Γνώμη Περιμένοντας τον Ομπάμα...
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-01-17
Η Αρίθα Φράνκλιν θα τραγουδήσει, ιερείς θα ευλογήσουν, η ελίτ της διεθνούς σόου μπιζ θα προσκυνήσει και τρία εκατομμύρια άνθρωποι θα ταξιδέψουν στην Ουάσιγκτον για να «είναι εκεί», όταν ο Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα θα ορκίζεται πρόεδρος των ΗΠΑ, την ερχόμενη Τρίτη.
Οι πιο ριζοσπάστες ανάμεσα στους υποστηρικτές του έχουν ήδη γιατρευτεί από την «Ομπαμα-μανία» του φθινοπώρου. Το οικονομικό επιτελείο του νέου προέδρου απαρτίζεται από «ινσάιντερς» της Γουόλ Στριτ κι όχι από ακτιβιστές του Πόρτο Αλέγκρε, στην κυβέρνησή του το «τοξικό» βάρος των βετεράνων του Κλιντονισμού είναι μεγάλο και η μακρά και επίμονη σιωπή του, όσο διαρκεί η σφαγή στη Γάζα, σοκάρισε ακόμη κι εκείνους που δεν πετούν στα σύννεφα.
Μα έστω κι έτσι, έστω και χωρίς πολλά δάκρυα συγκίνησης, σαν αυτά που έβρεξαν τη βραδιά της εκλογικής νίκης, έστω και με νερωμένο κάπως τον ενθουσιασμό, η ορκωμοσία του νέου προέδρου θα είναι μια στιγμή όπου ο κόσμος ολόκληρος θα σταθεί για να αναμετρηθεί με τους φόβους και τις προσδοκίες του. Τι ακριβώς μπορούμε να περιμένουμε απ΄ αυτόν;
Εδώ και 30 χρόνια, ο κόσμος ποτίστηκε με το νερό μιας αυταπάτης: πως οι κυβερνήσεις έχουν καταστεί περιττές. Η διακυβέρνηση είναι ντεμοντέ. Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει συνομιλητή της την πολιτική, αλλά την αγορά. Και ο διεθνής ρόλος των ΗΠΑ, ως ηγεμόνα αυτού του κόσμου, ήταν να προωθούν την ακυβέρνητη παγκοσμιοποίηση των ελεύθερων αγορών και των αρρύθμιστων πιστωτικών συστημάτων, πέρα από σύνορα, χτίζοντας παράλληλα ένα δίκτυο στρατιωτικών βάσεων ανά την υφήλιο, για να αποτρέπεται κάθε αμφισβήτηση του «δόγματος».
Ο ενταφιασμός αυτού του δόγματος και η αναζήτηση ενός νέου συστήματος οικουμενικής διακυβέρνησης είναι αυτό που ο κόσμος περιμένει από τον Ομπάμα. Δεν έχουμε ακόμη καμία ένδειξη ότι το μπορεί. Ξέρουμε μόνον ότι αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε. Ξέρουμε επίσης ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ότι αγγίζει τα όρια του αδύνατου, για παράδειγμα, να θέσει κανείς υπό κάποιον έλεγχο τον κόσμο των πληθωρικών και αχαλίνωτων χρηματαγορών, με τα τρισεκατομμύρια των παραγώγων και τους φορολογικούς παραδείσους, να εφαρμόσει κάποιους κανόνες και περιορισμούς στην εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα ή να ειρηνεύσει τη Μέση Ανατολή. Αλλά από κάπου πρέπει να αρχίσουμε.
Και- όλοι συμφωνούν- δεν μπορεί παρά να αρχίσουμε από την οικονομία. Μέχρι τις 15 του περασμένου Σεπτεμβρίου- ημέρα που η «Λίμαν Μπράδερς» τίναξε τα πέταλα και σφράγισε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου μιας ιδεολογίας που ηγεμόνευσε τον κόσμο από το 1974 και οδήγησε σε μια γιγαντιαία αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων, μετέφερε το κέντρο βάρος της οικονομίας από τον μη χρηματιστικό στον χρηματιστικό τομέα της και δημιούργησε ένα περιβάλλον εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας και ακραίας εμπορευματοποίησης κάθε μορφής ανθρώπινης ζωής- οι περισσότεροι αναλυτές αναρωτιούνταν αν ο Ομπάμα θα είναι ο νέος Κέννεντυ, νέος, ωραίος, διαφορετικός και φωτογενής. Τώρα πια, το μόνο ερώτημα είναι αν ο Ομπάμα μπορεί να είναι ένας νέος Ρούζβελτ, σημαιοφόρος ενός νέου (και οικουμενικού αυτή τη φορά) «νιου ντιλ».
Πληθαίνουν, λοιπόν, οι κριτικές φωνές που βλέπουν στο οικονομικό πρόγραμμα του νέου Αμερικανού προέδρου, όσο έχει ώς τώρα γίνει γνωστό, υπερβολικά μεγάλη δόση μετριοπάθειας και υπερβολικά μικρή δόση τόλμης και καινοτομίας. «Το νιου ντιλ του Ρούζβελτ, αν απέτυχε βραχυπρόθεσμα να αποδώσει τα αναμενόμενα»- έγραφε τις προάλλες ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν- «είναι ακριβώς επειδή ήταν υπερβολικά προσεκτικό και άτολμο».
Αυτός είναι ο κίνδυνος: η υπερβολική δέσμευση του νέου- στο όνομα μιας μετριοπάθειας- στις συνταγές του παλιού. Ακόμη χειρότερα: ο κίνδυνος να αποδειχθεί η παρούσα οικονομική κρίση λιγότερο δραματική απ΄ όσο νομίζαμε. Οπότε ο ΟμπάμαΚρούγκμαν έφα- να γίνει «ο πρόεδρος μιας μικρής ανάκαμψης αντί μιας μεγάλης αλλαγής».
Τι να περιμένουμε, λοιπόν, από αυτόν; Ίσως η καλύτερη απάντηση είναι: να μην περιμένουμε. Να κάνουμε εμείς, αντί να το περιμένουμε απ΄ έξω, ένα βήμα αλλαγής. Να πετάξουμε στα σκουπίδια της Ιστορίας το νεκρό «δόγμα», μαζί με τους πολιτικούς εκπροσώπους του και να υιοθετήσουμε, στο εθνικό πεδίο, την τόλμη που περιμένουμε από τον νέο παίκτη στη διεθνή σκηνή.
Οι πιο ριζοσπάστες ανάμεσα στους υποστηρικτές του έχουν ήδη γιατρευτεί από την «Ομπαμα-μανία» του φθινοπώρου. Το οικονομικό επιτελείο του νέου προέδρου απαρτίζεται από «ινσάιντερς» της Γουόλ Στριτ κι όχι από ακτιβιστές του Πόρτο Αλέγκρε, στην κυβέρνησή του το «τοξικό» βάρος των βετεράνων του Κλιντονισμού είναι μεγάλο και η μακρά και επίμονη σιωπή του, όσο διαρκεί η σφαγή στη Γάζα, σοκάρισε ακόμη κι εκείνους που δεν πετούν στα σύννεφα.
Μα έστω κι έτσι, έστω και χωρίς πολλά δάκρυα συγκίνησης, σαν αυτά που έβρεξαν τη βραδιά της εκλογικής νίκης, έστω και με νερωμένο κάπως τον ενθουσιασμό, η ορκωμοσία του νέου προέδρου θα είναι μια στιγμή όπου ο κόσμος ολόκληρος θα σταθεί για να αναμετρηθεί με τους φόβους και τις προσδοκίες του. Τι ακριβώς μπορούμε να περιμένουμε απ΄ αυτόν;
Εδώ και 30 χρόνια, ο κόσμος ποτίστηκε με το νερό μιας αυταπάτης: πως οι κυβερνήσεις έχουν καταστεί περιττές. Η διακυβέρνηση είναι ντεμοντέ. Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει συνομιλητή της την πολιτική, αλλά την αγορά. Και ο διεθνής ρόλος των ΗΠΑ, ως ηγεμόνα αυτού του κόσμου, ήταν να προωθούν την ακυβέρνητη παγκοσμιοποίηση των ελεύθερων αγορών και των αρρύθμιστων πιστωτικών συστημάτων, πέρα από σύνορα, χτίζοντας παράλληλα ένα δίκτυο στρατιωτικών βάσεων ανά την υφήλιο, για να αποτρέπεται κάθε αμφισβήτηση του «δόγματος».
Ο ενταφιασμός αυτού του δόγματος και η αναζήτηση ενός νέου συστήματος οικουμενικής διακυβέρνησης είναι αυτό που ο κόσμος περιμένει από τον Ομπάμα. Δεν έχουμε ακόμη καμία ένδειξη ότι το μπορεί. Ξέρουμε μόνον ότι αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε. Ξέρουμε επίσης ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ότι αγγίζει τα όρια του αδύνατου, για παράδειγμα, να θέσει κανείς υπό κάποιον έλεγχο τον κόσμο των πληθωρικών και αχαλίνωτων χρηματαγορών, με τα τρισεκατομμύρια των παραγώγων και τους φορολογικούς παραδείσους, να εφαρμόσει κάποιους κανόνες και περιορισμούς στην εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα ή να ειρηνεύσει τη Μέση Ανατολή. Αλλά από κάπου πρέπει να αρχίσουμε.
Και- όλοι συμφωνούν- δεν μπορεί παρά να αρχίσουμε από την οικονομία. Μέχρι τις 15 του περασμένου Σεπτεμβρίου- ημέρα που η «Λίμαν Μπράδερς» τίναξε τα πέταλα και σφράγισε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου μιας ιδεολογίας που ηγεμόνευσε τον κόσμο από το 1974 και οδήγησε σε μια γιγαντιαία αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων, μετέφερε το κέντρο βάρος της οικονομίας από τον μη χρηματιστικό στον χρηματιστικό τομέα της και δημιούργησε ένα περιβάλλον εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας και ακραίας εμπορευματοποίησης κάθε μορφής ανθρώπινης ζωής- οι περισσότεροι αναλυτές αναρωτιούνταν αν ο Ομπάμα θα είναι ο νέος Κέννεντυ, νέος, ωραίος, διαφορετικός και φωτογενής. Τώρα πια, το μόνο ερώτημα είναι αν ο Ομπάμα μπορεί να είναι ένας νέος Ρούζβελτ, σημαιοφόρος ενός νέου (και οικουμενικού αυτή τη φορά) «νιου ντιλ».
Πληθαίνουν, λοιπόν, οι κριτικές φωνές που βλέπουν στο οικονομικό πρόγραμμα του νέου Αμερικανού προέδρου, όσο έχει ώς τώρα γίνει γνωστό, υπερβολικά μεγάλη δόση μετριοπάθειας και υπερβολικά μικρή δόση τόλμης και καινοτομίας. «Το νιου ντιλ του Ρούζβελτ, αν απέτυχε βραχυπρόθεσμα να αποδώσει τα αναμενόμενα»- έγραφε τις προάλλες ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν- «είναι ακριβώς επειδή ήταν υπερβολικά προσεκτικό και άτολμο».
Αυτός είναι ο κίνδυνος: η υπερβολική δέσμευση του νέου- στο όνομα μιας μετριοπάθειας- στις συνταγές του παλιού. Ακόμη χειρότερα: ο κίνδυνος να αποδειχθεί η παρούσα οικονομική κρίση λιγότερο δραματική απ΄ όσο νομίζαμε. Οπότε ο ΟμπάμαΚρούγκμαν έφα- να γίνει «ο πρόεδρος μιας μικρής ανάκαμψης αντί μιας μεγάλης αλλαγής».
Τι να περιμένουμε, λοιπόν, από αυτόν; Ίσως η καλύτερη απάντηση είναι: να μην περιμένουμε. Να κάνουμε εμείς, αντί να το περιμένουμε απ΄ έξω, ένα βήμα αλλαγής. Να πετάξουμε στα σκουπίδια της Ιστορίας το νεκρό «δόγμα», μαζί με τους πολιτικούς εκπροσώπους του και να υιοθετήσουμε, στο εθνικό πεδίο, την τόλμη που περιμένουμε από τον νέο παίκτη στη διεθνή σκηνή.