευ νοήματος είναι και η απαγόρευση εισαγωγής στην τριτοβάθμια των μαθητών με βαθμολογία κάτω από τη βάση, αφού ένας μέτριος μαθητής μπορεί να γράψει από μηδέν μέχρι άριστα, ανάλογα με τη δυσκολία των θεμάτων. Η λαϊκίστικη τάση προς τα εύκολα θέματα ναρκοθετεί την αξιοκρατική επιλογή και πριμοδοτεί την αποστήθιση. Η δημοκρατική αξιοκρατία, η ισότητα στις ευκαιρίες, η στήριξη των πιο αδύναμων παραμένουν χαμηλά στις προτεραιότητες.
Οπισθοδρομικές δυνάμεις καλλιεργούν τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ παιδείας και σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Ο ρόλος της Εκκλησίας, καθοριστικός για τον εθνοκεντρικό και ελληνοχριστιανικό προσανατολισμό της εκπαίδευσης, γίνεται σιωπηρά ανεκτός από ποικίλους ιδεολογικούς χώρους. Ταυτόχρονα, το ήδη μεγάλο ποσοστό παιδιών μεταναστών στις κατώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες απειλεί να πνίξει κάθε ποιοτική παιδαγωγική προσπάθεια.
Ο μελλοντικός πληθυσμός της Ελλάδας θα αποτελείται κατά μεγάλο μέρος από ξένους μετανάστες δεύτερης γενιάς, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν με τους Αρβανίτες, και η προβλεπόμενη ανισότητα ευκαιριών, λόγω θρησκείας, χρώματος ή καταγωγής, θα είναι δυναμίτης στα κοινωνικά θεμέλια. Ενα φιλόδοξο και σοβαρό πρόγραμμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας και αφομοίωσης των αλλοδαπών στο πολιτιστικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον της χώρας συνιστά ίσως την πιο επείγουσα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται η χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης σε μια χώρα όπου η παιδεία επί αιώνες αποτελούσε πλεονέκτημα; Η σύγκριση με τις σχετικές δαπάνες προηγμένων χωρών θα έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογο ποσοστό κατά κεφαλήν εκπαιδευτικής δαπάνης και μάλιστα αυξημένο για να καλυφθεί η καθυστέρηση. Το κίνημα του 15% δεν έχει πάψει να είναι επίκαιρο. Πού θα βρεθούν οι πόροι; Περικοπές στις αμυντικές δαπάνες θα μπορούσαν να συνεισφέρουν ένα μέρος, με τη συμβολή μιας πιο έξυπνης εξωτερικής πολιτικής. Θα χρειάζονταν και άλλες θυσίες, όπως π.χ. περιορισμός δαπανών για την υγεία. Συντελείται τεράστια σπατάλη, με την κατάχρηση ιατρικών εξετάσεων και φαρμάκων που πληρώνονται από δημόσιους πόρους.
Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καθόλου δημοφιλές σε μια χώρα γερόντων, συνταξιούχων, καπνιστών και απείθαρχων οδηγών. Ωστόσο, ένας λαός που επενδύει στο μέλλον θα έπρεπε να θέτει τη μόρφωση σε υψηλότερη προτεραιότητα από την άμυνα ή την υγεία. Εν πάση περιπτώσει, πέρα από εξοικονόμηση πόρων, μια αύξηση φορολογίας θα ήταν επίσης αναγκαία. Στις σκανδιναβικές χώρες ο φόρος των εισοδημάτων ξεπερνά το 50%.
Τι θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί; Η κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η αύξηση των αμοιβών, η αξιοποίηση ικανών στελεχών από τα φροντιστήρια, ειδικά προγράμματα για μετανάστες, έρευνα, υλική υποδομή, καθώς και άφθονες υποτροφίες. Αναπόφευκτα θα εμφανίζονταν σπατάλες και απάτες, όπως έχει συμβεί π.χ. με τη συγγραφή των σχολικών βιβλίων. Πάντως, δεν νοείται ριζική αναμόρφωση της παιδείας χωρίς μεγάλες δημόσιες δαπάνες.
Επιπλέον χρειάζεται ευρεία αυτονομία των εκπαιδευτικών και απελευθέρωση της πρωτοβουλίας και κριτικής δράσης μαθητών και φοιτητών. Διδακτικό παράδειγμα η περιβαλλοντική εκπαίδευση, η μόνη αξιόλογη πρόοδος στα σχολεία τα τελευταία χρόνια, που δυστυχώς απειλείται σήμερα να τεθεί υπό ασφυκτικό έλεγχο.
*Καθηγητής ΕΜΠ