ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΗΣ ΠΤΕΡΥΓΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝ
Για την Ανανεωτική και Ριζοσπαστική Αριστερά του 21ου αιώνα
ΔΙΑΡΚΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ 13-4-5/02/09, ΑΘΗΝΑ, Δημοσιευμένο: 2009-02-12
(ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ)
- Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΜΑΣ
-Ο σοσιαλισμός που ονειρευόμαστε. Η δημοκρατία ως μέσο και σκοπός.
- Ο νέος αριστερός μεταρρυθμισμός
-Η οικολογία συστατικό στοιχείο της σύγχρονης Αριστεράς
- Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
-Η κρίση, η παγκοσμιοποίηση, η πολιτική δημοκρατική διακυβέρνησή της
-Ο ρόλος της Ευρώπης στο νέο κόσμο- η αδήριτη ανάγκη για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση – η θέση της Ελλάδας
- Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας ως κυρίαρχη χώρα.
- ΟΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΩΡΑ
- Η ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
-ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΜΕΤΩΠΟ ΜΑΣ ΣΗΜΕΡΑ : Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΙ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΣΥΡΙΖΑ
Εισαγωγικά θεωρούμε απαραίτητο να τονίσουμε ότι η διαμόρφωση της πρότασης του προγράμματος δεν πραγματοποιήθηκε με την ουσιαστική συμμετοχή των μελών.
Εξ αρχής η πλειοψηφία της ΚΠΕ αποφάσισε η έγκριση των προγραμματικών θέσεων να πραγματοποιηθεί μέσω μιας διευρυμένης ΚΠΕ. Στη συνέχεια επιλέχθηκε το Διαρκές Συνέδριο, μάλλον κατά παραχώρηση, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα προηγούμενης συζήτησης στις οργανώσεις αφού τα κείμενα δεν ήταν έτοιμα.
Η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται σε ελλείψεις της Επιτροπής Προγράμματος αλλά στην πολιτική αντίληψη που υπάρχει σ΄ ένα σημαντικό τμήμα της πλειοψηφίας για μετάθεση στο ΣΥΡΙΖΑ της διαδικασίας λήψης των ουσιωδών πολιτικών αποφάσεων , γεγονός που οδηγεί σε μια διαρκή υποβάθμιση των διαδικασιών του κόμματος (οργάνων και οργανώσεων). Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μη συμμετοχή των μελών στις διαδικασίες συνδέεται και με τα διαρκή προσκόμματα που έθεταν οι άλλες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και δυνάμεις του κόμματος που θεωρούσαν ότι ο ΣΥΝ δεν πρέπει να έχει το δικό του αυτοτελές πρόγραμμα και ότι η εκπόνηση του όποιου προγράμματος είναι υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ.
Για την Ανανεωτική Πτέρυγα είναι προφανές ότι ο ΣΥΝ έχει το δικαίωμα (όπως και οι άλλες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ), να διαθέτει το δικό του πρόγραμμα. Να επιλέγει αυτοτελώς τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα το εκπονεί και θα το ανανεώνει, αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο του.
Προφανώς το όποιο πρόγραμμα, όπως και οι θέσεις των άλλων συνιστωσών, κρίνεται από όλους τους συμμετέχοντες στο ΣΥΡΙΖΑ μέσα από διαδικασίες που αυτός ορίζει. Μέσα από τη διατύπωση των θέσεων των συνιστωσών και των μη κομματικά ενταγμένων τροφοδοτείται η διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικών θέσεων και στόχων πάλης του ΣΥΡΙΖΑ. Δοκιμάζονται περαιτέρω τα περιθώρια και οι δυνατότητες των συμμετεχόντων/ουσών σε αυτόν να συμφωνούν στην εναλλακτική πρόταση και σε στρατηγικά ζητήματα.
Σε κάθε περίπτωση για την Ανανεωτική Πτέρυγα ο ΣΥΝ πρέπει στη βάση του προγράμματος του να αναζητά συγκλίσεις και συνθέσεις εντός ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως να ακυρώνει το δικαίωμα της διατήρησης των δικών του αυτοτελών θέσεων. Γενικότερα θεωρούμε ότι πρέπει να σταματήσει η επικρατούσα τα τελευταία χρόνια διαδικασία πολιτικής και προγραμματικής διολίσθησης του ΣΥΝ σε θέσεις που απέχουν πολύ από τις δικές του στο όνομα των συμφωνιών που γίνονται στο ΣΥΡΙΖΑ.
Παρά το ότι μέρος των αποφάσεων του κόμματος δεν έχουν λάβει την σύμφωνη γνώμη μας, δεν παύει, δικαίως, να μας ενδιαφέρει η πολιτική που εκπέμπεται μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, αφού αυτό σε μεγάλο βαθμό επιδρά στα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του κόμματος και στην άποψη που διαμορφώνεται για το κόμμα μας.
Η ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΤΙΘΕΜΕΝΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Θεωρούμε πολύ σημαντική για το κόμμα μας τη δημιουργία μιας άρρηκτης σχέσης μεταξύ των προγραμματικών επεξεργασιών και της πολιτικής δράσης.
Με αυτή την έννοια δεν υποτιμούμε την ίδια την εκπόνηση ενός αναλυτικού κειμένου θέσεων, που περιλαμβάνει όλους τους τομείς καθώς και τις προσπάθειες των συντρόφων/ισσών που εργάστηκαν και το τελικό αποτέλεσμα που προέκυψε. Αναγνωρίζουμε μάλιστα βήματα και θετικές επεξεργασίες που έγιναν σε αρκετά θέματα και ότι σε πολλά μας δίνεται η δυνατότητα να ανοίξουμε ένα εσωκομματικό διάλογο, παράλληλα με την πολιτική δράση.
Όμως, το γενικό, πρώτο και καθοριστικό μέρος του κειμένου (Πλαίσιο αρχών και κατευθύνσεων) σε κρίσιμα ζητήματα δεν κάνει τις αναγκαίες σήμερα επιλογές. Έχουμε διαφωνίες σε σημαντικά ζητήματα και με αυτή την έννοια δεν μπορούμε να το ψηφίσουμε.
Αποφασίσαμε να καταθέσουμε το κείμενο συμβολής χωρίς να μπούμε στη διαδικασία τροπολογιών και να ψηφίσουμε λευκό.
Η "λευκή" ψήφος συνεχίζει να επιβεβαιώνει στην πράξη από την πλευρά της Ανανεωτικής Πτέρυγας την επιλογή για ήπια, σοβαρή και μετρημένη στάση στις εσωκομματικές διαδικασίες και δεν αποτελεί πράξη ρήξης όπως ενδεχομένως θα μπορούσε να ερμηνευθεί η στάση μας εάν επιλέγαμε το "κατά" ή κείμενο κατ’ αντιπαράθεση στο συνολικό κείμενο του προγράμματος.
Σημεία που συγκροτούν τη διαφορετική μας προσέγγιση, και τα οποία αναλύονται στη συνέχεια στο κείμενο είναι τα κάτωθι:
-Η αντίληψη μας για το σοσιαλισμό σε συνύφανση με τη δημοκρατία ως μέσο και ως σκοπό και την επιλογή του νέου αριστερού μεταρρυθμισμού ως του μοναδικού δρόμου για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και το πέρασμα σε ένα ανώτερο τύπο πολιτισμού. Η αποσαφήνιση ότι στην προοπτική του κοινωνικού μετασχηματισμού έχουν θέση η αγορά ως οικονομική λειτουργία, ο ιδιωτικός τομέας και οι διεθνοποιημένες οικονομικές λειτουργίες που δένουν στις σύγχρονες τεχνολογικά και παραγωγικά διαδικασίες.
-Η θεώρηση της οικολογίας ως συστατικού και όχι απλά προσθετικού στοιχείου του προγράμματος της σύγχρονης Αριστεράς. Η διαπίστωση του φόβου και του αμυντισμού του Προγράμματος της Επιτροπής(ΠΕ) απέναντι στην πράσινη οικονομία, η απαξίωσή της και η εντελώς αυθαίρετη σύνδεσή της με την ενίσχυση του κρατικού αυταρχισμού και την πιθανότητα νέων πολεμικών συρράξεων.
-Η σαφής οικουμενική οπτική με υποστήριξη του αγώνα για την πολιτική δημοκρατική διεύθυνση της παγκοσμιοποίησης, την προώθηση νέου μοντέλου ανάπτυξης και κοινωνικής επαναθεμελίωσης, τη δημοκρατική εμβάθυνση στην προοπτική του σοσιαλισμού και αντιστοίχως την επιλογή της Αριστεράς να πρωταγωνιστήσει στη μάχη για το ζήτημα της δημοκρατίας με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική έννοια.
-Η καθαρή υποστήριξη του νέου ρόλου που καλείται να παίξει η Ευρώπη στο νέο κόσμο, η αδήριτη ανάγκη για την προώθηση της Ευρωπαϊκής ενοποίησης και η θέση της Ελλάδας σε αυτήν. Το ΠΕ δεν αποδέχεται ότι οι απαντήσεις στην κρίση, και η ευρωπαϊκή και ελληνική, είναι αλληλένδετες. Έτσι οι σχετικές προτάσεις του είναι κυρίως εθνοκεντρικές. Το ΠΕ υποστηρίζει, την πλήρη ταύτιση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας με τη δεξιά με συνακόλουθη την έλλειψη οποιασδήποτε πολιτικής ευρύτερων συνεργασιών και συναινέσεων.
-Η δημιουργία των όρων προώθησης ενός τέτοιου προγράμματος με την επιλογή-δημιουργία των κατάλληλων κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών. Το ΠΕ δεν έχει καμία αναφορά στην πολιτική συμμαχιών. Μάλιστα, εννοεί ότι οι συμμαχίες μας περιορίζονται στο ΣΥΡΙΖΑ, που μοιάζει να είναι και ο φορέας που θα εκφράσει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Το πλήρες κείμενο της ΣΥΜΒΟΛΗΣ της ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΗΣ ΠΤΕΡΥΓΑΣ
Η ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΜΑΣ
Στο ιδρυτικό μας Συνέδριο αποφασίσαμε να οικοδομήσουμε τον ΣΥΝ «ως μια δύναμη ανταγωνιστική προς τις σχέσεις εκμετάλλευσης, ανελευθερίας, αποξένωσης και ανισοτήτων που κυριαρχούν στις καπιταλιστικές κοινωνίες και στη δική μας κοινωνία». Και είμαστε όλοι και όλες ΣΥΝοδοιπόροι σε αυτή την υπόθεση.
Η σύγχρονη Αριστερά που εκπροσωπεί ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ έχει από την αφετηρία της ως επιδίωξη μια δημοκρατική και σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας, το σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία, το δημοκρατικό σοσιαλισμό.
Ο δημοκρατικός σοσιαλισμός ως όραμα και δημιουργική ουτοπία αποτελούσε και αποτελεί την ιδεολογικοπολιτική και αξιακή ταυτότητα της σύγχρονης Αριστεράς.
Σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ηγεμονίας των ΗΠΑ και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και ιδεολογικών προταγμάτων, της ραγδαίας ανατροπής του παγκόσμιου κλίματος, της προϊούσας συρρίκνωσης της βιοποικιλότητας, της θανάσιμης επέκτασης των προβλημάτων ρύπανσης, αλλά και των αγώνων για δημοκρατική διακυβέρνηση, για την ειρήνη και την προστασία του περιβάλλοντος πολλές δυνάμεις του ευρύτερου αριστερού χώρου αναζητούν νέα έμπνευση και ανανεωμένες στρατηγικές. Πυκνώνουν οι αναζητήσεις για τη νέα Αριστερά του 21ου αιώνα, πέραν της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας των κομμουνιστικών κομμάτων και του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Καινούριες δυνάμεις της Αριστεράς αναδεικνύονται από το φυτώριο του εργατικού κινήματος και των νέων κοινωνικών κινημάτων.
Ο ΣΥΝ παρακολουθεί με προσοχή και ενδιαφέρον τις αναζητήσεις και ανακατατάξεις αυτές, επιδιώκει με κάθε πρόσφορο μέσο τη συμπόρευση, τη συνεργασία, τις συγκλίσεις.
Οι συντηρητικές δυνάμεις θέλουν να ταυτίσουν το τέλος των καθεστώτων της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης και μαζί τις δυσκολίες και τα πισωγυρίσματα της μεταρρυθμιστικής «δυτικής» σοσιαλδημοκρατίας με το τέλος κάθε ιδέας Σοσιαλισμού. Εκπρόσωποι του νεοφιλελευθερισμού τόλμησαν να μιλήσουν για το «τέλος της ιστορίας» με την οριστική επικράτηση του καπιταλισμού. Κήρυκες της «νέας τάξης πραγμάτων» επέμεναν πως η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο, οι ΗΠΑ, μπορούσαν με κάθε μέσο -και με τους προληπτικούς πολέμους- να επιβάλουν σε παγκόσμια κλίμακα τις πολιτικές και οικονομικές σχέσεις που αυτές επιθυμούσαν και υπέρ των συμφερόντων που αυτές στήριζαν.
Σε όλο αυτό το διάστημα το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών βάθυνε και συνεχίζει να βαθαίνει ενώ εντείνεται η άνιση ανάπτυξη τόσο στο εσωτερικό των οικονομιών όσο και διεθνώς. Η τραγική ανέχεια, η οπισθοδρόμηση, τα χρέη, η εξάρτηση, η εξαθλίωση και η πείνα μαζί με μια έκρηξη πληθυσμιακή, συνεχίζουν να κυριαρχούν σε εκατό και πλέον υπανάπτυκτες χώρες. Η εντατική εκμετάλλευση των εργαζομένων και της φύσης, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και η έλλειψη κοινωνικής και οικολογικής προστασίας, η εξάρτηση από τους παγκόσμιους χρηματοδοτικούς οργανισμούς δημιουργούν τεράστια προβλήματα στις νεοαναπτυσσόμενες χώρες. Στις ίδιες τις κοινωνίες των πλούσιων χωρών έχουν παγιωθεί υψηλά επίπεδα ανεργίας, υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής, διευρύνονται τα στρώματα που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, αναπτύσσονται έντονα τα φαινόμενα περιθωριοποίησης και αποειδίκευσης. Το όλο σύστημα του γενικευμένου διεθνώς χρηματοπιστωτικού ανταγωνισμού, της εκχρηματιστικοποίησης της οικονομίας και των χρηματοπιστωτικών καινοτομιών (δομημένα ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια και άλλα παράγωγα), με σκοπό τη διαρκή μεγέθυνση ενός ονομαστικού κέρδους που θα εξοφλούνταν σε κάποιο μέλλον έχει οδηγήσει σε διαδοχικές και εντεινόμενες οικονομικές κρίσεις με βαρύτατο κοινωνικό, πολιτικό και περιβαλλοντικό κόστος, που βιώνουν και οι πλέον α αναπτυγμένες οικονομίες το τελευταίο εξάμηνο με μη προβλέψιμες μεσοπρόθεσμές εξελίξεις. Η προσπάθεια απόλυτης ηγεμόνευσης της παγκοσμιοποίησης από τις ΗΠΑ, παρά τις μέχρι στιγμής διακηρύξεις καλύτερων προθέσεων του νέου προέδρου, προκαλεί πλανητικές ανακατατάξεις, ρευστότητα στις διεθνείς σχέσεις και προ πάντων χιλιάδες ανθρώπινα θύματα. Όλα αυτά δείχνουν ότι η ανάγκη για ελευθερία, ισότητα, αλληλεγγύη, κοινωνική δικαιοσύνη, ειρήνη σε τοπικό, περιφερειακό και πλανητικό επίπεδο παραμένει ζωντανή και ότι ως πανανθρώπινα αιτήματα είναι πάντα επίκαιρος ο αγώνας για την προώθησή τους.
Με αυτές τις εμπειρίες από το παρελθόν και με αυτές τις προκλήσεις μπροστά της η
ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά σήμερα διαμορφώνει τις αντιλήψεις και τις προτάσεις της.
Πρωταρχικός στόχος των αριστερών πολιτικών δυνάμεων και των κοινωνικών κινημάτων σε πλανητικό επίπεδο είναι να εργαστούν ώστε να αρθούν τα ισχυρά εμπόδια που θέτουν επιμέρους εδραιωμένα συμφέροντα στο δρόμο της κοινωνικής απελευθέρωσης, να αποκαταστήσουν το ρόλο της πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο, να δαμάσουν τη λειτουργία των αγορών, να αντιπαρατεθούν ιδεολογικά και πολιτικά στο νεοφιλελευθερισμό, να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των εθνών και να εκφραστούν συλλογικά τα συμφέροντα των δισεκατομμυρίων ανθρώπων που πλήττονται και απειλούνται από τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, να αποτρέψουν την ανατροπή της οικολογικής ισορροπίας και να προστατεύσουν το περιβάλλον.
Στην παγκοσμιοποίηση των αγορών και των κεφαλαίων η ανανεωτική αριστερά επιδιώκει την παγκοσμιοποίηση των δικαιωμάτων, των ευκαιριών και της κοινωνικής προστασίας για όλους τους πολίτες.
Ο σοσιαλισμός που ονειρευόμαστε. Η δημοκρατία ως μέσο και σκοπός.
Για την σύγχρονη δημοκρατική αριστερά στρατηγικός στόχος είναι ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία. Ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία δεν αποτελεί ένα κλειστό "σύστημα", που αντιπαρατίθεται σε ένα άλλο κλειστό "σύστημα", αυτό του καπιταλισμού και που αναμένει την καταστροφή του ώστε να οικοδομηθεί στις στάχτες του.
Σήμερα Δημοκρατία και Σοσιαλισμός συνυφαίνονται σε δυναμική αλληλεξάρτηση, που προωθεί συνεχώς τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Ο σοσιαλισμός αποκτάει περιεχόμενο και σταθερό προσανατολισμό με τη διαρκή
προώθηση της συνειδητής και κοινωνικά αλληλέγγυας ρύθμισης της ανάπτυξης και της οργάνωσης της κοινωνίας στο πλαίσιο των δημοκρατικών κανόνων.
Μέτρο της πορείας είναι η ενίσχυση του κοινωνικού ελέγχου και της συμμετοχής στα κέντρα των αποφάσεων, η διεύρυνση της οικονομικής δημοκρατίας, ώστε να υπηρετούν τις ανθρώπινες ανάγκες, να ανταποκρίνονται στα συμφέροντα των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων και των κοινωνικά αδυνάτων. Οι μορφές ρύθμισης καθορίζονται από τη δράση, τις συγκρούσεις και τα προγράμματα των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που διαμορφώνονται με βάση τις εκάστοτε καθοριζόμενες αντιθέσεις και προοπτικές. Αυτή η θεώρηση του σοσιαλισμού δίνει περιεχόμενο και κοινωνική κατεύθυνση στη συνεχή διεύρυνση της δημοκρατίας. Οι ιδέες του σοσιαλισμού, οι αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης προωθούν και πλουτίζουν τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας, την κοινωνική συνοχή.
Για μας ο σοσιαλισμός, ή ορθότερα, η δημοκρατική - σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας συνιστά συνεχή κριτική και αγώνα ανατροπής της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, των ταξικών προνομίων, των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, της αλλοτρίωσης που γεννά και αναπαράγει η καπιταλιστική διεύθυνση της οικονομίας και κοινωνίας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, σημαίνει εφαρμογή συγκεκριμένου προγράμματος αρχών, αξιών, στόχων και μέτρων που χρωματίζουν έντονα την κοινωνική οργάνωση στα θέματα δημοκρατίας- ελευθεριών, ισότητας, αλληλεγγύης και οικολογικής προτεραιότητας.
Αν τα παραπάνω προτάγματα τα συμπληρώσουμε με αυτά της ειρήνης, ενός νέου διεθνισμού, της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, του αριστερού ευρωπαϊσμού, της αντίθεσης στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, στον ατλαντισμό, καθώς και στον εθνικισμό και την τρομοκρατία, αλλά και με τη γυναικεία χειραφέτηση και την πολιτιστική αναγέννηση, σκιαγραφούμε μια οργάνωση της κοινωνίας στην οποία προσβλέπουμε.
Ο δημοκρατικός δρόμος δεν είναι μια στιγμιαία σύγκρουση, μια κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων (που άλλωστε δεν υπάρχουν), αλλά μια διαρκής και ενιαία γιγαντιαία μεταρρυθμιστική διαδικασία, που θα επιχειρεί διαρθρωτικές αλλαγές και που θα ολοκληρώνεται και σε επεμβάσεις στις σχέσεις παραγωγής και την οργάνωση της εξουσίας.
Υποκείμενο μιας τέτοιας επαναστατικής διαδικασίας όπου η δημοκρατία έχει αναδειχθεί ως το βασικό πεδίο της ταξικής πάλης, δεν μπορεί να είναι μια φωτισμένη μειοψηφία (θεολογικής νομιμοποίησης), αλλά ένας νέος συνασπισμός κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία και στο μαζικό κίνημα και στο κοινοβούλιο.
Η σύγχρονη, δημοκρατική Αριστερά αναπτύσσει την κοινωνικοπολιτική της πάλη, μέσα και έξω από τους θεσμούς, στα νέα και τα παραδοσιακά κινήματα, και προωθεί το σοσιαλιστικό της όραμα, δηλώνοντας την απόλυτη εχθρότητα της σε κάθε μορφής βία.
Η υλοποίηση ενός προγράμματος δημοκρατικής- σοσιαλιστικής έμπνευσης και κατεύθυνσης προϋποθέτει για μας, σε κάθε περίπτωση, τη δημοκρατική - πλειοψηφική νομιμοποίησή του, μέσα από διαδικασίες καθολικών ψηφοφοριών, στο πλαίσιο μιας αντιπροσωπευτικής, κοινοβουλευτικής, πλουραλιστικής δημοκρατίας.
Στον αιώνα που πέρασε η επαναστατική πτέρυγα της Αριστεράς, μετά την πρώτη ορμή έκρηξης και χειραφέτησής της, εισήλθε σε ένα δρόμο χωρίς διέξοδο με την κυριαρχία του σταλινισμού και οδηγήθηκε σε τραγικές καταρρεύσεις. Οι καταρρεύσεις δεν οφείλονταν μόνο στην κατάλυση της δημοκρατίας αλλά και στις προσπάθειες περιορισμού ή/και κατάργησης της αγοράς και διοικητικής υπαγωγής της στις υπηρεσίες προγραμματισμού της παραγωγής. Επρόκειτο για οικονομική και κοινωνική αυθαιρεσία με τραγικά αποτελέσματα στις χώρες όπου εφαρμόστηκαν.
Η αγορά συνυπάρχει με πολιτικές, ελέγχει πολιτικές, δεν υποκαθιστά πολιτικές.
Από την άλλη η μεταρρυθμιστική πλευρά της Αριστεράς, αφού για ένα διάστημα κέρδισε και την πολιτική πρωτοβουλία και την ηγεμονία, οδήγησε τελικά αυτόν τον μεταρρυθμισμό στην απώλεια της κοινωνικής του πνοής, στην εκχώρηση της ιδεολογικής και πολιτικής πρωτοβουλίας στο νεοφιλευθερισμό.
Ο ΣΥΝ πρέπει διδασκόμενος από τις εμπειρίες των ταξικών αγώνων, των πολιτικών κινημάτων και των εγχειρημάτων συμμετοχής ή άσκησης εξουσίας, να ερμηνεύσει ολόπλευρα τις εξελίξεις και τα νέα ζητήματα που προκύπτουν από αυτές τις αλλαγές και να προχωρήσει στον επαναπροσδιορισμό της φυσιογνωμίας του, ως κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς στις σύγχρονες συνθήκες επαναδιατυπώνοντας το όραμα του αλλά και συγκροτώντας μια επιστημονικά τεκμηριωμένης και πολιτικά επαρκή πρόταση κοινωνικού μετασχηματισμού.
Συστατικά στοιχεία αυτής της πρότασης πρέπει να είναι μια νέα αντίληψη για το δημόσιο χώρο, ένας νέος ρόλος του ιδιωτικού και της ατομικοτητας, η οικουμενική οπτική – προσανατολισμός σε διεθνοποιημένες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές λειτουργίες
Ο νέος αριστερός μεταρρυθμισμός
Η παγκοσμιοποιημένη νέα διάσταση των οικονομικών και πολιτικών διαδικασιών και η κρίση του κράτους - έθνους έχουν αλλάξει σήμερα ριζικά τα δεδομένα.
Η Αριστερά, η αντιδογματική Αριστερά, είναι μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις αλλά και μπροστά σε μεγάλες ιστορικές ευκαιρίες, υποχρεωμένη σε κάθε περίπτωση να επαναπροσδιορίσει βασικά στοιχεία της στρατηγικής και της φυσιογνωμίας της. Να διασφαλίζει ένα σταθερό βηματισμό στη νέα εποχή.
Είναι λάθος να ερμηνεύει την εκρηκτικότητα των νέων κινημάτων με φθαρμένα αναλυτικά εργαλεία και να θεωρεί "αριστερή" την αυτοεκτόπισή της από τις κεντρικές πολιτικές διαδικασίες, όπως είναι επίσης λάθος να θεωρεί ότι ο αριστερός μεταρρυθμισμός εξαντλείται στον στόχο της συμμετοχής της στην άσκηση της εξουσίας, περίπου δηλαδή σε έναν άμετρο κυβερνητισμό.
Η δική μας Αριστερά είναι ριζοσπαστική γιατί έχει στον πυρήνα της το κόκκινο σπέρμα της ανατροπής και είναι μεταρρυθμιστική, όχι γιατί είναι μετριοπαθής και συμβιβαστική, αλλά γιατί ο νέος αριστερός μεταρρυθμισμός της είναι εργαλείο "κριτικής" του σημερινού κόσμου, με την έννοια που οι κλασικοί μας δίδαξαν, δηλαδή με την έννοια εκείνου που δεν περιορίζεται μόνο να περιγράψει την πραγματικότητα αλλά προσδιορίζει και με ποιους και πώς θα την αλλάξει.
O νέος αριστερός μεταρρυθμισμός έχει νόημα και γόνιμες προοπτικές μόνον όταν επιχειρείται σε κάθε βήμα με τη συμμετοχή, την πάλη και τον έλεγχο των εργαζομένων, όταν οι συγκεκριμένες λύσεις και πολιτικές που προωθεί εμπνέονται και χαρακτηρίζονται από τις αρχές του δημοκρατικού σοσιαλισμού και της οικολογίας, όταν είναι δηλαδή κοινωνικά γενικεύσιμες και υπηρετούν την ελευθερία, την ισότητα και την αλληλεγγύη, όταν είναι συμβατές με την προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος, όταν εγγράφονται στη λογική της αειφορίας.
Ο σοσιαλισμός δεν θα έλθει με τη συγκέντρωση δυνάμεων που κάποια στιγμή θα μπορέσουν να τον πραγματώσουν «απευθείας». Η πορεία προς το σοσιαλισμό θα κριθεί στο έδαφος του δημοκρατικού ζητήματος με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική έννοια. Αυτή είναι η διακύβευση του 21ου αιώνα.
Η οικολογία συστατικό στοιχείο της σύγχρονης Αριστεράς
Η ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά έχει ταυτόχρονα ενσωματώσει στον πυρήνα της συγκρότησής της ότι Αριστερά και Οικολογία δεν είναι πλέον δυνατό να λειτουργήσουν χωριστά ως δυνάμεις σφαιρικού μετασχηματισμού.
Μαζί όμως μπορούν να συνθέσουν ένα καινούριο όραμα για τον κόσμο και τις σύγχρονες κοινωνίες. Αυτό όμως σημαίνει βαθιές αλλαγές στον τρόπο που, ως αριστεροί/ές, σκεφτόμαστε και δρούμε, στα οράματα, στις αξίες, στις προτάσεις μας. Σημαίνει πως ξεφεύγουμε από τον παραγωγισμό, το βιομηχανισμό, το γιγαντισμό, τον καταναλωτισμό, τη λατρεία της ποσότητας και ανακαλύπτουμε το πολυσύνθετο των κοινωνιών, το ανεπανάληπτο του κληρονομημένου περιβάλλοντος, το τοπικό, το περιφερειακό, το μη εμπορευματικό, την ποιότητα, νέες θεματικές στην πολιτική και κοινωνική μας δράση. Ότι αντιλαμβανόμαστε την πλανητική διάσταση του προβλήματος και την ανάγκη οικουμενικής δράσης, θεσμών και πολιτικής.
Ότι βάζουμε τέλος στη λογική της αλόγιστης ανάπτυξης-μεγέθυνσης προς όφελος της αειφόρου-βιώσιμης ανάπτυξης. Ότι κατανοούμε τη σπανιότητα πολλών φυσικών πόρων και την ανάγκη οικολογικής λιτότητας, πως θέτουμε εκτός αγοράς τους τομείς εκείνους του περιβάλλοντος που πρέπει να παραδοθούν ατόφιοι στις επόμενες γενιές. Ότι αντιλαμβανόμαστε πως η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» εύκολα μετατρέπεται στο: όποιος έχει να πληρώσει ρυπαίνει και ότι χρειάζεται να βρεθούν οι τρόποι που θα ενσωματώνουν στις διαδικασίες της αγοράς –πολιτικά και οικονομικά– την προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος.
Αυτές γενικές κατευθύνσεις δεν μένουν σε γενικό επίπεδο. Μετουσιώνονται και διαχέονται σε όλους τους τομείς του πολιτικού μας σχεδίου και προγράμματος. Δεν στέκονται φοβικά απέναντι σε νέες προτάσεις για την «πράσινη οικονομία». Αναζητούν πολιτικές και μέτρα, αναδεικνύουν το θετικό περιεχόμενο επιλογών που προστατεύουν το περιβάλλον, αξιοποιούν καινοτομίες και νέα τεχνολογίες και μπορούν να επιδρούν πολλαπλασιαστικά στην απασχόληση.
Η ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά αγωνίζεται και δίνει παράλληλα ζωντανές λύσεις προοπτικής, χωρίς να κλείνεται στις "ασφαλείς" απαντήσεις των περασμένων δεκαετιών. Δεν μιλά μόνο για τον εαυτό της, την ιστορία της και τις θυσίες της, αλλά αναμετριέται με ό,τι σήμερα αμφισβητεί το ρόλο της και το μέλλον της. Δεν είναι Αριστερά της άρνησης αλλά της θέσης. Αριστερά που στηρίζεται στην επιθετική σχέση ρήξης και μεταρρύθμισης και που διαμορφώνει εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο.
Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Η κρίση, η παγκοσμιοποίηση, η πολιτική δημοκρατική διακυβέρνησή της
Μετά την εισβολή των HΠA στο Iράκ, ο κόσμος δεν είναι πια ο ίδιος. Δεν πρόκειται μόνο για τα ανθρώπινα θύματα, το μαρτύριο των αμάχων, την περιβαλλοντική καταστροφή. Πρόκειται για τις πολιτικές συνέπειες που είχε ο πόλεμος στη δημόσια ζωή του πλανήτη, στις διεθνείς σχέσεις, στη ρύθμιση των διεθνών διαφορών, στο σύστημα του παγκόσμιου θεσμικού πολιτισμού.
Η εισβολή των ΗΠΑ έθεσε με καταλυτικό τρόπο την ανθρωπότητα, και ιδιαιτέρως τις δυνάμεις της αριστεράς αντιμέτωπες με την ηγεμονική απάντηση των ΗΠΑ στο ζήτημα της πολιτικής και στρατηγικής διεύθυνσης της Παγκοσμιοποίησης.
Αντιμετωπίζοντας την πλέον επιθετική και επικίνδυνη εκδοχή ηγεμόνευσης της
παγκοσμιοποίησης σε πλανητικό επίπεδο από την πλευρά των ΗΠΑ, του πλέον εθνικιστικού κράτους, θα ήταν πολιτικό λάθος να μην εξετάσουμε το σύνολο των προβλημάτων και των προκλήσεων που απορρέουν από όλες τις πλευρές της παγκοσμιοποίησης αλλά και να μην ανιχνεύσουμε ως αριστερά και τις στρατηγικές και τις πολιτικές για τη δική μας απάντηση.
Η παρουσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ Μπ. Ομπάμα, με ένα προγραμματικό λόγο για διαφορετική εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης, αποτελεί ένα νέο δυναμικό παράγοντα στις παγκόσμιες εξελίξεις που οφείλουμε εξίσου να παρακολουθούμε καθώς θα εκδιπλώνονται οι συγκεκριμένες πολιτικές και πρωτοβουλίες.
Όλο και περισσότερο τα προβλήματα, οι προκλήσεις και οι δυνατότητες που ανοίγονται μπροστά στην κοινωνία μας και σε όλες τις κοινωνίες προκύπτουν στην ουσία τους και διαμορφώνονται με τρόπους που ορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη της ακάθεκτης παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και των συνακόλουθων μορφών οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών.
Στη φάση της παγκοσμιοποίησης που ζούμε ανακατατάσσεται και ανακατανέμεται το
παραγωγικό δυναμικό στη βιομηχανία, σε πολλές υπηρεσίες και στην ίδια τη γεωργία, διευρύνεται η αγορά, η δυνατότητα και η ανάγκη έντασης των εμπορικών συναλλαγών, εντείνεται επομένως ο ανταγωνισμός και η επιδίωξη της ανταγωνιστικότητας, αυξάνεται η πίεση για άρση των εμποδίων και των κανόνων προστασίας που με κάθε τρόπο περιόριζαν έως τώρα το εμπόριο, διογκώνεται το χρηματιστικό κεφάλαιο υπερβαίνοντας σύνορα και εθνικούς περιορισμούς, ακόμα και των πλέον αναπτυγμένων χωρών, πιέζοντας και χειραγωγώντας την πραγματική οικονομία. Η όλη διαδικασία αναπτύσσεται υπό την κυριαρχία και τις συνεχείς
πρωτοβουλίες και απαιτήσεις κυρίως των επιχειρήσεων που από «πολυεθνικές» εξελίσσονται σε παγκοσμιοποιημένες, με τη συμπαράσταση κρατών και κυβερνήσεων που θεωρούν ότι έτσι θα αποκομίσουν και εθνικά οφέλη από αυτήν ή και ότι θα μπορέσουν γενικότερα να ελέγξουν εις βάρος άλλων τη διαδικασία και τις πιθανολογούμενες επιπτώσεις της.
Είναι ήδη σε εξέλιξη και αναμένεται να ενταθούν οι ιδεολογικές και πολιτικές συγκρούσεις για τον ανακαθορισμό των εθνικών μοντέλων ανάπτυξης αλλά και τη συνολική κατάσταση στον πλανήτη. Κυρίαρχη επιλογή θα είναι η ανανέωση των υφιστάμενων μοντέλων σε πιο σύγχρονες βάσεις. Όμως παντού θα υπάρξουν αλλαγές (ΗΠΑ, Ευρώπη, Αναδυόμενες χώρες κ.λ.π ).Ταυτόχρονα θα ενταθούν οι προσπάθειες υπερεθνικών ρυθμίσεων και διακρατικών ρυθμίσεων.
Οι επικίνδυνες αυτές εξελίξεις βρίσκονται σε σαφή αντίθεση με τις νέες δυνατότητες που παρέχει η ανάπτυξη των επιστημών, των νέων τεχνολογιών. Πρώτη φορά στην ιστορία των κοινωνιών είναι σήμερα δυνατό να σχεδιαστεί αποτελεσματικά η εξάλειψη της φτώχειας, της πείνας, των επιδημιών, του αναλφαβητισμού, των περιβαλλοντικών καταστροφών, να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για την ευημερία των δισεκατομμυρίων των κατοίκων της γης.
Για να αρθούν όμως τα ισχυρά εμπόδια που θέτουν επιμέρους εδραιωμένα συμφέροντα σ΄ αυτόν το δρόμο απαιτούνται παρεμβάσεις που θα αποκαταστήσουν το ρόλο της πολιτικής στο παγκόσμιο επίπεδο, που θα δαμάσουν τη λειτουργία των αγορών και θα ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ των εθνών.
Συνεπώς πρωταρχικός στόχος των αριστερών πολιτικών δυνάμεων και των κοινωνικών κινημάτων σε πλανητικό επίπεδο είναι να εργαστούν προς αυτή την κατεύθυνση ώστε να εκφραστούν συλλογικά τα συμφέροντα των δισεκατομμυρίων ανθρώπων που πλήττονται και απειλούνται από τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων.
Ήδη η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης προκαλεί αναδιατάξεις στους συσχετισμούς
οικονομικής, εμπορικής, νομισματικής και τεχνολογικής ισχύος, νέου τύπου αντιθέσεις και συμμαχίες σε συγκεκριμένα ζητήματα, αυξημένη ρευστότητα και απροσδιοριστία στις διεθνείς σχέσεις, περιλαμβανομένων όλο και περισσότερο και των πολιτικών σχέσεων. Παράλληλα, όλο και περισσότερο αναπτύσσεται η ανάγκη πολιτικών ρυθμίσεων της ανάπτυξης και λειτουργίας της άναρχα διαχεόμενης παγκοσμιοποίησης και των αντιφάσεων και κρίσεων που παράγει ή εγκυμονεί σε όλα τα επίπεδα.
Η όποια ρύθμιση και παρέμβαση, για να έχει προοπτική και αποτελεσματικότητα, για να επιτυγχάνει την ελάχιστη δυνατή συναίνεση, τόσο στο επίπεδο των διακρατικών σχέσεων όσο και στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων εντός των κρατών και εντός της παγκοσμιοποιούμενης κοινωνίας, δεν μπορεί παρά να προέρχεται από τη συμφωνία και την κοινή θέληση και απόφαση για δράση και επιδίωξη στόχων των εμπλεκομένων και όχι από τους «απρόσωπους» μηχανισμούς και τη «λογική» της μόνης αγοράς.
Αυτό το ζητούμενο είναι και η σημερινή, επικαιροποιημένη «ρεαλιστική ουτοπία» της αριστεράς. Στην παγκοσμιοποίηση των αγορών και των κεφαλαίων η ανανεωτική αριστερά επιδιώκει την παγκοσμιοποίηση των δικαιωμάτων, των ευκαιριών και της κοινωνικής προστασίας για όλους τους πολίτες.
Η πολιτική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης σε δημοκρατική κατεύθυνση είναι σήμερα αίτημα και στόχος της σύγχρονης δημοκρατικής αριστεράς αλλά και ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, συχνά συγκεχυμένα και καμιά φορά και αντιφατικά. Απαιτεί για την προώθηση του, μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, ισχυρότατες συσπειρώσεις κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, που θα αντιτάξουν στη σημερινή λογική της παγκοσμιοποίησης τη βούληση για πολιτική ρύθμιση, κοινωνική παρέμβαση και οικολογική εγρήγορση, ξεπερνώντας τις αμυντικές και αδιέξοδες αναδιπλώσεις σε πλαίσια και σε κλίμακες δράσης που αποδεδειγμένα αδυνατούν να ανταποκριθούν ακόμα και σε τέτοιες επιδιώξεις.
Η διαδικασία αυτής της παγκοσμιοποίησης υπό την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού «γεννά» την ίδια την αντιπαράθεσή της. Η πολιτική δομή της παγκοσμιοποίησης έγινε αυτή καθαυτή αντικείμενο μαζικής κινητοποίησης. Με κεντρικά συνθήματα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» και «οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη» αναπτύσσονται φαινόμενα κοινωνικής και πολιτικής αντίστασης και ανάτασης των κυριαρχούμενων, άνθηση μαζικών ριζοσπαστικών κινημάτων και αγώνων.
Έρχονται στο προσκήνιο κοινωνικές δυνάμεις και κάθε μορφής κινήματα βάσης που αναζητούν τη γενική συλλογική έκφρασή τους όπως το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ ενάντια στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και το ρατσισμό, για την υπεράσπιση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Τα κινήματα αυτά με την πάροδο του χρόνου έχουν ωριμάσει και από τα επιμέρους αιτήματα και κινητοποιήσεις τείνουν προς αιτήματα συστηματοποιημένα, προς δίκτυα επαφών, προς κοινές δράσεις και προς μορφές «θεσμοποίησής» τους.
Οι δυνάμεις της πολιτικής αριστεράς διεκδικούν την συμμετοχή των μελών τους στα κινήματα αυτά, την ουσιαστική συζήτηση και αναζήτηση δρόμων κοινής δράσης, την αλληλοεπίδραση και ώσμωση των ιδεών τους με τα κοινωνικά κινήματα του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, συμβάλλουν στο δημιουργικό τόπο συνάντησης του πολιτικού με το κοινωνικό, των εγχειρημάτων με ολιστική προσέγγιση με αυτά των θεματικών παρεμβάσεων.
Ο ΣΥΝ συμμετέχει στην στήριξη και ανάπτυξη του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ ως ιδρυτική συνιστώσα του Ευρωπαϊκού, σεβόμενος την αυτονομία των κινημάτων επηρεάζοντας και επηρεαζόμενος από αυτά και κυρίως μη διαλυόμενος και ρευστοποιούμενος σε αυτά.
Το να επιδιώκουμε την πολιτική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης σε δημοκρατική κατεύθυνση σημαίνει ότι οι δυνάμεις της σύγχρονης δημοκρατικής αριστεράς, σε κάθε επίπεδο και με όλα τα πρόσφορα μέσα, εργάζονται για τη συσπείρωση των πολιτών και των οργανώσεων τους ώστε να διαμορφώνονται πολιτικές στη χώρα τους και στο πλαίσιο διαχείρισης, διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία και στους πολιτικούς θεσμούς που θα κάνουν δυνατές τις παρεμβάσεις και τις ρυθμίσεις που μπορούν να τιθασεύουν τους μηχανισμούς της αγοράς, να εξομαλύνουν τη λειτουργία της, να συμπληρώνουν τις ελλείψεις που προκύπτουν από τις αντιφάσεις της, να αντικαθιστούν την ίδια την αγορά όταν το επιβάλλουν κοινωνικές και οικολογικές ανάγκες και στόχοι που διαπιστώνονται και διαμορφώνονται από πολιτικές διαδικασίες και αποφάσεις, όπου η παγκόσμια διάσταση και εμβέλεια θα αποτελεί όλο και περισσότερο βασικό συστατικό στοιχείο.
Το αίτημα της πολιτικής διακυβέρνησης και διεύθυνσης της παγκοσμιοποίησης σε δημοκρατική κατεύθυνση σημαίνει:
-την πολιτικοποίηση και τον εκδημοκρατισμό όλων των διεθνών οργανισμών (των ιδρυτικών τους συνθηκών των κανονισμών λειτουργίας τους, του τρόπου λήψης και εφαρμογής των αποφάσεών τους)που έως σήμερα ρυθμίζουν τις διεθνείς σχέσεις και πρακτικές σε διάφορα επίπεδα.
-την ίδρυση και άλλων, σε τομείς δραστηριότητας όπου δεν υπάρχουν, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Περιβάλλοντος με σύνθεση και αρμοδιότητες ανάλογες με εκείνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου(ΠΟΕ) και ένας αντίστοιχος οργανισμός για την καταπολέμηση της φτώχειας
-την υπαγωγή όλων αυτών των οργανισμών στη γενική πολιτική αρμοδιότητα του ΟΗΕ με παράλληλη αναμόρφωσή του ώστε να αναβαθμιστεί ο ρόλος και το βάρος των χωρών μελών του εκτός του Συμβουλίου Ασφαλείας, ενώ σε κάθε περίπτωση η σύνθεση του τελευταίου πρέπει να διευρυνθεί και να αντανακλά τις σημερινές πραγματικότητες και όχι τα δεδομένα των νικητών του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, το δικαίωμα στη διαμόρφωση του βέτο να επεκταθεί και σε άλλες χώρες, τουλάχιστον στην Ιαπωνία, αντιπροσωπευτικές χώρες του τρίτου κόσμου, όπως Ινδία, Βραζιλία, Ν. Αφρική, και το ίδιο το βέτο να μην μπορεί να ασκηθεί από μόνο μία χώρα
-τη ρητή περιγραφή των αρμοδιοτήτων του ΟΗΕ ώστε να περιλάβουν τη διαμόρφωση γενικής ισχύος αποφάσεων και τρόπου εφαρμογής τους σε τομείς όπως τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, τις βασικές κατευθύνσεις της βιώσιμης ανάπτυξης, κατευθύνσεις κοινωνικής και περιφερειακής συνοχής σε παγκόσμια κλίμακα, την προστασία του περιβάλλοντος, Τα μέσα χρηματοδότησης, εφαρμογής και ελέγχου των αποφάσεων να εξασφαλιστούν από την αναδιοργάνωση των υπαρχόντων προϋπολογισμών των διεθνών οργανισμών όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα κλπ, όπως και από νέους πόρους από τη συμφωνημένη διεθνώς φορολόγηση των χρηματιστικών συναλλαγών(φόρος Τόμπιν), από την ίδρυση ή ενίσχυση των υπαρχόντων Ταμείων για τη χρηματοδότηση της αποκατάστασης ζημιών από τη ρύπανση που προκαλούν τα πετρελαιοφόρα πλοία, το δικαίωμα της εκμετάλλευσης πόρων εκτός κρατικής κυριαρχίας κλπ.
Η προώθηση μιας τέτοιας και εξ ορισμού εξελικτικής και συνεχούς αναμόρφωσης του συστήματος διεθνών σχέσεων για τη διεύθυνση της παγκοσμιοποίησης προϋποθέτει και συνεπάγεται σήμερα την ενθάρρυνση και την ενίσχυση ευρύτερων και βιώσιμων και αποτελεσματικών περιφερειακών συσσωματώσεων (πολυκεντρικότητα-πολυπολισμός) αναλόγως με την ιστορία και τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των χωρών που προχωρούν προς αυτήν την κατεύθυνση στη βάση της εθελούσιας σύγκλισης και της αμοιβαιότητας των συμφερόντων.
Η Ε.Ε. είναι για μας μια τέτοια συσσωμάτωση.
Ο ρόλος της Ευρώπης στο νέο κόσμο- η αδήριτη ανάγκη για την Ευρωπαϊκή ενοποίηση – η θέση της Ελλάδας
Ο ΣΥΝ, σε ό,τι τον αφορά θα στηρίξει την επιτάχυνση και εντατικοποίηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Βιώνουμε σήμερα μια συνολική κρίση και απονομιμοποίηση του επί εικοσιπενταετία κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου μοντέλου και από αυτή την άποψη, όπως κάθε κρίση, ενέχει ευκαιρίες για την Αριστερά να αναλάβει πρωτοβουλίες για αλλαγή πλεύσης στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και θετικής για τους πολίτες διεξόδου από την κρίση.
Στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία βασικό βήμα προς την κατεύθυνση της πολιτικής διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης είναι η οικοδόμηση πολιτικών υποκειμένων τα οποία να μπορούν να έχουν την κλίμακα και τη δραστικότητα που θα τους επιτρέπουν να αντιλαμβάνονται τα πραγματικά επίδικα αντικείμενα της παγκοσμιοποίησης, να συνειδητοποιούν τα ειδικότερα συμφέροντά τους στον κόσμο, να μπορούν να αντιπαρατεθούν δημιουργικά και συνθετικά με άλλα υπαρκτά και δρώντα υποκείμενα, κράτη και επιχειρήσεις, της παγκοσμιοποίησης, να μπορούν να επιβάλουν συμβιβασμούς και συνθέσεις πολιτικού χαρακτήρα ως προς τη ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης, να μπορούν να είναι συντακτικές δυνάμεις για την αναβάθμιση των υπαρχόντων και για την ίδρυση νέων θεσμών, πάντα πολιτικού χαρακτήρα, που θα αποκρυσταλλώνουν την κίνηση της μεταρρύθμισης και της αλλαγής στην πορεία της παγκοσμιοποίησης.
Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η εξελισσόμενη σφοδρή παγκόσμια ύφεση, ανέδειξαν σε όλη τους την έκταση ότι οι όποιες στροφές από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τα όποια μέτρα των ηγεσιών των ΗΠΑ δεν είναι ικανά για να αντιστρέψουν ένα δυσμενέστατο παγκόσμιο κλίμα. Ανέδειξαν ότι η για πρώτη φορά άμεση και συντονισμένη δράση και μόνο της Ευρώπης μπόρεσε να προκαλέσει μια πρώτη αλλαγή κλίματος.
Η κινητοποίηση διπλάσιων πόρων σε σχέση με τις ΗΠΑ, το σχέδιο και οι ενέργειες για συμμετοχή έως και «κρατικοποίηση» τραπεζών, ο περιορισμός των διοικήσεών τους, οι εγγυήσεις της ρευστότητας, η γενικότερη πρόταση για παγκόσμια διαβούλευση για αναδιαμόρφωση του διεθνούς νομισματικού συστήματος, αλλά και το άνοιγμα στην προοπτική χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας αναδεικνύουν περίτρανα ότι η πολιτική θέση για εξισορρόπηση της κυριαρχίας των ΗΠΑ σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, πολιτικό, (αλλά και αμυντικό) μπορεί να επιδιωχθεί. Αυτό είναι δυνατόν να προωθείται από πολιτικά υποκείμενα και περιφερειακές ολοκληρώσεις που έχουν ή μπορεί να επιτύχουν δυνατότητες στην ίδια κλίμακα και με συγκεκριμένη αυτόνομη στρατηγική διαλόγου, διαπραγμάτευσης και συνδιαμόρφωσης της πορείας του κόσμου.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, και για να διαδραματίσει η Ε.Ε. ένα τέτοιο ευρύτερο ρόλο, σημαντικά τμήματα της ευρωπαϊκής αριστεράς αντιλαμβάνονται τη στρατηγική επιλογή υπέρ της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης, επιλογή που εξυπηρετείται από την οικοδόμηση της Ε.Ε. αλλά δεν συρρικνώνεται σε αυτήν υπό τη σημερινή της μορφή και εξέλιξη.
Στη διάρκεια των τελευταίων 50 χρόνων, το ιστορικά πρωτότυπο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης επηρεάστηκε καθοριστικά και σημαδεύτηκε από μεγάλες αλλαγές σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα, που γέννησαν ελπίδες και προσδοκίες αλλά και μεγάλους κινδύνους για την ανθρωπότητα. Η στενή συνεργασία στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Ε.Ε. επέφερε ανεκτίμητα οφέλη στους λαούς των κρατών-μελών. Η ειρήνη εδραιώθηκε ανάμεσα σε χώρες που αιματοκυλίστηκαν ως αντίπαλες επί αιώνες. Οι πόλεμοι ανάμεσα σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαίνεται ότι έχουν εξοβελιστεί οριστικά. Για μεγάλο χρονικό διάστημα η κοινωνική πρόνοια και η ευημερία των κρατών-μελών βελτίωσαν σημαντικά τη ζωή όλων όσων συμμετείχαν. Το κοινωνικό κράτος αποτέλεσε κορυφαίο ευρωπαϊκό επίτευγμα. Η εσωτερική αγορά και η κατάργηση των εσωκοινοτικών συνοριακών ελέγχων επέφεραν ουσιαστικά οφέλη στους πολίτες μέχρι και τη δεκαετία του ’80.
Μετά την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, το 1987, και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το 1992, αντί για την προώθηση της ολοκλήρωσης, εξομοιώθηκαν οι συνθήκες ανταγωνισμού στα κράτη – μέλη, με συνέπεια τη διευκόλυνση της εφαρμογής των κανόνων της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας και την υποταγή της πολιτικής στην οικονομία. Η στρατηγική της Λισαβόνας για μια άκρως ανταγωνιστική οικονομία ενέτεινε ακόμα περισσότερο αυτή την αλλαγή πλεύσης. Η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής δεν οδήγησε σε βελτίωση των συνθηκών ζωής των ευρωπαίων πολιτών αλλά σε αύξηση της ανεργίας και μείωση της ανάπτυξης, σε μετεγκαταστάσεις επιχειρήσεων, σε διεύρυνση των εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων, συρρίκνωση των δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών και των περιβαλλοντικών στάνταρτς. Η επέκταση του εργάσιμου βίου, η μακροχρόνια ανεργία και η ανεργία των νέων, οι μισές δουλειές, η προσωρινή και ελαστική απασχόληση, οι ανεπαρκείς μισθοί, η ακρίβεια, η απλήρωτη πρακτική άσκηση, η άσκηση ψυχολογικής και σωματικής πίεσης, οι εξαθλιωμένοι μετανάστες που περιφέρονται στις ευρωπαϊκές πόλεις αναζητώντας την ελπίδα, ο φόβος, η απώλεια της αλληλεγγύης και η βία κατά των πιο αδύναμων, αποτελούν σκανδαλώδη και απαράδεκτη πραγματικότητα που συνυπάρχει με τις αστρονομικές αμοιβές των μάνατζερ και με την εκρηκτική αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων, των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι με συνέπεια όλο και περισσότεροι άνθρωποι να δυσανασχετούν, να απογοητεύονται και να αποστρέφονται την ευρωπαϊκή πολιτική, αισθανόμενοι αβοήθητοι μπροστά σε τέτοιες εξελίξεις.
Οι νεοφιλελεύθερες επιλογές, όπως αποτυπώνονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας, υπονόμευσαν το θετικό βήμα της δημιουργίας του ενιαίου νομίσματος Και ενώ η εισαγωγή του ευρώ διευκόλυνε σημαντικά τις διασυνοριακές οικονομικές ανταλλαγές και τους πολίτες, με το ενιαίο νόμισμα να αποτελεί ασπίδα σε περιόδους κρίσης - και στη σημερινή - ιδίως για τις πιο αδύναμες οικονομικά χώρες της ζώνης του ευρώ, όπως η Ελλάδα, η ανεξέλεγκτη ΕΚΤ επέβαλε μια οικονομική και νομισματική πολιτική μονομερώς προσανατολισμένη στον έλεγχο των ελλειμμάτων, του χρέους και του πληθωρισμού, χωρίς αυτή να έχει γίνει προηγουμένως αποδεκτή με δημοκρατικές διαδικασίες από κανένα κράτος-μέλος. Ευνοήθηκαν τα κέρδη από χρηματοοικονομικές επενδύσεις και η κερδοσκοπία. Η παγκόσμια κρίση και η συνακόλουθη ύφεση επιβεβαιώνουν, με δραματικό δυστυχώς τρόπο, την αποτυχία των δογμάτων της νεοφιλελεύθερης οικονομικής ορθοδοξίας. Το ιδεολόγημα του αναγκαστικού μονόδρομου, των ανεξέλεγκτων και αυτορρυθμιζόμενων αγορών, της ιδιωτικοποίησης των πάντων, του λιγότερου κράτους και του τέλους της ιστορίας, καταρρέει παταγωδώς.
Στο μεταξύ, στο διεθνές πεδίο, η Ευρώπη, χωρίς δυνατότητες ουσιαστικής παρέμβασης, βρέθηκε αντιμέτωπη με το τέλος του διπολισμού και την κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», με την αξίωση των ΗΠΑ για μονοπολική διεύθυνση του κόσμου και χωρίς να διαθέτει τον απαιτούμενο βαθμό ολοκλήρωσης και κοινών – ενιαίων πολιτικών, ώστε να διαδραματίσει το διεθνή ρόλο που της αξίζει ως δύναμη ειρήνης και διεθνούς συνεννόησης, απαιτώντας το σεβασμό του διεθνούς δικαίου και προωθώντας μια νέα παγκόσμια αρχιτεκτονική.
Παρά τις αρνητικές εξελίξεις στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, ο χώρος της Ε.Ε παραμένει το τμήμα του αναπτυγμένου κόσμου με τα περισσότερα κατακτημένα δικαιώματα και τις περισσότερες δυνατότητες για αλλαγή των συσχετισμών και τη διαμόρφωση συμμαχιών για την προοδευτική αλλαγή των μοντέλων ανάπτυξης παγκοσμίως.
Η Ε.Ε. οφείλει να αλλάξει τις δομές και τις πολιτικές της σε όφελος των ευρωπαίων πολιτών αλλά και να παρέμβει ενεργά στη διαμόρφωση ενός διαφορετικού παγκόσμιου πλαισίου για την ενδυνάμωση των οικουμενικών δημοκρατικών θεσμών, την ισορροπία του παγκόσμιου συστήματος και την καταπολέμηση των κάθε είδους ανισοτήτων.
Σήμερα, η ενοποίηση και πολιτική ολοκλήρωση της Ε.Ε. είναι περισσότερο αναγκαία από κάθε προηγούμενη περίοδο. Με Σύνταγμα συνώνυμο με τη δημοκρατία, την ελευθερία, την κοινωνική προστασία, την προστασία του περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη της ειρήνης, που θα υιοθετηθεί δημοκρατικά. Μια Ε.Ε. πολιτικά ενοποιημένη σε ομοσπονδιακή βάση, με ισχυρό και αποφασιστικό ρόλο του Ευρωκοινοβουλίου και των άλλων δημοκρατικών θεσμών, που θα εμπεριέχει την εκχώρηση εθνικών εξουσιών αλλά και θα διαφυλάττει ταυτοχρόνως την αυτοτέλεια των εθνικών κρατών και των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων τους. Μια Ε.Ε. με κοινή οικονομική πολιτική, ιδιαίτερα σε επίπεδο ευρωζώνης, με ενιαίους κανόνες ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων και πολιτικό έλεγχο στην ΕΚΤ. Μια Ε.Ε. που θα διαθέτει θεσμικά μια Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της Ε.Ε, που δεν θα σημαίνει απλώς συμφωνία σε κάποιες θέσεις ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής αλλά θα έχει διάρκεια μέσα στο χρόνο και από κοινού διαμόρφωση θέσεων και δράσεων, με κοινούς κανόνες για ανάλυση και απόφαση, κοινά όργανα για εφαρμογή. Η αμυντική θωράκισή της, αφού πρώτα η Ε.Ε. απαλλαγεί από την αγκίστρωσή της στο ΝΑΤΟ, αποτελεί το αναγκαίο παρακολούθημα.
Τα σημερινά εθνικά κράτη της ΕΕ διαθέτουν τη μόνη ρεαλιστική εναλλακτική δυνατότητα να συμμετάσχουν στις εξελίξεις και τις αλλαγές στον κόσμο: τον «συνεταιρισμό» μεταξύ τους, ασκώντας από κοινού πολλές αρμοδιότητες και εξουσίες που αλλιώς χάνουν χωρίς αντάλλαγμα.
Στο πεδίο μιας πολιτικά ενοποιημένης ΕΕ αποκτούν νέο νόημα και νέα πειστικότητα τόσο τα κινήματα όσο και η πολιτική παρέμβαση στους θεσμούς, η ανάπτυξη διεκδικήσεων και αγώνων στην κατάλληλη διάσταση, αλλά και συναινέσεων, ευρύτερων συσπειρώσεων. Εδώ βασίζεται ο αριστερός ευρωπαϊσμός.
Η αντιπρόταση της ευρωπαϊστικής αριστεράς για τη βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτική κρίσης και της ύφεσης πρέπει να είναι ξεκάθαρη.
Η σφοδρότητα της ύφεσης αναδεικνύει την ανάγκη πολύ ευρύτερης δημοσιονομικής παρέμβασης, που μόνο κεντρικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορούσε να αναληφθεί, όχι από τα χαλαρά συντονιζόμενα επιμέρους κράτη. Αυτό το 1,5 % του ΑΕΠ που αποφασίστηκε από τα ενωσιακά όργανα να διατεθεί, δεν μπορεί να είναι ένα και μοναδικό χρηματοδοτικό μέσο που θα αφορά το σύνολο των extra παρεμβάσεων των κρατών –μελών. Δεν καλύπτει ούτε τη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας σε πολύ βραχυπρόθεσμη βάση. Αυτό το 1,5% πρέπει να εκταμιευτεί άμεσα και να αφορά αποκλειστικά μέτρα ενίσχυσης της ασφάλειας στις αγορές εργασίας που σήμερα βρίσκονται σε πλήρη μαρασμό. Να κατευθύνεται, αποκλειστικά, σε αυξημένα επιδόματα ανεργίας, ασφαλιστικά ταμεία, επιπλέον προγράμματα κατάρτισης και διά βίου εκπαίδευσης, προγράμματα απασχόλησης κυρίως στην κοινωνική οικονομία.
Σε ό,τι αφορά τους μισθούς για το 2009, για λόγους αποτροπής μιας σπειροειδούς διαδικασίας που θα οδηγούσε στον αποπληθωρισμό, σε κάθε χώρα- μέλος, θα πρέπει να διασφαλισθεί, τουλάχιστον, ένα κατώφλι όπου το ποσοστό αυξήσεων θα ξεκινάει από το άθροισμα του πληθωρισμού συν την παραγωγικότητα.
Για την έξοδο από τη κρίση απαιτούνται επί πλέον πολιτικές επιλογές και χρηματοδοτικά μέτρα, άμεσης προτεραιότητας πολλαπλάσια του 1,5% του ΑΕΠ, που εντός του 2009 θα πρέπει να διατεθούν για συμπληρωματικές επενδύσεις, στην ενέργεια, στις διηπειρωτικές υποδομές, στην καινοτομία, στην κοινωνική κατοικία και στην οικολογική και αειφόρο ανάπτυξη. Η επιβάρυνση από όλα αυτά δεν θα πρέπει να συνυπολογίζεται στους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας.
Η Ε.Ε. οφείλει επίσης να κινητοποιήσει τις δυνάμεις της για άμεση προώθηση μιας συνεκτικής και συντεταγμένης ευρωπαϊκής φορολογικής πολιτικής, στην κατεύθυνση των ενιαίων ρυθμίσεων και μέτρων, που θα αφορά κυρίως τις επιχειρήσεις, τις μεγάλες περιουσίες.
Τέλος, στη φάση αυτή είναι πρόδηλη η αναγκαιότητα για τον συντονισμό του δημόσιου δανεισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και για ίδρυση ενός Ειδικού Ταμείου με την ευθύνη της ΕΚΤ, που προτείνεται και από ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις και τα ευρωπαϊκά συνδικάτα, για την έκδοση ευρωπαϊκών ομολόγων που θα επιτρέψει στα κράτη –μέλη, και ιδιαίτερα σε αυτά που διαθέτουν πολύ χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα, να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό με χαμηλότερο επιτόκιο.
Αναζητώντας τους άξονες πολιτικών σε μια μεσομακροπρόθεσμη βάση που θα προωθεί το σταθερό όραμα μιας Ευρώπης κοινωνικής και οικολογικής, αφετηριακό στοιχείο μας θα πρέπει να αποτελεί η πολιτική απόφαση για ενιαία ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση σε προοδευτική κατεύθυνση. Αυτή θα πρέπει να διασφαλίζει τον πολιτικό έλεγχο της ΕΚΤ από τα εκλεγμένα θεσμικά όργανα, μακρόπνοες διαρθρωτικές πολιτικές, πολιτικές για την προστασία του περιβάλλοντος και για την αγορά εργασίας, την πλήρη νομική δεσμευτικότητα του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικά και όχι εξαντλητικά αναφέρονται:
-Η αντικατάσταση του δημοσιονομικού «κορσέ» του Συμφώνου Σταθερότητας με ένα Σύμφωνο το οποίο θα συνυπολογίζει, όχι μόνο τον πληθωρισμό, τα ελλείμματα και το χρέος, αλλά και την απασχόληση, την κοινωνική συνοχή και την ανάπτυξη. Πρώτο βήμα η εξαίρεση των επενδύσεων από τον υπολογισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος.
-Η ραγδαία αύξησητου κοινοτικού προϋπολογισμού, που για την προσεχή 5ετία προβλέπεται να αγγίζει μόλις το 1% του ΑΕΠ της Ε.Ε., ως εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση της συνοχής στη διευρυμένη Ένωση.
-Η προώθηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής δημοσίων επενδύσεων διευρωπαϊκών δικτύων και υποδομών στις μεταφορές, τηλεπικοινωνίες, προστασία περιβάλλοντος και την ενέργεια, με τη διασφάλιση των χρηματοδοτήσεων από ευρωπαϊκά ομόλογα και ίδιους πόρους.
-Η εναρμόνιση και ο συντονισμός στο πεδίο της φορολογίας των επιχειρήσεων. Η εγκαθίδρυση πράσινων φόρων. Η ανακατανομή του φορολογικού βάρους που επιβαρύνει την εργασία προς τα κέρδη του κεφαλαίου και τις μεγάλες περιουσίες.
- Η κατοχύρωση και η διεύρυνση των δημόσιων υπηρεσιών και των κοινών και προσβάσιμων για όλους αγαθών, με τη διασφάλιση ενός ευρύτατου δικτύου κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης
-Η εξάλειψη των ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας, η στόχευση της πλήρους απασχόλησης με σταθερή προώθηση της μείωσης του χρόνου εργασίας, της εβδομάδας των 35 ωρών και όλες τις άλλες μορφές μείωσης και αναδιοργάνωσης του χρόνου εργασίας, Ο σεβασμός και η ισχυροποίηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
-Η διασφάλιση ότι οι εθνικές μειονότητες, οι μειονότητες των μεταναστών και των παράνομα εργαζομένων καθώς και τα άτομα με ειδικές ανάγκες θα ωφεληθούν πλήρως από όλες τις πολιτικές απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας της ΕΕ.
-Η περιβαλλοντική προστασία στις πόλεις και στην περιφέρεια, η αποτροπή της συρρίκνωσης της ευρωπαϊκής βιοποικιλότητας, η επισιτιστική επάρκεια, η προστασία των καταναλωτών, η ασφάλεια των τροφίμων με τη θεσμοθέτηση κοινοτικών οργάνων για τη διαμόρφωση και τον έλεγχο της εφαρμογής τους.
Η Ε.Ε βρίσκεται, όσο ποτέ άλλοτε, σε σταυροδρόμι. Είτε θα συνεχίσει την παρούσα πολιτική της, που βαθαίνει την οικονομική, κοινωνική, επισιτιστική και ενεργειακή κρίση, είτε θα μετατραπεί σε μια περιοχή βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής δικαιοσύνης, ειρήνης και αμοιβαίας συνεργασίας, ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, δημοκρατικής συμμετοχής και αλληλεγγύης, στην οποία ο εθνικισμός, ο εξτρεμισμός, ο ρατσισμός και ο πολιτικός φονταμενταλισμός θα αποκλείονται. Μια περιοχή στην οποία ο δημοκρατικός αντιφασισμός θα αποτελεί κοινή πρακτική.
Οι πολίτες της ΕΕ πρέπει να αποφασίσουν πώς θα προχωρήσουν. Ούτε η παραίτηση, ούτε η αποχή μπορούν να δώσουν απαντήσεις.
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας ως κυρίαρχη χώρα.
Η Ελλάδα μέλος της Ε.Ε., μετέχει σε διεθνείς οργανισμούς και σε περιφερειακές συνεργασίες και προωθεί αναπτυσσόμενες σχέσεις στο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Μεσογείου, με τη Ρωσία, τον Αραβικό κόσμο και άλλες χώρες. Η θέση της σε μια περιοχή, όπου υπάρχουν χρόνια προβλήματα και βρίσκουν την έκφρασή τους παλιές και σύγχρονες διεθνείς αντιθέσεις, προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εξωτερική της πολιτική, ως κυρίαρχη χώρα, και στις επιλογές που γίνονται στο πεδίο αυτό.
Ο ΣΥΝ υποστηρίζει σταθερά ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας οφείλει να βρίσκεται στο πλευρό όσων αγωνίζονται για την υπεράσπιση της διεθνούς νομιμότητας και να αντιτίθεται στις επεμβάσεις και τους πολέμους.
-Να προωθεί την ειρηνική λύση των διαφορών με τις γειτονικές χώρες, θέτοντας τέλος στο κυνήγι των εξοπλισμών.
-Να στηρίζει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό που θα διασφαλίζει το ενιαίο, ομόσπονδο, διζωνικό, δικοινοτικό κράτος, θα βάζει τέλος στην ύπαρξη στρατευμάτων κατοχής μέσα από την απόρριψη πολιτικών τετελεσμένων και αναζήτηση διεξόδων που θα μπορούν στο ορατό μέλλον να καλύπτουν και τις δύο κοινότητες. Να υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες που ο πρόεδρος Χριστόφιας έχει αναλάβει στην κατεύθυνση αυτή.
-Να υποστηρίζει την ευρωπαϊκή πορεία και ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με πλήρη σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και την επίλυση όλων των ελληνοτουρκικών διαφορών με πλήρη ατζέντα προς επίλυση όλων των υπαρκτών ελληνοτουρκικών διαφορών και την υπογραφή για συνυποσχετικό και διαιτησία στη Χάγη.
-Να επιδιώκει την άμεση απεμπλοκή και οριστική διευθέτηση του προβλήματος της ονομασίας της FYROM με την υιοθέτηση μιας σύνθετης ονομασίας γεωγραφικού ή χρονικού προσδιορισμού, και την εκπόνηση από τη χώρα μας μιας ανοικτής πολιτικής, οικονομικής, πολιτισμικής πρότασης ευρύτατης συνεργασίας με τις βαλκανικές χώρες.
- Να συμμετέχει ενεργά σε διεθνείς πρωτοβουλίες για δικαιοσύνη και ειρήνη στην Εγγύς Ανατολή με την αμοιβαία αναγνώριση δυο ανεξάρτητων κρατών, Ισραήλ και Παλαιστίνης, και το σεβασμό της κρατικής οντότητας του Λιβάνου και να ενώνει τη φωνή της με άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τον άμεσο τερματισμό της κατοχής στο Ιράκ και τη απόσυρση όλων των ιμπεριαλιστικών στρατευμάτων.
-Να αρνείται σθεναρά τη συμμετοχή και διευκόλυνση στους διαρκείς πολέμους των ΗΠΑ και των προθύμων συμμάχων τους.
ΟΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΩΡΑ
Η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει ένα σύνθετο και πολύπλοκο σύνολο επιλογών. Η προοδευτική μεταρρύθμιση σε αριστερή κατεύθυνση δομών και λειτουργιών της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής οφείλει να έχει σαφή γενικό προσανατολισμό και σαφή κριτήρια επιλογών ανάμεσα σε πολλές υπαρκτές πολιτικές και λύσεις για κάθε πρόβλημα, ώστε να μην καταλήγει σε απλή προσπάθεια αμυντικής και παθητικής προσαρμογής και συχνά μάλιστα προς αντιφατικά πρότυπα, σε βάρος του περιβάλλοντος και των πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.
Το σύστημα των προτάσεων και πολιτικών που ακολουθούν αφενός θα επιδιώκουν την εξισορρόπηση της οικονομίας και αφετέρου θα επιδιώκουν την εξασφάλιση νέων ισορροπιών συμφερόντων και μείωση των ανισοτήτων.
Η ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά θα αναδεικνύεται αποτελεσματική προοδευτική δύναμη της κοινωνίας στο βαθμό που θα προωθεί ριζικές ανακατανομές της πολιτικής και κοινωνικής ισχύος με στόχους:
-την αναβάθμιση του παραγωγού στην παραγωγή και τη διανομή του πλούτου,
- την αναβάθμιση του πολίτη στο σύστημα διακυβέρνησης,
- την αναβάθμιση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο.
Το εναλλακτικό σχέδιό μας για να έχει τα εχέγγυα της αξιοπιστίας και της αποτελεσματικότητας οφείλει να είναι συνολικό: λύσεις για το σήμερα ενταγμένες στην απελευθερωτική προοπτική του αύριο.
-Η ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά οφείλει να εκφράσει τις επιδιώξεις των δυνάμεων της εργασίας και του πολιτισμού να βελτιώνουν σταθερά τη θέση τους σε μια κοινωνία που θα αλλάζει ραγδαία. Από τη στατική αντίληψη της «υπεράσπισης των κεκτημένων» πρέπει να περάσει στη δυναμική θεώρηση του κόσμου, να διεκδικήσει δηλαδή νέες κατανομές της πολιτικής και της κοινωνικής ισχύος, νέες ισορροπίες συμφερόντων μέσα στις οποίες οι σημερινές ανισότητες σταθερά θα μειώνονται.
-Το κρατικό δεν είναι a priori, από την κοινωνική του φύση, οικονομικά πιο αποδοτικό, κοινωνικά πιο δίκαιο από το ιδιωτικό, δεν εισάγει αυτομάτως νέες εργασιακές, νέες κοινωνικές σχέσεις. Αντίστροφα, πολλές φορές υπολείπεται. Επομένως, το κρατικό πρέπει να αποδείξει ότι είναι προτιμότερο από οικονομική και κοινωνική άποψη από το ιδιωτικό.
Οι δημόσιες επιχειρήσεις πρέπει να λειτουργούν απελευθερωμένες από την υποταγή στη γραφειοκρατία και την υποτέλεια στο εκάστοτε κυβερνητικό κόμμα. Η κυβέρνηση πρέπει να ορίζει κανόνες, η οικονομική πολιτική να διαγράφει τους στόχους, η δημόσια επιχείρηση πρέπει να είναι υπεύθυνη για το αποτέλεσμα.
- Η αγορά δεν ταυτίζεται με τον καπιταλισμό και παραμένει το πεδίο πάνω στο οποίο συναντώνται όλες οι παραγωγικές δραστηριότητες.
Η αγορά εκπέμπει μηνύματα, η ανάλυση και η αξιοποίηση αυτών των μηνυμάτων πραγματοποιείται ή δεν πραγματοποιείται με πολιτικές.
Η αγορά συνυπάρχει με πολιτικές, ελέγχει πολιτικές, δεν υποκαθιστά πολιτικές. Ελέγχεται από πολιτικές, δεν υποκαθίσταται από πολιτικές.
Το σύνθημα «Σεβόμαστε την αγορά αλλά δεν αφήνουμε την αγορά να φτιάχνει τους κανόνες και τις πολιτικές» αποδίδει ακριβώς την πολιτική στάση απέναντί της.
Η αγορά όμως δεν εξασφαλίζει μηχανισμούς αποφάσεων που θα επιτρέπουν στις σημερινές κοινωνίες να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της εποχής: την ανάπτυξη των τεχνολογιών, την εξασφάλιση της απασχόλησης και την προστασία του περιβάλλοντος και βεβαίως την αντιστροφή της ύφεσης.
-Τα μονιμότερα προβλήματα που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία και που αφορούν τη χρόνια δημοσιονομική κρίση τα μεγέθη και την ποιότητα της παραγωγικής διάρθρωσης της χώρας είναι αποτελέσματα πολιτικών που εφαρμόζονται με παραλλαγές τα τελευταία χρόνια όταν οι διεθνείς συνθήκες είχαν αλλάξει ριζικά, όταν οι τεχνολογικές εξελίξεις και η διεθνοποίηση επέβαλαν βαθιές αναδιαρθρώσεις και προσαρμογές. Αυτά παροξύνονται παροξύνονται σήμερα από τη χρηματοπιστωτική κρίση που περνάει στην πραγματική οικονομία.
Τα βασικά στοιχεία αυτών των πολιτικών ήταν:
Η αναχρονιστική αντίληψη ότι στο σημερινό επίπεδο της τεχνολογίας είναι δυνατό με χαμηλότερο μισθό να αυξηθεί η παραγωγικότητα και να εκσυγχρονιστεί η παραγωγή.
Η αυταπάτη ότι οι βαθιές αναδιαρθρώσεις και οι προσαρμογές στα νέα τεχνολογικά και διεθνή δεδομένα μπορούσαν να γίνουν μέσα από τους μηχανισμούς της αγοράς μόνο από τις μικρές ελληνικές επιχειρήσεις.
Η εδραιωμένη πεποίθηση ότι ο δημόσιος τομέας της οικονομίας είναι ένα μεγάλο πεδίο συναλλαγής για τη διεύρυνση της κομματικής πελατείας, για τη στήριξη του κόμματος στην εξουσία, διέξοδος για την αντιμετώπιση της ανεργίας και μηχανισμός συμπλήρωσης του ιδιωτικού τομέα που συχνά καλείται να υπηρετήσει.
Η αντίληψη ότι το φορολογικό σύστημα πρέπει να στηρίζει την παρούσα δομή εισοδημάτων. Το φορολογικό σύστημα δεν παίζει στην Ελλάδα αναδιανεμητικό ρόλο, αλλά τον αντίστροφο από εκείνον που επιτελεί σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Δεν μειώνει τις ανισότητες, τις διευρύνει.
Απαιτούνται πολιτικές επιλογές και συγκεκριμένα μέτρα για να ανατραπούν άρδην αυτές οι τάσεις και να αλλάξουν οι πολιτικές που τις διαμόρφωσαν.
Ως ανταγωνιστική δύναμη προς όλες τις πολιτικές δυνάμεις τις χώρας, εκδιπλώνοντας τις πολιτικές μας προτάσεις, δεν αρκεί να καταγγέλλουμε την Κυβέρνηση της ΝΔ και τις προηγούμενες του ΠΑΣΟΚ. Ούτε πείθουμε κανένα με το να προβάλλουμε γενικώς το σύνολο των αιτημάτων των συνδικαλιστικών φορέων κάθε χώρου, που σε αρκετές περιπτώσεις αλληλοαναιρούνται και είναι λανθασμένα αφού δεν λαμβάνουν υπόψη, λχ. την οικολογική διάσταση ή παράγοντες κοινωνικής δικαιοσύνης.
Θα πρέπει να προτάξουμε κεντρικές πολιτικές επιλογές που θα αντιπαρατίθενται, επί της ουσίας, στον τρισδιάστατο ακρωτηριασμό της κοινωνίας, που προτείνουν οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού: τον περιορισμό των δημόσιων δαπανών, τον περιορισμό του κοινωνικού κράτους, τον περιορισμό της δημοκρατίας.
Θα πρέπει να αναδείξουμε προγραμματικές προτεραιότητες για τη χώρα, το περιβάλλον, τους πολίτες (τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους νέους, τις γυναίκες, τους συνταξιούχους κλπ) αλλά και για τις επιχειρήσεις καθώς και για σημαντικούς τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας.
ι)Το αίτημα ενός προτύπου ανάπτυξης, με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορία για την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας μας, με διεύρυνση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής, έχει προεξάρχουσα θέση. Οι στοχεύσεις και οι πολιτικές-μέτρα θα βρίσκονται στον αντίποδα της επιτάχυνσης της απελευθέρωσης των αγορών και της έντασης των ιδιωτικοποιήσεων.
Αυτό πρέπει να αποσκοπεί:
-Στην ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης σε όλες τις πολιτικές και την αειφορία ως βασικό κριτήριο των επιλογών σε όλους τους τομείς, στη γεωργία, τη βιομηχανία, τον τουρισμό, την ενέργεια εν γένει στις υπηρεσίες.
-Στην κοινωνία και την οικονομία της γνώσης και της τεχνολογίας σε συνθήκες προϊούσας διεθνοποίησης. Στην ολόπλευρη σύγκλιση με την Ε.Ε.
-Στη διασφάλιση κοινωνικού κράτους γενικής εφαρμογής, με αναδιανομή του εισοδήματος, με καταπολέμηση της ανεργίας στην κατεύθυνση της πλήρους απασχόλησης, με διαρκή βελτίωση της κοινωνικής προστασίας, ασφάλειας, υγείας και διαβίωσης, καθώς και με επέκταση της πρόσβασης σε βασικά δημόσια αγαθά.
Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει:
- Την Αλληλεγγύη με τη Φύση και το Παγκόσμιο Οικολογικό Σύστημα που απαιτεί ριζικές αλλαγές στην ελληνική περιβαλλοντική νομοθεσία. Την Αλληλεγγύη στις επόμενες γενιές που απαιτεί: την «ενεργειακή λιτότητα» με ανάπτυξη ήπιων, ανανεώσιμων πηγών και καταστολή της κατανάλωσης ορυκτών ενεργειακών πόρων με κάθε πρόσφορο τρόπο, την αποτελεσματική προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με προστατευόμενες περιοχές, ακτές και δάση, με διαχείριση των νερών ως φυσικό πόρο σε ανεπάρκεια, με χωρικά δίκαιη διαχείριση απορριμμάτων και αποβλήτων, με δεσμευτικό χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό και κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης, την κατάργηση της γενετικής βιομηχανίας, τα μέτρα προειδοποίησης και πρόληψης από τις φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές.
-Τη βαθιά τομή στο χώρο του δημόσιου τομέα, με δημόσια διοίκηση που θα μετατραπεί από τροχοπέδη κάθε παραγωγικής προσπάθειας σε αποφασιστικό αρωγό της και με νέο ρόλο των απαραίτητων δημόσιων επιχειρήσεων.
-Την κοινωνικά δίκαιη και περιβαλλοντικά ισορροπημένη περιφερειακή ανάπτυξη, με αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση, αιρετή περιφέρεια και ισχυρούς δήμους, διεύρυνση του ρυθμιστικού και οικονομικού τους ρόλου με ιδιαίτερη συμβολή τους στην ανάπτυξη της «κοινωνικής οικονομίας».
-Τη δημοκρατική φορολογική μεταρρύθμιση, που συνίσταται στην αναλογική και προοδευτική συμβολή όλων των πολιτών και περιλαμβάνει και τον αρνητικό φόρο εισοδήματος για νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος. Την εξοικονόμηση πόρων μέσα από τον περιορισμό στο ελάχιστο του τερατώδους μηχανισμού μεταφοράς εισοδημάτων υπό τη μορφή κινήτρων, επιδοτήσεων, επιχορηγήσεων και φοροαπαλλαγών. Ιδιαίτερες περιοχές αναζήτησης πόρων η φορολόγηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, η εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία και οι φοροαπαλλαγμένες εμπορικές συναλλαγές τους.
-Την αντιμετώπιση του υπέρογκου ελλείμματος του ισοζυγίου συναλλαγών και του εμπορικού ισοζυγίου(σταθερά αρνητική πρωτιά στην Ε.Ε.) Το έλλειμμα αυτό αντανακλά δομικά προβλήματα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Η χώρα παράγει προϊόντα και υπηρεσίες που δεν καταναλώνονται ούτε στο εσωτερικό και αντιθέτως εισάγει άλλα ή ομοειδή συνεχώς. Αυτό σημαίνει είτε λαθεμένες επιλογές παραγωγικών προτύπων είτε υψηλό κόστος παραγωγής. Τραγική συνέπεια είναι ότι διαρκώς επιχειρήσεις κλείνουν και η ανεργία εκτινάσσεται στα ύψη. Η πολιτική επιλογή πρέπει να εστιάζεται πρώτα απ’ όλα στον εντοπισμό των τομέων παραγωγικής δραστηριότητας που είναι σε θέση να αποτελέσουν πόλους ανάπτυξης για τη χώρα ή εστίες συγκριτικού πλεονεκτήματος μέσω παραγωγικών και τεχνολογικών εξειδικεύσεων που ταυτόχρονα θα σέβονται το περιβάλλον. Στις γενναίες επενδύσεις στην παιδεία, στην επιστημονική έρευνα.. Στην στήριξη στην πλήρη απασχόληση, στη σταθερή και ποιοτική εργασία και σε ικανοποιητικούς μισθούς. Η χώρα οφείλει να δώσει τη μάχη της ανταγωνιστικότητας στο πεδίο της καινοτομίας και της ποιότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών, που ενσωματώνουν τεχνολογικό προβάδισμα και υψηλή προστιθέμενη αξία.
-Την ανάδειξη του τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας(ΑΠΕ) ως τομέα πρωταρχικής επιλογής στήριξης και δημόσιας παρέμβασης. Η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα απόδοσης και ανάπτυξης των ΑΠΕ(αιολική, ηλιακή, κυμάτων). Η εντατική επενδυτική πρωτοβουλία, η ανάπτυξη της καινοτομίας της έρευνας θα έχει πολύπλευρη απόδοση και πρώτα απ΄ όλα στην ουσιαστική μείωση της ενεργειακής εξάρτησης καθώς και στην ουσιαστική αύξηση της απασχόλησης περιφερειακά κατανεμημένης. Στοχευμένα κίνητρα, χωροταξικές επιλογές και διασφάλιση τοπικών συναινέσεων κρίνονται απολύτως απαραίτητα.
-Τη διαμόρφωση ενός ισχυρού πυλώνα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα υπό τον έλεγχο του δημοσίου, που θα περιλαμβάνει την Εθνική, όπου το δημόσιο επανακτά το κρίσιμο πακέτο μετοχών για τον ουσιαστικό έλεγχό της, και τις λοιπές τράπεζες δημόσιου συμφέροντος. Στόχος η εξασφάλιση της ομαλής ροής του χρήματος και της χρηματοδότησης της οικονομίας, η συμπίεση των επιτοκίων.
-Την ουσιαστική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με ενίσχυση για απρόσκοπτη ροή της χρηματοδότησής τους, με νομοθετική κατάργηση των καταχρηστικών πρακτικών και χρεώσεων των τραπεζών, με οργάνωση και έλεγχο του τομέα παροχής υπηρεσιών, με συλλογική συμμετοχή τους στις κρατικές προμήθειες.
-Την πρωταρχική κρατική μέριμνα για χρήσεις γης στην ύπαιθρο, για εκσυγχρονισμό της γεωργίας, των μεταποιητικών μονάδων αλλά και των δικτύων εμπορίου και διακίνησης αγροτικών αγαθών, για μεταφορά πόρων στον πυλώνα της Αγροτικής Ανάπτυξης ώστε να ενισχυθούν κατά προτεραιότητα τα αγροτικά νοικοκυριά. Την επιδίωξη της πολυλειτουργικότητας του αγροτικού τομέα, με έμφαση στη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Την στοχευμένη και συνεπή ενίσχυση της κτηνοτροφίας, κύριας πηγής εισοδήματος αγροτικού πληθυσμού για περιοχές όπου δεν υπάρχουν άλλες πηγές απασχόλησης. Την εξυγίανση και πλήρη ανασυγκρότηση των αγροτικών συνεταιρισμών και οργάνωση των αγροτών όπως οι ομάδες παραγωγών.
-την πλήρη και αξιοπρεπή απασχόληση και τη θέσπιση της 35ωρης εβδομαδιαίας εργασίας. Εργασιακές σχέσεις και συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας που παρέχουν στους εργαζόμενους, Έλληνες και μετανάστες σιγουριά, και διαμορφώνουν όρους δημιουργικής και υπεύθυνης απασχόλησης, που ευνοούν τη συλλογικότητα, τη συνεργασία, την ανάληψη ευθυνών και την αλληλεγγύη.
-τη διασφάλιση της κοινωνικής ασφάλειας όσων διαβιούν στη χώρα μέσα από ένα ασφαλιστικό σύστημα που θα εξασφαλίζει τη σταθερή και με ενιαίους όρους χρηματοδότησή του από τους εργαζόμενους, το κράτος και τους εργοδότες, χωρίς την οποιαδήποτε ανάγκη άνισης καταφυγής σε κοινωνικούς πόρους, την αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής και εισφοροαπαλαγής και της ανασφάλιστης εργασίας καθώς και την πρόσβαση και χρήση των υπηρεσιών υγείας, που θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από πλήρη ισότητα για όλους τους πολίτες, μέσα από ένα ενιαίο φορέα υγείας.
-Την αλλαγή του βασικού προσανατολισμού στον τομέα της υγείας στην κατεύθυνση της πρόληψης και ανάπτυξης της πρωτοβάθμιας φροντίδας με ιδιαίτερη έμφαση στην αναμόρφωση του ΕΣΥ, στη δημιουργία ενός Ενιαίου Φορέα Υγείας στη γενναία χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος υγείας και άμβλυνση των εξωπραγματικών ιδιωτικών δαπανών.
ιι) Τα ανθρώπινα δικαιώματα διαδραματίζουν όλο και σημαντικότερο ρόλο στη διεθνή πολιτική. Λειτουργούν άλλοτε ως οδηγός και άλλοτε ως πρόσχημα για την (εξωτερική κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά) πολιτική κυβερνήσεων, πολιτικών κομμάτων, διακυβερνητικών οργανισμών. Ακόμα, είναι το πεδίο όπου δοκιμάζεται το κατά πόσο μια οποιαδήποτε συλλογικότητα (κυβέρνηση, νομαρχία, δήμος, πολιτικό κόμμα, συνδικαλιστικός φορέας κλπ.) ανταποκρίνεται στις αρχές που η ίδια έχει υποστηρίξει ή έχει διακηρύξει ότι υπερασπίζεται.
Ο ΣΥΝ διεκδικεί να γίνουν αποδεκτές από την ελληνική κοινωνία ορισμένες θεμελιώδεις αρχές, όπως:
-Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι παγκόσμιες και καθολικές αξίες και έχουν απόλυτο χαρακτήρα. Δεν μπορεί να σχετικοποιούνται στη βάση γεωγραφικών περιοχών και πολιτιστικών παραδόσεων, ούτε η υπεράσπισή τους να εξαρτάται από οικονομικά και κρατικά συμφέροντα ή από εθνικές, θρησκευτικές, ταξικές, «αντιιμπεριαλιστικές» ή άλλες σκοπιμότητες και ιδεολογίες.
-Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αδιαίρετα. Δεν μπορεί να υπάρξει ικανοποίηση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, αν δεν ικανοποιούνται τα θεμελιώδη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, αλλά και το αντίστροφο.
-Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά, την καταγωγή και τις πεποιθήσεις τόσο του θύματος όσο και του θύτη (αρχή της αμεροληψίας).
Ο ΣΥΝ υπερασπίζεται τα δικαιώματα για ένα ανθρώπινο περιβάλλον και για ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, για προστασία της ιδιωτικής ζωής, για έλεγχο των εφαρμογών της βιοϊατρικής και της γενετικής και γενικά τα δικαιώματα που η ανάγκη τους αναδεικνύεται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Ο ΣΥΝ είναι αντίθετος με την αντίληψη ότι οι εθνικές μειονότητες είναι εξ ορισμού «δούρειοι ίπποι» ξένων συνωμοσιών και συνεπώς πρέπει να υπόκεινται σε καθεστώς ιδιότυπης ομηρίας.
Αναγνωρίζει ότι η ύπαρξη μειονοτήτων είναι ζήτημα γεγονότων και συνειδήσεων και όχι ζήτημα νομοθεσίας και υπό τον διεθνώς αποδεκτό όρο του απαραβίαστου των συνόρων, υποστηρίζει σειρά αιτημάτων που ανάγονται στην πλήρη κατάργηση διακρίσεων εις βάρος τους
Για τις υπόλοιπες ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού της χώρας προωθεί νομοθετικές ή άλλες, ρυθμίσεις για :
Κατοχύρωση της πλήρους ανοχής και σεβασμού όλων των θρησκευτικών αντιλήψεων όπως και των αθεϊστικών και της κοσμικής λειτουργίας του κράτους σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στην εκπαίδευση.
Κατάργηση των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλής, εθνότητας, πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού στο νομικό εποικοδόμημα.
Νομιμοποίηση όλων των ξένων μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα μας και παροχή σ’ αυτούς των ίδιων αστικών, εργασιακών, ασφαλιστικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων με τους Έλληνες πολίτες. Ιδιαίτερη μέριμνα για τους μετανάστες δεύτερης γενιάς, που δεν έχουν πατρίδα άλλη από την Ελλάδα.
Αντιμετώπιση του εργασιακού και σεξουαλικού δουλεμπορίου γυναικών και παιδιών, που έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις στη χώρα μας.
Συμμόρφωση με τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για τους Ρομά.
ιιι) Προϋπόθεση για την προώθηση ενός συστήματος αριστερού μεταρρυθμισμού αλλά ταυτόχρονα και κεντρική προγραμματική στόχευση αποτελεί η υπευθυνότητα, η μόρφωση, η ενημέρωση, η επαφή με τα σύγχρονα ρεύματα και ιδέες των πολιτών, που έτσι αποκτούν κριτική συνείδηση και συμμετοχική διάθεση.
Τρεις τομείς καθορίζουν αποφασιστικά τα προηγούμενα: Το εκπαιδευτικό σύστημα, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η πολιτιστική πραγματικότητα και πολιτική.
Οφείλουν να περιλαμβάνουν:
- Τη χρηματοδότηση και ενίσχυση της προσχολικής αγωγής, μέσω της αυτοδιοίκησης. Τη διασφάλιση του δικαιώματος στη μόρφωση μέσα από την εφαρμογή 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Τον αυτόνομο μορφωτικό ρόλο του Λυκείου, την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τη τακτικότατη ανανέωση της διδακτέας ύλης και των διδακτικών προγραμμάτων στα σχολεία ώστε να ενσωματώνονται -και να διδάσκονται- όλα τα νέα γνωστικά αντικείμενα. Τη διαρκή μεταρρύθμιση και αναβάθμιση του δημόσιου Πανεπιστημίου, τη γενναία επένδυση στη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση και στην έρευνα, καθώς και τη διασφάλιση της συνεχούς επιμόρφωσης, κατάρτισης και της μετεκπαίδευσης. Τη χρηματοδότηση της παιδείας στο 5% του ΑΕΠ. στον τομέα.
Στον πυρήνα της προσέγγισής μας βρίσκεται η άποψη ότι το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους του πολίτες. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποκτήσει γεωγραφική συνοχή και να βοηθά τον κάθε μαθητή διαμέσου της μοναδικότητάς του να αναπτύξει το σύνολο των ικανοτήτων του.
-Τον άμεσο σχεδιασμό του ραδιοτηλεοπτικού χάρτη, με άμεση παραχώρηση αδειών λειτουργίας που θα κοστίζουν, δεν θα διαρκούν στο διηνεκές και δεν θα είναι άπειρες τον αριθμό, θα ανακαλούνται για παραβίαση της κείμενης νομοθεσίας για το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ανθρώπινης ζωής και της παιδικής ηλικίας και με προβλέψεις αναβάθμισης και ανεξαρτησίας των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών ΜΜΕ και ενίσχυσης των εναλλακτικών μέσων. Τη θεσμοθέτηση της απόλυτης εκλογικής ισηγορίας όλων των πολιτικών δυνάμεων σε όλα τα ραδιοτηλεοπτικά Μέσα προεκλογικά. Την τήρηση του θεσμικού πλαισίου που δεν θα ανατεθεί μόνο σε ένα αναβαθμισμένο ΕΣΡ αλλά σε συνεργασία με το Συνήγορο του Πολίτη και το Συνήγορο του Παιδιού. Την ισχυροποίηση του ΕΣΡ. Την οργάνωση της ευρύτερης κοινωνικής ενεργοποίησης όλων των πολιτών για την αναγκαία μεταρρυθμιστική τομή και την ενίσχυση μορφών οργάνωσης των καταναλωτών των ΜΜΕ και της αντίστασής τους. Την ενεργό στήριξη των κινητοποιήσεων του δημοσιογραφικού κόσμου ώστε να κατοχυρωθεί η ανεξαρτησία και η δεοντολογία στο επάγγελμα.
-Την κρατική πολιτική που οφείλει να συμβιβάσει την ελευθερία και τη ρύθμιση και να έχει βασικό ρόλο στο σχεδιασμό των υποδομών για την πολιτιστική δημιουργία και διάδοση των προϊόντων της. Την ίδρυση και ανάπτυξη πολυδύναμων πολιτιστικών υποδομών σε όλη τη χώρα, όπου οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να συμμετέχουν στην παραγωγή ή και τη διάδοση πολιτιστικών αγαθών είτε μέσα από τους μηχανισμούς της αγοράς είτε μέσα από τα προγράμματα κρατικής ή τοπικής δημόσιας πρωτοβουλίας ή μέσα από τις ποικίλες κοινωνικές πρωτοβουλίες. Την «ένταξη» της τέχνης (, έργα τέχνης στις πλατείες, ζωγραφική σε ακαλαίσθητα τοιχεία οδικών έργων κλπ) στο κόστος διαμόρφωσης των κοινοχρήστων χώρων ή υπηρεσιών.
Τις εξειδικευμένες σπουδές, τη διάδοση της συναφούς τεχνογνωσίας, την παροχή των αναγκαίων υλικών μέσων, την οργανική σύνδεση της εκπαίδευσης με το πολιτιστικό γίγνεσθαι ώστε σχολεία και πανεπιστήμια να αποβαίνουν εστίες πολιτιστικής δημιουργίας. Την ανάπτυξη περιφερειακής πολιτιστικής πολιτικής.
Την κρατική πολιτική ρύθμισης όπου θα περιλαμβάνονται οικονομικοί μηχανισμοί, διοικητικά μέτρα, κυρώσεις έως και απαγορεύσεις, ώστε να αναβαθμίζεται το πολιτιστικό και αισθητικό επίπεδο. Την προστασία και ανάπτυξη όλων των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, εθνικών και τοπικών, ή μειονοτικών και από την άλλη την οικοδόμηση επικοινωνίας με τα παγκόσμια πολιτιστικά προϊόντα.
Η ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ
Ο ΣΥΝ, σύγχρονο κόμμα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, με το εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο εκφράζει την άποψη του κόμματος για την επίτευξη του στρατηγικού του στόχου, δηλαδή τη δημοκρατική σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας, τον σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.
Το σχέδιο αυτό έχει δύο αλληλένδετες πλευρές: το περιεχόμενό του, δηλαδή τι προτείνει και τις δυνάμεις που υποδεικνύει για την προώθηση και την υλοποίησή του. Το περιεχόμενο του στρατηγικού μας σχεδίου οφείλει να είναι ένα συνεκτικό σύνολο εναλλακτικών προτάσεων και διαρθρωτικών αλλαγών, που να απαντούν στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας, να αμφισβητούν το νεοφιλελεύθερο και δικομματικό πλαίσιο και να ανοίγουν δρόμους για τη δημοκρατική και σοσιαλιστική αναγέννηση της χώρας, σε μία ενωμένη κοινωνική, δημοκρατική, φιλειρηνική Ευρώπη. Η προώθηση ενός τέτοιου στρατηγικού πολιτικού σχεδίου του ΣΥΝ απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή συγκέντρωση δυνάμεων της ευρύτερης δημοκρατικής και σοσιαλιστικής Αριστεράς, κοινωνικών και πολιτικών και ανάδειξη των δυνάμεων αυτών σε πλειοψηφικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία. Απαιτεί επομένως τη συγκρότηση κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, σε αντίθεση με τη δικομματική παράδοση των «αυτοδύναμων» κυβερνήσεων, δηλαδή κυβερνήσεων λαϊκής μειοψηφίας και μειοψηφικών πολιτικών.
Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις με απόψεις που εντάσσονται σε τέτοιους προβληματισμούς υπάρχουν εντός και εκτός του ΣΥΝ, είναι διάσπαρτες σε όλη την κοινωνία και σε ευρύ φάσμα της πολιτικής σκηνής.
Ο ΣΥΝ προσβλέπει στην ανάγκη διαλόγου και σύγκλισής τους, μέσα από πολιτικές πρωτοβουλίες. Η αριστερά με όλη την πολυχρωμία της δεν μπορεί και δεν πρέπει να μένει αποκλεισμένη και να συρρικνώνεται σε ρόλους διαμαρτυρίας και καταγγελίας.
Η εναλλακτική πρόταση εξουσίας, στηριγμένη σε μια κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία, στοχεύει στην απόκρουση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, στην ελπιδοφόρα διέξοδο από τον αποδυναμωμένο δικομματισμό, στην αποτροπή της αναστήλωσής του, για να μετατοπιστεί ο πολιτικός συσχετισμός προς τα αριστερά.
Η πρόταση αυτή παραμένει δυναμικά επίκαιρη γιατί τα πολιτικά γεγονότα και ανάγκες είναι πεισματικές, ως η κατ΄ εξοχήν χρήσιμη και κρίσιμη ιδέα για την προοπτική των πολιτικών εξελίξεων.
Ένα τέτοιο πολιτικό σχέδιο του κόμματός μας είναι ρεαλιστικό. Είναι δε το μόνο στρατηγικό σχέδιο που αμφισβητεί έμπρακτα τη διαιώνιση της δικομματικής εναλλαγής. Είναι φανερό ότι η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου έχει δυσκολίες, που αναφέρονται στις προϋποθέσεις και στα στοιχεία υλοποίησης του. Αυτό όμως δεν συνεπάγεται εφησυχασμό ή αναγκαστική αυτοπεριχαράκωση του κόμματος. Αντιθέτως, πρέπει να αποτελεί μια συνεχή ανοικτή πολιτική πρόσκληση-πρόκληση που θα απευθύνεται στους προοδευτικούς και αριστερούς πολίτες, που θα απευθύνεται στις υπαρκτές γειτονικές πολιτικές δυνάμεις που διακηρύσσουν την αντίθεσή τους στη Δεξιά, που θα απευθύνεται στις δυνάμεις της πολιτικής οικολογίας και θα αναζητά, χωρίς ανώφελους ανταγωνισμούς, τον κοινό πολιτικό τόπο, για κοινή πολιτική δράση, μέσα και έξω από τη Βουλή, για την απόκρουση της νεοφιλελεύθερης συντηρητικής πολιτικής.
Το πολιτικό τοπίο της χώρας έχει υποστεί σημαντικές μεταβολές. Μεγάλο μέρος πολιτών, κυρίως νέων, που έχουν απογοητευτεί, ακόμα και εξοργιστεί, από τον τρόπο λειτουργίας, τη διαφθορά, και την αναποτελεσματικότητα του δικομματικού σκηνικού, γύρισαν την πλάτη τους στους εκφραστές του. Αυτό το κομμάτι της κοινωνίας αναζήτησε την ελπίδα του στον ΣΥΝ. Για μήνες, μας έδινε πρωτοφανή για το χώρο μας δημοσκοπικά ποσοστά. Γιατί θεώρησε το χώρο μας γειτονικό, κοντινό, φιλικό και γιατί δεν τον είδε σε καμιά περίπτωση ως μέρος του προβλήματος. Ενδεχομένως και γιατί μας θεώρησε δύναμη της λύσης του. Αυτό το «ενδεχομένως», ο Συνασπισμός ήταν υποχρεωμένος να κάνει όσα έπρεπε για να το μετατρέψει σε πεποίθηση και σταθερή υποστήριξη.
Αυτό το πολιτικό ενδιαφέρον της κοινωνίας για τον ΣΥΝ απαιτούσε μια υποδοχή και αντιμετώπιση με ιδιαίτερη ψυχραιμία, σύνεση και σοβαρότητα. Τα όρια που διαμόρφωνε κάθε φορά η πολιτική συγκυρία καθώς και η εκτίναξη των ποσοστών του ΣΥΝ ήταν καταγεγραμμένα σε δημοσκοπήσεις και μόνο. Οι πολίτες δήλωναν ότι μας στηρίζουν, αλλά ανέμεναν επίσης πολλά από εμάς. Θεωρήσαμε ότι αυτές οι δημοσκοπήσεις αναδείκνυαν κάτι αναμφισβήτητο και σταθερό. Η πολιτική αντιπαράθεση και οι πολιτικοί συσχετισμοί όμως ήταν και παραμένουν απολύτως ανοικτοί και απρόβλεπτοι. Και στο πεδίο αυτό ο ΣΥΝ ούτε έπρεπε ούτε πρέπει να προσέρχεται ως αλαζονικός παράγοντας, αλλά ως καθοριστική δύναμη αλλαγών.
Φανήκαμε δύσκαμπτοι, αναποτελεσματικοί, αδικαιολόγητα αλαζονικοί και δεν ανταποκριθήκαμε στις ελπίδες του κόσμου που μας έδινε για καιρό απλόχερα την εμπιστοσύνη του.
Γι’ αυτό δεν είναι τυχαία και η δημοσκοπική υποχώρηση. Παρόλα αυτά, το ενδιαφέρον της κοινωνίας για το ΣΥΝ παραμένει υψηλό. Η τόλμη είναι απαραίτητη και συνεπάγεται αλλαγή γραμμής πλεύσης. Αυτό σημαίνει πορεία και πρωτοβουλίες σε συγκεκριμένη και σαφή ενωτική αντικυβερνητική δράση με εναλλακτικές προγραμματικές προτάσεις σε καίριους τομείς της ελληνικής κοινωνίας. Προτάσεις που δεν αποσκοπούν στην αυτοπεριχαράκωση, αλλά στην ειλικρινή και πειστική αναζήτηση συμπτώσεων και ενωτικής δυναμικής
Ας μην χανόμαστε σε αδιέξοδες αναζητήσεις που υπήρξαν έντονες τα προηγούμενα χρόνια για μια «άλλη» Αριστερά χωρίς ενδιαφέρον για τη διεύθυνση της κοινωνίας.
Ο ΣΥΝ και ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ δεν πρέπει να μένουν αδιάφοροι για το περιεχόμενο της διακυβέρνησης της χώρας – ποιοι εφαρμόζουν, ποιες πολιτικές και πώς. Δεν μπορεί και δεν πρέπει η σύγχρονη Αριστερά να μη θέλει να επηρεάζει, με τις προγραμματικές της θέσεις και τις πολιτικές πρωτοβουλίες την κυβερνητική εξουσία. Κι’ αυτό δεν βρίσκεται σε αντίθεση με τη σταθερή πολιτική της επιλογή για τη συνεχή αγωνιστική παρουσία της στο δημοκρατικό κίνημα της κοινωνίας, στα πολλαπλά του επίπεδα.
ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΜΕΤΩΠΟ ΜΑΣ ΣΗΜΕΡΑ :Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΙ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Η αντιμετώπιση της επερχόμενης οικονομικής κρίσης πρέπει να αποτελέσει αναμφιβόλως το κεντρικό θέμα των παρεμβάσεων μας.
Βρισκόμαστε μπροστά σε νέα κατάσταση και σε καινούργια καθήκοντα για τις δυνάμεις της αριστεράς, ιδιαίτερα της ανανεωτικής και της ριζοσπαστικής, αλλά και για όλες τις δυνάμεις του εργατικού κινήματος, τις προοδευτικές δυνάμεις της διανόησης. Οι κυβερνήσεις και τα διεθνή κέντρα που προστάτευσαν την τεχνητή φούσκα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σήμερα παραπαίουν, χωρίς πυξίδα.
Η κυβέρνηση Καραμανλή, κυβέρνηση λαϊκής μειοψηφίας, αναζητεί σωσίβια τελευταίας στιγμής προσπαθώντας να κρύψει την κεντρική ευθύνη της. Με προεκλογικές έκτακτες ενισχύσεις και πελατειακές πολιτικές επιχειρεί να παραπλανήσει τους πολίτες. Το ΠΑΣΟΚ, με το γνωστό κυβερνητικό παρελθόν, δεν κόβει τους δεσμούς με νεοφιλελεύθερες επιλογές.
Αν δεν ανοίξουν οι δρόμοι της αντινεοφιλελεύθερης οικονομικής και κοινωνικής προοπτικής στη χώρα, στην Ε.Ε. στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, στον πλανήτη το κοινωνικό κόστος θα είναι τεράστιο. Αυτό όλο και περισσότεροι το αντιλαμβάνονται πια. Καταλαβαίνουν πόση ζημιά προκαλεί το μοντέλο “ανάπτυξη με ανεργία”, η εγκατάλειψη της παραγωγικής δραστηριότητας υπέρ της φούσκας των χρηματιστηρίων και των παραγώγων, η προδοσία των δημόσιων αγαθών υπέρ της πρόσκαιρης κερδοφορίας.
Όμως η κατάληξη της κρίσης είναι άγνωστη. Θα δυναμώσουν οι δυνάμεις της εργασίας και της παραγωγής ή θα συμπιεστούν περισσότερο για να στηθεί το σκηνικό για καινούργιες παγκόσμιες και τοπικές φούσκες, για τη αναστήλωση του νεοφιλελευθερισμού;
Τίποτα δεν έχει κριθεί. Η έκβαση εξαρτάται και από τις ενέργειες, τους αγώνες, τις πρωτοβουλίες της Αριστεράς, τους συσχετισμούς δυνάμεων. Γι΄ αυτό έχει καθοριστική σημασία ποιοι, ποιες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις θα βάλουν τη σφραγίδα τους, θα διαχειριστούν την αντιμετώπιση της κρίσης.
Πρωτίστως από αυτή τη σκοπιά μας ενδιαφέρει η λύση του κυβερνητικού προβλήματος της χώρας. Αν διαχειριστούν την πορεία οι ίδιοι, με τις γνωστές πελατειακές και ταξικές πολιτικές, να περιμένουμε τα χειρότερα.
Στις κρίσιμες επιλογές κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής που θα γίνουν το επόμενο διάστημα πρέπει να μπει η σφραγίδα των κινημάτων και των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων, δηλαδή της πολιτικής των αντινεοφιλελεύθερων δυνάμεων. Για την υλοποίηση - και στο 2009 - ενός ρωμαλέου προγράμματος δημόσιων επενδύσεων στις τεχνολογικές υποδομές, στην οικολογική στροφή της παραγωγής και της κατανάλωσης, στην εκπαίδευση και την έρευνα.
Είναι η ώρα για επιθετικές, δημιουργικές, ενωτικές κοινωνικά πρωτοβουλίες, που θα ανατρέπουν τις κυρίαρχες πολιτικές διαίρεσης και κατάτμησης της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας σε συγκρουόμενες ομάδες και φοβισμένους ανθρώπους. Σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς δράσης, κοινωνικής ζωής και τους αγώνες. Για να μην πληρώσουν πάλι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, οι πιο αδύνατοι, το κόστος της κρίσης και να ανοίξει ο δρόμος για διαφορετική πορεία.
Γι αυτό η αντιμετώπιση της κρίσης είναι και υποχρέωση και ευκαιρία.
Η εναλλακτική πρόταση εξουσίας απαιτεί και προϋποθέτει ισχυρή κι αξιόπιστη πολιτική παρουσία του ΣΥΝ και ανάπτυξη κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, που θα στηρίζουν το αίτημα για θεσμικούς και πολιτικούς μετασχηματισμούς, για διαρθρωτικές αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό.
Η «Μεγάλη Αριστερά» συγκροτημένη μόνο στο πλαίσιο της κομμουνιστικής της παράδοσης δεν διαθέτει δυναμική και προγραμματική επάρκεια.
Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από μια σύγχρονη, πολύμορφη, ανανεωτική και ριζοσπαστική αριστερά που θα είναι πρωταγωνίστρια στην κατεύθυνση μεγάλων προοδευτικών συσπειρώσεων για την προοδευτική διακυβέρνηση του τόπου.