Από τις 7 σοσιαλισμός!
Σάκης Κουρουζίδης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-07-07
Το σύνθημα που ακουγόταν στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ το 1974, ως γνωστόν, ήταν «στις 18 σοσιαλισμός» (οι εκλογές είχαν οριστεί για τις 17.11.1974), εννοώντας ότι το ΠΑΣΟΚ θα κερδίσει τις εκλογές και από την επομένη των εκλογών, στις 18 δηλαδή, θα αρχίσει η «οικοδόμηση» του σοσιαλισμού.
Το κακό δεν ήταν η τελείως λαθεμένη πρόγνωση (το ΠΑΣΟΚ πήρε μόλις γύρω στο 13%), ούτε το είδος του σοσιαλισμού που είχαν στο μυαλό τους η ηγεσία και οι οπαδοί του. Το κακό ήταν, και σε αυτό το σύνθημα, ότι και η «αριστερή» φάση του ΠΑΣΟΚ υπονοούσε ότι ο σοσιαλισμός «αρχίζει» από την ημέρα της «κατάληψης» της εξουσίας… και ύστερα. Πριν από την ημέρα αυτή, το μεν ΠΑΣΟΚ προετοιμαζόταν για τη νίκη στις εκλογές, η δε αριστερά για την έναρξη της επανάστασης, ειρηνικής ή όχι, δευτερεύον για το θέμα μας. Την αντίληψη για το πότε «αρχίζει» ο «σοσιαλισμός» εξετάζουμε σήμερα.
Αν παραπέμπουμε τα πάντα στον «σοσιαλισμό», ουσιαστικά προτείνουμε στους πολίτες ένα «όραμα» και τους καλούμε να το συγκρίνουν με αυτό που ζούνε σήμερα. Τους ζητάμε, δηλαδή, να συγκρίνουν δύο διαφορετικά πράγματα: το δικό μας όραμα με την υπάρχουσα πρακτική. Το ζητούμενο, βέβαια, θα ήταν να συγκριθούν ομοειδή πράγματα: όραμα με όραμα ή πρακτική με πρακτική.
Ακόμα, όμως, κι αν προς στιγμή, ο κόσμος κάνει τη σύγκριση, τότε εκ των πραγμάτων τον οδηγούμε να συγκρίνει την υπάρχουσα πρακτική με ένα «όραμά» μας που έγινε πρακτική, δηλαδή τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», άσχετα με τη στάση που είχαμε απέναντί του. Αν πάλι συγκρίνουμε απλώς «οράματα», ακόμα και τότε η σύγκριση δεν είναι εύκολη. Το «όραμα» του καπιταλισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, ακόμη και της εκκλησίας, παραπέμπουν σε ειδυλλιακές καταστάσεις, εκ του ασφαλούς βέβαια, όπως εκ του ασφαλούς είναι και το δικό μας «όραμα». Το να κάνουμε ακόμα πιο ειδυλλιακό το όραμά μας δεν αρκεί και δεν πείθει, όπως δεν πείθει και δεν κάνει πιο ελκυστικό το κόμμα που «υπόσχεται» σήμερα διπλάσιο μισθό, έναντι ενός άλλου που «δίνει» απλώς μια μικρή αύξηση.
Αν η «προ-σοσιαλιστική» φάση αφιερώνεται απλώς στην ιδεολογική και πολιτική προετοιμασία της «επανάστασης», τότε προφανώς, χρησιμοποιούμε τις αδικίες και τις δυσκολίες που παράγει το σημερινό σύστημα ως απόδειξη κατωτερότητάς του στη σύγκριση που κάνουμε με το «όραμά» μας. Επομένως, οτιδήποτε καλό γίνει σήμερα, μας δυσκολεύει στην προσέλκυση υποστηρικτών, αφού η επιχειρηματολογία μας στηρίζεται στη «συνεχή επιδείνωση» που υφίσταται ο κόσμος σήμερα. Δηλαδή, μακάρι να μην γίνεται τίποτε καλό, γιατί έτσι θα αγανακτεί ο κόσμος και θα έρθει γρηγορότερα ο σοσιαλισμός. Αλλά, αν παρόλα αυτά γίνει κάτι καλό, το υποβαθμίζουμε, του δίνουμε περίτεχνες ερμηνείες ή το αποδίδουμε απλώς στη «λαϊκή αντίσταση και πάλη».
Με την ίδια λογική και μεθοδολογία αντιμετωπίζουμε, πλέον, και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η «άλλη» Ευρώπη θα έρθει όταν θα πλειοψηφήσουν οι σοσιαλιστικές δυνάμεις παντού και τότε τα σοσιαλιστικά κράτη της Ευρώπης θα χτίσουν και μια διαφορετική Ε.Ε. Και μέχρι να γίνει αυτό, κρατάμε άμυνα… ευχόμενοι να χειροτερέψουν τα πράγματα για να πλησιάσει πιο γρήγορα η μέρα αυτή.
Οι ανθρώπινες συνειδήσεις, οι νοοτροπίες και οι πρακτικές, οι κοινωνίες συνολικά αλλάζουν πολύ αργά, μα πάρα πολύ αργά. Και καμία επανάσταση δεν ανατρέπει άρδην τους χρόνους, τους ρυθμούς αυτούς, το πολύ πολύ να τους επιταχύνει, λίγο. Η διαπίστωση αυτή δεν είναι «πολιτική», αλλά πηγάζει από όλες τις επιστημονικές προσεγγίσεις που παράγονται από τις κοινωνικές επιστήμες. Το να επιχειρούμε βολονταριστικά να εκβιάσουμε κάποιους χρόνους στους θεωρητικούς μας σχεδιασμούς, ισοδυναμεί με παραβίαση περίπου των «φυσικών νόμων».
Επειδή το όλο αυτό σχεδίασμα της αριστεράς στηρίζεται σε επιστημονικά ξεπερασμένες παραδοχές, αλλά και επειδή στη συνείδηση των ανθρώπων φαντάζει ως κάτι «ιδεατό» και άρα μακρινό και εντέλει αδιάφορο για τη σημερινή του ζωή, γιʼ αυτό στρέφεται σε άλλες λύσεις λιγότερο ελκυστικές, καθόλου οραματικές, αλλά «σημερινές». Αυτό παράγει, τελικά, μια «συντηρητικοποίηση», αντί για «ριζοσπαστικοποίηση» που υποτίθεται ότι προσδοκά. Δηλαδή, η λύση της αριστεράς, αυτή του οραματικού μέλλοντος, «αυτοαποκλείεται» από τις επιλογές των ανθρώπων και η επιλογή γίνεται από το μη χείρον των υπολοίπων.
Ο σοσιαλισμός θα πρέπει να «αρχίσει» να εφαρμόζεται από σήμερα (7 του μήνα, εξ ου και ο τίτλος!), με την έννοια των θετικών και δημιουργικών επεμβάσεων στο σήμερα. Η αριστερά θα πρέπει να συγκρίνει το «καπιταλιστικό σήμερα» με ένα «σήμερα» δικό της, όχι βέβαια συνολικό, αλλά «ενδεικτικό», συμβολικό και κάτι περισσότερο από συμβολικό. Όχι μόνο να προτείνει για το μέλλον αλλά και να δημιουργήσει κάποιες «νησίδες σοσιαλισμού», σήμερα. Όχι ως υποκατάστατα σοσιαλισμού αλλά ως δείγματα ζωής, αντί για τα ανέξοδα οράματα, για τις φυγές σε ανύπαρκτους μελλοντικούς παραδείσους, όπου όλα τότε –και μόνον τότε- θα μπορούν τάχα να λυθούν.
Σε αυτήν την «κινητοποίηση» τα εφόδια των αριστερών θα είναι η δημιουργικότητα, οι αξίες, η φαντασία, ο πολιτισμός, η υψηλή διανοητική προσπάθεια. Θα αναδεικνύονται αυθεντικά διλήμματα και εναλλακτικές επιλογές επί συγκεκριμένων προβλημάτων, σημερινών, και επί αυτών θα φαίνεται η όποια «εναλλακτικότητα», «ριζοσπαστικότητα», αλλά και «ρεαλιστικότητα» των αριστερών ιδεών και πολιτικών.
Αυτός ο δρόμος, στους «εύκολους καιρούς» που ζούμε, είναι ο… δύσκολος δρόμος για την αριστερά, αυτός που παράγει υψηλές απαιτήσεις. Που δεν ζητάει αντοχή σωματική σε βασανιστήρια και εξορίες, αλλά ζητάει να αναδεικνύει και να εκπέμπει μια υψηλή ποιότητα ανθρώπων, ιδεών και πρακτικών και όχι μια υψηλή «τσαντίλα» για την κακούργα κοινωνία.
* Ο Σάκης Κουρουζίδης είναι διευθυντής της "Ευωνύμου Βιβλιοθήκης" και του περιοδικού "Ο δαίμων της οικολογίας".
Το κακό δεν ήταν η τελείως λαθεμένη πρόγνωση (το ΠΑΣΟΚ πήρε μόλις γύρω στο 13%), ούτε το είδος του σοσιαλισμού που είχαν στο μυαλό τους η ηγεσία και οι οπαδοί του. Το κακό ήταν, και σε αυτό το σύνθημα, ότι και η «αριστερή» φάση του ΠΑΣΟΚ υπονοούσε ότι ο σοσιαλισμός «αρχίζει» από την ημέρα της «κατάληψης» της εξουσίας… και ύστερα. Πριν από την ημέρα αυτή, το μεν ΠΑΣΟΚ προετοιμαζόταν για τη νίκη στις εκλογές, η δε αριστερά για την έναρξη της επανάστασης, ειρηνικής ή όχι, δευτερεύον για το θέμα μας. Την αντίληψη για το πότε «αρχίζει» ο «σοσιαλισμός» εξετάζουμε σήμερα.
Αν παραπέμπουμε τα πάντα στον «σοσιαλισμό», ουσιαστικά προτείνουμε στους πολίτες ένα «όραμα» και τους καλούμε να το συγκρίνουν με αυτό που ζούνε σήμερα. Τους ζητάμε, δηλαδή, να συγκρίνουν δύο διαφορετικά πράγματα: το δικό μας όραμα με την υπάρχουσα πρακτική. Το ζητούμενο, βέβαια, θα ήταν να συγκριθούν ομοειδή πράγματα: όραμα με όραμα ή πρακτική με πρακτική.
Ακόμα, όμως, κι αν προς στιγμή, ο κόσμος κάνει τη σύγκριση, τότε εκ των πραγμάτων τον οδηγούμε να συγκρίνει την υπάρχουσα πρακτική με ένα «όραμά» μας που έγινε πρακτική, δηλαδή τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», άσχετα με τη στάση που είχαμε απέναντί του. Αν πάλι συγκρίνουμε απλώς «οράματα», ακόμα και τότε η σύγκριση δεν είναι εύκολη. Το «όραμα» του καπιταλισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, ακόμη και της εκκλησίας, παραπέμπουν σε ειδυλλιακές καταστάσεις, εκ του ασφαλούς βέβαια, όπως εκ του ασφαλούς είναι και το δικό μας «όραμα». Το να κάνουμε ακόμα πιο ειδυλλιακό το όραμά μας δεν αρκεί και δεν πείθει, όπως δεν πείθει και δεν κάνει πιο ελκυστικό το κόμμα που «υπόσχεται» σήμερα διπλάσιο μισθό, έναντι ενός άλλου που «δίνει» απλώς μια μικρή αύξηση.
Αν η «προ-σοσιαλιστική» φάση αφιερώνεται απλώς στην ιδεολογική και πολιτική προετοιμασία της «επανάστασης», τότε προφανώς, χρησιμοποιούμε τις αδικίες και τις δυσκολίες που παράγει το σημερινό σύστημα ως απόδειξη κατωτερότητάς του στη σύγκριση που κάνουμε με το «όραμά» μας. Επομένως, οτιδήποτε καλό γίνει σήμερα, μας δυσκολεύει στην προσέλκυση υποστηρικτών, αφού η επιχειρηματολογία μας στηρίζεται στη «συνεχή επιδείνωση» που υφίσταται ο κόσμος σήμερα. Δηλαδή, μακάρι να μην γίνεται τίποτε καλό, γιατί έτσι θα αγανακτεί ο κόσμος και θα έρθει γρηγορότερα ο σοσιαλισμός. Αλλά, αν παρόλα αυτά γίνει κάτι καλό, το υποβαθμίζουμε, του δίνουμε περίτεχνες ερμηνείες ή το αποδίδουμε απλώς στη «λαϊκή αντίσταση και πάλη».
Με την ίδια λογική και μεθοδολογία αντιμετωπίζουμε, πλέον, και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η «άλλη» Ευρώπη θα έρθει όταν θα πλειοψηφήσουν οι σοσιαλιστικές δυνάμεις παντού και τότε τα σοσιαλιστικά κράτη της Ευρώπης θα χτίσουν και μια διαφορετική Ε.Ε. Και μέχρι να γίνει αυτό, κρατάμε άμυνα… ευχόμενοι να χειροτερέψουν τα πράγματα για να πλησιάσει πιο γρήγορα η μέρα αυτή.
Οι ανθρώπινες συνειδήσεις, οι νοοτροπίες και οι πρακτικές, οι κοινωνίες συνολικά αλλάζουν πολύ αργά, μα πάρα πολύ αργά. Και καμία επανάσταση δεν ανατρέπει άρδην τους χρόνους, τους ρυθμούς αυτούς, το πολύ πολύ να τους επιταχύνει, λίγο. Η διαπίστωση αυτή δεν είναι «πολιτική», αλλά πηγάζει από όλες τις επιστημονικές προσεγγίσεις που παράγονται από τις κοινωνικές επιστήμες. Το να επιχειρούμε βολονταριστικά να εκβιάσουμε κάποιους χρόνους στους θεωρητικούς μας σχεδιασμούς, ισοδυναμεί με παραβίαση περίπου των «φυσικών νόμων».
Επειδή το όλο αυτό σχεδίασμα της αριστεράς στηρίζεται σε επιστημονικά ξεπερασμένες παραδοχές, αλλά και επειδή στη συνείδηση των ανθρώπων φαντάζει ως κάτι «ιδεατό» και άρα μακρινό και εντέλει αδιάφορο για τη σημερινή του ζωή, γιʼ αυτό στρέφεται σε άλλες λύσεις λιγότερο ελκυστικές, καθόλου οραματικές, αλλά «σημερινές». Αυτό παράγει, τελικά, μια «συντηρητικοποίηση», αντί για «ριζοσπαστικοποίηση» που υποτίθεται ότι προσδοκά. Δηλαδή, η λύση της αριστεράς, αυτή του οραματικού μέλλοντος, «αυτοαποκλείεται» από τις επιλογές των ανθρώπων και η επιλογή γίνεται από το μη χείρον των υπολοίπων.
Ο σοσιαλισμός θα πρέπει να «αρχίσει» να εφαρμόζεται από σήμερα (7 του μήνα, εξ ου και ο τίτλος!), με την έννοια των θετικών και δημιουργικών επεμβάσεων στο σήμερα. Η αριστερά θα πρέπει να συγκρίνει το «καπιταλιστικό σήμερα» με ένα «σήμερα» δικό της, όχι βέβαια συνολικό, αλλά «ενδεικτικό», συμβολικό και κάτι περισσότερο από συμβολικό. Όχι μόνο να προτείνει για το μέλλον αλλά και να δημιουργήσει κάποιες «νησίδες σοσιαλισμού», σήμερα. Όχι ως υποκατάστατα σοσιαλισμού αλλά ως δείγματα ζωής, αντί για τα ανέξοδα οράματα, για τις φυγές σε ανύπαρκτους μελλοντικούς παραδείσους, όπου όλα τότε –και μόνον τότε- θα μπορούν τάχα να λυθούν.
Σε αυτήν την «κινητοποίηση» τα εφόδια των αριστερών θα είναι η δημιουργικότητα, οι αξίες, η φαντασία, ο πολιτισμός, η υψηλή διανοητική προσπάθεια. Θα αναδεικνύονται αυθεντικά διλήμματα και εναλλακτικές επιλογές επί συγκεκριμένων προβλημάτων, σημερινών, και επί αυτών θα φαίνεται η όποια «εναλλακτικότητα», «ριζοσπαστικότητα», αλλά και «ρεαλιστικότητα» των αριστερών ιδεών και πολιτικών.
Αυτός ο δρόμος, στους «εύκολους καιρούς» που ζούμε, είναι ο… δύσκολος δρόμος για την αριστερά, αυτός που παράγει υψηλές απαιτήσεις. Που δεν ζητάει αντοχή σωματική σε βασανιστήρια και εξορίες, αλλά ζητάει να αναδεικνύει και να εκπέμπει μια υψηλή ποιότητα ανθρώπων, ιδεών και πρακτικών και όχι μια υψηλή «τσαντίλα» για την κακούργα κοινωνία.
* Ο Σάκης Κουρουζίδης είναι διευθυντής της "Ευωνύμου Βιβλιοθήκης" και του περιοδικού "Ο δαίμων της οικολογίας".