Η κουλτούρα της καχυποψίας
Τάσος Παππάς, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2021-08-13
Η επόμενη μέρα θα είναι διαφορετική; Εχουμε συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος; Οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης για γρήγορη και πλήρη αποκατάσταση των περιοχών που έχουν πληγεί είναι ρεαλιστικές; Εχουμε συζητήσει σε βάθος για τις αιτίες των φαινομένων και έχουμε καταλήξει σε συμπεράσματα και στις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν; Υπάρχει ένα μίνιμουμ συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων, ώστε να αποφύγουμε τις μικροπολιτικές και άγονες αντιπαραθέσεις; Ακούμε τους ειδικούς, κυρίως αυτούς που δεν μασάνε τα λόγια τους και μας προσγειώνουν στην πραγματικότητα; Για να δούμε τι λένε δύο απ’ αυτούς:
● Την έκταση της καταστροφής από τις πυρκαγιές στην Εύβοια και την «επόμενη μέρα» σκιαγράφησε ο καθηγητής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Ευθύμιος Λέκκας, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της Κεντρικής Ενωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ). Ο κ. Λέκκας, που είναι και επιστημονικός συνεργάτης της ΚΕΔΕ, είπε χαρακτηριστικά ότι από τα 500.000 στρέμματα που κάηκαν «τα 300.000 τα ξεχνάμε από δάσος. Εχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Στα υπόλοιπα 150.000 στρέμματα μπορεί το δάσος να αναγεννηθεί ή ν’ αναδασωθεί». Μάλιστα. Μπορεί. Πρέπει. Θα γίνει; Βάλτε χαμηλά τον πήχη, γιατί το παρελθόν της Δεξιάς είναι κακόφημο. Και εκεί που πριν από την πυρκαγιά ήταν δάσος, τι θα… φυτρώσουν; Οικόπεδα; Πλάκα τα γαλόνια έχουν στους ώμους τους οι επιτήδειοι. Χρόνια στο κουρμπέτι. Μήπως ανεμογεννήτριες; Είναι πολύ ισχυρά τα συμφέροντα και έχουν σημαντικές προσβάσεις στο στενό πυρήνα της κυβέρνησης.
● Ο Γιόχαν Γκέοργκ Γκολντάμερ, στον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας, πρότεινε -και εκείνος δέχτηκε- να αναλάβει επικεφαλής της ανεξάρτητης επιτροπής για τη διερεύνηση των αιτιών των φονικών πυρκαγιών στην ανατολική Αττική και συνέταξε και σχετικό πόρισμα που αγνοήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην DW, έκρουσε το καμπανάκι του κινδύνου, αναφέροντας πως ο αυξημένος κίνδυνος δασικών πυρκαγιών δεν οφείλεται μόνο στην κλιματική κρίση: «Στα Βαλκάνια, την Ελλάδα και την Τουρκία, η αστυφιλία συνεχίζεται ακάθεκτη. Η νέα γενιά μετακομίζει στις πόλεις, για να βρει δουλειά και καλύτερη ποιότητα ζωής εκεί. Με τους νέους να απομακρύνονται, οι αγροτικές περιοχές γερνάνε. Τα χωριά και οι παλιοί οικισμοί σιγά σιγά εξαφανίζονται. Αυτό σημαίνει ότι η παραδοσιακά πολύ εντατική χρήση της γης θα πάψει να υπάρχει εκεί. Στη γη που δεν καλλιεργείται, σταδιακά εμφανίζονται αγριόχορτα, θάμνοι, μεμονωμένα δέντρα και, τέλος, δάση, τα οποία παρέχουν στη φωτιά περισσότερη τροφή από τις εντατικά καλλιεργούμενες γεωργικές περιοχές ή βοσκότοπους. Εάν κάποιος θέλει να κάνει κάτι ενάντια στον κίνδυνο αύξησης των πυρκαγιών, θα πρέπει να εστιάσει στη νότια Ευρώπη, στα μέτρα που αντισταθμίζουν την έξοδο από τις αγροτικές περιοχές». Υπάρχει κάποιο σχέδιο, ώστε να ανατραπεί αυτή η κατάσταση; Στα χαρτιά πολλά, στην πράξη τίποτα. Και έτσι φτάνουμε στο διά ταύτα.
Στην αιχμή των γεγονότων, οι κυβερνήσεις υπόσχονται, οι αντιπολιτεύσεις κατακρίνουν και προτείνουν -πολλές φορές ιδέες που ακούγονται ευχάριστα αλλά σκοντάφτουν στην πραγματικότητα-, αλλά οι πολίτες είναι επιφυλακτικοί. Με το δίκιο τους. Τους έχουν πει τα πάντα, τους έχουν τάξει λαγούς με πετραχήλια και ούτε λαγούς είδαν ούτε πετραχήλια, εμπιστεύθηκαν κόμματα και ηγέτες και ένιωσαν γελοίοι, όταν διαπίστωσαν ότι οι δεσμεύσεις ισχύουν γι’ αυτούς που τις πιστεύουν και όχι γι’ αυτούς που τις αναλαμβάνουν, κατάλαβαν ότι η κλίση των εξουσιών είναι να λένε ψέματα και ανέπτυξαν, στην αρχή ενστικτωδώς, στη συνέχεια με εδραίες αναφορές, μια «κουλτούρα καχυποψίας».
Η καχυποψία απέναντι στις εξουσίες είναι δημιουργική στάση. Δεν πρέπει να καταπίνουμε αμάσητες τις εξαγγελίες των κυβερνήσεων και τα βαρύγδουπα «θα» των αντιπολιτεύσεων. Η κριτική διάθεση είναι ένα πολύ αποτελεσματικό αμυντικό όπλο απέναντι στη σαγήνη που προκαλεί η μεγαλοστομία των δημαγωγών. Οπως έλεγε ο Βίτγκεσταϊν «το κριτικό πνεύμα είναι σαν μυς, όταν δεν ασκείται, ατροφεί».
Ο Ιταλός στοχαστής και ακτιβιστής Μάρκο Ρεβέλι, επικαλούμενος τον Γάλλο φιλόσοφο Πολ Ρικέρ (δικός τους είναι ο όρος «κουλτούρα της καχυποψίας»), σημειώνει ότι «με αυτήν την έκφραση ο Πολ Ρικέρ είχε υποδείξει τη σκέψη «δασκάλων», όπως ο Μαρξ, ο Νίτσε, ο Φρόιντ, καθώς και ο Σοπενχάουερ, που είχαν διδάξει, με διαφορετικούς και ευρείας κλίμακας τρόπους, να μη συγχέουμε τις επιφανειακές εικόνες με την αλήθεια και να αναζητούμε κάτω και πέρα από τις επίσημες αφηγήσεις» («Η Αυγή», 8-8-2021). Οταν όμως η καχυποψία γίνεται μανιέρα και επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα, κατρακυλάει με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον αρνητισμό. Το είδαμε στην περίπτωση των εμβολίων. Σ’ ό,τι αφορά τις πυρκαγιές, η κυβέρνηση, με τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε, έστειλε σαφές μήνυμα στους πολίτες ότι «καλά κάνετε και είστε καχύποπτοι με όσα σας λέμε και σας υποσχόμαστε».
● Την έκταση της καταστροφής από τις πυρκαγιές στην Εύβοια και την «επόμενη μέρα» σκιαγράφησε ο καθηγητής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Ευθύμιος Λέκκας, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της Κεντρικής Ενωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ). Ο κ. Λέκκας, που είναι και επιστημονικός συνεργάτης της ΚΕΔΕ, είπε χαρακτηριστικά ότι από τα 500.000 στρέμματα που κάηκαν «τα 300.000 τα ξεχνάμε από δάσος. Εχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Στα υπόλοιπα 150.000 στρέμματα μπορεί το δάσος να αναγεννηθεί ή ν’ αναδασωθεί». Μάλιστα. Μπορεί. Πρέπει. Θα γίνει; Βάλτε χαμηλά τον πήχη, γιατί το παρελθόν της Δεξιάς είναι κακόφημο. Και εκεί που πριν από την πυρκαγιά ήταν δάσος, τι θα… φυτρώσουν; Οικόπεδα; Πλάκα τα γαλόνια έχουν στους ώμους τους οι επιτήδειοι. Χρόνια στο κουρμπέτι. Μήπως ανεμογεννήτριες; Είναι πολύ ισχυρά τα συμφέροντα και έχουν σημαντικές προσβάσεις στο στενό πυρήνα της κυβέρνησης.
● Ο Γιόχαν Γκέοργκ Γκολντάμερ, στον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας, πρότεινε -και εκείνος δέχτηκε- να αναλάβει επικεφαλής της ανεξάρτητης επιτροπής για τη διερεύνηση των αιτιών των φονικών πυρκαγιών στην ανατολική Αττική και συνέταξε και σχετικό πόρισμα που αγνοήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην DW, έκρουσε το καμπανάκι του κινδύνου, αναφέροντας πως ο αυξημένος κίνδυνος δασικών πυρκαγιών δεν οφείλεται μόνο στην κλιματική κρίση: «Στα Βαλκάνια, την Ελλάδα και την Τουρκία, η αστυφιλία συνεχίζεται ακάθεκτη. Η νέα γενιά μετακομίζει στις πόλεις, για να βρει δουλειά και καλύτερη ποιότητα ζωής εκεί. Με τους νέους να απομακρύνονται, οι αγροτικές περιοχές γερνάνε. Τα χωριά και οι παλιοί οικισμοί σιγά σιγά εξαφανίζονται. Αυτό σημαίνει ότι η παραδοσιακά πολύ εντατική χρήση της γης θα πάψει να υπάρχει εκεί. Στη γη που δεν καλλιεργείται, σταδιακά εμφανίζονται αγριόχορτα, θάμνοι, μεμονωμένα δέντρα και, τέλος, δάση, τα οποία παρέχουν στη φωτιά περισσότερη τροφή από τις εντατικά καλλιεργούμενες γεωργικές περιοχές ή βοσκότοπους. Εάν κάποιος θέλει να κάνει κάτι ενάντια στον κίνδυνο αύξησης των πυρκαγιών, θα πρέπει να εστιάσει στη νότια Ευρώπη, στα μέτρα που αντισταθμίζουν την έξοδο από τις αγροτικές περιοχές». Υπάρχει κάποιο σχέδιο, ώστε να ανατραπεί αυτή η κατάσταση; Στα χαρτιά πολλά, στην πράξη τίποτα. Και έτσι φτάνουμε στο διά ταύτα.
Στην αιχμή των γεγονότων, οι κυβερνήσεις υπόσχονται, οι αντιπολιτεύσεις κατακρίνουν και προτείνουν -πολλές φορές ιδέες που ακούγονται ευχάριστα αλλά σκοντάφτουν στην πραγματικότητα-, αλλά οι πολίτες είναι επιφυλακτικοί. Με το δίκιο τους. Τους έχουν πει τα πάντα, τους έχουν τάξει λαγούς με πετραχήλια και ούτε λαγούς είδαν ούτε πετραχήλια, εμπιστεύθηκαν κόμματα και ηγέτες και ένιωσαν γελοίοι, όταν διαπίστωσαν ότι οι δεσμεύσεις ισχύουν γι’ αυτούς που τις πιστεύουν και όχι γι’ αυτούς που τις αναλαμβάνουν, κατάλαβαν ότι η κλίση των εξουσιών είναι να λένε ψέματα και ανέπτυξαν, στην αρχή ενστικτωδώς, στη συνέχεια με εδραίες αναφορές, μια «κουλτούρα καχυποψίας».
Η καχυποψία απέναντι στις εξουσίες είναι δημιουργική στάση. Δεν πρέπει να καταπίνουμε αμάσητες τις εξαγγελίες των κυβερνήσεων και τα βαρύγδουπα «θα» των αντιπολιτεύσεων. Η κριτική διάθεση είναι ένα πολύ αποτελεσματικό αμυντικό όπλο απέναντι στη σαγήνη που προκαλεί η μεγαλοστομία των δημαγωγών. Οπως έλεγε ο Βίτγκεσταϊν «το κριτικό πνεύμα είναι σαν μυς, όταν δεν ασκείται, ατροφεί».
Ο Ιταλός στοχαστής και ακτιβιστής Μάρκο Ρεβέλι, επικαλούμενος τον Γάλλο φιλόσοφο Πολ Ρικέρ (δικός τους είναι ο όρος «κουλτούρα της καχυποψίας»), σημειώνει ότι «με αυτήν την έκφραση ο Πολ Ρικέρ είχε υποδείξει τη σκέψη «δασκάλων», όπως ο Μαρξ, ο Νίτσε, ο Φρόιντ, καθώς και ο Σοπενχάουερ, που είχαν διδάξει, με διαφορετικούς και ευρείας κλίμακας τρόπους, να μη συγχέουμε τις επιφανειακές εικόνες με την αλήθεια και να αναζητούμε κάτω και πέρα από τις επίσημες αφηγήσεις» («Η Αυγή», 8-8-2021). Οταν όμως η καχυποψία γίνεται μανιέρα και επεκτείνεται σε όλα τα επίπεδα, κατρακυλάει με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον αρνητισμό. Το είδαμε στην περίπτωση των εμβολίων. Σ’ ό,τι αφορά τις πυρκαγιές, η κυβέρνηση, με τον τρόπο που συμπεριφέρθηκε, έστειλε σαφές μήνυμα στους πολίτες ότι «καλά κάνετε και είστε καχύποπτοι με όσα σας λέμε και σας υποσχόμαστε».