Το κόστος του βέτο
Αλέξης Ηρακλείδης, Το Βήμα της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2008-04-06
Το ελληνικό βέτο είχε μεγάλο κόστος διεθνώς (α) γιατί παραβήκαμε το άρθρο 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας της Νέας Υόρκης που σαφώς επιτρέπει την ένταξη της γείτονος με το όνομα πΓΔΜ και (β) γιατί φάνηκε να βάζουμε το ελληνικό συμφέρον - για την ακρίβεια τους υπερβολικούς ελληνικούς φόβους σε σχέση με το όνομα της γείτονος - πάνω από την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή. Στα θετικά του βέτο είναι ότι η Αθήνα απέδειξε ότι δεν μπλοφάριζε, ούτε ακολούθησε σκληρή τακτική, τελευταίως, για λόγους διαπραγματευτικούς και μόνο. Κοντολογίς ότι ειλικρινά θεωρούσε ότι θιγόταν με την προτεινόμενη λύση.
Ερχόμαστε στην επόμενη μέρα. Απαραίτητο είναι να περάσουμε σε μια νέα σελίδα, τόσο διαδικαστικά όσο πρακτικά και ουσιαστικά. Διαδικαστικά να λάβουν χώρα ουσιαστικές διμερείς διαπραγματεύσεις, κατά προτίμηση χωρίς κανέναν μεσολαβητή ως ενδιάμεσο, με στόχο την ανεύρεση λύσης το ταχύτερο δυνατό. Πρακτικά, να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε πολλές από τις προταθείσες σύνθετες ονομασίες σε σχέση με το όνομα και όχι να εμμένουμε σε μία ή δύο μόνο λύσεις. Συνάμα (1ον) θα πρέπει να επιδείξουμε διεθνώς, και ειδικά έναντι της γείτονος, ότι δεν τρέφουμε καμία εχθρότητα απέναντί της, αλλά όντως επιδιώκουμε φιλικές σχέσεις και μάλιστα στη βάση της ισότητας και όχι στη λογική ισχυρού - αδύναμου όπως δώσαμε την εντύπωση ως τώρα, (2ον) να τους εξηγήσουμε ήρεμα και πειστικά, χωρίς υπεροψία και κορόνες, γιατί μας έχει καρφωθεί η ιδέα περί αλυτρωτισμού τους προς το Αιγαίο, (3ον) να παραδεχθούμε ότι η γραμμή Σαμαρά - Κωνσταντίνου Καραμανλή, που επικράτησε από το 1992 και επί μία σχεδόν δεκαετία, κακώς επικράτησε, ήταν άστοχη και το κυριότερο συγκρουσιακή, άδικη και προσβλητική απέναντί τους.
Χρειάζεται και κάτι παραπάνω: στις διμερείς διαπραγματεύσεις το πέρασμα σε μια εντελώς διαφορετική λογική (ένα paradigm shift όπως θα έλεγε ο Thomas Kuhn) και από τις δύο πλευρές: η αναζήτηση από κοινού λύσης σε ένα κοινό πρόβλημα, χωρίς νικητή-ηττημένο, αλλά με δύο νικητές-κερδισμένους (λύση «θετικού αθροίσματος»). Κλειδί για να σπάσει ο πάγος είναι να τους δηλώσουμε ευθαρσώς ότι αναγνωρίζουμε πέρα για πέρα ότι υπάρχει έθνος των Makedonski, το οποίο υφίσταται εδώ και σχεδόν εκατό χρόνια (αφότου δηλαδή αποξενώθηκαν από τους εθνοτικά συγγενείς τους Βούλγαρους) και ότι σεβόμαστε πλήρως το δικαίωμά τους στον αυτοπροσδιορισμό, εφόσον βέβαια αυτός δεν υποκρύπτει αλυτρωτισμό (με άλλα λόγια, η λογική του Πακέτου Πινέιρο, Απρίλιος 1992).
Ερχόμαστε στην επόμενη μέρα. Απαραίτητο είναι να περάσουμε σε μια νέα σελίδα, τόσο διαδικαστικά όσο πρακτικά και ουσιαστικά. Διαδικαστικά να λάβουν χώρα ουσιαστικές διμερείς διαπραγματεύσεις, κατά προτίμηση χωρίς κανέναν μεσολαβητή ως ενδιάμεσο, με στόχο την ανεύρεση λύσης το ταχύτερο δυνατό. Πρακτικά, να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε πολλές από τις προταθείσες σύνθετες ονομασίες σε σχέση με το όνομα και όχι να εμμένουμε σε μία ή δύο μόνο λύσεις. Συνάμα (1ον) θα πρέπει να επιδείξουμε διεθνώς, και ειδικά έναντι της γείτονος, ότι δεν τρέφουμε καμία εχθρότητα απέναντί της, αλλά όντως επιδιώκουμε φιλικές σχέσεις και μάλιστα στη βάση της ισότητας και όχι στη λογική ισχυρού - αδύναμου όπως δώσαμε την εντύπωση ως τώρα, (2ον) να τους εξηγήσουμε ήρεμα και πειστικά, χωρίς υπεροψία και κορόνες, γιατί μας έχει καρφωθεί η ιδέα περί αλυτρωτισμού τους προς το Αιγαίο, (3ον) να παραδεχθούμε ότι η γραμμή Σαμαρά - Κωνσταντίνου Καραμανλή, που επικράτησε από το 1992 και επί μία σχεδόν δεκαετία, κακώς επικράτησε, ήταν άστοχη και το κυριότερο συγκρουσιακή, άδικη και προσβλητική απέναντί τους.
Χρειάζεται και κάτι παραπάνω: στις διμερείς διαπραγματεύσεις το πέρασμα σε μια εντελώς διαφορετική λογική (ένα paradigm shift όπως θα έλεγε ο Thomas Kuhn) και από τις δύο πλευρές: η αναζήτηση από κοινού λύσης σε ένα κοινό πρόβλημα, χωρίς νικητή-ηττημένο, αλλά με δύο νικητές-κερδισμένους (λύση «θετικού αθροίσματος»). Κλειδί για να σπάσει ο πάγος είναι να τους δηλώσουμε ευθαρσώς ότι αναγνωρίζουμε πέρα για πέρα ότι υπάρχει έθνος των Makedonski, το οποίο υφίσταται εδώ και σχεδόν εκατό χρόνια (αφότου δηλαδή αποξενώθηκαν από τους εθνοτικά συγγενείς τους Βούλγαρους) και ότι σεβόμαστε πλήρως το δικαίωμά τους στον αυτοπροσδιορισμό, εφόσον βέβαια αυτός δεν υποκρύπτει αλυτρωτισμό (με άλλα λόγια, η λογική του Πακέτου Πινέιρο, Απρίλιος 1992).