Ο εξάλογος
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2009-03-07
Αν ο κ. Καραμανλής δεν είχε εκφωνήσει δημόσια τον εξάλογο που εκμυστηρεύθηκε στους άλλους πολιτικούς αρχηγούς προχθές, αν είχε αφήσει ένα μυστήριο να τυλίξει τους, πίσω από κλειστές πόρτες, λόγους του, αν δεν είχαμε ακούσει με τα ίδια μας τα αυτιά αυτήν τη λίστα των άχρηστων διαπιστώσεων («το δημόσιο χρέος είναι κακό πράγμα») και αυτονόητων παραινέσεων («να τηρούμε τους ευρωπαϊκούς κανόνες») ή ευχών («να μην υπερβαίνουμε τα όρια της οικονομίας»), μπορεί και να πιστεύαμε ότι επιζητούσε στ΄ αλήθεια κάποια συνεννόηση με την αντιπολίτευση. Ή να παρηγοριόμασταν ότι κάποιο σχέδιο δράσης έχει κατά νου, ο χαρισματικός κυβερνήτης, για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Η ακρόαση του εξαλόγου, όμως, ήταν ένα αληθινό σοκ.
Όχι μόνον επειδή από αυτόν απουσιάζει και η υποψία μιας κάποιας συγκεκριμένης πρότασης. Ούτε επειδή απουσιάζει από τον κατάλογο και η κρίση η ίδια (δηλαδή: αν δεν είχε κλείσει η Λίμαν και δεν κινδύνευαν η Τζένεραλ Μότορς και η Σίτιγκρουπ, το δημόσιο χρέος μας δεν θα ήταν πρόβλημα; Και δεν θα έπρεπε να τηρούμε τους ευρωπαϊκούς κανόνες ή να προσαρμόζουμε τις διεκδικήσεις μας στα όρια αντοχής της οικονομίας;). Μα, προπάντων, επειδή ακούγοντας τον Πρωθυπουργό να περιγράφει την κρίση με ύφος περίλυπο ως φυσικό φαινόμενο, θεομηνία, θεόπεμπτη συμφορά, απέναντι στην οποία πρέπει να μονοιάσουμε, να αγαπηθούμε, να υποστείλουμε αντιπαραθέσεις και να συναινέσουμε, καταλάβαμε ότι πιο επικίνδυνο κι από το δημόσιο έλλειμμα της οικονομίας μας είναι το έλλειμμα κατανόησης από την πολιτική ηγεσία μας της κρίσης που καλείται, για λογαριασμό όλων μας, να αντιμετωπίσει.
Θα περίμενε κανείς από τον Πρωθυπουργό να αξιοποιήσει το δραματικό, επικοινωνιακό περιβάλλον που ο ίδιος δημιούργησε προχθές, για να μας πει κάτι περισσότερο από τα αυτονόητα. Να απαντήσει στο βασικό ερώτημα που η κρίση τού απευθύνει: Πώς θα λύσει το αίνιγμα της οικονομικής σφίγγας, πώς θα ξεπεράσει αυτόν τον φαύλο κύκλο, όπου ό,τι θα μπορούσαμε και θα έπρεπε να κάνουμε για την τόνωση της ζήτησης, την ενίσχυση της ρευστότητας, τη διατήρηση κάποιου επενδυτικού «τόνου», δεν μπορούμε να το κάνουμε γιατί αυτό θα επιδείνωνε το ήδη εκρηκτικό δημοσιονομικό μας πρόβλημα, και από την άλλη ό,τι θα μπορούσε και θα έπρεπε να γίνει για τη δραστική αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος, εμποδίζεται από τον προφανή κίνδυνο να στεγνώσει περαιτέρω μια ήδη άνυδρη οικονομική δραστηριότητα και να οδηγηθεί σε θανάσιμη αποξήρανση;
Αυτός ο φαύλος κύκλος- είναι προφανές- είναι αδύνατον να πάψει, όσο αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα με τους όρους που το δημιούργησαν. Το παιχνίδι θα είναι από χέρι χαμένο, όσο εξακολουθούμε να παίζουμε με τους ίδιους παλιούς κανόνες στην ίδια, παλιά σκακιέρα. Η κρίση απαιτεί επανατοποθέτηση. Το ομολογούν πια, άλλωστε, σχεδόν όλοι. Αν αυτή η κρίση δεν είναι μια φυσική καταστροφή, όπως την περιγράφει ο Καραμανλής, αλλά η κατάρρευση ενός συστήματος σκέψης, μιας οικονομικής ιδεολογίας που κυριάρχησε στον κόσμο και των οικονομικών εργαλείων που δογματικά επέβαλε, η αντιμετώπισή της απαιτεί μεγάλη μετατόπιση στο πεδίο των οικονομικών ιδεών.
Το αντελήφθη έως και ο σύντροφος Γκρίνσπαν, πρωθιερέας κάποτε της απορρύθμισης των αγορών, υποστηρικτής τώρα μιας μερικής εθνικοποίησης του τραπεζικού συστήματος. Δεν φαίνεται να μπορεί να το αντιληφθεί ο Καραμανλής. Αιχμάλωτος- αυτός ο «πρακτικός άνθρωπος», ο «ρεαλιστής του μεσαίου χώρου»- των δογματικών ιδεών που διαμόρφωσαν, πέντε χρόνια τώρα, την πολιτική Αλογοσκούφη.
Για να επιβεβαιωθεί, στην περίπτωσή του, ο μακαρίτης ο Κέινς, όταν έλεγε πως «ο πρακτικός άνθρωπος, που πιστεύει ότι είναι ελεύθερος κάθε πνευματικής, ιδεολογικής επιρροής, αποδεικνύεται συνήθως ο σκλάβος των ιδεών ενός ξεπερασμένου οικονομολόγου». Κι αν, όπως και πάλι ο Κέινς έλεγε, «περισσότερο απ΄ ό,τι τα συμφέροντα, είναι οι ιδέες που ορίζουν το καλό ή το κακό στον κόσμο», αυτή η μοιραία αιχμαλωσία Καραμανλή στις παλιές, τις ξεπερασμένες ιδέες είναι και η αληθινή εξήγηση της πλήρους αδυναμίας του να σταθεί στο νέο περιβάλλον που η κρίση διαμορφώνει. Η εξήγηση και της προχθεσινής του επικοινωνιακής αποτυχίας.
Η ακρόαση του εξαλόγου, όμως, ήταν ένα αληθινό σοκ.
Όχι μόνον επειδή από αυτόν απουσιάζει και η υποψία μιας κάποιας συγκεκριμένης πρότασης. Ούτε επειδή απουσιάζει από τον κατάλογο και η κρίση η ίδια (δηλαδή: αν δεν είχε κλείσει η Λίμαν και δεν κινδύνευαν η Τζένεραλ Μότορς και η Σίτιγκρουπ, το δημόσιο χρέος μας δεν θα ήταν πρόβλημα; Και δεν θα έπρεπε να τηρούμε τους ευρωπαϊκούς κανόνες ή να προσαρμόζουμε τις διεκδικήσεις μας στα όρια αντοχής της οικονομίας;). Μα, προπάντων, επειδή ακούγοντας τον Πρωθυπουργό να περιγράφει την κρίση με ύφος περίλυπο ως φυσικό φαινόμενο, θεομηνία, θεόπεμπτη συμφορά, απέναντι στην οποία πρέπει να μονοιάσουμε, να αγαπηθούμε, να υποστείλουμε αντιπαραθέσεις και να συναινέσουμε, καταλάβαμε ότι πιο επικίνδυνο κι από το δημόσιο έλλειμμα της οικονομίας μας είναι το έλλειμμα κατανόησης από την πολιτική ηγεσία μας της κρίσης που καλείται, για λογαριασμό όλων μας, να αντιμετωπίσει.
Θα περίμενε κανείς από τον Πρωθυπουργό να αξιοποιήσει το δραματικό, επικοινωνιακό περιβάλλον που ο ίδιος δημιούργησε προχθές, για να μας πει κάτι περισσότερο από τα αυτονόητα. Να απαντήσει στο βασικό ερώτημα που η κρίση τού απευθύνει: Πώς θα λύσει το αίνιγμα της οικονομικής σφίγγας, πώς θα ξεπεράσει αυτόν τον φαύλο κύκλο, όπου ό,τι θα μπορούσαμε και θα έπρεπε να κάνουμε για την τόνωση της ζήτησης, την ενίσχυση της ρευστότητας, τη διατήρηση κάποιου επενδυτικού «τόνου», δεν μπορούμε να το κάνουμε γιατί αυτό θα επιδείνωνε το ήδη εκρηκτικό δημοσιονομικό μας πρόβλημα, και από την άλλη ό,τι θα μπορούσε και θα έπρεπε να γίνει για τη δραστική αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος, εμποδίζεται από τον προφανή κίνδυνο να στεγνώσει περαιτέρω μια ήδη άνυδρη οικονομική δραστηριότητα και να οδηγηθεί σε θανάσιμη αποξήρανση;
Αυτός ο φαύλος κύκλος- είναι προφανές- είναι αδύνατον να πάψει, όσο αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα με τους όρους που το δημιούργησαν. Το παιχνίδι θα είναι από χέρι χαμένο, όσο εξακολουθούμε να παίζουμε με τους ίδιους παλιούς κανόνες στην ίδια, παλιά σκακιέρα. Η κρίση απαιτεί επανατοποθέτηση. Το ομολογούν πια, άλλωστε, σχεδόν όλοι. Αν αυτή η κρίση δεν είναι μια φυσική καταστροφή, όπως την περιγράφει ο Καραμανλής, αλλά η κατάρρευση ενός συστήματος σκέψης, μιας οικονομικής ιδεολογίας που κυριάρχησε στον κόσμο και των οικονομικών εργαλείων που δογματικά επέβαλε, η αντιμετώπισή της απαιτεί μεγάλη μετατόπιση στο πεδίο των οικονομικών ιδεών.
Το αντελήφθη έως και ο σύντροφος Γκρίνσπαν, πρωθιερέας κάποτε της απορρύθμισης των αγορών, υποστηρικτής τώρα μιας μερικής εθνικοποίησης του τραπεζικού συστήματος. Δεν φαίνεται να μπορεί να το αντιληφθεί ο Καραμανλής. Αιχμάλωτος- αυτός ο «πρακτικός άνθρωπος», ο «ρεαλιστής του μεσαίου χώρου»- των δογματικών ιδεών που διαμόρφωσαν, πέντε χρόνια τώρα, την πολιτική Αλογοσκούφη.
Για να επιβεβαιωθεί, στην περίπτωσή του, ο μακαρίτης ο Κέινς, όταν έλεγε πως «ο πρακτικός άνθρωπος, που πιστεύει ότι είναι ελεύθερος κάθε πνευματικής, ιδεολογικής επιρροής, αποδεικνύεται συνήθως ο σκλάβος των ιδεών ενός ξεπερασμένου οικονομολόγου». Κι αν, όπως και πάλι ο Κέινς έλεγε, «περισσότερο απ΄ ό,τι τα συμφέροντα, είναι οι ιδέες που ορίζουν το καλό ή το κακό στον κόσμο», αυτή η μοιραία αιχμαλωσία Καραμανλή στις παλιές, τις ξεπερασμένες ιδέες είναι και η αληθινή εξήγηση της πλήρους αδυναμίας του να σταθεί στο νέο περιβάλλον που η κρίση διαμορφώνει. Η εξήγηση και της προχθεσινής του επικοινωνιακής αποτυχίας.