Απολογισμός και μηνύματα από την COP26
Φοίβη Κουντούρη, KReport, Δημοσιευμένο: 2021-11-14
Η διάσκεψη των μερών της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP, συνιστά ένα πολύ σπουδαίο γεγονός τόσο για τους ηγέτες των χωρών, όσο και για τους επικεφαλής μεγάλων ιδιωτικών οργανισμών, καθώς ο σκοπός της είναι να συμβάλλει στην κινητοποίηση των παγκόσμιων προσπαθειών και να θέσει το διεθνές πλαίσιο δράσης για την συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά μέγιστο +1,5ο C σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο. Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη, ότι η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από 1,5 βαθμό θέτει εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο από απειλητικούς για τη ζωή καύσωνες, πλημμύρες και φτώχεια. Επιπλέον, απειλεί με εξαφάνιση κοραλλιογενείς υφάλους στους οποίους βασίζονται ολόκληρα οικοσυστήματα παγκοσμίως. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερες πόλεις να βυθίζονται. Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτές, πρέπει να επιτύχουμε μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050.
Στην 26η Διάσκεψη των Μερών για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (COP26), που έλαβε χώρα μεταξύ 1-12 Νοεμβρίου στη Γλασκώβη της Σκωτίας, συμμετείχα ως Πρόεδρος της Ευρωπαικής Επιστημονικής Ένωσης Οικονομολόγων του Περιβάλλοντος και των Φυσικών Πόρων, της μεγαλύτερης επιστημονικής ένωσης στον κόσμο που πραγματεύεται την διάδραση φύσης και κλίματος-οικονομίας-κοινωνίας. Βασικός στόχος της COP26 ήταν να συμφωνηθούν κρατικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που να εξασφαλίσουν κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Τι καταφέραμε;
Καταρχήν, όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τουλάχιστον 23 χώρες, μεταξύ των οποίων πέντε από τις πιο ρυπογόνες χώρες στον κόσμο [1], δηλαδή Πολωνία, Ινδονησία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ και Ουκρανία, ανέλαβαν νέες δεσμεύσεις για τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ενέργειας με χρήση άνθρακα. Περίπου 40 χώρες [2] υπέγραψαν δέσμευση για σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα και τη μετάβαση τους σε καθαρή ενέργεια μέχρι το 2050. Δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι ρυπαντές, δηλαδή ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία, δεν συνυπέγραψαν αυτή τη Συμφωνία. Παρόλα αυτά, αν ληφθούν υπόψη και οι πρόσφατες δεσμεύσεις μηδενισμού του ισοζυγίου άνθρακα της Ινδίας έως το 2070, της Κίνας έως το 2060, της Σαουδικής Αραβίας έως το 2060, και της Νιγηρίας έως το 2060, είναι εφικτός ο περιορισμός της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους +1,8ο C μέχρι το τέλος του αιώνα [3]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην συμφώνησαν να σταματήσουν την χρήση άνθρακα στο εσωτερικό τους, αλλά υποσχέθηκαν να σταματήσουν τη χρηματοδότηση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα στο εξωτερικό [4]. Είναι πολύ αισιόδοξο το μήνυμα που περνάει από την ανακοίνωση της Συμφωνίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας για το κλίμα την επόμενη δεκαετία [5]. Όπως επίσης ότι παρά το γεγονός ότι οι Πρόεδροι Κίνας και Ρωσίας απουσίαζαν από τη Σύνοδο, οι εκπρόσωποι τους συμμετείχαν σε όλες τις συζητήσεις [6]. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές χώρες και εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι Ford, General Motors, Mercedes Benz, Volvo, ανακοίνωσαν την πρόθεση τους να σταματήσουν να πωλούν βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα μετά το 2035 [7].
Η διάσκεψη των μερών της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP, συνιστά ένα πολύ σπουδαίο γεγονός τόσο για τους ηγέτες των χωρών, όσο και για τους επικεφαλής μεγάλων ιδιωτικών οργανισμών, καθώς ο σκοπός της είναι να συμβάλλει στην κινητοποίηση των παγκόσμιων προσπαθειών και να θέσει το διεθνές πλαίσιο δράσης για την συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά μέγιστο +1,5ο C σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο. Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη, ότι η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από 1,5 βαθμό θέτει εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο από απειλητικούς για τη ζωή καύσωνες, πλημμύρες και φτώχεια. Επιπλέον, απειλεί με εξαφάνιση κοραλλιογενείς υφάλους στους οποίους βασίζονται ολόκληρα οικοσυστήματα παγκοσμίως. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερες πόλεις να βυθίζονται. Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτές, πρέπει να επιτύχουμε μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050.
Στην 26η Διάσκεψη των Μερών για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (COP26), που έλαβε χώρα μεταξύ 1-12 Νοεμβρίου στη Γλασκώβη της Σκωτίας, συμμετείχα ως Πρόεδρος της Ευρωπαικής Επιστημονικής Ένωσης Οικονομολόγων του Περιβάλλοντος και των Φυσικών Πόρων, της μεγαλύτερης επιστημονικής ένωσης στον κόσμο που πραγματεύεται την διάδραση φύσης και κλίματος-οικονομίας-κοινωνίας. Βασικός στόχος της COP26 ήταν να συμφωνηθούν κρατικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που να εξασφαλίσουν κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Τι καταφέραμε;
Καταρχήν, όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τουλάχιστον 23 χώρες, μεταξύ των οποίων πέντε από τις πιο ρυπογόνες χώρες στον κόσμο [1], δηλαδή Πολωνία, Ινδονησία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ και Ουκρανία, ανέλαβαν νέες δεσμεύσεις για τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ενέργειας με χρήση άνθρακα. Περίπου 40 χώρες [2] υπέγραψαν δέσμευση για σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα και τη μετάβαση τους σε καθαρή ενέργεια μέχρι το 2050. Δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι ρυπαντές, δηλαδή ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία, δεν συνυπέγραψαν αυτή τη Συμφωνία. Παρόλα αυτά, αν ληφθούν υπόψη και οι πρόσφατες δεσμεύσεις μηδενισμού του ισοζυγίου άνθρακα της Ινδίας έως το 2070, της Κίνας έως το 2060, της Σαουδικής Αραβίας έως το 2060, και της Νιγηρίας έως το 2060, είναι εφικτός ο περιορισμός της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους +1,8ο C μέχρι το τέλος του αιώνα [3]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην συμφώνησαν να σταματήσουν την χρήση άνθρακα στο εσωτερικό τους, αλλά υποσχέθηκαν να σταματήσουν τη χρηματοδότηση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα στο εξωτερικό [4]. Είναι πολύ αισιόδοξο το μήνυμα που περνάει από την ανακοίνωση της Συμφωνίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας για το κλίμα την επόμενη δεκαετία [5]. Όπως επίσης ότι παρά το γεγονός ότι οι Πρόεδροι Κίνας και Ρωσίας απουσίαζαν από τη Σύνοδο, οι εκπρόσωποι τους συμμετείχαν σε όλες τις συζητήσεις [6]. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές χώρες και εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι Ford, General Motors, Mercedes Benz, Volvo, ανακοίνωσαν την πρόθεση τους να σταματήσουν να πωλούν βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα μετά το 2035 [7].
Περισσότερες από 100 χώρες δεσμεύτηκαν για μείωση των παγκόσμιων εκπομπών μεθανίου κατά 30% έως το 2030. Το μεθάνιο είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παράγοντας που συμβάλλει στην υπερθέρμανση του πλανήτη μετά το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και διαρρέει στην ατμόσφαιρα σε πολύ μεγάλες ποσότητες από τους χώρους υγειονομικής ταφής, τα ζώα και τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ωστόσο, οι τρεις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές μεθανίου στον κόσμο, Κίνα, Ρωσία και Ινδία (Εικόνα 2) δεν συνυπέγραψαν, με αποτέλεσμα η επίτευξη του στόχου +1,5ο C να τίθεται σε αμφιβολία. Οι τρέχουσες εθνικές δεσμεύσεις για την απαλλαγή από τις εκπομπές (Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές, ή NDCs), που έγιναν στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, δεν επαρκούν για να διατηρήσουν τη μέση άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη σε λιγότερο από +1,5°C. Για την επίτευξη αυτού του στόχου θα χρειαστούν επιπλέον μειώσεις 17-20 Gt CO2 και μείωση 40% στις εκπομπές μεθανίου. Η έκθεση της Επιτροπής Ενεργειακής Μετάβασης (ETC) περιγράφει τεχνολογικά εφικτές ενέργειες που θα μπορούσαν να κλείσουν αυτό το χάσμα ώστε οι χώρες να μπορέσουν να μπουν στην τροχιά του +1,5°C [8].
Αναφορικά με τα δάση και τη χρήση γης, 133 χώρες, μεταξύ των οποίων -και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία- η Ρωσία και η Βραζιλία, που συλλογικά αντιπροσωπεύουν το 90% της παγκόσμιας δασικής κάλυψης υπέγραψαν τη σχετική Διακήρυξη των Ηγετών [9], η οποία φιλοδοξεί «να σταματήσει αλλά και να αντιστρέψει την απώλεια δασών και την υποβάθμιση της γης έως το 2030». Αυτό που είναι ανησυχητικό, είναι ότι με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο, τα άλλα κράτη δεν έχουν μετατρέψει τις υποσχέσεις τους σε Νόμους ή Κανονισμούς, και δεν έχουν ακόμη αναπτύξει σαφή και λεπτομερή τεχνολογικά και οικονομικά μονοπάτια, ώστε να είναι εφαρμόσιμες, ενώ πολλές έχουν προγραμματίσει την εκκίνηση τους για πολύ αργότερα [10].
Μια άλλη επιτυχία της COP26 ήταν η εντυπωσιακή δραστηριοποίηση επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών για χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων με σκοπό να μηδενιστούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Το σύνολο των κεφαλαίων παγκοσμίως που έχει δεσμευτεί για μηδενισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ξεπερνάει πλέον τα 130 τρισεκατομμύρια δολάρια, από μόλις 5 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία παρέλαβαν από κοινού την Προεδρία της COP26 από τη Χιλή και την Ισπανία [11]. Αυτή η άνευ προηγουμένου κινητοποίηση είναι ιστορικής σημασίας. Η μεγάλη πρόκληση όμως που υπάρχει είναι η μετατροπή αυτών των δεσμεύσεων μηδενισμού, σε συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια με σαφείς στόχους και ορόσημα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η η ανακοίνωση του Ιδρύματος Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (IFRS Foundation) στην COP26, αναφορικά με τη δημιουργία ενός Διεθνούς Συμβουλίου Προτύπων Αειφορίας (ISSB). Η πρόθεση είναι να δημιουργηθεί μια πλήρης βάση προτύπων πληροφόρησης που θα καλύπτουν τις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις των διεθνών επενδυτών για υψηλής ποιότητας πληροφόρηση για θέματα που αφορούν το κλίμα, αλλά και ζητήματα Περιβαλλοντος, Κοινωνικής Ευθύνης και Διακυβέρνησης (ESG), που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, αξιοπιστία και συγκρισιμότητα.
Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) [12], το 70% των μειώσεων των εκπομπών που απαιτούνται έως το 2030 για να διατηρηθεί ο στόχος του +1,5ο C μένει εκτός των τρεχουσών δεσμεύσεων των κυβερνήσεων. Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στον ιδιωτικό τομέα, όπου περισσότερες από 2 στις 3 εταιρείες να προτίθενται να ευθυγραμμιστούν με το μηδενισμό του ισοζυγίου άνθρακα από το 2030, αναβάλλοντας ουσιαστικά την προσπάθεια κατά μια δεκαετία, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και το κόστος μείωσης [13].
Ένα άλλο θέμα που τέθηκε στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων είναι αυτό των αγορών άνθρακα, που αποτυπώνεται στο άρθρο 6 της Συμφωνίας του Παρισιού (COP21, 2015) [14]. Οι διαφωνίες σε αυτό το ζήτημα, περιστρέφονται κατά κύριο λόγο γύρω από δύο διαστάσεις: Πρώτον, θέσπιση κανόνων τόσο για τις κυβερνήσεις όσο και για τους φορείς του ιδιωτικού τομέα και δεύτερον, εάν και πώς θα αξιοποιηθούν τυχόν έσοδα για τη στήριξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Για το πρώτο, η διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς είναι απαραίτητη, το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να θεσπιστούν συγκεκριμένοι κανόνες για το συμψηφισμό ρύπων (offsetting) ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα greenwashing. Για το δεύτερο, δηλαδή το θέμα της αναδιανομής των εσόδων, παραμένουν διαφωνίες σχετικά με το αν κάποια από τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τις αγοραπωλησίες άνθρακα θα πρέπει να κατευθυνθούν προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για τη στήριξη των προσπαθειών τους για το κλίμα. Οι διαφωνίες αυτές ενισχύονται από το γεγονός ότι δεν έχει εκπληρωθεί η υπόσχεση παροχής στις τελευταίες χρηματοδοτικής στήριξης 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2020.
Πολύ σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι τόνισαν την αναγκαιότητα να ενταχθεί η «κλιματική εκπαίδευση» ως μέρος των προγραμμάτων σπουδών. Κατά τη συνάντηση των Υπουργών Παιδείας με τη Νεολαία, 23 χώρες υπέβαλαν εθνικές δεσμεύσεις για εκπαίδευση για το κλίμα, συμπεριλαμβανομένων των σχολείων μηδενικού ισοζυγίου εκπομπών και η τοποθέτηση του κλίματος στην καρδιά των εθνικών τους προγραμμάτων σπουδών [15].
Η διάσκεψη των μερών της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP, συνιστά ένα πολύ σπουδαίο γεγονός τόσο για τους ηγέτες των χωρών, όσο και για τους επικεφαλής μεγάλων ιδιωτικών οργανισμών, καθώς ο σκοπός της είναι να συμβάλλει στην κινητοποίηση των παγκόσμιων προσπαθειών και να θέσει το διεθνές πλαίσιο δράσης για την συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά μέγιστο +1,5ο C σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο. Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη, ότι η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από 1,5 βαθμό θέτει εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο από απειλητικούς για τη ζωή καύσωνες, πλημμύρες και φτώχεια. Επιπλέον, απειλεί με εξαφάνιση κοραλλιογενείς υφάλους στους οποίους βασίζονται ολόκληρα οικοσυστήματα παγκοσμίως. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερες πόλεις να βυθίζονται. Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτές, πρέπει να επιτύχουμε μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050.
Στην 26η Διάσκεψη των Μερών για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (COP26), που έλαβε χώρα μεταξύ 1-12 Νοεμβρίου στη Γλασκώβη της Σκωτίας, συμμετείχα ως Πρόεδρος της Ευρωπαικής Επιστημονικής Ένωσης Οικονομολόγων του Περιβάλλοντος και των Φυσικών Πόρων, της μεγαλύτερης επιστημονικής ένωσης στον κόσμο που πραγματεύεται την διάδραση φύσης και κλίματος-οικονομίας-κοινωνίας. Βασικός στόχος της COP26 ήταν να συμφωνηθούν κρατικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που να εξασφαλίσουν κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Τι καταφέραμε;
Καταρχήν, όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τουλάχιστον 23 χώρες, μεταξύ των οποίων πέντε από τις πιο ρυπογόνες χώρες στον κόσμο [1], δηλαδή Πολωνία, Ινδονησία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ και Ουκρανία, ανέλαβαν νέες δεσμεύσεις για τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ενέργειας με χρήση άνθρακα. Περίπου 40 χώρες [2] υπέγραψαν δέσμευση για σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα και τη μετάβαση τους σε καθαρή ενέργεια μέχρι το 2050. Δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι ρυπαντές, δηλαδή ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία, δεν συνυπέγραψαν αυτή τη Συμφωνία. Παρόλα αυτά, αν ληφθούν υπόψη και οι πρόσφατες δεσμεύσεις μηδενισμού του ισοζυγίου άνθρακα της Ινδίας έως το 2070, της Κίνας έως το 2060, της Σαουδικής Αραβίας έως το 2060, και της Νιγηρίας έως το 2060, είναι εφικτός ο περιορισμός της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους +1,8ο C μέχρι το τέλος του αιώνα [3]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην συμφώνησαν να σταματήσουν την χρήση άνθρακα στο εσωτερικό τους, αλλά υποσχέθηκαν να σταματήσουν τη χρηματοδότηση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα στο εξωτερικό [4]. Είναι πολύ αισιόδοξο το μήνυμα που περνάει από την ανακοίνωση της Συμφωνίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας για το κλίμα την επόμενη δεκαετία [5]. Όπως επίσης ότι παρά το γεγονός ότι οι Πρόεδροι Κίνας και Ρωσίας απουσίαζαν από τη Σύνοδο, οι εκπρόσωποι τους συμμετείχαν σε όλες τις συζητήσεις [6]. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές χώρες και εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι Ford, General Motors, Mercedes Benz, Volvo, ανακοίνωσαν την πρόθεση τους να σταματήσουν να πωλούν βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα μετά το 2035 [7].
Περισσότερες από 100 χώρες δεσμεύτηκαν για μείωση των παγκόσμιων εκπομπών μεθανίου κατά 30% έως το 2030. Το μεθάνιο είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παράγοντας που συμβάλλει στην υπερθέρμανση του πλανήτη μετά το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και διαρρέει στην ατμόσφαιρα σε πολύ μεγάλες ποσότητες από τους χώρους υγειονομικής ταφής, τα ζώα και τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ωστόσο, οι τρεις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές μεθανίου στον κόσμο, Κίνα, Ρωσία και Ινδία (Εικόνα 2) δεν συνυπέγραψαν, με αποτέλεσμα η επίτευξη του στόχου +1,5ο C να τίθεται σε αμφιβολία. Οι τρέχουσες εθνικές δεσμεύσεις για την απαλλαγή από τις εκπομπές (Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές, ή NDCs), που έγιναν στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, δεν επαρκούν για να διατηρήσουν τη μέση άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη σε λιγότερο από +1,5°C. Για την επίτευξη αυτού του στόχου θα χρειαστούν επιπλέον μειώσεις 17-20 Gt CO2 και μείωση 40% στις εκπομπές μεθανίου. Η έκθεση της Επιτροπής Ενεργειακής Μετάβασης (ETC) περιγράφει τεχνολογικά εφικτές ενέργειες που θα μπορούσαν να κλείσουν αυτό το χάσμα ώστε οι χώρες να μπορέσουν να μπουν στην τροχιά του +1,5°C [8].
Αναφορικά με τα δάση και τη χρήση γης, 133 χώρες, μεταξύ των οποίων -και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία- η Ρωσία και η Βραζιλία, που συλλογικά αντιπροσωπεύουν το 90% της παγκόσμιας δασικής κάλυψης υπέγραψαν τη σχετική Διακήρυξη των Ηγετών [9], η οποία φιλοδοξεί «να σταματήσει αλλά και να αντιστρέψει την απώλεια δασών και την υποβάθμιση της γης έως το 2030». Αυτό που είναι ανησυχητικό, είναι ότι με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο, τα άλλα κράτη δεν έχουν μετατρέψει τις υποσχέσεις τους σε Νόμους ή Κανονισμούς, και δεν έχουν ακόμη αναπτύξει σαφή και λεπτομερή τεχνολογικά και οικονομικά μονοπάτια, ώστε να είναι εφαρμόσιμες, ενώ πολλές έχουν προγραμματίσει την εκκίνηση τους για πολύ αργότερα [10].
Μια άλλη επιτυχία της COP26 ήταν η εντυπωσιακή δραστηριοποίηση επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών για χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων με σκοπό να μηδενιστούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Το σύνολο των κεφαλαίων παγκοσμίως που έχει δεσμευτεί για μηδενισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ξεπερνάει πλέον τα 130 τρισεκατομμύρια δολάρια, από μόλις 5 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία παρέλαβαν από κοινού την Προεδρία της COP26 από τη Χιλή και την Ισπανία [11]. Αυτή η άνευ προηγουμένου κινητοποίηση είναι ιστορικής σημασίας. Η μεγάλη πρόκληση όμως που υπάρχει είναι η μετατροπή αυτών των δεσμεύσεων μηδενισμού, σε συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια με σαφείς στόχους και ορόσημα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η η ανακοίνωση του Ιδρύματος Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (IFRS Foundation) στην COP26, αναφορικά με τη δημιουργία ενός Διεθνούς Συμβουλίου Προτύπων Αειφορίας (ISSB). Η πρόθεση είναι να δημιουργηθεί μια πλήρης βάση προτύπων πληροφόρησης που θα καλύπτουν τις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις των διεθνών επενδυτών για υψηλής ποιότητας πληροφόρηση για θέματα που αφορούν το κλίμα, αλλά και ζητήματα Περιβαλλοντος, Κοινωνικής Ευθύνης και Διακυβέρνησης (ESG), που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, αξιοπιστία και συγκρισιμότητα.
Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) [12], το 70% των μειώσεων των εκπομπών που απαιτούνται έως το 2030 για να διατηρηθεί ο στόχος του +1,5ο C μένει εκτός των τρεχουσών δεσμεύσεων των κυβερνήσεων. Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στον ιδιωτικό τομέα, όπου περισσότερες από 2 στις 3 εταιρείες να προτίθενται να ευθυγραμμιστούν με το μηδενισμό του ισοζυγίου άνθρακα από το 2030, αναβάλλοντας ουσιαστικά την προσπάθεια κατά μια δεκαετία, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και το κόστος μείωσης [13].
Ένα άλλο θέμα που τέθηκε στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων είναι αυτό των αγορών άνθρακα, που αποτυπώνεται στο άρθρο 6 της Συμφωνίας του Παρισιού (COP21, 2015) [14]. Οι διαφωνίες σε αυτό το ζήτημα, περιστρέφονται κατά κύριο λόγο γύρω από δύο διαστάσεις: Πρώτον, θέσπιση κανόνων τόσο για τις κυβερνήσεις όσο και για τους φορείς του ιδιωτικού τομέα και δεύτερον, εάν και πώς θα αξιοποιηθούν τυχόν έσοδα για τη στήριξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Για το πρώτο, η διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς είναι απαραίτητη, το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να θεσπιστούν συγκεκριμένοι κανόνες για το συμψηφισμό ρύπων (offsetting) ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα greenwashing. Για το δεύτερο, δηλαδή το θέμα της αναδιανομής των εσόδων, παραμένουν διαφωνίες σχετικά με το αν κάποια από τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τις αγοραπωλησίες άνθρακα θα πρέπει να κατευθυνθούν προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για τη στήριξη των προσπαθειών τους για το κλίμα. Οι διαφωνίες αυτές ενισχύονται από το γεγονός ότι δεν έχει εκπληρωθεί η υπόσχεση παροχής στις τελευταίες χρηματοδοτικής στήριξης 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2020.
Πολύ σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι τόνισαν την αναγκαιότητα να ενταχθεί η «κλιματική εκπαίδευση» ως μέρος των προγραμμάτων σπουδών. Κατά τη συνάντηση των Υπουργών Παιδείας με τη Νεολαία, 23 χώρες υπέβαλαν εθνικές δεσμεύσεις για εκπαίδευση για το κλίμα, συμπεριλαμβανομένων των σχολείων μηδενικού ισοζυγίου εκπομπών και η τοποθέτηση του κλίματος στην καρδιά των εθνικών τους προγραμμάτων σπουδών [15].
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που απασχόλησε την COP26 είναι «Απώλειες και ζημιές (Loss and Damage)» που αφορά κυρίως τα Μικρά Νησιωτικά Αναπτυσσόμενα Κράτη (SIDS) τα οποία αδυνατούν να ανταπξέλθουν στην αποκατάσταση των ζημιών από ακραία καιρικά φαινόμενα ή να προσαρμοστούν για να αποτρέψουν περαιτέρω καταστροφές, χωρίς εξωτερική οικονομική βοήθεια. Σε ένα προσχέδιο συμφωνίας για την COP26 που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Παρασκευή, συμπεριλαμβάνεται για πρώτη φορά ένας τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος μέσω της δημιουργίας ειδικού Οργανισμού για αυτό το σκοπό. Ωστόσο, το προσχέδιο δεν προβλέπει τη δημιουργία ενός σχετικού ταμείου [16].
Τέλος, στην COP26 υπήρχε μέρα ειδικά αφιερωμένη στα ζητήματα των Φύλων, όπου υπογραμμίστηκαν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις γυναίκες και τα κορίτσια του κόσμου, καθώς είναι γεγονός ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι μεγαλύτερες για τις γυναίκες από ότι στους άντρες. Μάλιστα, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η πλειοψηφία των ανθρώπων που εκτοπίζονται λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι γυναίκες [17]. Eίναι χαρακτηριστικό ότι οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να χρηματοδοτήσουν με 14 εκατομμύρια δολάρια (ή 12,1 εκατ. ευρώ) το Ταμείο Δράσης Ισότητας των Φύλων και να «επενδύσουν 3 εκατομμύρια δολάρια για τη στήριξη των αγροτισσών στην Ανατολική Αφρική ώστε να προσαρμοστούν στις κλιματικές επιπτώσεις». Αρκετές ακόμα χώρες, όπως η Βολιβία, ο Καναδάς, ο Ισημερινός, η Γερμανία και η Σουηδία, περιέγραψαν τα σχέδια τους για πιο ευαίσθητες ως προς το φύλο πολιτικές για το κλίμα [18].
Είχα τη χαρά και την τιμή να συμμετέχω ως ομιλήτρια στη συζήτηση που οργάνωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση Οικονομολόγων Περιβάλλοντος και Πόρων (EAERE), η οποία επικεντρώθηκε σε τεχνολογικά, οικονομικά και πολιτικά μονοπάτια μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Στους ομιλητές περιλαμβάνοντας υψηλού επιπέδου εκπρόσωποι του Ακαδημαϊκού χώρου, Παγκόσμιων Φορέων Προτυποποίησης, Επιχειρήσεων και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων. Στους συμμετέχοντες περιλαμβάνονταν οι:
Ian Bateman, OBE, US-NAS, FBA, FRSA, FRSB, Διευθυντής του Land, Environment, Economics & Policy Institute (LEEP), Πανεπιστήμιο του Exeter Business School, UK
Simone Borghesi, Διευθυντής του Florence School of Regulation Climate, Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο (EUI) και Πανεπιστήμιο της Siena, Italy
Peter Paul van de Wijs, Επικεφαλής Εξωτερικών Υποθέσεων, Global Reporting Initiative (GRI)
Harold Pauwels, Διευθυντής Προτύπων, Global Reporting Initiative (GRI)
Michael Bonte-Friedheim, Ιδρυτικός Εταίρος & Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου NextEnergyCapital
Shane Swords, Διευθύνων Σύμβουλος, Επικεφαλής Επενδυτικών Σχέσεων, NextEnergyCapital
Markus H.-P. Müller, Διευθύνων Σύμβουλος και Global Head of Chief Investment Office Private Bank της Deutsche Bank
Η δική μου παρέμβαση αφορούσε το Θαλάσσιο Χωρικό και Δυναμικό Σχεδιασμό για μια αειφόρο Γαλάζια Ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της ναυτιλίας, της παράκτιας και υπεράκτιας παραγωγής ενέργειας και της προστασίας του θαλάσσιου οικοσυστήματος.
Η διάσκεψη των μερών της Σύμβασης-Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP, συνιστά ένα πολύ σπουδαίο γεγονός τόσο για τους ηγέτες των χωρών, όσο και για τους επικεφαλής μεγάλων ιδιωτικών οργανισμών, καθώς ο σκοπός της είναι να συμβάλλει στην κινητοποίηση των παγκόσμιων προσπαθειών και να θέσει το διεθνές πλαίσιο δράσης για την συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά μέγιστο +1,5ο C σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο. Η επιστήμη είναι ξεκάθαρη, ότι η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από 1,5 βαθμό θέτει εκατομμύρια ανθρώπους σε κίνδυνο από απειλητικούς για τη ζωή καύσωνες, πλημμύρες και φτώχεια. Επιπλέον, απειλεί με εξαφάνιση κοραλλιογενείς υφάλους στους οποίους βασίζονται ολόκληρα οικοσυστήματα παγκοσμίως. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, με αποτέλεσμα όλο και περισσότερες πόλεις να βυθίζονται. Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτές, πρέπει να επιτύχουμε μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050.
Στην 26η Διάσκεψη των Μερών για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (COP26), που έλαβε χώρα μεταξύ 1-12 Νοεμβρίου στη Γλασκώβη της Σκωτίας, συμμετείχα ως Πρόεδρος της Ευρωπαικής Επιστημονικής Ένωσης Οικονομολόγων του Περιβάλλοντος και των Φυσικών Πόρων, της μεγαλύτερης επιστημονικής ένωσης στον κόσμο που πραγματεύεται την διάδραση φύσης και κλίματος-οικονομίας-κοινωνίας. Βασικός στόχος της COP26 ήταν να συμφωνηθούν κρατικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που να εξασφαλίσουν κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Τι καταφέραμε;
Καταρχήν, όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, τουλάχιστον 23 χώρες, μεταξύ των οποίων πέντε από τις πιο ρυπογόνες χώρες στον κόσμο [1], δηλαδή Πολωνία, Ινδονησία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ και Ουκρανία, ανέλαβαν νέες δεσμεύσεις για τη σταδιακή κατάργηση της παραγωγής ενέργειας με χρήση άνθρακα. Περίπου 40 χώρες [2] υπέγραψαν δέσμευση για σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα και τη μετάβαση τους σε καθαρή ενέργεια μέχρι το 2050. Δυστυχώς, οι μεγαλύτεροι ρυπαντές, δηλαδή ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία, δεν συνυπέγραψαν αυτή τη Συμφωνία. Παρόλα αυτά, αν ληφθούν υπόψη και οι πρόσφατες δεσμεύσεις μηδενισμού του ισοζυγίου άνθρακα της Ινδίας έως το 2070, της Κίνας έως το 2060, της Σαουδικής Αραβίας έως το 2060, και της Νιγηρίας έως το 2060, είναι εφικτός ο περιορισμός της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους +1,8ο C μέχρι το τέλος του αιώνα [3]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην συμφώνησαν να σταματήσουν την χρήση άνθρακα στο εσωτερικό τους, αλλά υποσχέθηκαν να σταματήσουν τη χρηματοδότηση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα στο εξωτερικό [4]. Είναι πολύ αισιόδοξο το μήνυμα που περνάει από την ανακοίνωση της Συμφωνίας μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας για το κλίμα την επόμενη δεκαετία [5]. Όπως επίσης ότι παρά το γεγονός ότι οι Πρόεδροι Κίνας και Ρωσίας απουσίαζαν από τη Σύνοδο, οι εκπρόσωποι τους συμμετείχαν σε όλες τις συζητήσεις [6]. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετές χώρες και εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι Ford, General Motors, Mercedes Benz, Volvo, ανακοίνωσαν την πρόθεση τους να σταματήσουν να πωλούν βενζινοκίνητα ή πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα μετά το 2035 [7].
Περισσότερες από 100 χώρες δεσμεύτηκαν για μείωση των παγκόσμιων εκπομπών μεθανίου κατά 30% έως το 2030. Το μεθάνιο είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παράγοντας που συμβάλλει στην υπερθέρμανση του πλανήτη μετά το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) και διαρρέει στην ατμόσφαιρα σε πολύ μεγάλες ποσότητες από τους χώρους υγειονομικής ταφής, τα ζώα και τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ωστόσο, οι τρεις χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές μεθανίου στον κόσμο, Κίνα, Ρωσία και Ινδία (Εικόνα 2) δεν συνυπέγραψαν, με αποτέλεσμα η επίτευξη του στόχου +1,5ο C να τίθεται σε αμφιβολία. Οι τρέχουσες εθνικές δεσμεύσεις για την απαλλαγή από τις εκπομπές (Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές, ή NDCs), που έγιναν στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, δεν επαρκούν για να διατηρήσουν τη μέση άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη σε λιγότερο από +1,5°C. Για την επίτευξη αυτού του στόχου θα χρειαστούν επιπλέον μειώσεις 17-20 Gt CO2 και μείωση 40% στις εκπομπές μεθανίου. Η έκθεση της Επιτροπής Ενεργειακής Μετάβασης (ETC) περιγράφει τεχνολογικά εφικτές ενέργειες που θα μπορούσαν να κλείσουν αυτό το χάσμα ώστε οι χώρες να μπορέσουν να μπουν στην τροχιά του +1,5°C [8].
Αναφορικά με τα δάση και τη χρήση γης, 133 χώρες, μεταξύ των οποίων -και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία- η Ρωσία και η Βραζιλία, που συλλογικά αντιπροσωπεύουν το 90% της παγκόσμιας δασικής κάλυψης υπέγραψαν τη σχετική Διακήρυξη των Ηγετών [9], η οποία φιλοδοξεί «να σταματήσει αλλά και να αντιστρέψει την απώλεια δασών και την υποβάθμιση της γης έως το 2030». Αυτό που είναι ανησυχητικό, είναι ότι με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο, τα άλλα κράτη δεν έχουν μετατρέψει τις υποσχέσεις τους σε Νόμους ή Κανονισμούς, και δεν έχουν ακόμη αναπτύξει σαφή και λεπτομερή τεχνολογικά και οικονομικά μονοπάτια, ώστε να είναι εφαρμόσιμες, ενώ πολλές έχουν προγραμματίσει την εκκίνηση τους για πολύ αργότερα [10].
Μια άλλη επιτυχία της COP26 ήταν η εντυπωσιακή δραστηριοποίηση επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών για χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων με σκοπό να μηδενιστούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Το σύνολο των κεφαλαίων παγκοσμίως που έχει δεσμευτεί για μηδενισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ξεπερνάει πλέον τα 130 τρισεκατομμύρια δολάρια, από μόλις 5 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2019, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία παρέλαβαν από κοινού την Προεδρία της COP26 από τη Χιλή και την Ισπανία [11]. Αυτή η άνευ προηγουμένου κινητοποίηση είναι ιστορικής σημασίας. Η μεγάλη πρόκληση όμως που υπάρχει είναι η μετατροπή αυτών των δεσμεύσεων μηδενισμού, σε συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια με σαφείς στόχους και ορόσημα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η η ανακοίνωση του Ιδρύματος Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (IFRS Foundation) στην COP26, αναφορικά με τη δημιουργία ενός Διεθνούς Συμβουλίου Προτύπων Αειφορίας (ISSB). Η πρόθεση είναι να δημιουργηθεί μια πλήρης βάση προτύπων πληροφόρησης που θα καλύπτουν τις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις των διεθνών επενδυτών για υψηλής ποιότητας πληροφόρηση για θέματα που αφορούν το κλίμα, αλλά και ζητήματα Περιβαλλοντος, Κοινωνικής Ευθύνης και Διακυβέρνησης (ESG), που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, αξιοπιστία και συγκρισιμότητα.
Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) [12], το 70% των μειώσεων των εκπομπών που απαιτούνται έως το 2030 για να διατηρηθεί ο στόχος του +1,5ο C μένει εκτός των τρεχουσών δεσμεύσεων των κυβερνήσεων. Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στον ιδιωτικό τομέα, όπου περισσότερες από 2 στις 3 εταιρείες να προτίθενται να ευθυγραμμιστούν με το μηδενισμό του ισοζυγίου άνθρακα από το 2030, αναβάλλοντας ουσιαστικά την προσπάθεια κατά μια δεκαετία, με αποτέλεσμα να αυξάνεται και το κόστος μείωσης [13].
Ένα άλλο θέμα που τέθηκε στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων είναι αυτό των αγορών άνθρακα, που αποτυπώνεται στο άρθρο 6 της Συμφωνίας του Παρισιού (COP21, 2015) [14]. Οι διαφωνίες σε αυτό το ζήτημα, περιστρέφονται κατά κύριο λόγο γύρω από δύο διαστάσεις: Πρώτον, θέσπιση κανόνων τόσο για τις κυβερνήσεις όσο και για τους φορείς του ιδιωτικού τομέα και δεύτερον, εάν και πώς θα αξιοποιηθούν τυχόν έσοδα για τη στήριξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Για το πρώτο, η διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς είναι απαραίτητη, το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να θεσπιστούν συγκεκριμένοι κανόνες για το συμψηφισμό ρύπων (offsetting) ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα greenwashing. Για το δεύτερο, δηλαδή το θέμα της αναδιανομής των εσόδων, παραμένουν διαφωνίες σχετικά με το αν κάποια από τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τις αγοραπωλησίες άνθρακα θα πρέπει να κατευθυνθούν προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για τη στήριξη των προσπαθειών τους για το κλίμα. Οι διαφωνίες αυτές ενισχύονται από το γεγονός ότι δεν έχει εκπληρωθεί η υπόσχεση παροχής στις τελευταίες χρηματοδοτικής στήριξης 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2020.
Πολύ σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι εκπρόσωποι τόνισαν την αναγκαιότητα να ενταχθεί η «κλιματική εκπαίδευση» ως μέρος των προγραμμάτων σπουδών. Κατά τη συνάντηση των Υπουργών Παιδείας με τη Νεολαία, 23 χώρες υπέβαλαν εθνικές δεσμεύσεις για εκπαίδευση για το κλίμα, συμπεριλαμβανομένων των σχολείων μηδενικού ισοζυγίου εκπομπών και η τοποθέτηση του κλίματος στην καρδιά των εθνικών τους προγραμμάτων σπουδών [15].
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που απασχόλησε την COP26 είναι «Απώλειες και ζημιές (Loss and Damage)» που αφορά κυρίως τα Μικρά Νησιωτικά Αναπτυσσόμενα Κράτη (SIDS) τα οποία αδυνατούν να ανταπξέλθουν στην αποκατάσταση των ζημιών από ακραία καιρικά φαινόμενα ή να προσαρμοστούν για να αποτρέψουν περαιτέρω καταστροφές, χωρίς εξωτερική οικονομική βοήθεια. Σε ένα προσχέδιο συμφωνίας για την COP26 που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Παρασκευή, συμπεριλαμβάνεται για πρώτη φορά ένας τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος μέσω της δημιουργίας ειδικού Οργανισμού για αυτό το σκοπό. Ωστόσο, το προσχέδιο δεν προβλέπει τη δημιουργία ενός σχετικού ταμείου [16].
Τέλος, στην COP26 υπήρχε μέρα ειδικά αφιερωμένη στα ζητήματα των Φύλων, όπου υπογραμμίστηκαν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις γυναίκες και τα κορίτσια του κόσμου, καθώς είναι γεγονός ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι μεγαλύτερες για τις γυναίκες από ότι στους άντρες. Μάλιστα, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η πλειοψηφία των ανθρώπων που εκτοπίζονται λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι γυναίκες [17]. Eίναι χαρακτηριστικό ότι οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να χρηματοδοτήσουν με 14 εκατομμύρια δολάρια (ή 12,1 εκατ. ευρώ) το Ταμείο Δράσης Ισότητας των Φύλων και να «επενδύσουν 3 εκατομμύρια δολάρια για τη στήριξη των αγροτισσών στην Ανατολική Αφρική ώστε να προσαρμοστούν στις κλιματικές επιπτώσεις». Αρκετές ακόμα χώρες, όπως η Βολιβία, ο Καναδάς, ο Ισημερινός, η Γερμανία και η Σουηδία, περιέγραψαν τα σχέδια τους για πιο ευαίσθητες ως προς το φύλο πολιτικές για το κλίμα [18].
Είχα τη χαρά και την τιμή να συμμετέχω ως ομιλήτρια στη συζήτηση που οργάνωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση Οικονομολόγων Περιβάλλοντος και Πόρων (EAERE), η οποία επικεντρώθηκε σε τεχνολογικά, οικονομικά και πολιτικά μονοπάτια μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Στους ομιλητές περιλαμβάνοντας υψηλού επιπέδου εκπρόσωποι του Ακαδημαϊκού χώρου, Παγκόσμιων Φορέων Προτυποποίησης, Επιχειρήσεων και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων. Στους συμμετέχοντες περιλαμβάνονταν οι:
Ian Bateman, OBE, US-NAS, FBA, FRSA, FRSB, Διευθυντής του Land, Environment, Economics & Policy Institute (LEEP), Πανεπιστήμιο του Exeter Business School, UK
Simone Borghesi, Διευθυντής του Florence School of Regulation Climate, Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο (EUI) και Πανεπιστήμιο της Siena, Italy
Peter Paul van de Wijs, Επικεφαλής Εξωτερικών Υποθέσεων, Global Reporting Initiative (GRI)
Harold Pauwels, Διευθυντής Προτύπων, Global Reporting Initiative (GRI)
Michael Bonte-Friedheim, Ιδρυτικός Εταίρος & Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου NextEnergyCapital
Shane Swords, Διευθύνων Σύμβουλος, Επικεφαλής Επενδυτικών Σχέσεων, NextEnergyCapital
Markus H.-P. Müller, Διευθύνων Σύμβουλος και Global Head of Chief Investment Office Private Bank της Deutsche Bank
Η δική μου παρέμβαση αφορούσε το Θαλάσσιο Χωρικό και Δυναμικό Σχεδιασμό για μια αειφόρο Γαλάζια Ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης της ναυτιλίας, της παράκτιας και υπεράκτιας παραγωγής ενέργειας και της προστασίας του θαλάσσιου οικοσυστήματος.
Επίσης, μίλησα στην ενότητα «Economic Response Toward Covid-19 Resilience» του Zero Emissions Solutions Conference που οργάνωσε το UN Sustainable Development Solutions Network – Europe του οποίου είμαι συμπρόεδρος. Εκεί συζητήθηκαν οι τρόποι με τους οποίους μια πράσινη και ψηφιακή Ευρώπη μπορεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα των οικονομιών και των κοινωνιών, απέναντι σε μελλοντικές οικονομικές υφέσεις και περιβαλλοντικές προκλήσεις. Το UN SDSN αποτελεί το μεγαλύτερο παγκόσμιο δίκτυο (με περισσότερα από 1500 πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα ως μέλη) για την προώθηση των επιστημονικών και τεχνολογικών Λύσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού της εφαρμογής των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs).
Συμμετέχω στο θεσμικό παρατηρητήριο των COPs από το 2000. Αυτή είναι η πρώτη φορά που επιστρέφω αισιόδοξη. Γιατί; Επειδή έχουμε φτάσει σε εκείνο το τεχνολογικό στάδιο στο οποίο οι κλιματικά ουδέτερες τεχνολογίες είναι πολύ φθηνότερες από τα ορυκτά καύσιμα, και αυτό κάνει τις επιχειρήσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να βλέπουν τον πλούτο των ευκαιριών σε επενδύσεις που είναι ουδέτερες για το κλίμα. Την ίδια στιγμή, δυστυχώς, οι επιπτώσεις των καταστροφών που σχετίζονται με το κλίμα γίνονται αισθητές στο ευρύ κοινό, γεγονός που ασκεί πίεση στους πολιτικούς. Συνδυαστικά λοιπόν, διακρίνω μια άνευ προηγουμένου επιχειρηματική-οικονομική-πολιτική δυναμική για τη μετάβαση σε έναν κλιματικά ουδέτερο και ανθεκτικό κόσμο. Το πλέγμα Επιστήμης – Τεχνολογίας – Κοινωνίας των Πολιτών και ειδικά η νεολαία, μπορεί να δώσει τη δυνατότητα σε όλα!