Μια χαμένη ευκαιρία
Δημήτρης Χασάπης, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2008-04-06
Το δικαίωμα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού και των μειονοτήτων μέσα σε ένα κράτος και των κρατικών οντοτήτων υπό συγκρότηση ή διεκδίκηση, αποτέλεσε πάντοτε μια θέση αρχής της αριστεράς και ένα από τα θεμελιακά στοιχεία της πολιτικής των κομμάτων της. Μια θέση, η οποία καθιστούσε την υποστήριξη των αριστερών στους αγώνες των λαών όπου γης, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων αυτών περίπου αυτονόητη. Από το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης μέχρι το αίτημα αυτοδιάθεσης των Παλαιστινίων του Ισραήλ. Στην περίπτωση, όμως, των Μακεδόνων της πρώην Γιουγκοσλαβίας το δικαίωμα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού τους αγνοήθηκε ή ακόμα χειρότερα τέθηκε υπό όρους, δηλαδή αμφισβητήθηκε άρρητα, από τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της ελληνικής αριστεράς. Γιατί δικαιώματα υπό όρους και προϋποθέσεις ουσιαστικά αναιρούνται και διατυπώσεις του τύπου "υποστηρίζουμε μια αμοιβαία αποδεκτή, ενιαία, ονομασία, με γεωγραφικό προσδιορισμό" αποτελούν διατυπώσεις όρων και όχι αναγνώριση δικαιωμάτων.
Θα μπορούσαν να διατυπωθούν διαφορετικές ή συμπληρωματικές ερμηνείες για τη θέση αυτή, πέρα από το γεγονός ότι παραβλέπονται κατά τη διαμόρφωση της πολιτικής του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ οι νέες πραγματικότητες που διαμορφώνονται στα Βαλκάνια και οι σοβαρές διεργασίες εθνογενέσεων, μια από τις οποίες είναι η Μακεδονική, η οποία φαίνεται και να ολοκληρώνεται μετά από έναν περίπου αιώνα. Ερμηνείες διαφορετικές ή συμπληρωματικές, από την υποταγή στη γοητεία μιας "εθνικής πολιτικής" μέχρι τη φοβία της κατηγορίας της "εθνικής μειοδοσίας", αμφότερες με ιστορικές καταβολές στο πρόσφατο ή στο απώτερο ιστορικό παρελθόν, αλλά και στη μια και στην άλλη περίπτωση ερμηνείες "εθνικής" αφετηρίας. Αν όμως υπάρχουν, και υπάρχουν, ερμηνείες για τη στάση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην ονοματοδοσία της Μακεδονίας, δεν υπάρχουν επαρκείς αιτιολογίες και οι όποιες αιτιολογίες διατυπώνονται είναι συζητήσιμες και από θέσεις αρχών της αριστεράς και από λογικές πολιτικής αποτελεσματικότητας.
Η πρόσφατη σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, κύριο θέμα της οποίας αποτελούσε η ένταξη της Αλβανίας, της Κροατίας, της Μακεδονίας και ενδεχομένως της Ουκρανίας και της Γεωργίας ήταν γνωστή εδώ και μήνες, όπως ήταν διαφαινόμενη η στάση της κυβέρνησης για την άσκηση βέτο και αναμενόμενη η προσπάθεια δημιουργίας κλίματος εθνικιστικής έξαρσης. Παρά τα από μήνες γνωστά, διαφαινόμενα και αναμενόμενα, ή ίσως και εξαιτίας αυτών, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αντί να διακηρύξει έγκαιρα και να υπερασπιστεί από θέση αρχής το δικαίωμα των Μακεδόνων στον εθνικό αυτοπροσδιορισμό τους, αυτό-εγκλωβίστηκε στην αποδοχή της θέσης ότι η Ελλάδα έχει αποφασιστικό λόγο στην ονοματοδοσία του γειτονικού κράτους, κατέληξε σε προτάσεις περί "σύνθετης ονομασίας, αμοιβαίας αποδοχής, με γεωγραφικό προσδιορισμό" και εντέλει ταυτίστηκε πολιτικά και πρακτικά με τον ελληνικό εθνικισμό, συμπράττοντας στο βαθμό που του αναλογεί στην ανάδειξη ενός ψευδο-προβλήματος σε μείζον ζήτημα εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Το αδιέξοδο της θέσης αυτής επιτάθηκε με την πρόταση της άσκησης βέτο από την Ελλάδα στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, πρόταση η οποία ουσιαστικά ταυτίστηκε με την "εθνική" θέση άσκησης βέτο στην ένταξη της Μακεδονίας, αφού δεν συνοδεύτηκε από την αναγκαία συμπληρωματική θέση της αποχώρησης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ. Αλλιώς το αίτημα να μην ενταχθούν άλλα κράτη στο ΝΑΤΟ, αλλά και να μην αποχωρήσει η Ελλάδα είναι πολιτικά αντιφατικό και κραυγαλέα προσχηματικό. Η σύμπτωση όλων των κομμάτων στο βέτο, άλλωστε, έδωσε στον Καραμανλή το δικαίωμα να διακηρύξει εκ των υστέρων μαζί με την επιτυχία της κυβέρνησης του τα καλά της "εθνικής ομοψυχίας".
Η υπεκφυγή του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην πρόκληση των πρόσφατων γεγονότων και υπό τους ευνοϊκούς όρους της συγκυρίας αποτέλεσε μια χαμένη ευκαιρία να αναδείξει την πολιτική ιδιαιτερότητα της αριστεράς και να αναμετρηθεί με τους κάθε λογής εθνικισμούς, των Ελλήνων, των Μακεδόνων και των αριστερών.
Θα μπορούσαν να διατυπωθούν διαφορετικές ή συμπληρωματικές ερμηνείες για τη θέση αυτή, πέρα από το γεγονός ότι παραβλέπονται κατά τη διαμόρφωση της πολιτικής του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ οι νέες πραγματικότητες που διαμορφώνονται στα Βαλκάνια και οι σοβαρές διεργασίες εθνογενέσεων, μια από τις οποίες είναι η Μακεδονική, η οποία φαίνεται και να ολοκληρώνεται μετά από έναν περίπου αιώνα. Ερμηνείες διαφορετικές ή συμπληρωματικές, από την υποταγή στη γοητεία μιας "εθνικής πολιτικής" μέχρι τη φοβία της κατηγορίας της "εθνικής μειοδοσίας", αμφότερες με ιστορικές καταβολές στο πρόσφατο ή στο απώτερο ιστορικό παρελθόν, αλλά και στη μια και στην άλλη περίπτωση ερμηνείες "εθνικής" αφετηρίας. Αν όμως υπάρχουν, και υπάρχουν, ερμηνείες για τη στάση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην ονοματοδοσία της Μακεδονίας, δεν υπάρχουν επαρκείς αιτιολογίες και οι όποιες αιτιολογίες διατυπώνονται είναι συζητήσιμες και από θέσεις αρχών της αριστεράς και από λογικές πολιτικής αποτελεσματικότητας.
Η πρόσφατη σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ, κύριο θέμα της οποίας αποτελούσε η ένταξη της Αλβανίας, της Κροατίας, της Μακεδονίας και ενδεχομένως της Ουκρανίας και της Γεωργίας ήταν γνωστή εδώ και μήνες, όπως ήταν διαφαινόμενη η στάση της κυβέρνησης για την άσκηση βέτο και αναμενόμενη η προσπάθεια δημιουργίας κλίματος εθνικιστικής έξαρσης. Παρά τα από μήνες γνωστά, διαφαινόμενα και αναμενόμενα, ή ίσως και εξαιτίας αυτών, ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αντί να διακηρύξει έγκαιρα και να υπερασπιστεί από θέση αρχής το δικαίωμα των Μακεδόνων στον εθνικό αυτοπροσδιορισμό τους, αυτό-εγκλωβίστηκε στην αποδοχή της θέσης ότι η Ελλάδα έχει αποφασιστικό λόγο στην ονοματοδοσία του γειτονικού κράτους, κατέληξε σε προτάσεις περί "σύνθετης ονομασίας, αμοιβαίας αποδοχής, με γεωγραφικό προσδιορισμό" και εντέλει ταυτίστηκε πολιτικά και πρακτικά με τον ελληνικό εθνικισμό, συμπράττοντας στο βαθμό που του αναλογεί στην ανάδειξη ενός ψευδο-προβλήματος σε μείζον ζήτημα εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Το αδιέξοδο της θέσης αυτής επιτάθηκε με την πρόταση της άσκησης βέτο από την Ελλάδα στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, πρόταση η οποία ουσιαστικά ταυτίστηκε με την "εθνική" θέση άσκησης βέτο στην ένταξη της Μακεδονίας, αφού δεν συνοδεύτηκε από την αναγκαία συμπληρωματική θέση της αποχώρησης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ. Αλλιώς το αίτημα να μην ενταχθούν άλλα κράτη στο ΝΑΤΟ, αλλά και να μην αποχωρήσει η Ελλάδα είναι πολιτικά αντιφατικό και κραυγαλέα προσχηματικό. Η σύμπτωση όλων των κομμάτων στο βέτο, άλλωστε, έδωσε στον Καραμανλή το δικαίωμα να διακηρύξει εκ των υστέρων μαζί με την επιτυχία της κυβέρνησης του τα καλά της "εθνικής ομοψυχίας".
Η υπεκφυγή του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην πρόκληση των πρόσφατων γεγονότων και υπό τους ευνοϊκούς όρους της συγκυρίας αποτέλεσε μια χαμένη ευκαιρία να αναδείξει την πολιτική ιδιαιτερότητα της αριστεράς και να αναμετρηθεί με τους κάθε λογής εθνικισμούς, των Ελλήνων, των Μακεδόνων και των αριστερών.